Τα βότανα με άλλο μάτι
Μια βόλτα στην ανοιξιάτική εξοχή, εν προκειμένω στον Υμηττό, παρέα με τον κατάλληλο άνθρωπο, αρκεί για να μας αποκαλυφθεί ο πλούτος της ελληνικής γης σε φυτά με φαρμακευτικές ιδιότητες. Μικρός οδηγός για εξερευνητές, αρχάριους και προχωρημένους!
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
«Το βλέπεις αυτό με τα γαλάζια λουλουδάκια; Είναι το μη-με-λησμόνει». Το είδα και εγώ. Και αμέσως ήλθε στο μυαλό μου ο Χένρι Ντέιβιντ Θόρο, ο αμερικανός φιλόσοφος, φυσιοδίφης και ποιητής του 19ου αιώνα, ο κήρυκας της απλής ζωής μέσα στη φύση. Διότι έχει αφιερώσει μια ολόκληρη παράγραφο γι’ αυτό ακριβώς το πολύ μικρό σε μέγεθος φυτό, που μου έδειχνε εκείνη τη στιγμή η Κωνσταντίνα. «Η Myosotis Laxa, δηλαδή «το αφτί του ποντικού», έχει τώρα επεκτείνει τις ταξιανθίες (της) τόσο πολύ και κρέμεται πάνω από την άκρη του ρυακιού. Είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σύντομα λουλούδια. Είναι το πιο όμορφο για να είναι μικρό και σεμνό· ακόμη και τα λουλούδια πρέπει να είναι μετριόφρονα».
Αλλά δεν ήταν μόνον η Myosotis Laxa που άξιζε να προσέξω. Σε ένα τόσο κοντινό στην πόλη μέρος δεν ήξερα πού να πρωτοκοιτάξω. Λίγες ημέρες μετά το Ορθόδοξο Πάσχα περπατήσαμε στο Αισθητικό Δάσος του Υμηττού, μαζί με την Κωνσταντίνα Λίτσα. Εργάζεται πλέον εδώ στην Ελλάδα ως βοτανοθεραπεύτρια, έχοντας πάρει το πτυχίο της, μετά από σπουδές για Herbal Medicine / Phytotherapy στο Πανεπιστήμιο Napier στη Σκωτία, ενώ στη συνέχεια έκανε και μεταπτυχιακές σπουδές στη Συμβουλευτική για τη Δημόσια Υγεία, στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.
Διαλύοντας
τις παρανοήσεις
Ανοιξη, με τον Υμηττό στα καλύτερά του. Να λοιπόν και η κατάλληλη στιγμή. Γεμάτη με φυτά και ολάνθιστη, η πλαγιά που βλέπει προς την Καισαριανή σε προβληματίζει μόνο για το ποιο ή ποια από αυτά μπορεί να είναι χρήσιμα για την ανθρώπινη υγεία. Και εδώ είναι που θα ακούσω με προσοχή το τι λέει γι’ αυτά η Κωνσταντίνα. Διότι, για παράδειγμα, οι τόσο συμπαθητικές αλλά και άφθονες ανεμώνες (Anemone coronaria) που συνήθως στολίζουν και τα μαγιάτικα στεφάνια μας έχουν θεραπευτικές ιδιότητες γνωστές από την αρχαιότητα αλλά όπως λέει η συνομιλήτριά μου: «Είναι ένα φυτό που παρότι έχει χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά, λόγω της τοξικότητάς του, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να θεωρηθεί ασφαλής. Οι λαϊκές θεραπευτικές χρήσεις της έχουν όχι μόνο λαογραφικό ενδιαφέρον, αλλά και φαρμακολογικό, μιας και θα μπορούσαν να δώσουν την κατεύθυνση για την επαλήθευση ή όχι των ιδιοτήτων της. Πολλά είδη ανεμώνης χρησιμοποιούνται θεραπευτικά ανά τον κόσμο, με πιο γνωστό από αυτά την Anemone pulsatilla, που χρησιμοποιείται στη βοτανοθεραπεία ως παυσίπονο, χαλαρωτικό, αντιβακτηριδιακό, τονωτικό της κυκλοφορίας και σπασμολυτικό, ειδικά για τη μήτρα. Χρειάζεται προσοχή στη χρήση, λόγω του ότι η υπερδοσολογία μπορεί να επιφέρει ανεπιθύμητες ενέργειες όπως σιελόρροια, πόνο στην κοιλιά, ναυτία, εμετό, καρδιακή αρρυθμία, αδυναμία, υποθερμία, παράλυση, δύσπνοια, σπασμούς και απώλεια συνείδησης. Ολα τα είδη της ανεμώνης είναι τοξικά αν χρησιμοποιηθούν φρέσκα και κάποια μπορεί να προκαλέσουν έντονες δερματικές αντιδράσεις εξωτερικά».
