Το «πράσινο κύμα» γοητεύει τη Γερμανία
Σε μεγάλη δημοσκοπική άνοδο είναι το κόμμα των Πρασίνων – Βέβαιη η επιστροφή στην εξουσία μετά τις επόμενες εκλογές, ενώ οι πιο αισιόδοξοι δεν αποκλείουν το να πάρει για πρώτη φορά την Καγκελαρία
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Στην τελική ευθεία για την ανακοίνωση του υποψηφίου τους για την Καγκελαρία μπαίνουν οι Πράσινοι της Γερμανίας, οι οποίοι αναμένεται να λάβουν την απόφαση αμέσως μετά το Πάσχα, που για τη Δυτική Ευρώπη είναι σήμερα. Το κόμμα ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις και θεωρείται βέβαιο ότι μετά τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου θα επιστρέψει στην εξουσία για πρώτη φορά από το 2005. Οι πιο αισιόδοξοι δεν αποκλείουν το να πάρει για πρώτη φορά την Καγκελαρία.
Η απόφαση για το ποιος θα είναι ο υποψήφιος των Πρασίνων για την Καγκελαρία θα ληφθεί κατόπιν συνεννόησης των δύο συμπροέδρων, της Αναλένα Μπέρμποκ και του Ρόμπερτ Χάμπεκ. Πολλοί προβλέπουν ότι θα είναι η 40χρονη Μπέρμποκ, που χαρακτηρίζεται συχνά στον γερμανικό Τύπο «ψύχραιμη και λογική» και όχι ο «ειλικρινής και εγκεφαλικός» 51χρονος Χάμπεκ, που μέχρι πρότινος ήταν το φαβορί. Οι δυο τους συνέβαλαν στην απομάκρυνση των Πρασίνων από την «πασιφιστική» ατζέντα και θεωρούνται εκπρόσωποι της πραγματιστικής πτέρυγας του κόμματος, των λεγόμενων realos.
«Τα άσχημα νέα για τον Χάμπεκ είναι ότι μάλλον δεν θα είναι αυτός ο υποψήφιος καγκελάριος. Οχι μόνο θα φαινόταν περίεργο για τους Πράσινους να στείλουν έναν 50άρη άνδρα να αναμετρηθεί με τους μεσήλικες άνδρες υποψηφίους των υπόλοιπων κομμάτων αλλά και η υποστήριξη προς τη Μπέρμποκ εντός του κόμματος είναι μεγαλύτερη από εκείνη προς τον Χάμπεκ» αναφέρει ανάλυση του Αμερικανικού Ινστιτούτου Σύγχρονων Γερμανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς.
Η πτώση του CDU
Οι Πράσινοι έχουν την πρωθυπουργία του κρατιδίου της Βάδης-Βυρτεμβέργης, όπου θριάμβευσαν στις τοπικές εκλογές τον περασμένο μήνα, και συμμετέχουν στη διακυβέρνηση 10 ακόμη κρατιδίων. Ευνοούνται από τη γενικότερη ανησυχία για το κλίμα – «επίδραση Γκρέτα» (Τούνμπεργκ) αποκαλείται πανευρωπαϊκώς – καθώς και την απογοήτευση των ψηφοφόρων από τον «μεγάλο συνασπισμό» Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD) που κυβερνά τη χώρα.
Η άνοδος των Πρασίνων διευκολύνεται από την πτώση του CDU της Ανγκελα Μέρκελ, που οφείλεται στην κακή διαχείριση της πανδημίας ύστερα από μια καλή αρχή, και στα σκάνδαλα διαφθοράς, όπως στη δωροδοκία βουλευτών και πολιτευτών του κόμματος για την προμήθεια μασκών από το κράτος (ήδη έχουν κατηγορηθεί τέσσερις).
Ανάλυση του θινκ τανκ European Council on Foreign Relations διακρίνει «έναν αέρα 1998» στη γερμανική πολιτική σήμερα, θυμίζοντας ότι «σε παρόμοιες περιστάσεις» το SPD σχημάτισε τότε με τους Πράσινους την πρώτη οικολογικοαριστερή κυβέρνηση συνασπισμού στη χώρα, βάζοντας τέλος σε μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης από το CDU. «Οι δημοσκοπήσεις για τις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου επιβεβαιώνουν ακόμη και προοπτικές που κάποτε φάνταζαν απίθανες, όπως έναν αριστερό συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών και Αριστεράς (Die Linke) υπό Πράσινο καγκελάριο, ο οποίος δεν φαντάζει πλέον τόσο εξωπραγματικός».
Το πιθανό σενάριο
Ενα από τα πιθανότερα σενάρια είναι οι Πράσινοι να σχηματίσουν κυβέρνηση με το CDU. Αλλωστε, όπως υπενθυμίζει η ανάλυση του ECFR, «η γερμανική πολιτική κουλτούρα μετά το 1945 κυριαρχείται από μια τάση για μετριοπάθεια και κεντρώες θέσεις, το λεγόμενο Mittigkeit». Και οι Πράσινοι, παρά ορισμένες ρηξικέλευθες απόψεις τους για τα γερμανικά δεδομένα, έχουν αναδειχθεί στο «νέο αξιόπιστο κόμμα του Mittigkeit».
