Δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης επιβλήθηκε από τις συνθήκες και πραγματοποιήθηκε από τον Πρωθυπουργό υπό το κράτος ασφυκτικής πίεσης, σχεδόν στα όρια της απελπισίας, μετά τη φονική πυρκαγιά της Ανατολικής Αττικής και την ατμόσφαιρα γενικευμένης αμφισβήτησης που επικράτησε για τις εμφανείς διαχειριστικές και πολιτικές ανεπάρκειες του κυβερνητικού σχήματος.
Κλονίστηκε συθέμελα εφέτος το καλοκαίρι η κυβέρνηση και επλήγη προσωπικά ο Πρωθυπουργός, οι αδυναμίες του οποίου αποκαλύφθηκαν σε πανεθνικό δίκτυο εκείνο το θλιβερό βράδυ της 23ης Ιουλίου, όταν επιχειρήθηκε να ελεγχθεί επικοινωνιακά η μεγάλη καταστροφή.
Επιχείρηση άμβλυνσης των δυσμενών εντυπώσεων
Ωστόσο, οι επιτελείς του Μεγάρου Μαξίμου, αφού εξήντλησαν δυνάμεις και δυνατότητες και είδαν το ανώφελο των προσπαθειών ελέγχου της δημοσιότητας, άλλαξαν τακτική, επενδύοντας κατά βάση στον πανδαμάτορα χρόνο, που όλα τα κατεβάζει και όλα τα στρογγυλεύει. Ετσι, αφού ανέλαβαν γενικώς και αορίστως την πολιτική ευθύνη, οργάνωσαν την επιχείρηση άμβλυνσης των δυσμενών συνθηκών και των ακόμη δεσμενέστερων εντυπώσεων.
Στην αρχή άνοιξαν το μέτωπο των αυθαιρέτων, προκειμένου να μεταφέρουν ή έστω να επιμερίσουν κομμάτια της ευθύνης στους άλλους, στους προηγούμενους, εν γένει στους κακούς, που ευθύνονται για όλα τα κακά του κόσμου τούτου.
Στη συνέχεια ο Πρωθυπουργός απέπεμψε επί της ουσίας τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, όπως και τους επικεφαλής της Πυροσβεστικής, της Αστυνομίας και της Πολιτικής Προστασίας.
Ακολούθησαν οι εξαγγελίες κάλυψης των πυροπλήκτων και λίγο αργότερα εξαπολύθηκαν πυρά κατά της αντιπολίτευσης, που προετοίμασαν τη μετάπτωση από το ζοφερό γεγονός της πυρκαγιάς στην πιο ελεγχόμενη και περισσότερο φιλική για τους ίδιους ζώνη της πολιτικής.
Επί έναν μήνα καταναλώθηκαν άπειρες ώρες νοσηρής ζύμωσης προκειμένου να φθάσουμε στην εφαρμογή ενός ευρύτερου πολιτικού σχεδίου, μέρος του οποίου ήταν και ο ανασχηματισμός. Νιώθοντας το κενό και τη φθορά, ο Πρωθυπουργός και οι επιτελείς του επέλεξαν να επισπεύσουν τις όποιες προεκλογικές πολιτικές κινήσεις –απλοϊκές και μικρής εμβέλειας οι περισσότερες –ακριβώς για να αμβλύνουν την πίεση της προηγούμενης περιόδου.

Η καρικατούρα της διεύρυνσης
Κάπως έτσι, με την ευκαιρία του ανασχηματισμού, έκανε τις αλλαγές στο κόμμα, επαναρρύθμισε τις σχέσεις του με τον συνεταίρο του υπουργό Αμυνας και προχώρησε στην καρικατούρα της αμφίπλευρης διεύρυνσης, εντάσσοντας στο κυβερνητικό σχήμα την υπερσυντηρητική και πολιτικά ανύπαρκτη κυρία Παπακώστα, την επίσης περιορισμένης πολιτικής και κοινωνικής επιρροής πασοκογενή κυρία Ξενογιανακοπούλου και την έχουσα συγγενική επαφή και σχέση με τον πάλαι ποτέ ισχυρό κύκλο των διανοουμένων του εκσυγχρονισμού Μυρσίνη Ζορμπά.
