Βουβός θυμός στο Μαξίμου για Σαμαρά
Τα εθνικά θέματα ως δυνητικός καταλύτης εξελίξεων, τα κίνητρα του πρώην πρωθυπουργού και γιατί κάποιοι «βλέπουν» εκλογές
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Η αποστασιοποίηση του Αντώνη Σαμαράαπό τη διαδικασία των διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Αθήνας και Αγκυρας, μία ημέρα πριν την έναρξή τους, προκάλεσε πολύ μεγαλύτερη ενόχληση στο Μέγαρο Μαξίμου απ’ ό,τι επισήμως και δημοσίως διακινήθηκε. Σε κάποιους ξύπνησε μνήμες της «αποστασίας του 1993», ωστόσο οι τόνοι κρατήθηκαν χαμηλά. Από το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκηπροτιμήθηκε να μην ανοίξει εσωκομματικό μέτωπο, όμως η παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού δεν θεωρείται άνευ σημασίας. Καταγράφεται δε ως η πρώτη, ηχηρή διαφοροποίηση ενός κορυφαίου στελέχους από μία κεντρική επιλογή της κυβέρνησης και μάλιστα για μείζον εθνικό ζήτημα. Ο κ. Σαμαράς επανέλαβε επί της ουσίας στη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» όσα είχε δηλώσει και το προηγούμενο καλοκαίρι, μιλώντας στα «Νέα». Το έκανε όμως σε μία πολύ διαφορετική συγκυρία, καθώς τον Ιούνιο του 2020 δεν υπήρχε στον ορίζοντα ενδεχόμενο διαλόγου και η Τουρκία κλιμάκωνε την επιθετικότητά της. Σήμερα, με φόντο τις διερευνητικές επαφές, οι δηλώσεις έχουν διαφορετική σημειολογία.
Τα δύο «όχι»
του Μητσοτάκη
Ποιο μπορεί να είναι το πολιτικό βάθος της νέας αυτής παρέμβασης του κ. Σαμαρά; Εμπειρα κοινοβουλευτικά στελέχη αποκλείουν το ενδεχόμενο να επιδιώκει την ανοιχτή υπονόμευση του Κυριάκου Μητσοτάκη, σημειώνοντας ότι «μία επανάληψη της Ιστορίας του ’93 και μία νέα αποστασία, μόνο ως φάρσα μπορεί να εκδηλωθεί και ο Σαμαράς το ξέρει».
Παρά τη συγκρατημένη αντίδραση από την Ηρώδου Αττικού 19, σαφέστερη δημόσια αποδοκιμασία εκδηλώθηκε από την Ντόρα Μπακογιάννη, που ανέφερε με εμφανώς ειρωνική διάθεση: «Ο κ. Σαμαράς έχει παγίως αυτές τις απόψεις, με ένα μικρό διάλειμμα, της δικής του πρωθυπουργίας. Γιατί κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του οι διερευνητικές επαφές προχωρούσαν, άρα είχαν τον ίδιο στόχο με τον δικό μας. Μάλιστα με παρέμβαση του κ. Βενιζέλου τότε το αντικείμενο των διερευνητικών επεκτάθηκε και στην Ανατολική Μεσόγειο και τα ανώτατα συμβούλια συνεργασίας των χωρών προχωρούσαν. Οταν άσκησε την εξουσία, την άσκησε με τις πάγιες θέσεις του υπουργείου Εξωτερικών».
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, παρά τη στήριξη που είχε παράσχει ο Αντώνης Σαμαράς στον Κυριάκο Μητσοτάκη από το 2016, η απόσταση μεταξύ των δύο είναι σήμερα μεγάλη. Υπενθυμίζονται δε δύο στοιχεία:
α) Το γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός απουσίαζε από τη Βουλή κατά την ψηφοφορία για την εκλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλουστην Προεδρία της Δημοκρατίας. Κατά μία εκδοχή, αυτό οφειλόταν στη δυσαρέσκειά του επειδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είχε επιλέξει τον ίδιο.
β) Οτι ο Αντώνης Σαμαράς επιθυμούσε να καταλάβει τη θέση του επιτρόπου στην ΕΕ, που προσφέρθηκε τελικώς στον Μαργαρίτη Σχοινά.
