Το μαύρο έπος της αμερικανικής πεζογραφίας
Το «Κουαρτέτο του Χάρλεμ», το κύκνειο άσμα του Τζέιμς Μπόλντουιν, για πρώτη φορά στα ελληνικά
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Το έκτο – και τελευταίο – μυθιστόρημα που εξέδωσε ο Τζέιμς Μπόλντουιν, το Κουαρτέτο του Χάρλεμ, κυκλοφορεί πλέον και στα ελληνικά μεταφρασμένο εξαιρετικά από τον Χρήστο Οικονόμου. Αν και δεν πέρασε απαρατήρητο από την κριτική όταν εκδόθηκε στις ΗΠΑ – το αντίθετο, μάλιστα -, δεν γνώρισε την ίδια εμπορική επιτυχία με τα προηγούμενα μυθιστορήματά του, όπως το Δωμάτιο του Τζοβάνι, το εν μέρει αυτοβιογραφικό Φώναξέ το στα βουνά και το Μια άλλη χώρα. (Και τα τρία έχουν εκδοθεί στα ελληνικά.)
Εν τούτοις, το Κουαρτέτο του Χάρλεμ, που πρωτοεκδόθηκε με τίτλο Just Above my Head, είναι το πιο φιλόδοξο έργο του συγγραφέα, όπου συνυπάρχουν και συνδυάζονται αρμονικά τα θέματα των μυθιστορημάτων που προανέφερα. Δεδομένου μάλιστα ότι καλύπτει μια περίοδο τριάντα ετών, αντιλαμβανόμαστε πως ο Μπόλντουιν θέλησε να γράψει μια «μαύρη» σάγκα που θα τον οδηγούσε πέρα και πάνω από τα θέματα της φυλετικής ταυτότητας και του ομοερωτισμού που κυριαρχούν στα προηγούμενα βιβλία του.
Τέσσερις ονειροπόλοι νεαροί
Ο νέος τίτλος που προτιμήθηκε πρόσφατα από τον αμερικανό εκδότη και τον υιοθέτησαν και οι εκδόσεις Πόλις παραπέμπει βέβαια στο ότι τέσσερις είναι οι κύριοι χαρακτήρες, όλοι νεαροί, που στη δεκαετία του 1940 ξεκινούν από τις εκκλησίες του Χάρλεμ για να περιπλανηθούν στον κόσμο. Ο βασικότερος ανάμεσά τους είναι βέβαια ο Αρθουρ Μοντάνα, ο «βασιλιάς της σόουλ» που θα έχει θλιβερό τέλος (θα βρεθεί νεκρός σε μια τουαλέτα στο Λονδίνο). Είναι μόνο 39 ετών.
Την ιστορία την αφηγείται ο μεγαλύτερος αδελφός του, Χαλ, 46 ετών, που και αυτόν θα πρέπει να τον περιλάβουμε στους βασικούς χαρακτήρες – όμως εδώ έχουμε ένα περίπλοκο μυθιστόρημα. Αλλα 24 πρόσωπα παρελαύνουν στις σελίδες του, αντιπροσωπευτικά μιας ολόκληρης κοινωνίας και της αντίστοιχης εποχής, κέντρο της οποίας είναι η δεκαετία του 1960 που τη χαρακτηρίζουν ο αγώνας κατά των φυλετικών διακρίσεων και η σεξουαλική επανάσταση. Πόνος, οργή, νοσταλγία και πάθος διατρέχουν τις σελίδες του μυθιστορήματος. Οι πρωταγωνιστές κινούνται στον χώρο και στον χρόνο αναζητώντας την ταυτότητά τους, δηλαδή ένα νόημα που να υπερβαίνει τα στερεότυπα και τα κοινωνικά στεγανά. Η αφήγηση αρχίζει δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Αρθουρ Μοντάνα. Αναδρομικά μεταφερόμαστε στα όσα προηγήθηκαν και στις επί μέρους ιστορίες των πρωταγωνιστών που θα ξεκινήσουν από το Χάρλεμ για να βρεθούν στην Κορέα, την Αφρική, το Μπίρμιχαμ, το Παρίσι, προκειμένου να πλουτίσουν, να γνωρίσουν τη φήμη, να ανακαλύψουν ποιοι είναι, πρωτίστως όμως να απαντήσουν στο ερώτημα: τι είναι ένας μαύρος σε μια κοινωνία όπου κυριαρχούν οι λευκοί; Ενας παρίας, ένας επαναστάτης; Ισως ο νέος τίτλος του βιβλίου να παραπέμπει και στη βασική πρόθεση του Μπόλντουιν: να δείξει, γράφοντας, ας πούμε, ένα «κοινωνικό γκόσπελ», το πώς η μουσική των μαύρων έπαιξε βασικό ρόλο στην επιβίωσή τους μέσα στην καταπιεστική κοινωνία των λευκών.