Αγρια
καλεντούλα
Η επόμενη συνάντηση είναι με την Calendula arvensis. Μια καλέντουλα που αν και τη λένε «άγρια» δεν έχει τίποτα το άγριο πέρα από το ότι της αρέσει να φυτρώνει έξω στους αγρούς (αυτό σημαίνει και η λατινική λέξη arvensis), άρα δεν απαιτεί και ιδιαίτερες περιποιήσεις. Εχει χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά ως αντισηπτικό, σπασμολυτικό, διουρητικό, αντιφλεγμονώδες, εφιδρωτικό και συνεπώς αντιπυρετικό. Οπως μαθαίνω στη διάρκεια αυτής της περιήγησης, «η ρητίνη που περιέχεται στα υπέργεια τμήματά της, προσδίδει στο φυτό επουλωτικές ιδιότητες – τα πολτοποιημένα φρέσκα φύλλα τοποθετούνται τοπικά σε πληγές. Το έγχυμα από τις ανθοφόρες ταξιανθίες (ολόκληρο δηλαδή το άνθος) χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση εγκαυμάτων. Φαρμακολογικές έρευνες έχουν επιβεβαιώσει τις αντιβακτηριακές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές της, καθώς και τις αιμολυτικές της ιδιότητες, που την καθιστούν ιδανική κυρίως για εξωτερική χρήση. Η καλέντουλα η φαρμακευτική (Calendula officinalis), που φαίνεται να έχει περισσότερες αποδεδειγμένες θεραπευτικές χρήσεις, είναι το είδος που χρησιμοποιείται συχνότερα στη δυτική βοτανοθεραπεία».
«Σκόρδο
το υποδασύ»
Η συνάντησή μας στη συνέχεια με κάτι που ονομάζεται «σκόρδο το υποδασύ» (Allium subhirsutum) γίνεται αφορμή για να μάθω ακόμη κάτι ενδιαφέρον που έχει να κάνει με την αντιμετώπιση φυτών όπως αυτό. «Είναι ένα κοινό φυτό της Μεσογείου, που φαίνεται να μοιράζεται τις ίδιες θεραπευτικές ιδιότητες με το γνωστό μας σκόρδο και πιθανώς να διαθέτει και επιπλέον κάποιες, που είναι υπό διερεύνηση. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κάλλιστα στην ελληνική κουζίνα. Η καλλιέργεια «άγριων» ειδών της οικογένειας Allium για τη μαγειρική αλλά και τη θεραπεία, θα βοηθούσε στη διατήρηση κάποιων ειδών αλλά και να εμπλουτίσει τη «βιοποικιλότητα» της διατροφής μας. Κάποια είδη, όπως Allium samothracicum, Allium runemarkii και το Allium platakisii, αναγράφονται στο «Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων σπάνιων και απειλούμενων φυτών της Ελλάδας», ως είδη κρισίμως κινδυνεύοντα και η συλλογή θα μπορούσε να συντελέσει στον αφανισμό τους».