Απέφυγε βεβαίως να θίξει τους έχοντες διεθνή ευθύνη και παρουσία.
Αφησε ανέγγιχτο το οικονομικό επιτελείο, οι προκλητικά απόντες το τελευταίο διάστημα από τα δημόσια πράγματα κ.κ. Τσακαλώτος και Χουλιαράκης παραμένουν στις θέσεις τους ως άλλοι εγγυητές της δημοσιονομικής σταθερότητας έναντι των απαιτητικών ξένων, που διερωτώνται αν η παρούσα κλονισθείσα το καλοκαίρι κυβέρνηση είναι σε θέση να υπηρετήσει τις πολλές μεταρρυθμιστικές μεταμνημονιακές υποχρεώσεις.
Επιπλέον, αναβάθμισε με εντυπωσιακό τρόπο, αναδεικνύοντας σε πρώτο τη τάξει υπουργό, τον έχοντα την έξωθεν καλή μαρτυρία Αλέξη Χαρίτση, όπως και τον διατηρούντα καλές σχέσεις με την ευρύτερη επιχειρηματική αγορά Στέργιο Πιτσιόρλα, τον οποίο τοποθέτησε υπεύθυνο για τη Βιομηχανία.
Διατήρησε επίσης σταθερό στο υπουργείο Εξωτερικών τον Νίκο Κοτζιά, ο οποίος έχει απλωμένο τραχανά με το Μακεδονικό, το αλβανικό και το τελευταίως αναδειχθέν «ρωσικό ζήτημα».
Είναι φανερό ότι ο Πρωθυπουργός μέσα στον ευρύτερο εκλογικό σχεδιασμό θέλει να ασφαλίσει το εξωτερικό μέτωπο, να διατηρήσει τους δεσμούς με τον αμερικανικό παράγοντα, να μη θίξει τις σχέσεις με Ευρωπαίους και, αν είναι δυνατόν, να διευρύνει τις σχέσεις με το Ισραήλ και την ανερχόμενη Κίνα, η οποία δείχνει με κάθε τρόπο ότι θέλει την Ελλάδα κινεζική πύλη της Ευρώπης.
Επ’ ευκαιρία ο Πρωθυπουργός απώθησε κάποιους πολιτικά εξαντλημένους, όπως οι κ.κ. Κουρουμπλής, Αποστόλου, Κοντονής, Μπαλάφας και άλλους δευτερότριτους, δεν επιδοκίμασε αρκετούς από τους Ηρακλείς του στέμματος που περιδιάβαιναν τα κανάλια, αντιθέτως ενίσχυσε τη γενιά του, προωθώντας σε περιφερειακές θέσεις νεότερα κυβερνητικά στελέχη, που κατάγονται από προβληματικούς εκλογικά νομούς για τον ΣΥΡΙΖΑ, γενικώς θέλησε να χτίσει δική του ομάδα για τις ανάγκες της επόμενης μέρας.

Εργαλειοποίηση της δικαστικής εξουσίας
Το κρισιμότερο όλων πάντως είναι ότι θέλησε να ομογενοποιήσει την πολιτική ηγεσία της Δικαιοσύνης, ώστε να αποπειραθεί την πλήρη εργαλειοποίηση της δικαστικής εξουσίας κατά την επερχόμενη μακρά προεκλογική περίοδο. Τοποθέτησε στο συγκεκριμένο υπουργείο στενότατο συνεργάτη του κ. Τζανακόπουλου και έχοντα δεσμούς με τον κ. Παπαγγελόπουλο, την κυρία Θάνου και την κυρία Παπασπύρου, τον νεαρό δικηγόρο κ. Καλογήρου, ο οποίος ήδη με τις πρώτες του δηλώσεις ότι «Δικαιοσύνη και πολιτική εξουσία πρέπει να βρίσκονται στην ίδια πλευρά της μάχης απέναντι στους εχθρούς του δημοσίου συμφέροντος» φανέρωσε συγκεκριμένες διαθέσεις.