Λυρισμός και ρεαλισμός
Ο αναγνώστης θα γοητευτεί κι εδώ, όπως με τα προηγούμενα βιβλία του Μπόλντουιν – ιδίως με εκείνο το εμβληματικό Φώναξέ το στα βουνά – από τον μοναδικό τρόπο με τον οποίον ο συγγραφέας αυτός συνδυάζει τον λυρισμό με τον ρεαλισμό. Κι ακόμη, θα δει ξανά πώς ο Μπόλντουιν αναπτύσσει μία από τις ιδέες που κυριαρχούν και στα προηγούμενα μυθιστορήματά του: Οι άνθρωποι αποκτούν την αυτογνωσία τους ή οδηγούνται στην καταστροφή μέσω του έρωτα.
Ο κύριος πρωταγωνιστής, Αρθουρ Μοντάνα, είναι ομοφυλόφιλος, αλλά παρά το γεγονός ότι γνωρίζει την παγκόσμια φήμη, δεν μπορεί να απαλλαγεί από το αίσθημα ενοχής γι’ αυτό που είναι και οδηγείται στον αλκοολισμό. Δεν είναι επομένως καταστρεπτικό το πάθος καθαυτό, όμως οδηγεί στην καταστροφή όταν η κοινωνία επιβάλλει στα άτομα με οδυνηρό τρόπο τα στερεότυπά της. Ενα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται μέσα σε τριάντα χρόνια δεν μπορεί παρά να είναι και βιβλίο εποχής. Ο συγγραφέας μάς μεταφέρει στις εκκλησίες των μαύρων, που στην περίοδο των φυλετικών διακρίσεων ήταν τόποι ελευθερίας (για τούτο και η μουσική έχει απελευθερωτικό νόημα). Σε πολλές σελίδες θα βρούμε περιγραφές πολιτικών συναντήσεων στις εκκλησίες αυτές, που τις περικυκλώνουν εχθρικά πλήθη λευκών, ενώ οι Αρχές κάνουν τα στραβά μάτια. Αλλά υπάρχουν και πολλές άλλες κοινωνικές και πολιτικές αναφορές που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Ο Μπόλντουιν ήθελε να είναι συγγραφέας – και όχι «μαύρος» συγγραφέας. Γι’ αυτό και ήρθε σε σύγκρουση με τον Ρίτσαρντ Ράιτ, τον γενάρχη, ας πούμε, της νεότερης πεζογραφίας των μαύρων, απορρίπτοντας το κλασικό πλέον μυθιστόρημα του τελευταίου Native Son (το μετέφρασε ευρηματικά ως Γέννημα–θρέμμα η Λίλη Εξαρχοπούλου) που το θεωρούσε βιβλίο διαμαρτυρίας και προπαγάνδας, υποστηρίζοντας την άποψή του σε ένα από τα γνωστότερα δοκιμιακά του βιβλία με τίτλο Notes of a Native Son.
Οι έλληνες αναγνώστες έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον δοκιμιογράφο και πολιτικό αναλυτή Μπόλντουιν σε ένα άλλο βιβλίο, ημιτελές, που εκδόθηκε μεταθανάτια, με τίτλο Δεν είμαι ο νέγρος σου. Εκεί περιγράφει τρεις προσωπικότητες του κινήματος εναντίον των φυλετικών διακρίσεων που υπήρξαν φίλοι του: του Μέντγκαρ Εβερς, του Μάλκολμ Χ και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Στις σημειώσεις αυτές βασίστηκε ο σκηνοθέτης Ραούλ Πεκ για να γυρίσει το 2017 ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, που φωτίζει πολλές πλευρές της προσωπικότητας του Τζέιμς Μπόλντουιν, που για να πάψει να αντιμετωπίζεται ως «μαύρος» επέλεξε, όπως και ο Ρίτσαρντ Ράιτ, να ζήσει πολλά χρόνια στο Παρίσι, όπου πέθανε το 1987.