Λαδανιά
η πανέμορφη
Μπροστά μας τώρα βρίσκεται το φυτό που οι περισσότεροι το ξέρουν για τα μοβ ή λευκά άνθη του που είναι σαν καμωμένα από χαρτί αλλά κάπως σκόπιμα τσαλακωμένο και στη μέση ένας ζωηρός, κίτρινος πυρήνας. Ταιριαστή υφή και με αυτήν των φύλλων του. Υπέροχο στολίδι στις ηλιόλουστες πλαγιές μας, ο κίστος ή αλλιώς λαδανιά. Χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα. Και όπως λέει η Κωνσταντίνα, «στην Ελλάδα απαντάμε κυρίως 4 είδη, εκ των οποίων το Cistus creticus είναι γνωστότερο για τη ρητίνη του, το λάδανο, που συλλέγεται παραδοσιακά με μοναδικό τρόπο στην Κρήτη. Καταγραφές της συλλογής υπάρχουν από τον Θεόφραστο (4ος αιώνας π.Χ.), που περιγράφει πώς συλλεγόταν από τα γένια των τράγων, στα οποία κολλούσε κατά τη βόσκηση. Τα υπόλοιπα είδη κίστου έχουν κι αυτά ρητίνη και παρόμοιες θεραπευτικές ιδιότητες. Φαρμακολογικές έρευνες αποδίδουν σε διαφορετικά είδη του κίστου αναλγητικές, αντιφλεγμονώδεις, αντιοξειδωτικές, αντιβακτηριακές, αντιμυκητιασικές, στυπτικές και αντικαρκινικές ιδιότητες».
Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Ο κίστος βοηθά επίσης στην αντιμετώπιση του δάκου σε βιολογικές ελαιοκαλλιέργειες. Μεγάλες ποσότητες εξάγονται στη Γερμανία, από όπου και μεταπωλείται παγκοσμίως.
Στα δεξιά μας καθώς βαδίζουμε στο μονοπάτι σαν σε παράταξη ένα μικρό «κοπάδι» από όμοια φυτά, με ζωηρό πράσινο χρώμα στα φύλλα τους, φυτά με λουλούδια χωρίς πέταλα, που έχω παρατηρήσει πως κανείς σχεδόν δεν τους δίνει σημασία. Ισως γιατί τα βλέπουμε παντού. Πρόκειται για τη λεγόμενη ευφορβία η χαρακίας (Euphorbia characias). Ακριβώς όπως και άλλα είδη της ίδιας οικογένειας, παράγει έναν γαλακτερό χυμό ή κόμμι που έχει χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά κυρίως ως ισχυρό καθαρτικό εσωτερικά και για την αντιμετώπιση των μυρμηγκιών και της ανεπιθύμητης τριχοφυΐας εξωτερικά. Το κόμμι της ευφορβίας είναι τόσο τοξικό, που παραδοσιακά κάποιοι ψαράδες το χρησιμοποιούσαν για να ακινητοποιήσουν τα ψάρια. Μπορεί να προκαλέσει έντονα εγκαύματα σε επαφή με το δέρμα και ειδικά με το βλεννογόνο και μόνιμη βλάβη στα μάτια, στην καρδιά και στο ήπαρ. Φαίνεται πως έχει φαρμακολογική αξία για την ανακάλυψη νέων φαρμάκων, αλλά δεν είναι ασφαλής για χρήση στη βοτανοθεραπεία.
Αυτή η ευφορβία έχει και έναν συγγενή, επίσης μόνιμο κάτοικο και στη χώρα μας αλλά πολύ πιο απρόσιτο διότι τα φύλλα του σκεπάζονται από ένα πυκνό πλέγμα αγκαθιών και εύλογα το όνομά του είναι Euphorbia acanthovatus.
