Τι είναι και σε τι αποβλέπουν οι Εθνικές Εξετάσεις Γνωστικού Χαρακτήρα;

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύμφωνα με την Ψυχοπαιδαγωγική Επιστήμη, η αξιολόγηση, μέσα από ποικίλης μορφής εξετάσεις, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος κάθε εκπαιδευτικής διαδικασίας, διότι προσφέρει άμεση ανατροφοδότηση για τον βαθμό επίτευξης των σκοπών και αναδεικνύει τους τομείς στους οποίους πρέπει να γίνουν αλλαγές και προς ποια κατεύθυνση. Αυτό άλλωστε πράττει ο άνθρωπος σε κάθε μεθοδευμένη δράση του και δεν μπορεί η θεσμοθετημένη εκπαίδευση, με τις άμεσες προεκτάσεις της στην ανάπτυξη των παιδιών και της κοινωνίας, να αποτελεί εξαίρεση.
Τη σπουδαιότητα και την αναγκαιότητα της αξιολόγησης στην εκπαίδευση τονίζει και η ανάπτυξη του επιστημονικού κλάδου της «Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης», ο οποίος καθορίζει, ανάλογα με τους σκοπούς, και τις αντίστοιχες μορφές αξιολόγησης που πρέπει να εφαρμόζονται τόσο στο μικροεπίπεδο της σχολικής τάξης όσο και στο μακροεπίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος. Μια από αυτές είναι και οι «εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα», οι οποίες εστιάζουν ιδιαίτερα στις αιτίες που προκαλούν δυσκολίες στην κατανόηση της σχολικής γνώσης, καθώς και στη γλωσσική, γνωστική και κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών.
Στο εκπαιδευτικό σύστημά μας, ενώ στη σχολική τάξη συντελούνται καθημερινά διαδικασίες αξιολόγησης σε συνάρτηση με τη διδασκαλία και τη μάθηση, στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν είχε υπάρξει μέχρι τώρα κανένα είδος εξετάσεων. Ολες οι αλλαγές, οι μετατροπές και οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση γίνονται χωρίς να γνωρίζουμε τις επιδράσεις στη μάθηση και στην ανάπτυξη των μαθητών ούτε του «παλιού», που άλλαξε, ούτε του «νέου», που το αντικατέστησε.
Το εν λόγω κενό, που είχε από ειδικούς και φορείς υπογραμμιστεί, συμπληρώνει ο νόμος 4823/2021, που στο άρθρο 104 θεσμοθετεί τις εθνικού επιπέδου «εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα» και αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «Σκοπός των ως άνω εξετάσεων είναι η εξαγωγή πορισμάτων, σχετικά με την πορεία υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων…».
Οι «διαγνωστικές εξετάσεις», εκ της φύσεώς τους, δεν επιτελούν μια απλή διαπιστωτική πράξη για τον βαθμό επίτευξης του σκοπού των διδασκόμενων μαθημάτων, αλλά δεσμεύουν το υπουργείο Παιδείας και τους αρμόδιους εκπαιδευτικούς φορείς του να δράσουν υποστηρικτικά και στοχευμένα εκεί που οι «διαγνώσεις» ανέδειξαν δυσκολίες στην κατανόηση της σχολικής γνώσης και στην πολύπλευρη ανάπτυξη των μαθητών.
Την εν λόγω δέσμευση υπογραμμίζει το υπουργείο Παιδείας μέσω της εφαρμοστικής υπουργικής απόφασης 16469/ΓΔ4/25-02-2022 (ΦΕΚ τχ. Β, 877), όπου αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων διαγνωστικού χαρακτήρα αξιοποιούνται από την ΑΔΙΠΠΔΕ και το ΙΕΠ για τη διατύπωση εισηγήσεων προς το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, για προτάσεις βελτιώσεων στα Προγράμματα Σπουδών, στο εκπαιδευτικό υλικό, στη διδακτική μεθοδολογία, για προσεγγίσεις συμπεριληπτικής και αντισταθμιστικής εκπαίδευσης, καθώς και για την ανάπτυξη εστιασμένων επιμορφωτικών δράσεων. Επίσης, διαμορφώνονται και υποβάλλονται προτάσεις για τη βελτίωση της εκπαιδευτικής πολιτικής στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση γενικότερα.
