Από αυτό το Σαββατοκύριακο και την εβδομάδα που ξεκινάει αύριο θα εξαρτηθεί το μέλλον των «κίτρινων γιλέκων». Αν έχουν γίνει έκτροπα στις διαδηλώσεις που ήταν προγραμματισμένες για χθες στη Γαλλία, το κίνημα θα αρχίσει να περιθωριοποιείται ή να παίρνει αποστάσεις από τους μπαχαλάκηδες («casseurs» τους λένε στη Γαλλία επειδή «τα σπάνε»). Αν αύριο συνεχιστούν οι καταλήψεις σχολείων από τους μαθητές, που τις ξεκίνησαν την περασμένη εβδομάδα διαμαρτυρόμενοι για την αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα πανεπιστήμια, και προχωρήσει η απεργία των μεταφορέων που έχει ανακοινωθεί ότι ξεκινάει από σήμερα, και αν προστεθούν στις κινητοποιήσεις αυτές οι αγρότες (τα «πράσινα γιλέκα»), που έχουν δηλώσει ότι θα κατεβούν στους δρόμους αύριο Δευτέρα, καθώς και άλλες κατηγορίες οργισμένων και δυσαρεστημένων πολιτών, το κύμα διαμαρτυρίας θα διευρυνθεί και θα διατηρήσει την ορμή του.

Δεν περίμεναν
τέτοιες αντιδράσεις

Η κυβέρνηση ανησυχεί για την εξάπλωση του κινήματος και την προσθήκη νέων διεκδικήσεων. Τα μέλη της εκμυστηρεύονται ιδιωτικώς σε δημοσιογράφους ότι δεν περίμεναν ο οικολογικός φόρος στα καύσιμα να πυροδοτήσει τέτοιες αντιδράσεις τη στιγμή που ο Μακρόν είχε περάσει δυσκολότερες μεταρρυθμίσεις, όπως στα εργασιακά.

Περισσότερο όμως ανησυχεί για τη βία. Χθες έμειναν κλειστά ο πύργος του Αϊφελ και το Λούβρο, ακυρώθηκαν ματς της Α’ Εθνικής και δεκάδες χιλιάδες αστυνομικοί τέθηκαν σε επιφυλακή εν όψει των διαδηλώσεων, για τέταρτο συνεχόμενο Σάββατο, που είχαν προγραμματίσει τα «κίτρινα γιλέκα». Οι γαλλικές αρχές είχαν την πληροφορία ότι μερικές χιλιάδες άτομα ήταν αποφασισμένα να πάνε χθες στο Παρίσι για να προκαλέσουν ζημιές. Η βία είναι εκείνη που «τρέμει» περισσότερο ο Μακρόν και που, σύμφωνα με τον γαλλικό Τύπο, αν είναι υπερβολική ή προκαλέσει νεκρούς μπορεί να απειλήσει ακόμη και την προεδρία του. «Είναι η πρώτη φορά που βλέπω τον πρόεδρο τόσο ανήσυχο μέσα σε μια διετία» εκμυστηρεύτηκε στον «Monde» ένας από τους τακτικούς συνομιλητές του Μακρόν.

Ενώ αρχικά ο πρόεδρος ήταν ανυποχώρητος, την περασμένη εβδομάδα απέσυρε τον οικολογικό φόρο από τα καύσιμα – αρχικά τον πάγωσε για έξι μήνες αλλά στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι καταργείται και θα αναζητηθούν άλλοι τρόποι για να πιάσει η Γαλλία τους περιβαλλοντικούς στόχους της για τη μείωση της ρύπανσης. Και ενώ αρχικά ο Μακρόν τόνιζε ότι η υποχώρηση στον φόρο για τα καύσιμα δεν σημαίνει ότι θα αρχίσει να ξηλώνει όλα τα μη δημοφιλή μέτρα που έχει πάρει στη διάρκεια της 18μηνης προεδρίας του, αντιμέτωπος με την οργή των «κίτρινων γιλέκων» αλλά και με τις αναλύσεις ειδικών για τις αδικίες του φορολογικού συστήματος, άρχισε να εξετάζει με διαφορετικό φως και άλλα μέτρα.

Παράδειγμα, ο φόρος αλληλεγγύης στην περιουσία (ISF) που πλήρωναν όσοι είχαν μεγάλη περιουσία (άνω του 1,3 εκατ. ευρώ) και ο Μακρόν κατάργησε τον περασμένο Ιανουάριο για να προσελκύσει επενδύσεις και να σταματήσει τη φυγή πλουσίων από τη Γαλλία. Πολλοί αποκαλούν την κατάργηση του ISF το «προπατορικό αμάρτημα» του Μακρόν, το οποίο του κόλλησε για τα καλά την ταμπέλα του «προέδρου των πλουσίων». Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση άρχισε να τονίζει ότι η αποτελεσματικότητα της κατάργησης του ISF θα εξεταστεί σε μερικούς μήνες και, αν βρεθεί ότι δεν έχει προσελκύσει αρκετές επενδύσεις, ο ISF θα επανεπιβληθεί.