Κολλιτσίδα
η ευεργετική
Για όποιον όμως περπατάει την άνοιξη μέσα σε πυκνοφυτεμένες πλαγιές, πολύ πιο ήπια αλλά και στενή γίνεται η επαφή με ένα άλλο φυτό κοινό παντού. Στην ελληνική γλώσσα η «κολλιτσίδα» είναι λέξη που φέρνει μαζί της μιαν αύρα… απαξιωτική. Και όμως, το Galium aparine, δηλαδή το γάλιο (από την ελληνική λέξη γάλα), πιο γνωστό ως κολλιτσίδα, ενώ είναι από τα πιο κοινά βότανα στη βοτανοθεραπεία, όπως μου το επιβεβαιώνει η Κωνσταντίνα, και απαντάται σε όλη την Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και την Ασία, εδώ στην Ελλάδα θεωρείται ζιζάνιο. Αλλά οι χάρες του είναι πολλές. «Βρώσιμο και πολύτιμο για τις θεραπευτικές του ιδιότητες, χρησιμοποιείται κυρίως ως λεμφαγωγό, αντιφλεγμονώδες, διουρητικό, στυπτικό, επουλωτικό και ηπατοπροστατευτικό. Ενισχύοντας την κυκλοφορία της λέμφου, μειώνει το οίδημα των διογκωμένων λεμφαδένων και βοηθά έμμεσα στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού. Συμβάλλει επίσης στην ανακούφιση φλεγμονών του ουροποιητικού συστήματος και εξωτερικά βοηθά στην αντιμετώπιση φλεγμονών του δέρματος. Καλύτερα χρησιμοποιείται φρέσκο, σε μορφή χυμού, αλλά είναι αποτελεσματικό και σε μορφή εγχύματος και σε μορφή βάμματος».
Ενα ακόμη φυτό στον δρόμο μας, από αυτά που τα θεωρείς πλέον τόσο συνηθισμένα ώστε να μην τους δίνεις σημασία αν δεν σου επιστήσει κάποιος ειδικός την προσοχή, ήταν το γεράνι του Ρόμπερτ (Geranium robertianum). Και όμως «πρόκειται για φυτό με όμορφα ροζ άνθη, που φυτρώνει μόνο του σχεδόν όπου υπάρχει πρασινάδα. Παρότι τόσο κοινό, σε όλο το βόρειο ημισφαίριο, δεν είναι αρκετά μελετημένο, αν και χρησιμοποιείται παραδοσιακά σε πολλούς πολιτισμούς. Ως στυπτικό και βότανο, έχει χρησιμοποιηθεί με σκοπό αντιδιαρροϊκό και επουλωτικό. Θεωρείται επίσης αντιβακτηριακό, αντιφλεγμονώδες, διουρητικό, λιθοτριπτικό, αποτοξινωτικό του ήπατος. Ο χυμός του χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της ωτίτιδας. Φαρμακολογικές έρευνες υποστηρίζουν τις παραδοσιακές του χρήσεις, χρειάζεται ωστόσο να κατανοήσουμε καλύτερα τη σχέση μεταξύ των δράσεων των συστατικών του και των βιολογικών του ιδιοτήτων, για να επιβεβαιωθούν».
Εκεί που κόβει
το σπαθί!
Επρεπε πάντως να περπατήσω δίπλα σε κάποιον ή κάποια πολύ πιο ειδικό από εμένα για να καταφέρω να αναγνωρίσω στον Υμηττό το Hypericum perforatum, δηλαδή το φημισμένο βαλσαμόχορτο ή σπαθόχορτο. Ευτυχώς βρέθηκα με τον κατάλληλο άνθρωπο και έμαθα επίσης ότι «είναι το πρώτο σε πωλήσεις αυτοσυνταγογραφούμενο βότανο σε μορφή συμπληρώματος διατροφής στη Βρετανία και στην Αμερική, για τις αντικαταθλιπτικές του ιδιότητες. