Τζόαν Ντίντιον (1934-2021) – «Λέμε ιστορίες στον εαυτό μας για να επιβιώσουμε»
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Χριστουγεννιάτικα έφυγε, σε ηλικία 87 ετών, μια σπουδαία μορφή των Αμερικανικών Γραμμάτων που δεν είναι τόσο γνωστή στη χώρα μας. Η μεγάλη Τζόαν Ντίντιον.
Γράφει η βρετανή συγγραφέας Zadie Smith στον «New Yorker»: Το ιδιαίτερο με την πρόζα της Τζόαν Ντίντιον είναι ότι και οι πιο ειρωνικές διατυπώσεις της διαβάζονται πλέον ως ειλικρινείς. «Λέμε ιστορίες στον εαυτό μας για να επιβιώσουμε». Μια πρόταση που ήταν τότε γραμμένη ως κατηγορητήριο, έχει μετατραπεί σε συλλογική πίστη. Το ίδιο ισχύει και για τη «Μαγική σκέψη». Η μαγική σκέψη είναι μια διαταραχή της σκέψης. Βλέπει την αιτιότητα όπου δεν υπάρχει, αναμειγνύει το ιδιωτικό συναίσθημα με τη γενική πραγματικότητα, επιβάλλει – όπως το λέει τέλεια η Ντίντιον στο «The White Album» – «μια αφηγηματική γραμμή πάνω σε ανόμοιες εικόνες». Ολοι μας, λίγο-πολύ, όταν πενθήσαμε, την έχουμε ζήσει αυτή τη Μαγική Σκέψη.
Αλλά εκτός από τη βαριά συνθήκη του ακραίου πένθους, όταν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα πέθαναν και ο σύζυγός της και η υιοθετημένη κόρη τους, δεν ήταν ένα άτομο που υπέφερε γενικά. Ηταν άτομο της επιβίωσης. Ο,τι δεν άντεχε, το έγραφε.
Από την άλλη, μιλάμε για μια γυναίκα που είπε πως η ιδιαιτερότητα του να είσαι συγγραφέας συνεπάγεται τη θανάσιμη ταπείνωση να βλέπει κανείς τα δικά του λόγια τυπωμένα. Ο κίνδυνος της δημοσίευσης είναι το πιο σοβαρό γεγονός της ζωής του.
Μόνο μια διάσημη παράγραφος αρκεί για να καταλάβουμε για τι επίπεδο συγγραφικού νου μιλάμε. Είναι γραμμένη τη δεκαετία του εξήντα, από την αρχή του περίφημου βιβλίου της «Βαδίζοντας προς τη Βηθλεέμ» (Από το ποίημα του Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς «Δευτέρα Παρουσία» […] Και ποιο θεριό τραχύ – τώρα που ‘φτασ’ η ώρα του – Βαριά βαδίζει κατά τη Βηθλεέμ να γεννηθεί; […] Μτφρ: Σπύρος Ηλιόπουλος).
Η παράγραφος ακούγεται επίσης στην αρχή του έξοχου ντοκιμαντέρ του Netflix «Τζόαν Ντίντιον. Το κέντρο δεν συγκρατεί», το οποίο σκηνοθέτησε ο ανιψιός της Τζέφρεϊ Νταν: «Πήγα στο Σαν Φρανσίσκο γιατί δεν μπορούσα να δουλέψω εδώ και μερικούς μήνες. Με είχε παραλύσει η βεβαιότητα πως η συγγραφή είναι αλυσιτελής και ο κόσμος, όπως τον ήξερα, δεν υπήρχε πια. Ηταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ολοκληρωτικά την αδιαμφισβήτητη διάσπαση και την απόδειξη ότι όλα καταρρέουν. Για να εργαστώ ξανά θα έπρεπε να συμβιβαστώ με την αταξία». Είναι δύσκολο να μην παραδεχτούμε πόσο αληθινή αλλά και επίκαιρη, σήμερα, την εποχή της πανδημίας, είναι αυτή η παράγραφος.
Η Ντίντιον ήταν διαρκώς εν εγρηγόρσει, τόσο ώστε να καταντάει σχεδόν… ύποπτη. Αναβαθμίζοντας ριζικά τον «bullshit detector», τον «ανιχνευτή ηλιθιοτήτων» του Χέμινγκγουεϊ (Το πιο ουσιαστικό δώρο για έναν καλό συγγραφέα είναι ένας ενσωματωμένος, ανθεκτικός στους κραδασμούς, ανιχνευτής ηλιθιοτήτων. Είναι το ραντάρ του συγγραφέα και όλοι οι μεγάλοι γραφιάδες το είχαν), εξερεύνησε εξονυχιστικά τον δημόσιο λόγο, για να προσδιορίσει πόση αλήθεια και πόση αυταπάτη περιέχει. Το ίδιο έκανε όμως και με τις δικές της προτάσεις.
