Το εφιαλτικό β΄ τρίμηνο της πανδημίας
Στα €20 δισ. ο «καθαρός» λογαριασμός των απωλειών για την ελληνική οικονομία το 2020

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Οπως και στον υπόλοιπο κόσμο, όπου εξαιτίας της πανδημίας και των lockdowns η ύφεση στο β’ τρίμηνο του έτους στις περισσότερες ισχυρές οικονομίες βρέθηκε σε εφιαλτικά επίπεδα, έτσι και στην Ελλάδα η αντίστοιχη συρρίκνωση της οικονομίας που θα ανακοινωθεί από την ΕΛΣΤΑΤ την ερχόμενη Παρασκευή αναμένεται να ξεπεράσει το 16%, με το ΑΕΠ να κινείται στην περιοχή των 41 δισ. ευρώ, περίπου 35% χαμηλότερα από τα ιστορικά υψηλά των 63,7 δισ. ευρώ του 2007, θυμίζοντας τα επίπεδα στα οποία κινούνταν το μακρινό 1998.
Σχεδόν τα τρία τέταρτα των επιχειρήσεων ανέστειλαν εξάλλου το διάστημα αυτό τη λειτουργία τους ή λειτούργησαν με μειωμένο προσωπικό και με εξαιρετικά συρρικνωμένο κύκλο εργασιών, ενώ η πανδημία έπληξε κομβικούς τομείς, όπως το λιανικό εμπόριο, την εστίαση, την παροχή καταλύματος, τις μεταφορές, οι οποίοι συνδυαστικά αντιστοιχούν σε περισσότερο από 23% του ΑΕΠ κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους και στο 40% περίπου της συνολικής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα.
Απώλειες
Η ελληνική οικονομία καλείται να αντιμετωπίσει εφέτος τις απώλειες άνω των 14 δισ. ευρώ από τον τουρισμό, τη μεγάλη μείωση των εξαγωγών, τη δραματική συρρίκνωση άνω του 60% της εστίασης, τις μεγάλες απώλειες στην απασχόληση και στις λιανικές πωλήσεις, τις «τρύπες» στα κρατικά έσοδα και στον ΕΦΚΑ, την αύξηση των κόκκινων δανείων κ.ά.
Παρά το γεγονός πάντως ότι η νέα έξαρση της πανδημίας προκαλεί προβληματισμό αναφορικά με την πορεία της ανάκαμψης, οι σημαντικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις συγκλίνουν στην εκτίμηση πως η ύφεση συνολικά για το 2020 θα περιοριστεί τελικά στο 8%-10%. Με βάση τις εκτιμήσεις στην αρχή του έτους, πριν δηλαδή από την πανδημία, το ΑΕΠ από τα 187,5 δισ. ευρώ του 2019 θα κινούνταν προς τα 192 δισ. ευρώ το 2020.
Υψηλό κόστος
Το κόστος της πανδημίας ωστόσο συνολικά στην οικονομία εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 20% του αρχικώς εκτιμώμενου ΑΕΠ, κινούμενο στην περιοχή των 35-40 δισ. ευρώ.
Δεδομένου όμως ότι στα 13,5 δισ. ευρώ των δημοσιονομικών παρεμβάσεων ως σήμερα θα προστεθούν και άλλα περίπου 4 δισ. ευρώ από το νέο πακέτο του φθινοπώρου, παράλληλα με τις εγγυήσεις των 7-8 δισ. ευρώ των τραπεζών, το ΑΕΠ του 2020 θα κυμανθεί τελικά στην περιοχή των 172 δισ. ευρώ, και αυτό σημαίνει πως ο «καθαρός» λογαριασμός για εφέτος σε σχέση με το προβλεπόμενο ΑΕΠ θα φθάσει τα 20 δισ. ευρώ.
Με δεδομένο επίσης πως το Δημόσιο Χρέος θα αυξηθεί στα 340 δισ. ευρώ, ο λόγος του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα πλησιάσει το 200%, ενώ το δημοσιονομικό έλλειμμα θα προσεγγίζει τα 15 δισ. ευρώ και το πρωτογενές τα 9 δισ. ευρώ.
Στις αγορές
Να σημειωθεί πως εφέτος η χώρα έχει προσφύγει ήδη τρεις φορές στις αγορές αντλώντας 7,5 δισ. ευρώ, μία ακόμα έκδοση ύψους 1,5-2 δισ. ευρώ αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες μέσω επανέκδοσης (reopening) παλαιάς έκδοσης, ενώ και οι εκδόσεις των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου επανήλθαν στα 13 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, το ταμειακό απόθεμα κινείται σήμερα στα 33,5 δισ. ευρώ, ενώ στόχος είναι να παραμείνει στο τέλος του έτους υψηλότερα των 30 δισ. ευρώ. Τα δεδομένα δείχνουν πάντως ότι το 2020 θα είναι μια δύσκολη χρονιά για την Ελλάδα, ενώ το ερώτημα είναι πλέον πώς θα είναι τα πράγματα το 2021, καθώς η όποια ανάκαμψη δεν αναμένεται να καλύψει τις απώλειες της εφετινής χρονιάς.