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας παρασκευάζεται παραδοσιακά με αυτό το βαλσαμέλαιο ή σπαθόλαδο (γιατί θεράπευε τα τραύματα από τα σπαθιά). Στη λαϊκή ιατρική χρησιμοποιείται κυρίως για την επούλωση πληγών και μυϊκών τραυμάτων, για τις μυρμηγκιές, καθώς και εσωτερικά για την αντιμετώπιση πεπτικών ελκών. Για την παρασκευή του ελαίου, καλύπτεται ένα βάζο γεμάτο βαλσαμόχορτο με ελαιόλαδο και εκτίθεται συνήθως στον ήλιο για 40 ημέρες». Από τη συζήτηση πάντως βγήκε και ότι ιδανικά, βέβαια, το ελαιόλαδο που έχει εκτεθεί στον ήλιο είναι καλό να μη λαμβάνεται εσωτερικά, οπότε τελευταία θα βρούμε σκευάσματα που έχουν παρασκευαστεί στη σκιά. Λόγω της μεγάλης ζήτησής του, έχουν γίνει πολλές φαρμακολογικές έρευνες για τις δράσεις του, οι οποίες επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητά του για όλες τις παραδοσιακές χρήσεις που προαναφέρθηκαν. Θεωρείται πως έχει και αντι-ιικές ιδιότητες. Στη βοτανοθεραπεία χρησιμοποιείται επίσης ως αντιφλεγμονώδες, αντιμικροβιακό και επουλωτικό του νευρικού συστήματος. Αλλά και εδώ, όπως εφιστά την προσοχή των αναγνωστών και η Κωνσταντίνα Λίτσα, «έχει πολλές αντενδείξεις λόγω της αλληλεπίδρασής του με άλλα φάρμακα, οπότε και χρειάζεται να εξεταστεί αν ενδείκνυται η χρήση του για κάθε ειδική περίσταση. Στην Ελλάδα απαντώνται 12 είδη υπερικού, από τα οποία τα 5 κινδυνεύουν, σύμφωνα με το «Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των σπάνιων και απειλούμενων φυτών της Ελλάδας». Χρειάζεται να γνωρίζουμε ποια είναι αυτά τα είδη και να τα προστατεύσουμε, αλλιώς μπορεί να συμβάλλουμε ηθελημένα (και χωρίς δικαιολογία) στον αφανισμό τους».
Φυτά και από
το διπλανό οικόπεδο
Σε μια περιπλάνηση που κράτησε κοντά στις τέσσερις ώρες πρόλαβα να δω δεκάδες διαφορετικά φυτά σε έναν περιορισμένο σχετικά χώρο. Ορχιδέες, φριτιλάριες, κρόκους, βερμπάσκο, πολυτρίχια και μαζί τους το «μη με λησμόνει». Αλλα πολύ κοινά σε κάθε ακάλυπτο κομμάτι της Αττικής και άλλα πιθανώς τόσο σπάνια που ίσως κυριολεκτικά να βρίσκονται ένα χιλιοστό πριν την εξαφάνισή τους.
Ο βοτανοθεραπευτής από όσο καταλαβαίνω δεν είναι κάποιος που κυνηγάει τα πιο απόκοσμα φυτά για να φτιάξει την πιο μυστική αλοιφή. Προσπαθεί από τα φυτά που έχει γύρω του και σε αφθονία να πάρει τις ουσίες που του χρειάζονται. Για να βεβαιωθώ τη ρωτώ αν θα έπρεπε να παίζει ρόλο και το να μην είναι σπάνια και να κινδυνεύουν με εξαφάνιση αυτά που διαλέγει.
«Υπάρχουν κάποια πολύ κοινά βότανα, εύκολα διαθέσιμα και σε μεγάλους πληθυσμούς, που σημαίνει ότι δεν κινδυνεύουν από τη συλλογή. Για παράδειγμα, πολλά βότανα που θεωρούνται ζιζάνια στη σύγχρονη γεωργία ξεκληρίζονται ασύστολα από καλλιεργητές, όπως το τριβόλι, η κολλιτσίδα, το πεντάνευρο, η τσουκνίδα, το γαϊδουράγκαθο, το τριφύλλι, το ξινολάπαθο, η πλατομαντήλα, η αγριάδα, για να αναφέρω μόνο λίγα από αυτά, που όμως είναι εξαιρετικά πολύτιμα στη βοτανοθεραπεία. Τόσο πολύτιμα, ώστε θα τολμούσα να προτείνω στους καλλιεργητές, αντί να τα εξολοθρεύουν με ζιζανιοκτόνα και όργωμα, να σκεφτούν σοβαρά την οικονομική τους αξιοποίηση. Είναι αξιοπερίεργο το να υπάρχουν σε τόση αφθονία αλλά οι περισσότεροι έμποροι βοτάνων να αναγκάζονται να τα εισάγουν, επειδή δεν υπάρχει σταθερή πηγή διάθεσης στο ελληνικό εμπόριο. Τέτοια λοιπόν βότανα θα τα μάζευα ευχαρίστως, ή θα ζητούσα από φίλους καλλιεργητές να τα συλλέξουν για εμένα. Αν κάτι φυσικά το χρειάζομαι και δεν είχα προνοήσει να έχω, θα το αγόραζα».