Κοινή είναι η πεποίθηση ότι η σκανδαλολογία θα ενισχυθεί προσεχώς και θα αναδειχθούν εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις πολιτικού ενδιαφέροντος όπως αυτή της Novartis και άλλες.
Για να ακολουθήσει τις επόμενες μέρες, από το βήμα της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης, ένα μπαράζ παροχών και υποσχέσεων από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, μέσω του οποίου θα προσπαθήσει να επαναπροσεγγίσει εξαγοράζοντας τα φτωχότερα τμήματα της κοινωνίας και μαζί τους συνταξιούχους, τους ενστόλους και τους δικαστές, με την ελπίδα πάντα να ξεπεράσει κατά το δυνατόν το άγος της πυρκαγιάς στο Μάτι και να συγκρατήσει τη φθορά που τον καταδιώκει εδώ και καιρό.

Αντιμητσοτακικό μέτωπο
Θα επενδυθεί όλο το παραπάνω με την απόπειρα ύψωσης και πάλι των κλασικών διαχωριστικών γραμμών μεταξύ των «δημοκρατικών» και «συντηρητικών» δυνάμεων και έτσι να στηθεί μια εκλογική αναμέτρηση ελεγχόμενης ήττας, σαν εκείνη που σχεδίασε το 1989 ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν πιεζόταν αφόρητα από το σκάνδαλο Κοσκωτά. Η ιδέα είναι μέσω όλων αυτών των αμυντικών πολιτικών κινήσεων και πρωτοβουλιών να συγκροτηθεί ένα είδος αντι-νεοφιλελεύθερου αντιμητσοτακικού μετώπου, ικανού να διεμβολίσει τη λαϊκή Δεξιά και να ελαχιστοποιήσει την επιρροή του ΚΙΝΑΛ της κυρίας Γεννηματά στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Κατά τον σχεδιασμό, στη βάση αυτών των πρωτοβουλιών σε ευθετότερο χρόνο θα αναζητηθούν δυνατότητες ανοίγματος των ψηφοδελτίων του ΣΥΡΙΖΑ σε πρόσωπα προερχόμενα τόσο από τη λαϊκή Δεξιά όσο και από την παλαιά δεξαμενή του ΠαΣοΚ.
Το όλο σχέδιο, αν δεν άγγιζε σε ορισμένες εκδοχές του τα όρια του γελοίου και δεν διακρινόταν από τον πρωτοφανή κυνισμό των επιτελών του Μεγάρου Μαξίμου, θα μπορούσε να έχει κάποια τύχη.
Ομως είναι εξ αρχής, από τη σύλληψή του, υπονομευμένο, επειδή φέρει το στίγμα του κυνικού και παράταιρου συνεταιρισμού με τις πλέον συντηρητικές, καθυστερημένες και λαϊκιστικές δυνάμεις της χώρας. Και επειδή όλο αυτό «φωνάζει» από μακριά ότι δεν έχει σχέση με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας και του λαού της, παρά μόνο με τις εξουσιαστικές επιδιώξεις μιας κλειστής προβληματικής ομάδας.
Θα αποτύχει και το πιθανότερο είναι, επειδή θα διαρκέσει κάμποσους μήνες μέχρι τις εκλογές, να διαμορφώσει βάσεις για νέα δεινά, παρά για οτιδήποτε άλλο.
Την ώρα που η χώρα και ο λαός της θα έπρεπε να ασκούνται εντατικά στην παραγωγή και στη δημιουργία, οι υπεύθυνοι θα εξαντλούνται σε άγονους εξουσιαστικούς αγώνες, μόνο και μόνο για να διαμορφώσει ο Πρωθυπουργός συνθήκες πολιτικής επιβίωσης στο μέλλον.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