Θα ανατραπεί αυτή τη φορά ο Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα και η Μπολιβαριανή Δημοκρατία θα ξεφύγει από την τσαβική της πορεία; Δεν είναι βέβαιο. Η κίνηση του προέδρου της Βουλής, του 35χρονου Χουάν Γκουαϊδό, να αυτοανακηρυχθεί μεταβατικός πρόεδρος την Τετάρτη έχει διχάσει τη διεθνή κοινότητα. Κρίσιμος για τις εξελίξεις είναι ο στρατός, που όμως ανακοίνωσε ότι παραμένει στο πλευρό του Μαδούρο. Ολα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά στη Βενεζουέλα, που πριν από 20 χρόνια ήταν η πλουσιότερη χώρα της Λατινικής Αμερικής με τη μακρύτερη δημοκρατική παράδοση και σήμερα είναι από τις φτωχότερες και λιγότερο δημοκρατικές.

Ο Μαδούρο δεν αποκλείεται να αντέξει και αυτό το ξέσπασμα της αντιπολίτευσης, όπως και άλλα στο παρελθόν. Αν όχι, ο Γκουαϊδό ανέπτυξε σε πρόσφατο άρθρο του στη «Washington Post» πώς θα προχωρήσει: «Ο οδικός μας χάρτης είναι σαφής: θα σχηματίσουμε μια μεταβατική κυβέρνηση για να ανοίξει τα κανάλια για ανθρωπιστική βοήθεια, θα επαναφέρουμε την τάξη και τον διαχωρισμό των εξουσιών και θα διοργανώσουμε ελεύθερες εκλογές».

Φόβοι για εμφύλιο

Αλλά δεν αποκλείεται η διαμάχη ανάμεσα στους οπαδούς του Γκουαϊδό και σε εκείνους του Μαδούρο να κλιμακωθεί – ακόμη και σε εμφύλιο πόλεμο. Πάντως, τον Αύγουστο του 2017 οι μαζικές κινητοποιήσεις εναντίον του Μαδούρο ξέφτισαν άδοξα διότι οι Βενεζουελανοί σταμάτησαν να κατεβαίνουν στους δρόμους από τον φόβο μήπως σκοτωθούν ή συλληφθούν.

Προς το παρόν, η Βενεζουέλα έχει δύο παράλληλες κυβερνήσεις αναγνωρισμένες από διαφορετικές χώρες στον κόσμο. Το ερώτημα είναι με ποιον τρόπο ο Γκουαϊδό θα πάρει την πραγματική εξουσία.

«Ο Μαδούρο και οι σύμμαχοί του συνεχίζουν να ελέγχουν τη χώρα και είναι απίθανο ότι θα παραχωρήσουν την εξουσία» – αν και ο Γκουαϊδό υπονόησε προχθές ότι ο Μαδούρο θα έχει αμνηστία αν παραδώσει ειρηνικά την εξουσία. «Αλλά η αντιπολίτευση δεν ήταν ποτέ τόσο ευθυγραμμισμένη με τη διεθνή κοινότητα ή τόσο ενωμένη γύρω από την ηγεσία της. Ο συνδυασμός αυτών των δύο παραγόντων είναι κάτι που το καθεστώς δεν έχει αντιμετωπίσει στο παρελθόν» έγραψε το «Americas Quarterly». «Δεν είναι σαφές πώς θα αντιδράσει ο Μαδούρο. Αλλά αν αρχίσουν να διευρύνονται οι ρωγμές στον τσαβισμό, η αντιπολίτευση μπορεί επιτέλους να καταφέρει να τις εκμεταλλευτεί».

Οι ρωγμές αυτές είναι κρισιμότερες αν βρίσκονται στον στρατό, που κατά γενική ομολογία κρατά το κλειδί για τις εξελίξεις. Σύμφωνα με πληροφορίες από τη Βενεζουέλα, τους τελευταίους μήνες το καθεστώς Μαδούρο φυλακίζει όλο και περισσότερους στρατιωτικούς σε μια προσπάθεια να καταπνίξει κάθε ίχνος εξέγερσης εν τη γενέσει της (με τη βοήθεια των κουβανικών μυστικών υπηρεσιών), ενώ όλο και περισσότεροι στρατιώτες λιποτακτούν. Πάντως ο Μαδούρο έχει επιβραβεύσει τους ανώτατους αξιωματικούς με θέσεις όπως στη διοίκηση της κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας και τους έχει αφήσει το λαθρεμπόριο και τη μαύρη αγορά, που έχουν συνδέσει την οικονομική ευημερία τους με το καθεστώς του – άρα δύσκολα θα εγκαταλείψουν τα προνόμιά τους για να στηρίξουν τον Γκουαϊδό. Μόνη ελπίδα του μεταβατικού προέδρου είναι να προσελκύσει τους μεσαίους και κατώτερους αξιωματικούς, προσφέροντάς τους αμνηστία.