Ραδίκια και
τριαντάφυλλα
Υπάρχουν άραγε κάποια πιο «αγαπημένα» βότανα για έναν που τα χρησιμοποιεί καθημερινά; «Κάποια από τα πολλά αγαπημένα μου βότανα είναι το ραδίκι, ειδικά η ρίζα του, για την υποστήριξη της αποτοξίνωσης του ήπατος, η κολλιτσίδα, που λειτουργεί ως χολαγωγό, το βαλσαμόχορτο, ως επουλωτικό και θρεπτικό ή θεραπευτικό του νευρικού συστήματος, το πεντάνευρο, ως αντιφλεγμονώδες και στυπτικό του βλεννογόνου. Στις περισσότερες συνταγές μου για πόνους περιόδου θα πρόσθετα βιμπούρνο ως σπασμολυτικό και την αχίλλεια ως τονωτικό της κυκλοφορίας. Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο το πόσο πολλά βότανα υπάρχουν και το ότι το καθένα από αυτά έχει πολλαπλές δράσεις. Και αν με ρωτάς γιατί διαλέγω για παράδειγμα τα τριαντάφυλλα για να φτιάξω «βάμμα» ή εκχύλισμα από ξίδι, όπως στο Εργαστήριο Παρασκευής Βαμμάτων στο Φεστιβάλ της Βωβούσας, είναι επειδή το ξίδι είναι πολύ καλός διαλύτης για τα συστατικά των πετάλων του τριαντάφυλλου και επειδή είναι εύκολο να παρασκευάσει κάποιος στο σπίτι εκχύλισμα ξιδιού με ροδοπέταλα. Ετσι, λαμβάνει τις ιδιότητές τους για θεραπευτική και καλλυντική χρήση, αλλά έχει και ένα εξαίρετο τρόφιμο, διατηρώντας παράλληλα μια παράδοση που συνηθίζεται στις Κυκλάδες (και αν δεν κάνω λάθος ειδικά στη Σίφνο), όπου χρησιμοποιούν ξίδι αρωματισμένο με ροδοπέταλα στη διατροφή τους, π.χ. στις σαλάτες και στις φακές. Τα παραδοσιακά σκευάσματα έχουν μια επιπλέον χάρη και μπορούμε να διατηρούμε τις πολύτιμες αυτές παραδόσεις, εντάσσοντάς τες στην καθημερινότητά μας».
Ρωτώντας
έρχεται η χρήση
«Για κάθε ένα από τα φυτά που αξιοποιώ, έρχονται στο μυαλό μου κάποιες ερωτήσεις. Πού μεγαλώνουν; Αγρια ή καλλιεργημένα; Είναι υγιές το περιβάλλον και το χώμα στο οποίο αναπτύσσονται; Ποιος τα συνέλεξε ή τα καλλιέργησε; Το έκανε αυτό με έγνοια και σεβασμό για τα φυτά, τη φύση και τον άνθρωπο; Από πόσο μακριά έρχονται και πόση ενέργεια χρειάστηκε για να φτάσουν σε εμένα; Είναι το κόστος της μεταφοράς τους αντίστοιχο με αυτό που πληρώνω, ή επιβαρύνω το περιβάλλον με αυτό; Η τιμή του αντιπροσωπεύει την τιμή με την οποία αμείφθηκαν οι άνθρωποι που συμμετείχαν στη συλλογή ή και στην καλλιέργεια; Πόσα χέρια μεσολάβησαν μέχρι εμένα; Τι περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιδράσεις έχει η επιλογή μου να χρησιμοποιήσω αυτό το φυτό, είτε το συλλέγω είτε το καλλιεργώ είτε το αγοράζω; Αν το αγοράζω, ποιον στηρίζω; Κοινότητες καλλιεργητών, μικρές επιχειρήσεις, πολυεθνικές εταιρείες; Εμπιστεύομαι την ποιότητά του, ότι θα κάνει καλό στην υγεία μου; Η επιλογή που κάνω τιμά τις προσωπικές μου αξίες και πεποιθήσεις; Αν όχι, το χρειάζομαι πραγματικά; Είμαι διατεθειμένη να πληρώσω το τίμημα (εννοώ το συναισθηματικό); Ποιες άλλες εναλλακτικές έχω που να μου προσφέρουν περισσότερη νοητική και συναισθηματική ικανοποίηση; Ιδανικά θα ήθελα κάθε φορά να μπορώ να απαντήσω σε όλες από τις παραπάνω ερωτήσεις και νομίζω πως ο καθένας μας οφείλει».