Ξαναδιαβάζοντάς την, βρίσκεις τη στυφότητά της αμείλικτη, αμείωτη από τον χρόνο. Οπως λέει και η Zadie Smith, ίσως αυτός είναι ο λόγος που είναι πιο εύκολο να κοιτάξεις φωτογραφίες της Ντίντιον παρά να τη διαβάσεις. Η εικόνα αυτής της μικροσκοπικής όλο νεύρο και γοητεία γυναίκας δημιουργεί αναμφίβολα μια αχλή ανείπωτης γοητείας. Αλλά η ανάγνωση των άρθρων είναι μια ανελέητη ανατομή, μια αυτοψία των πιο αγαπημένων στόχων και πεποιθήσεών μας, ένας πλήρης κατακερματισμός των συναισθημάτων μας, ανάλογα με την εποχή.
Βλέποντας το ντοκιμαντέρ για την Τζόαν Ντίντιον στο Netflix, η γυναίκα μου Εύα είπε ότι αυτή η γυναίκα είναι σαν να ζει ανάμεσα από τις στιγμές, λες και βρίσκεται συνέχεια σε έναν δημιουργικό μετεωρισμό. Επίσης, θεωρεί ότι εάν η Βιρτζίνια Γουλφ αρθρογραφούσε στην Αμερική του 1960-1970, θα έγραφε κάπως έτσι. Της προτείνω να γράψει δοκίμια. Αρνείται. Ηθοποιοί.
Η Τζόαν Ντίντιον γεννήθηκε στο Σακραμέντο της Καλιφόρνιας το 1934. Το 1956 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνιας με πτυχίο στις τέχνες και την αγγλική γλώσσα, ενώ κέρδισε την πρώτη θέση σε έναν διαγωνισμό που χρηματοδοτούνταν από τη «Vogue» και προσελήφθη βοηθός στο περιοδικό.
Επειτα από δύο χρόνια στη «Vogue», η Ντίντιον από κειμενογράφος κατάφερε να προαχθεί σε συντάκτρια. Εκεί, έγραψε το πρώτο της μυθιστόρημα, «το Τρέξιμο, το Ποτάμι», το οποίο εκδόθηκε το 1963.
Επέστρεψε στην Καλιφόρνια με τον σύζυγό της, συγγραφέα Τζον Γκρέγκορι Νταν, και το 1968 δημοσίευσε το «Βαδίζοντας προς τη Βηθλεέμ», το πρώτο της βιβλίο, μια συλλογή από κομμάτια περιοδικών και άρθρων για τις εμπειρίες της στην Καλιφόρνια.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1979, δημοσίευσε «Το Λευκό Αλμπουμ», μια συλλογή κειμένων που έγραψε συνεργαζόμενη με τα έντυπα «Life», «Esquire», «The Saturday Evening Post», «The New York Times» και «The New York Review of Books».
Με ηχηρές εξαιρέσεις η Ντίντιον ήταν η μοναδική non fiction συγγραφέας που δεν εξέφραζε κυρίως απόψεις, μήτε συναισθήματα αλλά τα εμβάθυνε, σχεδόν τα εξερευνούσε. Κάτι μοναδικό στη λογοτεχνία.
Λέει o δημοσιογράφος William Grives στους «New York Times»: «Η Τζόαν Ντίντιον ενέπνευσε τουλάχιστον δύο γενιές «κλεφτών» να μπουν στο έργο της ζωής της, να το απογυμνώσουν μέχρι μυελού οστέων, να το διακοσμήσουν με τις δικές τους βαρετές νευρώσεις. Κανένας συγγραφέας δοκιμίων, εκτός από τον Τζέιμς Μπάλντουιν και τον Τζορτζ Οργουελ, δεν έχει γεννήσει περισσότερους μιμητές. Για 30 χρόνια φαινόταν ότι κάθε τεύχος κάθε περιοδικού είχε τουλάχιστον έναν «Ντιντιονισμό» κάπου στις σελίδες του: είτε μια προσεκτικά επιμελημένη λίστα αντικειμένων, είτε ένα από τα ξόρκια που χρησιμοποιούσε για να εισάγει ενότητες. «Οπως φαίνεται, είμαι στην Κοιλάδα του Θανάτου…».
Σε μια εποχή που ο στεγνός λόγος με την επιστημονική εκλαΐκευση θεωρείται in, όπως και η γοητεία της πρόζας-επιφυλλίδας, ένα ξαναδιάβασμα των ανελέητα αληθινών είναι ζωτική ανάγκη για όλους όσοι ασχολούνται με τον δημόσιο λόγο και την ποιότητά του. Διαβάστε και δείτε τι συμβαίνει όταν ένας πραγματικά ευφυής άνθρωπος, χωρίς ατζέντα, γράφει για ό,τι γίνεται γύρω και μέσα του. Αλλη κλάση.
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.

