«Το πάθος πάνω από τα βιογραφικά»
Ο σκηνοθέτης μιλάει για τα Χανιά, τη δουλειά του, το προσόν που ψάχνειστους συνεργάτες του και τις επιλογές της θεματολογίας του
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ο Θοδωρής Παπαδουλάκης είναι έλληνας σκηνοθέτης. Γεννήθηκε το 1974 στη Νότιο Αφρική και σπούδασε σκηνοθεσία και παραγωγή ραδιοφώνου και τηλεόρασης στην Αγγλία. Εχει σκηνοθετήσει τηλεοπτικές σειρές, μικρού μήκους ταινίες, διαφημιστικά σποτ και έχει βραβευτεί με πολλά διεθνή βραβεία. Μας γέμισε χαρά το γεγονός ότι δέχθηκε να συνομιλήσει μαζί μας για τη ζωή και τα επαγγελματικά του σχέδια.
Κύριε Παπαδουλάκη, ζείτε και εργάζεστε στα Χανιά. Πόσο επηρεάζει η επιλογή σας αυτή την επαγγελματική σας πορεία; Είναι μια απόφαση που κάποιες φορές ίσως τη μετανιώνετε;
«Δεν μετανιώνω καθόλου για αυτή την επιλογή. Πάντα θεωρούσα ότι η Κρήτη έχει όλες τις ιδανικές συνθήκες για να αναπτυχθεί ένα κέντρο κινηματογραφικής παραγωγής, γιατί πραγματικά πίστευα στη δυναμική των εταιρειών οι οποίες στήνονται μακριά από το κέντρο. Αλλωστε, δεν είμαι παιδί των μεγαλουπόλεων, δεν μου αρέσει αυτή η αποξένωση. Στα Χανιά με τη σύζυγό μου, Ιωάννα Δάβη, και με τον φίλο μου Δημήτρη Ξενάκη δημιουργήσαμε την εταιρεία παραγωγής Indigo View. Μειονέκτημα, βέβαια, αποτελεί το ότι στην Ελλάδα ο χώρος του θεάματος, σε έναν μεγάλο βαθμό, λειτουργεί βάσει γνωριμιών και, επομένως, καλό είναι να βρίσκεται κάποιος στην πρωτεύουσα, στο κέντρο των εξελίξεων.
Από την άλλη, είμαι πολύ τυχερός, γιατί είχα πολύ καλούς συμβούλους, όπως ο υπεύθυνος της σχολής κινηματογράφου στο Λιντς, που μου είχε πει: «Στη ζωή πρέπει να τολμάς. Αν θέλεις να γυρίσεις στα Χανιά και να κάνεις αυτό που σκέφτεσαι, κάν’ το, γιατί εάν το θέλεις πραγματικά και το λέει η καρδιά σου, θα πετύχεις σ’ αυτό»».
Εχετε προβάλει πολλές φορές τα Χανιά μέσω της δουλειάς σας. Τα διαφημιστικά σας video, ειδικά αυτά που προβάλλουν την Κρήτη, είναι πολύ «δελεαστικά» ακόμα και για εμάς που είμαστε ντόπιοι. Θεωρείτε ότι αν σας ανέθεταν διαφημιστικό για μία άλλη χώρα, θα ήταν εξίσου επιτυχημένο;
«Δεν ξέρω, αυτό είναι δύσκολη ερώτηση. Θεωρώ ότι αυτό που εξασφαλίζει την επιτυχία σε αυτά τα διαφημιστικά για την Κρήτη είναι το ότι βασίζονται πάνω σε δύο στοιχεία: στη μυθοπλασία (σενάριο) και στην υποκριτική. Οπότε, θεωρώ πως αν έκανα μια καμπάνια για το εξωτερικό, θα μπορούσε να έχει επιτυχία, αν είχε στοιχεία μυθοπλασίας και καλές ερμηνείες. Διαφημιστικό άλλης χώρας δεν έχω κάνει ακόμα, παρόλο που έχουν ενδιαφερθεί διάφορες, π.χ. η Μαδρίτη, γιατί συνέπιπταν με άλλες δουλειές. Θα ήθελα, όμως, κάποια στιγμή να το κάνω και αυτό».
Συχνά στις δουλειές σας δίνετε ευκαιρίες σε νέα παιδιά να αναδείξουν το ταλέντο τους. Πόσο εύκολο πιστεύετε ότι είναι για έναν νέο να πετύχει σε έναν τόσο ανταγωνιστικό χώρο;
«Είναι πράγματι αρκετά ανταγωνιστικός χώρος. Συχνά δυσκολεύομαι να διαλέξω ηθοποιούς, γιατί είναι πάρα πολλοί αυτοί οι οποίοι έχουν ικανότητες αλλά δυστυχώς σε μια ταινία χωράνε μόνο μετρημένοι ηθοποιοί. Αυτό που με μαγνητίζει στους συνεργάτες μου δεν είναι τόσο ένα πλούσιο βιογραφικό, όσο το να έχουν όρεξη, πάθος. Νομίζω ότι αν είμαστε πιστοί στο όραμά μας, αν αγαπάμε αυτό που κάνουμε και αν έχουμε βρει τη σωστή επαγγελματική πορεία, τότε και όλα τα υπόλοιπα κάπως μαγικά συμβαίνουν. Μπορεί να μη συμβαίνουν νωρίς, αλλά κάποια στιγμή θα δοθεί η δυνατότητα να κάνουμε αυτό που αγαπάμε».