Σενάρια για
άτυπη φράξια
Στελέχη της κυβέρνησης και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ δεν αποκλείουν όμως το ενδεχόμενο να επιδιώκει ο κ. Σαμαράς τη δημιουργία μιας άτυπης φράξιας ή ενός εθνικιστικού πόλου εντός της ΝΔ. Κατά μείζονα λόγο όμως, εκτιμούν ότι οδηγείται από προσωπικά και λιγότερο από ιδεολογικά κίνητρα και σημειώνουν ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο υποβιβάζει τον εαυτό του από τη θέση του πρώην πρωθυπουργού σε εκείνη του εσωκομματικού παράγοντα. Αλλοι δεν αποκλείουν να επιθυμεί ο πρώην πρωθυπουργός να υπενθυμίσει ότι έχει έναν κύκλο 10-15 συνομιλητών στην ΚΟ της ΝΔ, στους οποίους υποτίθεται ότι ασκεί επιρροή και υπό αυτή την έννοια εκφράζει μία πτέρυγα της παράταξης που δεν συμμερίζεται την κεντρώα αντίληψη του Πρωθυπουργού. Ενδεικτικά, ο Κώστας Γκιουλέκας, σε πολύ διαφορετική γραμμή από το Μέγαρο Μαξίμου, σχολίασε ότι «η παρέμβαση ενός ανθρώπου που χειρίστηκε κρατικές υποθέσεις είναι πάντοτε σημαντική, με την έννοια ότι δίνει και εκείνος τη δική του άποψη», ή ο Δημήτρης Βαρτζόπουλος, που την ημέρα που δημοσιεύτηκε η συνέντευξη Σαμαρά ζητούσε με άρθρο του την επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο στα 12 ν.μ.
Εκλογές για
εθνικό θέμα;
Γεγονός είναι ότι με τις δηλώσεις του Αντώνη Σαμαρά αναδείχθηκαν τα ελληνοτουρκικά ως δυνητικός καταλύτης εξελίξεων στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό. Κατά τα όσα σημείωνε στέλεχος της ΝΔ, με την αποδοχή την οποία απολαμβάνει σήμερα ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση, σε συνθήκες πανδημίας και οικονομικής αβεβαιότητας, η επίκληση εθνικού θέματος θα ήταν μία στοιχειωδώς αποδεκτή αφορμή για προσφυγή στις κάλπες, ενώ οτιδήποτε άλλο δύσκολα θα μπορεί να δικαιολογηθεί πολιτικά. Εμπειρα κοινοβουλευτικά στελέχη επισημαίνουν πάντως ότι όποιες και αν είναι οι διαθέσεις του πρώην πρωθυπουργού, η σημερινή ισχύς του κ. Μητσοτάκη είναι απαγορευτική παράμετρος για κινήσεις ουσιαστικής αμφισβήτησης.
Προς νέααναβολήοι συμφωνίεςμε τη ΒόρειαΜακεδονία
Από το Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθούνται με προσοχή οι κινήσεις του κ. Σαμαρά. Δεδομένου ότι στην ουσία προανήγγειλε ότι δεν σκοπεύει να ψηφίσει τα τρία μνημόνια συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία, διερευνώνται οι διαθέσεις και άλλων βουλευτών και διαμηνύεται ότι, αφενός, πρόκειται για διεθνή υποχρέωση της χώρας και, αφετέρου, ότι «δεν μπορεί εμείς να μη σεβόμαστε τις διεθνείς συνθήκες, τη στιγμή που κατηγορούμε τον Ερντογάν ότι περιφρονεί τη Συνθήκη της Λωζάννης και το διεθνές δίκαιο». Παρά ταύτα, δεδομένης της στάσης του κ. Σαμαρά και ενώ παραμένει άγνωστο αν θα καταψηφίσει τις συμφωνίες συνεργασίας ή θα προτιμήσει απλώς να απουσιάζει από την ψηφοφορία, στο πρωθυπουργικό επιτελείο επικρατεί προβληματισμός ως προς τον καταλληλότερο χρόνο ψήφισής τους. Η διαδικασία έχει «παγώσει» από τον Σεπτέμβριο του 2020 και σύμφωνα με πληροφορίες επρόκειτο να δρομολογηθεί σύντομα. Ομως η συνέντευξη Σαμαρά φαίνεται ότι αλλάζει πάλι τον προγραμματισμό και κοινοβουλευτικές πηγές αναφέρουν ότι είναι άγνωστο πότε θα κυρωθούν τα μνημόνια με τη Βόρεια Μακεδονία. Υπό αυτές τις συνθήκες, η παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα αποτελεί λόγο προβληματισμού της ηγεσίας της κυβέρνησης, καθώς θεωρείται και ότι δίνει χώρο στον ΣΥΡΙΖΑ, που έχει προαναγγείλει ότι θα ζητήσει ονομαστική ψηφοφορία.
Ελάχιστη αναπαραγωγή της παρέμβασης από τους βουλευτές
Ως προς την εσωκομματική απήχηση της παρέμβασης του πρώην πρωθυπουργού, παρατηρήθηκε ότι ελάχιστα αναπαρήχθη στα κοινωνικά δίκτυα από βουλευτές, με εξαίρεση την ευρωβουλευτή της ΝΔ Αννα-Μισέλ Ασημακοπούλου. Πάντως, ο θεωρούμενος φιλοσαμαρικός Τύπος, ηλεκτρονικός και παραδοσιακός, χαρακτήρισε τη συνέντευξη «βαρυσήμαντη» ή έσπευσε να προβλέψει εκλογές, ως μέσο του Πρωθυπουργού για την αντιμετώπιση του κινήματος αμφισβήτησης των επιλογών του στα εθνικά θέματα.

