Εν αναμονή της έκβασης των συζητήσεων για τις περικοπές ή μη των συντάξεων, ΣΥΡΙΖΑ και Μέγαρο Μαξίμου επιχειρούν να καταστρώσουν μια ιδιότυπη στρατηγική διαχείρισης ήττας.
Χωρίς να είναι γνωστό πότε (και αν) η κυβέρνηση θα κατορθώσει να έλθει σε συνεννόηση με τους δανειστές, στο μυαλό των περισσοτέρων κυριαρχεί μία αντίληψη: Με βάση και τις νέες δημοσκοπήσεις, μία νίκη στις εκλογές φαντάζει απίθανη και ως εκ τούτου το βασικό μέλημα πρέπει να είναι η διασφάλιση ενός ποσοστού το οποίο θα δίνει στον ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να επηρεάζει τις μετεκλογικές εξελίξεις. Κυρίως, δε, να μπλοκάρει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και την κατάργηση της απλής αναλογικής από μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ και ενδεχομένως του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ.

Γιατί κάποιοι θέλουν κάλπες τον Μάιο

Στον βαθμό που όλες αυτές οι εξελίξεις μπορούν να προκαταληφθούν, κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ καταστρώνουν διάφορα εκλογικά σενάρια. Το επικρατέστερο τις τελευταίες ημέρες είναι αυτό της τριπλής κάλπης τον Μάιο του 2019. Κατά τη λογική των περισσοτέρων, η επιλογή αυτή είναι επιβεβλημένη για πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Κατ’ αρχάς, όσοι τάσσονται υπέρ αυτής της επιλογής έχουν συναίσθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει ελάχιστες πιθανότητες μιας αξιοπρεπούς επίδοσης στις ευρωεκλογές. Και αυτό καθιστά απαγορευτικό το εγχείρημα των εθνικών εκλογών το φθινόπωρο, καθώς το κόμμα θα οδεύσει προς τις κάλπες λίγους μόλις μήνες έπειτα από μια βαριά ήττα.
Παρά ταύτα και αναλόγως του τι και πότε θα γίνει με τις συντάξεις, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μιας απόπειρας αιφνιδιασμού νωρίτερα.
Στο κομματικό παρασκήνιο εξελίσσονται συζητήσεις και διεργασίες οι οποίες κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση από τις επιθυμίες και τις επιδιώξεις του Αλέξη Τσίπρα.
Σε ένα πρώτο επίπεδο, επιχειρείται ήδη να διαμηνυθεί στον Πρωθυπουργό ότι η λογική «το κόμμα είμαι εγώ» και η λήψη αποφάσεων σε έναν κλειστό κύκλο και ερήμην των υπολοίπων δεν πρόκειται να αποδώσει. Και στον βαθμό του εφικτού, στελέχη του κόμματος αναμένεται ότι θα επιδιώξουν να περιορίσουν τις πρακτικές που έχουν κυριαρχήσει στο Μέγαρο Μαξίμου και στον στενό πυρήνα της ομάδας Τσίπρα, Παππά, Βερναρδάκη, Τζανακόπουλου.
Σε ένα άλλο πεδίο, ο κομματικός πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ απορρίπτει εκ προοιμίου τις επιδιώξεις της ηγεσίας για διαμόρφωση δήθεν κοινών μετώπων με τη Σοσιαλδημοκρατία, την Ευρωπαϊκή Αριστερά ή άλλες συγγενείς δυνάμεις. Οπως λένε χαρακτηριστικά: «Ποια Σοσιαλδημοκρατία και ποια Αριστερά; Στην Ευρώπη μόνο το SPD έχει απομείνει και αυτό αποδεκατισμένο, ενώ η Αριστερά δεν έχει και την  καλύτερη γνώμη για τον Τσίπρα».
Υπό το πρίσμα αυτό, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πιθανολογείται ότι θα κληθεί στην πορεία προς τις εκλογές να εγκαταλείψει τις σκέψεις για μεταλλάξεις, πειραματισμούς και την επιβολή μιας αρχηγοκεντρικής δομής. Ηδη ένα σχετικό μήνυμα έστειλε ο Νίκος Φίλης την προηγούμενη εβδομάδα, λέγοντας ότι «στην Αριστερά δεν έχουμε προσωπικά κόμματα». Με δεδομένο πάντως ότι ο κ. Τσίπρας διαθέτει την πλειοψηφία στα κομματικά όργανα, η εξέλιξη αυτής της συζήτησης θα έχει ένα ενδιαφέρον και τα πρώτα δείγματα αναμένονται στις αρχές του επόμενου μήνα όπου έχει προγραμματιστεί η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής.