Ηδη ο Γκουαϊδό φαίνεται να προσελκύει περισσότερους φτωχούς Βενεζουελανούς απ’ όσους προηγούμενοι ηγέτες της αντιπολίτευσης, η οποία μέχρι πρότινος είχε απήχηση μόνο στα μεσαία και ανώτερα στρώματα. Τα φτωχότερα στήριζαν παραδοσιακά Μαδούρο, αλλά τελευταίως φαίνεται ότι η υποστήριξή τους δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη.

Λεπτά αφότου αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος ο Γκουαϊδό την Τετάρτη, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε να τον αναγνωρίσει – αναλυτές το χαρακτηρίζουν «παρακινδυνευμένο» από πλευράς Τραμπ. Ο Μαδούρο απάντησε διακόπτοντας τις διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και διατάσσοντας τους αμερικανούς διπλωμάτες να εγκαταλείψουν την πρεσβεία τους στο Καράκας, αλλά η Ουάσιγκτον απάντησε ότι έχουν την άδεια του Γκουαϊδό να παραμείνουν. Το καθεστώς Μαδούρο απείλησε ότι θα κόψει το ηλεκτρικό και το νερό στο κτίριο.

Διεθνής διχασμός

Ο Τραμπ προειδοποιεί ότι «όλα τα ενδεχόμενα βρίσκονται στο τραπέζι», υπονοώντας ότι δεν αποκλείεται ακόμη και αμερικανική στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα, αλλά, ρεαλιστικά, η πίεση που θα ασκήσει η Ουάσιγκτον στον Μαδούρο είναι οικονομική: θα παγώσει πόρους προς το καθεστώς του και θα τους μεταφέρει στον Γκουαϊδό – διαδικασία περίπλοκη και ακόμη ασαφής ως προς το πώς θα προχωρήσει, ενώ οι οικονομικές κυρώσεις εναντίον του καθεστώτος Μαδούρο μπορεί να πλήξουν τελικά τον λαό. Επιπλέον, ακόμη και αν πάρει μεγαλύτερο έλεγχο της οικονομίας, ο Γκουαϊδό δεν θα πάει πουθενά χωρίς τον έλεγχο του στρατού, τον οποίο πάντως ο Μαδούρο δεν έχει κατεβάσει στους δρόμους εναντίον των διαδηλωτών.

Ο Μαδούρο επανεξελέγη για νέα εξαετή θητεία τον Μάιο, αλλά η αντιπολίτευση μποϊκοτάρισε τις εκλογές, που θεωρούνται παράτυπες, και ανέλαβε επισήμως στις 10 Ιανουαρίου. Αυτό πυροδότησε τις εξελίξεις σε μια χώρα της οποίας οι κάτοικοι την εγκαταλείπουν μαζικά, απαυδισμένοι από χρόνια υπερπληθωρισμού και ελλείψεων σε τρόφιμα και φάρμακα.

Οι χώρες που έχουν αναγνωρίσει μέχρι στιγμής τον Γκουαϊδό είναι οι ΗΠΑ, Καναδάς, Αργεντινή, Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία, Κόστα Ρίκα, Γουατεμάλα, Γουιάνα, Ονδούρα, Παναμάς, Παραγουάη, Περού, Αγία Λουκία. Οι χώρες που στηρίζουν τον Μαδούρο είναι οι Κούβα, Βολιβία, Μεξικό, Ρωσία, Κίνα, Τουρκία. Η ΕΕ τηρεί προσεκτική στάση υπέρ του Γκουαϊδό, αν και δεν τον έχει αναγνωρίσει επισήμως. Η Βρετανία, η Γερμανία και η Ισπανία διαφοροποιήθηκαν ελαφρώς, βγαίνοντας πιο έντονα υπέρ του, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ που στήριξε τον Μαδούρο. Την Παρασκευή η Ρωσία προσφέρθηκε να μεσολαβήσει μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα.

