Η αναταραχή στην ευρύτερη περιοχή με την Τουρκία αποκαλύπτει πολλές χρόνιες αδυναμίες της ελληνικής πολιτικής. Αποκαλύπτει όμως και μια εντελώς πρόσφατη.

Την επιπολαιότητα, απρονοησία ή ελαφρότητα με την οποία η προηγούμενη κυβέρνηση χειρίστηκε το Σκοπιανό. Με αποκορύφωμα φυσικά τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Η Βόρεια Μακεδονία είχε δύο κίνητρα για μια συμφωνία. Επιδίωκε την είσοδό της στο ΝΑΤΟ και την έναρξη διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Για να επιτύχει αυτά, όφειλε να ξεπεράσει την αντίθεση της Ελλάδας. Αρα να λυθεί με κάποιον τρόπο το Σκοπιανό. Το έκανε.

Σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Ενωση, η προσπάθεια κατέληξε σε φιάσκο. Η Βόρεια Μακεδονία ήταν προφανώς επισπεύδουσα, η Ελλάδα συμφώνησε χωρίς τσιριμόνιες στη λύση, αλλά τελικά αποδείχθηκε ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν ήταν έτοιμη.

Ακόμη χειρότερα. Η Ελλάδα δέχθηκε να συναρτήσει την υλοποίηση μιας διμερούς συμφωνίας από τις διαθέσεις ενός τρίτου μέρους, της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τις οποίες κανένα από τα δύο μέρη της συμφωνίας δεν μπορούσε να επιβάλει ή να προεξοφλήσει.

Μετά το βέτο της Γαλλίας, η Συμφωνία των Πρεσπών είναι στον αέρα όχι ως προς τις υποχρεώσεις της Ελλάδας που εκπληρώθηκαν, αλλά ως προς τις υποχρεώσεις των Σκοπίων που μένει να εκπληρωθούν.

Ηταν το λάθος Νο 1. Διότι υπάρχει και δεύτερο.

Για το ΝΑΤΟ τα πράγματα ήταν πιο απλά. Η λύση του Σκοπιανού εξασφάλιζε σχεδόν αυτόματα την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στον Οργανισμό.

Συνεπώς, της ένταξης προηγήθηκε η συμφωνία της Αθήνας με τα Σκόπια. Δεν εξετάζω το περιεχόμενό της, τα έχουμε πει τόσες φορές, αλλά ας δεχθούμε ότι θεωρητικά και οι δύο πλευρές πήραν από κάτι.

Με τη συμφωνία αυτή, τα Σκόπια πέτυχαν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα όμως τι πέτυχε; Τι πήρε από το ΝΑΤΟ για να συμφωνήσει σε κάτι που το ΝΑΤΟ επιθυμούσε διακαώς;

Η αίσθηση είναι ότι δεν υπήρξε καν διαπραγμάτευση ή έστω ανταλλαγή δεσμεύσεων για κάποιο θέμα σε κάποιο επίπεδο.

Πράγμα που σημαίνει ότι η Αθήνα παραχώρησε εκείνο που οι άλλοι επιδίωκαν (την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας) χωρίς να αποκομίσει τίποτα.

Ούτε μια στήριξη απέναντι στην Τουρκία, κάποιον κατευνασμό, μια κάλυψη ή έστω μια στοιχειώδη διαβεβαίωση – αυτά ακριβώς που μας λείπουν τώρα.

Το ΝΑΤΟ πήρε τα Σκόπια. Τα Σκόπια πήραν το ΝΑΤΟ. Κι εμείς σεμνύνομαι να πω τι πήραμε. Πώς το κατάφεραν αυτό οι «Κίσινγκερ της Κάτω Μαγούλας»; Η μια εξήγηση είναι ότι είμαστε μεγάλοι κιμπάρηδες. Η άλλη ότι είμαστε μικροί ηλίθιοι. Το αποτέλεσμα πάντως είναι ότι η Ελλάδα απεμπόλησε δωρεάν ένα σοβαρό μέσο πίεσης προς το ΝΑΤΟ. Και τώρα που συννέφιασαν τα πράγματα στην Ανατολική Μεσόγειο ο Στόλτενμπεργκ (που πρόσφατα πανηγύριζε για τα Σκόπια) νίβει τα χέρια του και μας λέει «κόψτε τον λαιμό σας!».

«Δεν γίνονται έτσι τα πράγματα!» ίσως μου πείτε. Λάθος. Η Τουρκία μπλόκαρε έως την περασμένη Τετάρτη τα αμυντικά σχέδια του ΝΑΤΟ για τη Βαλτική και την Πολωνία, προκειμένου να πάρει την υποστήριξη του Οργανισμού για τις επιχειρήσεις της στη Συρία.

Υπάρχει φυσικά και μια τρίτη εξήγηση. Οτι η Ελλάδα πήρε ανταλλάγματα για την είσοδο της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, αλλά τα πήρε αλλού.

Πού; Θυμίζω ότι ο Μητσοτάκης είχε συνδέσει προ έτους τη Συμφωνία των Πρεσπών με τη μη περικοπή των συντάξεων. Είναι μια εκδοχή, υπάρχουν και άλλες.

Μεταξύ μας, όμως, μακάρι να ισχύει η εκδοχή του Μητσοτάκη. Οφείλω να ομολογήσω ότι προτιμώ χίλιες φορές μια κακή τράμπα ή έστω μια κυνική τράμπα από καθόλου τράμπα.