Το πικρό ποτήρι για τη Δούρου

Ενα άλλο πεδίο στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ αναζητεί μεθόδους εκλογικής διάσωσης είναι αυτό της τοπικής αυτοδιοίκησης. Κατά την κυρίαρχη αίσθηση, οι πιθανότητες νίκης σε κάποια περιφέρεια είναι ελάχιστες. Και υπό αυτή την έννοια, οι αποφάσεις να «κρυφτεί» το κόμμα πίσω από υποψηφιότητες όπως του Σταύρου Αρναουτάκη στην Κρήτη ή του Απόστολου Κατσιφάρα στην Δυτική Ελλάδα είναι ειλημμένες και επιβεβλημένες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση του κομματικού πυρήνα έναντι της Ρένας Δούρου, η θητεία της οποίας στην Περιφέρεια Αττικής ήταν απογοητευτική. Κατά τα όσα ήδη ακούγονται, ακόμη και αν η ίδια δεν επιθυμεί να είναι υποψήφια υπό τον φόβο μιας πανωλεθρίας, θα ασκηθούν πιέσεις προκειμένου να μη «δραπετεύσει», διεκδικώντας κάποια άλλη θέση στο ελληνικό ή στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Σε ό,τι αφορά δε την τακτική και τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ για τις δημοτικές εκλογές, τα όσα λέει κορυφαίο στέλεχος με μεγάλη κομματική επιρροή είναι ενδεικτικά: «Από τους τριακόσιους τόσους δήμους σε όλη την Ελλάδα, μόνο σε 80-85 θα κατεβούμε με αυτόνομες υποψηφιότητες. Στους υπόλοιπους θα «κρυφτούμε» πίσω από άλλες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο».

Πυρά κατά Παππά – Καρτερού για την ΕΡΤ

Προϊόντος του χρόνου και όσο πλησιάζουν οι εκλογές, αρχίζουν να αναδεικνύονται με πρωτοφανή τρόπο και οι εσωκομματικές αντιπαλότητες ή, ορθότερα, η κόντρα μεταξύ κόμματος και Μεγάρου Μαξίμου.
Με αφορμή τα αλλεπάλληλα περιστατικά στην ΕΡΤ, η δυσφορία και η ενόχληση για τις τακτικές και τις επιλογές του στενού κύκλου προσώπων περί τον Πρωθυπουργό δεν κρύβονται. Δεν ήταν μόνο οι επισημάνσεις του Ν. Φίλη, σύμφωνα με τις οποίες «η δημόσια τηλεόραση θα έπρεπε να προωθεί μία διαφορετική αντίληψη», που έφεραν στην επιφάνεια τη δυσαρέσκεια για τον Νίκο Παππά.
Η ενόχληση είναι γενικότερη και εκδηλώνεται όχι μόνο έναντι του υπουργού ΨΗΠΤΕ. Κομματικός παράγων αποδοκίμαζε σε κατ’ ιδίαν συζήτηση προ ημερών και την τακτική του διευθυντή του γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Θανάση Καρτερού, όπως και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο, ο οποίος υπηρετεί την ίδια γραμμή και αντίστοιχη φρασεολογία.
Κατά την ίδια πηγή, η εικόνα της ΕΡΤ αντανακλά τη φιλοσοφία της ηγετικής ομάδας της κυβέρνησης και υπό αυτή την έννοια διαμορφώνει τις χειρότερες δυνατές εντυπώσεις.
Οπως αναφέρθηκε, αν δεν υπάρξει μια ταχεία αλλαγή πρακτικών και αντιλήψεων, η κυβέρνηση θα πορευτεί προς τις εκλογές με τη δημόσια τηλεόραση εντελώς απαξιωμένη. Και αυτό δεν θα την ωφελήσει σε τίποτε, αντιθέτως υποκρύπτει τον κίνδυνο να εξελιχθεί η ΕΡΤ σε μια ανοιχτή πληγή.
Κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζουν μια μάλλον ρομαντική πρόταση: να υπάρξει άμεσα μια ριζική διοικητική αναδιάρθρωση στην ΕΡΤ, να επιλεγεί κάποιο πρόσωπο κοινής αποδοχής για τη θέση του προέδρου και ει δυνατόν να επιδιωχθεί και μια συνεννόηση με τη ΝΔ και τα άλλα κόμματα προκειμένου να συμφωνηθούν κάποιες λύσεις.
Θεωρείται όμως εξαιρετικά απίθανο με τα σημερινά δεδομένα να γίνει μια τέτοια επιλογή από την ηγεσία της κυβέρνησης.
Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η ΕΡΤ να αποτελέσει μια καλή αφορμή για σφοδρή κριτική από τους κομματικούς κατά της στενής ομάδας που περιβάλλει τον Πρωθυπουργό.