Εντονο πολιτικό και νομικό προβληματισμό πυροδοτεί η διάταξη την οποία έχει προτείνει η κυβέρνηση, ώστε να αποκλειστούν από τις εκλογές καταδικασθέντες εγκληματίες ή συγκαλυμμένες εγκληματικές οργανώσεις με κομματικό μανδύα.

Διαβάστε επίσης: ΣΥΡΙΖΑ: Οι νεοναζί και καταδικασμένοι Χρυσαυγίτες στη φυλακή και όχι στο δημόσιο βίο και στο Κοινοβούλιο

Στόχος είναι επί της ουσίας ο αποκλεισμός των ακροδεξιών σχηματισμών και ιδίως της οργάνωσης Ελληνες – Εθνικό Κόμμα που έχει ιδρύσει ο καταδικασμένος Ηλίας Κασιδιάρης, πρώην προβεβλημένο στέλεχος της Χρυσής Αυγής (δίχως να εμφανίζεται επισήμως ως επικεφαλής).

Παρά ταύτα, η πολιτική δυστοκία και η παρασκηνιακή διελκυστίνδα με αντικείμενο τη διατύπωση και την ουσία της διάταξης ήδη γεννούν πολλά και μεγάλα ερωτηματικά ως προς το τελικό αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας.

Σημειώνεται ότι για την άμεση ισχύ της σχετικής τροπολογίας αρκεί απλή πλειοψηφία κατά την ψήφισή της.

Αρνητικό μήνυμα και προβληματισμός

Πέραν ωστόσο του αρνητικού πολιτικού μηνύματος που εκπέμπει η κομματική αντιπαράθεση για το θέμα, έντονος είναι και ο νομικός προβληματισμός.

Οι αρχικές διατυπώσεις στην προτεινόμενη διάταξη είχαν ως εξής:

l «(β) Ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής και ο νόμιμος εκπρόσωπος του κόμματος να μην έχει καταδικαστεί: βα) σε κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1-6 του Δεύτερου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα ή ββ) σε οποιαδήποτε ποινή για εγκλήματα του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα που επισείουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης ή βγ) σε ισόβια κάθειρξη για κάθε άλλο αδίκημα».

l (γ) Η οργάνωση και η δράση του κόμματος να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Για την αξιολόγηση της συνδρομής της προϋπόθεσης αυτής λαμβάνεται, ιδίως, υπ’ όψιν τυχόν καταδίκη μελών του κόμματος ή της πραγματικής ηγεσίας του στα αδικήματα του προηγούμενου εδαφίου». Οι καθοριστικές προσθήκες στο ΠΔ 26/2012 και την πρόσφατη τροποποίησή του είναι η πρόβλεψη για την «πραγματική ηγεσία» και η αντίστοιχη για την «ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος».

Ούτως ή άλλως αποφασίζει ο Αρειος Πάγος

Τα κρίσιμα σημεία είναι ωστόσο πολλά. Μεταξύ αυτών, το γεγονός ότι όλα αυτά αξιολογούνται και κρίνονται από τον Αρειο Πάγο, ο οποίος και αποφασίζει ποια κόμματα και πρόσωπα ανακηρύσσονται νομίμως υποψήφια στις εκλογές – όπως άλλωστε ισχύει παγίως. Δεν ορίζεται επίσης καθ’ οιονδήποτε τρόπο βάσει ποιων κριτηρίων και αποδεικτικών μέσων μπορεί να αποφασιστεί ότι ένα κόμμα δεν εξυπηρετεί εν τέλει την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Προφανώς, τίποτε δεν μπορεί να εγγυηθεί, να προκαταλάβει ή να επιβάλει τη λήψη της όποιας απόφασης του ανώτατου δικαστηρίου και μάλιστα της Ολομέλειάς του.

Τα σημεία αυτά, σε συνδυασμό με την άσκοπη απόπειρα των κομμάτων της αντιπολίτευσης να καλλιεργήσουν εντυπώσεις, αναγνωρίζεται και από κυβερνητικά στελέχη ότι έχουν ήδη οδηγήσει την πρωτοβουλία σε κάπως θολά πεδία, με υπαρκτό τον κίνδυνο να υπάρξει τελικά το αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Κάποιοι μιλούν ακόμη και για «νομοθετική ζαριά», την οποία ωστόσο θεωρούν ότι η κυβέρνηση δεν μπορούσε να αποφύγει.

Ο χρόνος και οι σκοπιμότητες

Παρά ταύτα και εν αναμονή της προσδοκώμενης συναίνεσης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για την οριστική διατύπωση της διάταξης, ο χρόνος κατά τον οποίο έφτασε να συζητείται – ουσιαστικά κάποιες εβδομάδες πριν από την προκήρυξη των εκλογών – θεωρείται επίσης προβληματικός.

Υπό αυτό το πρίσμα και κατά την κριτική προσέγγιση πολιτικών και νομικών παραγόντων, η πρωτοβουλία συνδέεται περισσότερο με την ανησυχία ως προς την επίπτωση μιας ενδεχόμενης εκλογής των επιγόνων της Χρυσής Αυγής στο Κοινοβούλιο και το πώς κάτι τέτοιο θα απομακρύνει τον στόχο της αυτοδυναμίας.

Υπό την ίδια έννοια, όμως, θεωρείται ότι και η στάση του ΣΥΡΙΖΑ κατά μείζονα λόγο υποκρύπτει πολιτική σκοπιμότητα, παρά νομικό προβληματισμό ή ανησυχίες περί της συνταγματικότητας της διάταξης.