Είναι σίγουρα πιο οικονομικό να χρησιμοποιούμε κοινά φυτά για θεραπεία, όπως για παράδειγμα το σκόρδο και το κρεμμύδι, το φασκόμηλο, το θυμάρι, την ιτιά, τη δάφνη, αντί να προμηθευόμαστε το καθετί από το φαρμακείο. Εντάσσει τον άνθρωπο στο φυσικό περιβάλλον, κάτι που μας κάνει να θέλουμε να το φροντίσουμε και να το σεβαστούμε περισσότερο, αντί απλά να το εκμεταλλευτούμε.
Βάμματα και εκχυλίσματα
Τα βάμματα είναι εκχυλίσματα του φυτού σε κάποιον διαλύτη, συνήθως αλκοολούχο. Οι περισσότερες βοτανικές φαρμακοποιίες, που είναι οδηγοί χρήσης των φαρμάκων, δίνουν επιλογές για την εσωτερική λήψη βοτάνων σε μορφή ροφήματος, βάμματος ή κάψουλας ή και για κάποια βότανα προτείνεται η λήψη συγκεκριμένης ποσότητας της δραστικής ουσίας ή η ποσότητα αποξηραμένου βοτάνου στην οποία αντιστοιχεί.
Κάθε φαρμακοποιία στηρίζεται σε συγκεκριμένες έρευνες ή μονογραφίες (συλλογές μελετών) για το κάθε φυτό. Εφόσον οι μονογραφίες είναι διαφορετικές, μπορεί να υπάρξουν μικρές αποκλίσεις στις προτάσεις για τη δοσολογία και την αναλογία του βάμματος.
Υπάρχει μια κοινή γλώσσα, που καταλαβαίνουν με ευκολία όλοι οι φαρμακοποιοί και γενικά οι παρασκευαστές βαμμάτων, με ξεκάθαρες οδηγίες για την αναλογία βοτάνου – διαλύτη, την αναλογία περιεκτικότητας αλκοόλης του διαλύτη και οδηγίες δοσολογίας.
Στις οδηγίες παρασκευής βάμματος αναγράφεται ξεκάθαρα η αναλογία του βοτάνου σε βάρος και του διαλύτη σε όγκο. Επίσης το ποσοστό τοις εκατό σε αλκοόλη του διαλύτη. Σε μια συνταγή, για παράδειγμα, 1:10 (που είναι αρκετά κοινή περιεκτικότητα βοτάνου για τα ελληνικά φαρμακεία), σημαίνει ότι χρειαζόμαστε ένα μέρος βοτάνου σε βάρος, για παράδειγμα 1 γραμμάριο, και 10 μέρη διαλύτη σε όγκο, δηλαδή 10 ml. Θα μπορούσε αντίστοιχα να σημαίνει 1 κιλό βότανο σε 10 λίτρα διαλύτη και ούτω καθεξής. Αντίστοιχα, δίπλα στο ποσοστό βοτάνου προς διαλύτη αναγράφεται και το ποσοστό αλκοόλης, συνήθως από 20%, για κάποια βότανα που αποδεσμεύουν καλύτερα τα συστατικά τους σε νερό, μέχρι και 90%, κυρίως για βότανα που περιέχουν ρητίνη (που χρειάζεται μεγάλη περιεκτικότητα αλκοόλης για να διαλυθεί). Οπότε μια συνταγή θα μπορούσε να είναι 1:10 (40%), όπου ο διαλύτης έχει αντίστοιχη περιεκτικότητα αλκοόλης με το τσίπουρο, το τζιν ή τη βότκα.