«Ο πρόεδρος Τραμπ βρήκε επιτέλους έναν αυταρχικό ηγέτη που δεν γουστάρει» έγραψαν ειρωνικά οι «New York Times» εννοώντας τον Μαδούρο. Η «επέμβασή» του στα εσωτερικά της Βενεζουέλας έρχεται σε αντίθεση με την απομονωτική πολιτική του. Ο αμερικανικός Τύπος αποδίδει τη στροφή αυτή στον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος, όπως πολλοί Κουβανοαμερικανοί, απεχθάνεται την αλληλοϋποστήριξη μεταξύ Αβάνας και Καράκας. Αμέσως μόλις ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Τραμπ, ο Ρούμπιο άρχισε να προωθεί το θέμα της αλλαγής καθεστώτος στη Βενεζουέλα.

Στην ίδια σκληρή γραμμή κατά του Μαδούρο είναι και ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο οποίος σε πρόσφατο ταξίδι του στη Βραζιλία και στην Κολομβία λείανε το έδαφος για τις εξελίξεις στο Καράκας. Ο Πομπέο ήταν σε στενή συνεννόηση και με τον Καναδά, όπου η ομόλογός του Κρίστια Φρίλαντ καταδίκασε με πολύ σκληρή γλώσσα τη νέα θητεία Μαδούρο στις αρχές του έτους.

«Ξέρω να επιβιώνω, δεν είμαι θύμα»

Τον παρομοιάζουν στις κινήσεις και στην παρουσία, ίσως με μια δόση υπερβολής, με τον Μπαράκ Ομπάμα. Ενδεχομένως γι’ αυτό ο Χουάν Γκουαϊδό επέλεξε το ίδιο πολιτικό σύνθημα με τον Ομπάμα στα ισπανικά «Ναι, μπορούμε» – «Yes, we can» ο Ομπάμα, «Si, se puede» ο Γκουαϊδό. Ο ίδιος δηλώνει για τον εαυτό του «Ξέρω να επιβιώνω, δεν είμαι θύμα», αναφερόμενος στο πώς επέζησε από μια από τις χειρότερες φυσικές καταστροφές στην ιστορία της Βενεζουέλας, τις πλημμύρες και κατολισθήσεις που προκλήθηκαν από τις καταρρακτώδεις βροχές στο Βάργας, στην πολιτεία απ’ όπου κατάγεται στη Βόρεια Βενεζουέλα, τον Δεκέμβριο του 1999.

Τότε ο 35χρονος, σήμερα, Γκουαϊδό ήταν έφηβος (έχει γεννηθεί τον Ιούλιο του 1983) και η καταστροφή στο Βάργας τον σημάδεψε βαθιά. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, το 10% του πληθυσμού του Βάργας, έχασαν τη ζωή τους και ολόκληρες πόλεις εξαφανίστηκαν κάτω από τόνους λάσπης. Το σπίτι των Γκουαϊδό καταστράφηκε, αλλά η οικογένεια επέζησε.

Το περιβάλλον του Γκουαϊδό υποστηρίζει ότι η μετέπειτα πολιτικοποίησή του έχει τις ρίζες της στην τραγωδία του Βάργας και στην ανεπαρκή αντιμετώπισή της από την πλευρά της κυβέρνησης του Ούγκο Τσάβες που είχε πρωτοαναλάβει πρόεδρος εκείνη τη χρονιά.

Σε αντίθεση με πολλούς «γαλαζοαίματους» ηγέτες της αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα, ο Γκουαϊδό έχει μικρομεσαία καταγωγή. «Γνωρίζω τι σημαίνει πείνα» δηλώνει.

Ο πατέρας του ήταν πιλότος επιβατηγών αεροπλάνων και η μητέρα του δασκάλα (άλλα βιογραφικά την αναφέρουν ως νοικοκυρά). Ο Γκουαϊδό είναι ο μεγαλύτερος από έξι, επτά ή οκτώ παιδιά (οι βιογραφίες διαφέρουν σε αυτό το σημείο διότι έχει και ετεροθαλή αδέλφια). Σύμφωνα με την ισπανική έκδοση του «Vanity Fair», ο πατέρας του Βίλμερ Σίστο Γκουαϊδό Βιδάρτε εργάζεται σήμερα ως ταξιτζής στη Νότια Τενερίφη, στα Κανάρια Νησιά. Πριν από 16 χρόνια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Βενεζουέλα λόγω της οικονομικής κατάστασης επί Τσάβες. Αφησε τον ήδη φοιτητή Χουάν και τον αδελφό του Γκουστάβο στη Βενεζουέλα με τη μητέρα τους Νόρκα Μάρκες.