Στο πνεύμα και στο πλαίσιο αυτό, θα πραγματοποιηθούν οι διαγνωστικές εξετάσεις σε πρώτη εφαρμογή και σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 300 Δημοτικών και 300 Γυμνασίων, στις 18 Μαΐου 2022. Οι συνολικά περίπου 6.000 μαθητές θα εξετασθούν στη Νεοελληνική Γλώσσα και τα Μαθηματικά, σε δύο κομβικούς σταθμούς της εκπαιδευτικής τους πορείας, στην ολοκλήρωση της πρωτοβάθμιας και της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Οι εξετάσεις είναι ανώνυμες, διότι ζητούμενο δεν είναι οι επιδόσεις συγκεκριμένων μαθητών, αλλά η αποτίμηση του βαθμού στον οποίο το εκπαιδευτικό σύστημα ανταποκρίνεται στην αποστολή του, καθώς και η ανάδειξη των τομέων και των αιτιών που δυσχεραίνουν την επίτευξη συγκεκριμένων σκοπών.
Αναφορικά με το περιεχόμενο των εξετάσεων, η πρόσφατη ΥΑ 46075/ΓΔ4/19-04-2022, που ορίζει τα σχολεία που συμμετέχουν, καθορίζει ρητά ότι «Οι διαγνωστικές εξετάσεις θα αφορούν σε θέματα σχετικά με τα περιεχόμενα των προγραμμάτων σπουδών στα γνωστικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών, με σκοπό την έγκυρη και αξιόπιστη διάγνωση των γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων των μαθητών και μαθητριών, σύμφωνα με τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα, όπως αυτά αναφέρονται ή περιγράφονται στα Προγράμματα Σπουδών των ανωτέρω γνωστικών αντικειμένων».
Καθίσταται σαφές από τα παραπάνω τόσο το περιεχόμενο των διαγνωστικών εξετάσεων όσο και οι άμεσοι και οι απώτεροι σκοποί τους. Κάθε άλλη αποδιδόμενη και δήθεν αποκρυπτόμενη πρόθεση αποτελεί αίολη άποψη και έωλο ισχυρισμό όσων τον εκφράζουν. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι για την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων, των στελεχών και των εκπαιδευτικών υπάρχουν αντίστοιχα πλαίσια αξιολόγησης και δεν συντρέχει λόγος αυτή να γίνει εμμέσως με τις διαγνωστικές εξετάσεις, όπως μερικοί υποστηρίζουν.
Δεδομένου ότι πρόκειται για πρώτη εφαρμογή τέτοιου εγχειρήματος, υπάρχουν σημεία κριτικής που απασχολούν τους εμπλεκόμενους φορείς (ΑΔΙΠΠΔΕ και ΙΕΠ), την αρμόδια Επιστημονική Επιτροπή, τους επιλεγέντες – κατόπιν προκηρύξεως – Επόπτες και τους Θεματοδότες εκπαιδευτικούς. Οι προβληματισμοί αυτοί αναφέρονται στο περιεχόμενο και στη διαβάθμιση του επιπέδου δυσκολίας των ερωτήσεων, στον βαθμό κάλυψης των σημαντικών παραμέτρων του διδασκόμενου μαθήματος, καθώς και στην ποιότητα των συνακόλουθων δράσεων στήριξης σχολείων και εκπαιδευτικών που οφείλει το εκπαιδευτικό σύστημα να προσφέρει.
Οι προβληματισμοί και τα διακυβεύματα για τα παραπάνω ζητήματα είναι αναμενόμενοι, διότι πρόκειται για εκπαιδευτικό εγχείρημα πρωτόγνωρο για τους μαθητές, τους εκπαιδευτικούς και τους προαναφερθέντες εμπλεκομένους. Επομένως, κάθε κριτική είναι ευπρόσδεκτη, αλλά αποκτά αυξημένη αξιοπιστία και χρησιμότητα όταν συνοδεύεται από συγκεκριμένη αντιπρόταση κάποιας εναλλακτικής προσέγγισης που έχει ο κρίνων επιτυχώς εφαρμόσει στο δικό του πλαίσιο ευθύνης. Οι προσχηματικές κριτικές της άρνησης και της απόρριψης των πάντων, που κυριάρχησαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες, δεν βοήθησαν στη βελτίωση της εκπαίδευσης, αντίθετα ο συνδυασμός κριτικής και τεκμηριωμένης αντιπρότασης προωθεί σταθερά την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Ο κ. Ηλίας Γ. Ματσαγγούρας είναι πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.