Κάποιες από τις πιο δημοφιλείς τηλεοπτικές σας σειρές θίγουν πολύ ευαίσθητα θέματα, όπως η νόσος του Χάνσεν ή ο αυτισμός. Πώς εξηγείται αυτή η επιλογή σας;
«Από μικρή ηλικία με απασχολούσε η διαφορετικότητα. Για μένα είναι μια πρόκληση να πραγματεύομαι χαρακτήρες που είναι λίγο αδύναμοι, όμως συχνά έχουν και μια κρυμμένη πτυχή, μια ιδιαίτερη δύναμη κατά βάθος. Αυτή την όψη με ενδιαφέρει να αναδείξω. Ενα άλλο θέμα που με ενδιαφέρει πολύ και με το οποίο θα ήθελα στο μέλλον να ασχοληθώ, είναι το περιβάλλον και η καταστροφή του πλανήτη μας. Είναι σημαντικό μέσα από τη δουλειά μας να βοηθάμε με κάποιον τρόπο και την ανθρωπότητα».
Αυτό που μας καθηλώνει στις δουλειές σας είναι ένα μείγμα από πολλά στοιχεία: το σενάριο, η φωτογραφία, η ενδυματολογία, η μουσική επένδυση, η επιλογή των προσώπων, των τοποθεσιών. Τον τελευταίο λόγο σε όλα αυτά τον έχετε εσείς;
«Ναι, η αλήθεια είναι ότι έχω τον τελευταίο λόγο. Αλλά για μένα δεν έχει σημασία ο τελευταίος λόγος. Για μένα ο λιγότερο εξειδικευμένος σε ένα γύρισμα είναι παραδόξως ο σκηνοθέτης. Ο σκηνοθέτης είναι ο ενορχηστρωτής, ο οποίος έχει όλη την ορχήστρα μπροστά του. Εγώ απλώς προσπαθώ να «παντρέψω» καλλιτεχνικά και να συντονίσω όλους αυτούς τους ταλαντούχους ανθρώπους, τους οποίους έχω επιλέξει με προσοχή και έχω μεριμνήσει να έχουν ταλέντο και καλή συμπεριφορά στο πλαίσιο της ομάδας. Θέλω να είναι παθιασμένοι και ας μη συμφωνούμε σε όλα. Και πραγματικά η χαρά μου είναι μεγάλη, όταν οι συνεργάτες μου είναι τόσο καλοί στον τομέα τους, που δεν χρειάζεται να ασχολούμαι και τόσο πολύ μαζί τους. Ετσι, εγώ επικεντρώνομαι στο σενάριο και στους ηθοποιούς».
Σειρά για το MEGA με άξονα την πανδημία
{ERT}Πώς βιώνετε την περίοδο της πανδημίας; Με ποιον τρόπο έχει επηρεάσει τη δουλειά σας; {ERT}
«Η πανδημία έχει επηρεάσει πάρα πολύ τη ζωή και τη δουλειά μου. Με έφερε πιο κοντά στην οικογένειά μου, με έκανε να κοιτάξω μέσα μου και να αναζητήσω την ουσία σε πολλά πράγματα, αλλά παράλληλα κατάφερα να επικεντρωθώ περισσότερο σε αυτά που μου αρέσουν. Συγκεκριμένα, δουλέψαμε με μια ομάδα σεναριογράφων και γράψαμε μια τηλεοπτική σειρά, για την οποία είμαι πολύ περήφανος, που λέγεται “Κομάντα και Δράκοι”. Είναι μια νεανική σειρά μυστηρίου, περιπέτειας με μεταφυσικά δρώμενα, πολλά εφέ και εμπειρίες “αστρικής προβολής”, που μπορεί να θυμίζει κάποιες γνωστές ξένες σειρές, ωστόσο είναι 100% ελληνική και θα προβληθεί το φθινόπωρο από το MEGA. Το 80% των γυρισμάτων θα γίνουν στον Σταυρό και στην ευρύτερη περιοχή του Ακρωτηρίου, ένα μυστηριακό περιβάλλον που δίνει στη σειρά μια νέα γουέστερν αισθητική.
Ο Βασίλης Μπισμπίκης και η Μαρίνα Καλογήρου αποτελούν το βασικό πρωταγωνιστικό δίδυμο. Κοντά τους ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο Γιάννης Αναστασάκης, ο Στέλιος Μάινας, η Αναστασία Τσιλιμπίου, αλλά και οι Χανιώτες Μαρινέλα Βλαχάκη και Δημήτρης Καλογεράκης, όλοι πλαισιωμένοι από μια συστάδα άλλων ηθοποιών, επαγγελματιών και μη, και πολλών παιδιών.
Πρόκειται για την ιστορία μιας οικογένειας από την Αθήνα που φτάνει στην Κρήτη, σε ένα παραθαλάσσιο χωριό, την εποχή του κορωνοϊού. Είναι μια μείξη πολλών στοιχείων: ένα ειδυλλιακό τοπίο, κοινωνικές και οικογενειακές σχέσεις, μεταφυσικές εμπειρίες αλλά και στοιχεία βεντέτας, όλα εναρμονισμένα σε μια σειρά που παρόμοια δεν έχουμε ξαναδεί στην ελληνική τηλεόραση.
Είμαι πολύ ενθουσιασμένος, γιατί νομίζω ότι η σειρά έχει εκείνα τα συστατικά στοιχεία που με έκαναν να αγαπήσω τον κινηματογράφο. Προβάλλει τη ζέστη και τη θέρμη του καλοκαιριού, αυτή την ωραία αίσθηση με τα στάχυα, τους ελαιώνες, τη θάλασσα, την παιδική ανεμελιά… Ολο αυτό σαν εικόνα και σαν αίσθηση θέλουμε να περάσουμε στον θεατή. Μέσα στον κρύο χειμώνα να μπορούν να βλέπουν κάτι που να τους θυμίζει το καλοκαίρι και τα παιδικά τους χρόνια».