Ο Γκουαϊδό κατάγεται από στρατιωτική οικογένεια. Ο ένας παππούς του ήταν αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς της Βενεζουέλας και ο άλλος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Σπούδασε μηχανικός στο Καθολικό Πανεπιστήμιο Αντρές Μπέγιο στο Καράκας και στη συνέχεια έλαβε δύο μάστερ στη Δημόσια Διοίκηση, το ένα από το Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον στις ΗΠΑ. Εγινε πολιτικά ενεργός ως φοιτητής. Αφορμή ήταν οι προσπάθειες του Τσάβες να ελέγξει τα μέσα ενημέρωσης.

Ο Γκουαϊδό συμμετείχε στο φοιτητικό κίνημα που διαμαρτυρόταν για το κλείσιμο του RCTV και εξελίχθηκε σε γενικότερο κύμα διαμαρτυρίας κατά του Τσάβες. Μέλος του φοιτητικού κινήματος ήταν και η σύζυγός του, η 26χρονη δημοσιογράφος Φαμπιάνα Ροσάλες που κατάγεται από την πολιτεία της Μέριδα, στις Βενεζουελανές Ανδεις, σπούδασε στο Μαρακαΐμπο και εγκαταστάθηκε τελικά στο Καράκας, όπου γνώρισε τον Γκουαϊδό. Το 2017 απέκτησαν μια κόρη, τη Μιράντα.

Στους φοιτητικούς αγώνες ο Γκουαϊδό απέκτησε στενή σχέση με τον Λεοπόλδο Λόπες, δημοφιλή πρώην δήμαρχο του Καράκας, και μαζί ίδρυσαν το 2009 τη Λαϊκή Βούληση (Voluntad Popular), ένα κεντρώο, σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που κατέχει σήμερα τις 14 από τις 167 έδρες της Βουλής, αλλά ανήκει σε έναν συνασπισμό που έχει άνετη πλειοψηφία εδρών. Ο Λόπες σήμερα βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό, αλλά επικοινωνεί με τον Γκουαϊδό αρκετές φορές την ημέρα.

Πρωτοεξελέγη βουλευτής (με τη Λαϊκή Βούληση για την πολιτεία Βάργας) μόλις το 2015. Παρά το ότι είναι νέος στην πολιτική, στις 5 Ιανουαρίου εφέτος ανέλαβε πρόεδρος της Βουλής – εν μέρει ελλείψει άλλων που είτε είχαν συλληφθεί, είτε είχαν οδηγηθεί στην εξορία, είτε κατηγορούνταν για σκάνδαλα. «Αν ρωτήσεις στους δρόμους της Βενεζουέλας «Ποιος είναι ο Χουάν Γκουαϊδό;», κανείς δεν τον γνωρίζει» δήλωσε υποτιμητικά για τον νέο πρόεδρο της Βουλής ο υπουργός Εξωτερικών της Βενεζουέλας Χόρχε Αρεάσα. Δύο εβδομάδες αργότερα ο Γκουαϊδό έγινε πασίγνωστος.

Το κυριότερο προσόν του στην πολιτική δεν είναι η πείρα αλλά η ικανότητα να οικοδομεί συναίνεση και να βρίσκει συμβιβασμούς. Οντας νέος, δεν έχει καμία ανάμειξη στις ίντριγκες και στις εσωτερικές έριδες που πλήττουν επί χρόνια τους πολιτικούς της αντιπολίτευσης. Και επειδή ήταν μόλις 15 ετών όταν ανέβηκε στην εξουσία ο Τσάβες, ο Μαδούρο δεν μπορεί να του κολλήσει την ταμπέλα της «μαριονέτας της αυτοκρατορίας» και του μέλους της προ-τσαβικής ελίτ όπως κάνει με άλλους ηγέτες της αντιπολίτευσης.

Μετά την αυτοανακήρυξη του Γκουαϊδό ως προέδρου της Βενεζουέλας, η υπουργός Φυλακών Ιρις Βαρέλα δήλωσε: «Εχω ήδη έτοιμο το κελί του». Η μητέρα του Γκουαϊδό δήλωσε: «Με ρωτάτε αν φοβάμαι γι’ αυτόν; Βεβαίως». Αλλά πρόσθεσε ότι ο γιος της έχει εργαστεί σκληρά για αυτή τη στιγμή: «Ο Χουάν αγωνίζεται επί χρόνια. Ποτέ δεν θέλησε να φύγει από αυτή τη χώρα. Είναι ριζωμένος εδώ».