Αλλοι βρίσκουν τον συνδυασμό Χριστιανοδημοκρατών – Πρασίνων ιδανικό επειδή οι πρώτοι θα φέρουν εμπειρία στη διακυβέρνηση και οι δεύτεροι νέες ιδέες και φρεσκάδα, που απουσιάζουν από την τέταρτη και τελευταία θητεία της Μέρκελ.
Οι ψηφοφόροι των Πρασίνων είναι κυρίως κάτοικοι των πόλεων, νέοι, μορφωμένοι, της μεσαίας τάξης. Οι Πράσινοι, που ήρθαν δεύτεροι στις ευρωεκλογές του 2019, αντλούν ψηφοφόρους τόσο από το SPD όσο και από το CDU. Για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου προσπαθούν να προσελκύσουν ψηφοφόρους του CDU που ταυτίζονται κυρίως με τη Μέρκελ και όχι με το κόμμα.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν στο CDU 25%-27% με πτωτική τάση, ενώ στους Πράσινους 21%-23%. Το CDU βρίσκεται σε δυσκολότερη θέση γιατί στην πρώην Δυτική Γερμανία, όπου κυριότερος αντίπαλός του είναι οι Πράσινοι, πρέπει να δείχνει ένα πιο φιλελεύθερο πρόσωπο για να προσελκύει ψηφοφόρους, ενώ στην πρώην Ανατολική Γερμανία πρέπει να προβάλλει μια πιο συντηρητική εικόνα για να ανταγωνιστεί τον εκεί κυριότερό του αντίπαλο, την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Χαμηλοί τόνοι από Ρώμη και Μόσχα για το διπλωματικό επεισόδιο
Ο ρώσος πράκτορας πήρε τη γραμμή Β του μετρό από το κέντρο της Ρώμης, κατέβηκε σε έναν ήσυχο σταθμό στα νότια προάστια και μετά επιβιβάστηκε σε λεωφορείο. Υστερα από μερικές στάσεις, κατέβηκε και κατευθύνθηκε στο πάρκινγκ κοντινού σουπερμάρκετ. Εκεί συνάντησε έναν ιταλό αξιωματικό του Πολεμικού Ναυτικού, που τον περίμενε στο αυτοκίνητό του για να του δώσει ένα στικάκι USB που περιείχε φωτογραφίες απόρρητων εγγράφων, με αντάλλαγμα έναν φάκελο με 5.000 ευρώ. Στο σημείο αυτό, επενέβησαν ιταλοί πράκτορες της αντικατασκοπείας και τους συνέλαβαν την Τρίτη το βράδυ.
Σύμφωνα με το ιταλικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Adnkronos που ανασυνέθεσε τα παραπάνω γεγονότα, οι δύο άνδρες έπαιρναν πολλές προφυλάξεις όταν συναντιόντουσαν τους τελευταίους μήνες. Αλλά έκαναν ένα λάθος: ακολουθούσαν το ίδιο δρομολόγιο.
Η υπόθεση οδήγησε στην απέλαση δύο ρώσων διπλωματών από την Ιταλία, του πράκτορα που πιάστηκε «στα πράσα» και του προϊσταμένου του στη ρωσική πρεσβεία της Ρώμης. Ο ιταλός καπετάνιος φρεγάτας του Πολεμικού Ναυτικού, ο 56χρονος Βάλτερ Μπίοτ που σε λίγους μήνες θα έβγαινε στη σύνταξη, οδηγήθηκε στη φυλακή και αντιμετωπίζει ως και ισόβια επειδή πουλούσε απόρρητα έγγραφα στους Ρώσους, όχι μόνο ιταλικά αλλά και νατοϊκά.
Παρά τη σκληρή και άμεση αντίδραση της Ιταλίας, οι δύο πλευρές, Ρώμη και Κρεμλίνο, κρατούν χαμηλούς τόνους και δεν φαίνεται να επιθυμούν να δώσουν έκταση στην υπόθεση. Η Ιταλία είναι από τις ευρωπαϊκές χώρες που δείχνουν μεγαλύτερη ανεκτικότητα προς τη Μόσχα αλλά, όπως εκτιμούν αναλυτές, έπρεπε να δείξει και αποφασιστικότητα απέναντι στους εταίρους της στο ΝΑΤΟ, εξ ου η άμεση απέλαση, εντός 24 ωρών, των δύο ρώσων διπλωματών. Αλλοι εντάσσουν την αντίδραση της Ρώμης στο πλαίσιο της φιλοαμερικανικής στροφής της κυβέρνησης του Μάριο Ντράγκι, αντίθετα προς την προηγούμενη κυβέρνηση του αντιαμερικανικού Κινήματος 5 Αστέρων με τον φιλορώσο Ματέο Σαλβίνι της ακροδεξιάς Λέγκας.