Ακόμη κι αν αυτό αποδειχθεί ένα τρίτο λάθος.

Λείπουν!

Προς το παρόν η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ στον Κοντολέοντα, στον Διαματάρη, στον Πατέρα και στον Φιλιππάκο μάλλον δεν συγκινεί τα πλήθη. Οι περισσότεροι ούτε ξέρουν για ποιους μιλάμε.

Στα ίδια περίπου επίπεδα συγκίνησης κινείται και η επιχείρηση ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ όμως υπάρχει εξήγηση. Τι σόι ανασυγκρότηση είναι αυτή χωρίς τον Αντώναρο, τον Παπαγγελόπουλο, τη Θάνου, την Παπακώστα, τη Μεγαλοοικονόμου, τον Κουίκ και τον Μίχαλο; Δεν ξέρω αν τους κρύβουν, αλλά λείπουν. Αποτέλεσμα; Το δυσβάστακτο βάρος της προσπάθειας πέφτει στις πλάτες του Τζουμάκα, του Παλαιοθόδωρου και του Ρούλη Κοκελίδη. Αλλά τι να σου κάνουν κι αυτοί; Το πολύ-πολύ να καλύψουν το κενό που αφήνει η ακατανόητη απουσία του Δουλουμπέκη!

Εφιαλτικό σκηνικό

Μπορεί να είμαστε ακόμη στην αρχή της διαδικασίας, αλλά οι καταθέσεις των πρώτων μαρτύρων στην Προανακριτική Παπαγγελόπουλου αφήνουν να διαφανεί ένα εφιαλτικό σκηνικό.

Την πρωτοφανή (για τη μεταπολιτευτική Ελλάδα) ύπαρξη ενός κυκλώματος που επιχείρησε με σκοτεινές μεθόδους και μεθοδεύσεις να τυλίξει δέκα πολιτικούς και δύο παρατάξεις σε μια δικογραφία. Επιχείρησε ουσιαστικά να ελέγξει την πολιτική ζωή της χώρας.

Υπήρξε μάρτυρας που κατέθεσε ότι οι εισαγγελείς τον πίεζαν και τον εκβίαζαν να «δώσει» τους πολιτικούς με το επιχείρημα ότι «αυτοί δεν πρόκειται να ξαναβγούν βουλευτές».

Το επιχείρημα ήταν ειλικρινές. Διότι το ζητούμενο δεν ήταν η διερεύνηση ενός σκανδάλου. Το ζητούμενο ήταν η υφαρπαγή της εξουσίας μέσα από την ενοχοποίηση των πολιτικών αντιπάλων μιας κυβέρνησης.

Ουδείς έχει επιχειρήσει κάτι παρεμφερές στα χρόνια της δημοκρατίας.

Ακόμα και το σκάνδαλο Κοσκωτά μπορεί να έστειλε έναν πρωθυπουργό στο Ειδικό Δικαστήριο με ανεπαρκή στοιχεία αλλά κατέρρευσε ακριβώς επειδή τα στοιχεία ήταν ανεπαρκή. Στην προκειμένη περίπτωση, το εμπλεκόμενο κύκλωμα δεν ανέλαβε μόνο να στήσει μια υπόθεση. Αλλά και να κατασκευάσει τα στοιχεία που θα του επέτρεπαν να τη στήσει.

Είναι η σατανική πλευρά του σχεδίου, όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις πρώτες καταθέσεις μαρτύρων. Και είναι εκείνο που είχαν εξ αρχής υποψιαστεί όσοι διέθεταν δυο δράμια μυαλό και συνείδησης. Η υπόθεση ασφαλώς θα έχει συνέχεια. Και στο επίπεδο της Δικαιοσύνης (με ενδεχόμενη ανάθεση της διερεύνησης σε εφέτη ανακριτή) και στο επίπεδο της Προανακριτικής.

Θα πρέπει κατ’ αρχήν να αποκαλυφθεί ποιοι συγκροτούσαν το κύκλωμα – δικαστικοί, δικηγόροι, εκδότες, δημοσιογράφοι…

Και φυσικά να διερευνηθεί αν το κύκλωμα δρούσε υπό την καθοδήγηση παραγόντων της προηγούμενης κυβέρνησης, στην προκειμένη περίπτωση του Παπαγγελόπουλου… Αυτά μένει να αποδειχθούν.

Και θα αποδειχθούν παρά την απέλπιδα προσπάθεια μιας (γνωστής) μερίδας του Τύπου να μπλοκάρει ή να αμφισβητήσει τη διαδικασία.

Προφανώς ο καθένας έχει τη φωλιά που του αξίζει. Υποψιάζομαι ότι απλώς εκτίθενται αλλά περί ορέξεως (ή περί φωλιάς)… κολοκυθόπιτα! Δεν νομίζω πάντως ότι εδώ που έφτασαν τα πράγματα μπορεί να προκύψει κάτι άλλο από την αλήθεια.

Ολη η αλήθεια και μόνο η αλήθεια. Μια αλήθεια όμως λυτρωτική για όλους και κυρίως για τη δημοκρατία μας.

Με όποιο προσωπικό και πολιτικό κόστος για εκείνους που δημιούργησαν ή συνέπραξαν στην αθλιότητα και τώρα προσπαθούν να καλύψουν τις βρωμιές τους.