Παράλληλα η κυβέρνηση τονίζει ότι, δεδομένου ότι η ΕΕ δεν κατάφερε να συμφωνήσει για την αύξηση της φορολογίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε εταιρείες τεχνολογίας όπως η Google, η Amazon και το Facebook (λόγω αντιδράσεων από Ιρλανδία, Δανία και Σουηδία), η Γαλλία θα προχωρήσει μόνη της στο μέτρο αυτό το 2019.

Η Γαλλία που δυσκολεύεται
στο τέλος του μήνα

Τα «κίτρινα γιλέκα» αποτελούνται κυρίως από ανθρώπους που δεν ψήφισαν στις εκλογές του 2017 ή ψηφοφόρους ακροδεξιών και ακροαριστερών κομμάτων, με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, που κατοικούν στην επαρχία και, οικονομικά, γλιστρούν από τη μεγάλη μεσαία τάξη προς τα κάτω. Οι κινητοποιήσεις είναι περισσότερες σε κωμοπόλεις 5.000-20.000 κατοίκων, ακολουθούν εκείνες με 2.000-5.000 κατοίκους ενώ οι λιγότερες κινητοποιήσεις καταγράφονται σε πόλεις άνω των 50.000 κατοίκων.

Αρθρο της Fondation Jean-Jaurès, θινκ τανκ που πρόσκειται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα το όλο θέμα των «κίτρινων γιλέκων»: η Γαλλία που ανησυχεί για το τέλος του κόσμου έρχεται αντιμέτωπη με τη Γαλλία που ανησυχεί για το τέλος του μήνα. «Η Γαλλία που κινητοποιήθηκε ή που υποστηρίζει τα «κίτρινα γιλέκα» είναι εκείνη που περνάει δύσκολα στο τέλος του μήνα» αναφέρει.

Η διαφορά αυτή ανάμεσα στις μικρομεσαίες τάξεις της επαρχίας, που τα φέρνουν δύσκολα βόλτα, και στις τάξεις των αστικών κέντρων είναι εμφανής σε πολλές δυτικές χώρες, όχι μόνο στη Γαλλία. Ξεφεύγει από το παραδοσιακό δίπολο Δεξιάς – Αριστεράς και εντάσσεται σε ένα νέο δίπολο διαφορετικού τρόπου ζωής και νοοτροπίας – παράδειγμα η εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ ή το δημοψήφισμα για το Brexit στη Βρετανία ή ακόμη, από την ανάποδη, η άνοδος των Πρασίνων στις πρόσφατες εκλογές στη Βαυαρία όπου κατέγραψαν τα υψηλότερα ποσοστά τους στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως το Μόναχο.

Ο «κόσμος τού κάπου» και ο «κόσμος τού πουθενά»

Συγκρίνοντας τα «κίτρινα γιλέκα» και τον Μάη του ’68, ο «Monde» αναφέρει: «Πριν από 50 χρόνια η κοινωνία ήταν “συνειδητοποιημένη”, το ΚΚ και η CGT (συνδικάτο) οργάνωναν την εργατική τάξη, οι φοιτητές ήταν ως επί το πλείστον επαναστατικοί αγωνιστές. Επιπλέον, η κυβέρνηση τότε είχε με ποιον να διαπραγματευτεί, ηγέτες και συνδικάτα. Σήμερα το κίνημα δεν έχει ηγέτες, πράγμα που δυσκολεύει την κυβέρνηση».

Ο βρετανός συγγραφέας Ντέιβιντ Γκούντχαρτ, που έχει συγκρίνει την Αμερική του Τραμπ με τη Βρετανία του Brexit, εντάσσει και τα «κίτρινα γιλέκα» στον «κόσμο τού κάπου» τον οποίο αντιτάσσει στον «κόσμο τού πουθενά». Οι πρώτοι «κοιτάζουν τον κόσμο από κάπου, είναι αγκυροβολημένοι σε έναν τόπο, έχουν μικρότερη κινητικότητα, ζουν σε χωριά και απομακρυσμένα προάστια των μητροπόλεων» ενώ οι δεύτεροι είναι οι αστοί των πόλεων που δεν έχουν ακλόνητες ρίζες σε έναν τόπο και εμφανίζουν μεγαλύτερη κινητικότητα.
Πολλοί αναλυτές ρίχνουν το φταίξιμο στη μεταβιομηχανική κοινωνία, που δεν είναι τόσο αναδιανεμητική όσο θα έπρεπε, και στο γεγονός ότι τα «κίτρινα γιλέκα» (οι οπαδοί του Τραμπ, οι οπαδοί του Brexit…) δεν έχουν τίποτε να χάσουν.

Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο και φιλόσοφο Εντγκάρ Μορέν, «ο αυθόρμητος χαρακτήρας του κινήματος των “κίτρινων γιλέκων” και η εξάπλωσή του μέσω των σόσιαλ μίντια συνέβαλαν στην αρχική του επιτυχία. Κανένας αρχηγός, καμία δομή, καμία ιδεολογία, πράγμα που του επέτρεψε να συσπειρώσει δυσαρέσκειες, απογοητεύσεις και οργή. Ομως αυτή η αρχική του δύναμη γίνεται μειονέκτημα όταν έρχεται η στιγμή να ανακοινώσει ένα πρόγραμμα. Στερείται τελείως μιας καθοδηγητικής σκέψης. Συνεπώς, όσα συνέβαλαν στην επιτυχία του κινδυνεύουν να το οδηγήσουν στην αποτυχία».