Οι προβλέψεις
Οι αισιόδοξοι οικονομολόγοι «βλέπουν» την ελληνική οικονομία να καλύπτει το χαμένο έδαφος το 2022, ενώ οι απαισιόδοξοι το 2023. Στο κεντρικό σενάριο κορυφαίων διεθνών τραπεζών πάντως, η διάθεση εμβολίων για την καταπολέμηση του κορωνοϊού αναμένεται έως το δεύτερο τρίμηνο του 2021, ενώ η επιστροφή των οικονομιών στα προ πανδημίας επίπεδα εκτιμάται στο πρώτο μισό του 2022.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως φάνηκε και τις προηγούμενες ημέρες από το δεσμευτικό ενδιαφέρον των Anavio Capital Partners LLP, BlackRock Inc, Kayne Anderson Capital Advisors LP και Impax Asset Management για την κάλυψη της αύξησης κεφαλαίου της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή που ξεπέρασε τις προσδοκίες, αν η ελληνική οικονομία βρει τον βηματισμό της και ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν μας οδηγήσει σε περιπέτειες, τότε παράλληλα και με το νέο αφήγημα που αφορά την αξιοποίηση του πακέτου των 72 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ, η χώρα θα μπορούσε εκ νέου να προσελκύσει σημαντικά διεθνή κεφάλαια.
Ιστορικές οι απώλειες και στην παγκόσμια οικονομία
Το β’ τρίμηνο του 2020 ήταν δραματικό για το σύνολο των οικονομιών του πλανήτη (με εξαίρεση την Κίνα). Οι χώρες του ΟΟΣΑ σημείωσαν πτώση-ρεκόρ 9,8%, ενώ η ύφεση στην ΕΕ-27 έφθασε στο 11,7% έναντι 12,1% για την ευρωζώνη.
Το αμερικανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 31,7% σε ετησιοποιημένη βάση και 9,5% σε τριμηνιαία βάση, έναντι βουτιάς 27,8% και 7,8% για την Ιαπωνία, με τη συρρίκνωση του ΑΕΠ στη Βρετανία να φθάνει στο 20,4%. Από την ΕΕ, οι Ισπανία (-18,5%), Ουγγαρία (-14,5%), Πορτογαλία (-13,9%) και Γαλλία (-13,8%) σημείωσαν βαθύτερη ύφεση, ενώ η συρρίκνωση της γερμανικής οικονομίας (-9,7%) ήταν η μεγαλύτερη από το 1970.
Τι δείχνουν οι δείκτες
Οι δείκτες οικονομικής συγκυρίας και προσδοκιών που έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα δείχνουν σημαντική επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας το 2ο τρίμηνο. Ο δείκτης παραγωγής στη μεταποίηση συρρικνώθηκε κατά -8,8% σε τριμηνιαία βάση, απόρροια κυρίως της εικόνας του Απριλίου (-12,3%), μήνας όπου εφαρμόστηκαν αυστηρά περιοριστικά μέτρα, με τον Μάιο και τον Ιούνιο όμως να ανακάμπτει σωρευτικά κατά 8,5%.
Παράλληλα, ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών PMI μεταποίησης της IHS Markit, έπειτα από την ισχυρή αύξηση που κατέγραψε τον Μάιο και τον Ιούνιο 2020 στις 49,4 μονάδες από 29,5 μονάδες τον Απρίλιο 2020, μειώθηκε οριακά στις 48,6 μονάδες τον Ιούλιο 2020 παραμένοντας για 5ο συνεχή μήνα κάτω του ορίου ανάπτυξης-συρρίκνωσης των 50 μονάδων.
Ισχυρές πιέσεις δέχθηκε και ο κλάδος του λιανικού εμπορίου το 2ο τρίμηνο, καθώς ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου, δηλαδή η αξία των πωλήσεων σε σταθερές τιμές, μειώθηκε απότομα σε ετήσια βάση κατά 15,1% το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου από αύξηση 3,7% το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου.
Aρνητικό στοιχείο για τους επόμενους μήνες αποτελεί σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Eurobank και η χειροτέρευση που παρουσίασε ο δείκτης εμπιστοσύνης λιανικού εμπορίου τον Ιούλιο 2020 στις -18,3 μονάδες από -6,2 μονάδες τον Ιούνιο 2020, πιθανόν ως απόρροια της μεγάλης κάμψης των ταξιδιωτικών αφίξεων και των τουριστικών εσόδων.
Επιπρόσθετα, η εγχώρια ζήτηση (κυρίως οι καταναλωτικές δαπάνες νοικοκυριών), έπειτα από μία τεχνική αναζωπύρωση μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων στη συνέχεια επιβραδύνθηκε.
Εξαιρώντας τις κατηγορίες των καυσίμων και των πλοίων οι εξαγωγές συρρικνώθηκαν σε ετήσια βάση κατά 37,8% το 2ο τρίμηνο, ενώ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις κατέγραψαν ετήσια μείωση -98,2% το 2ο τρίμηνο, απόρροια του υψηλού βαθμού ευαισθησίας που παρουσιάζει ο τουριστικός κλάδος στην παρούσα υγειονομική κρίση. Πέραν των εξαγωγών ταξιδιωτικών υπηρεσιών, έντονα καθοδικά κινήθηκαν και οι κατηγορίες των αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία (-11,7%) και των υπηρεσιών μεταφορών (-17,6%).