Ο διαλύτης μπορεί να είναι αλκοόλη ποτοποιίας ή κάποιο αλκοολούχο ποτό, και βοτανικά εκχυλίσματα μπορούν να παρασκευαστούν σε ξίδι ή πόσιμη γλυκερίνη. Συχνά τα συναντάμε ως «μη αλκοολούχα βάμματα».
Τα βάμματα συχνά είναι πιο εύκολα στη χρήση, εφόσον αρκεί μια μικρή ημερήσια δόση σε σχέση με την αντίστοιχη που χρειάζεται να ληφθεί σε μορφή ροφήματος. Αν για παράδειγμα η προτεινόμενη ποσότητα λήψης ενός βοτάνου σε έγχυμα είναι 2 γραμμάρια 3 φορές την ημέρα, τότε θα χρειαστεί κάποιος να πιει 3 κούπες νερό με 2 γραμμάρια βοτάνου ανά κούπα. Η αντίστοιχη αναλογία σε βάμμα θα μπορούσε να είναι 2 ml, 3 φορές τη μέρα. Τα βάμματα είναι καλύτερο να ληφθούν διαλυμένα σε λίγο νερό.
Στα βάμματα της λαϊκής ιατρικής, συνήθως δεν υπολογίζονται οι μονάδες βάρους και όγκου, αλλά οι αναλογίες είναι πιο αραιές, γιατί συχνά φτιάχνονται και για τη γεύση τους. Στη δυτική βοτανοθεραπεία είναι απαραίτητη η καταγραφή για να γνωρίζουμε την ακριβή δοσολογία.
Συνταγή για «βάμμα ξιδιού από ροδοπέταλα»
Μπορείτε εύκολα να φτιάξετε ξίδι αρωματισμένο με ροδοπέταλα, ή αλλιώς ροδόξιδο, το οποίο παρασκευάζεται παραδοσιακά στην Κεφαλλονιά και σε άλλα νησιά του Ιονίου. Η παραδοσιακή συνταγή έχει ρίζες στο Βυζάντιο και φυσικά μπορείτε να βρείτε έτοιμο ροδόξιδο στο εμπόριο, από παραγωγούς που έχουν διατηρήσει τα μυστικά της παράδοσης. Το ιδιαίτερο άρωμα δίνεται από τη δαμασκηνή τριανταφυλλιά, κάποιο παλιό είδος της οποίας διατηρείται στην Κεφαλλονιά. Μπορείτε να βρείτε επίσης ελληνικής παραγωγής πέταλα δαμασκηνής ή εκατόφυλλης τριανταφυλλιάς, που είναι εξίσου αρωματική, από τον συνεταιρισμό του Βοΐου Κοζάνης.
Η δαμασκηνή τριανταφυλλιά χρησιμοποιείται παραδοσιακά για την αντιμετώπιση της δυσπεψίας, των πόνων περιόδου, του πονοκεφάλου και ως αντιφλεγμονώδες κυρίως του λαιμού. Εξωτερικά χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της ακμής και ως επουλωτικό. Το αιθέριο έλαιό της έχει αντισηπτικές και αντικαταθλιπτικές ιδιότητες. Είναι από τα ασφαλέστερα βότανα και τα φρέσκα πέταλα, όπως και οι καρποί (προσοχή – τα σπόρια και η σκόνη του καρπού δεν τρώγονται), είναι βρώσιμα σε όλα τα είδη (που δεν ψεκάζονται) και αποτελούν καταπληκτική πηγή βιταμίνης C.
Υλικά (για εκχύλισμα βάμμα 1:10):
-100 γραμμάρια αποξηραμένα πέταλα τριαντάφυλλου – προτιμήστε κάποια αρωματική ποικιλία όπως η δαμασκηνή ή η εκατόφυλλη.
-1 λίτρο ξίδι από λευκό κρασί ή μηλόξιδο*
Τοποθετήστε τα πέταλα σε ένα αποστειρωμένο βάζο, σκεπάστε με το ξίδι, κλείστε το βάζο αεροστεγώς και τοποθετήστε το στη σκιά για τουλάχιστον 3 εβδομάδες. Ανακινείτε κάθε τρεις μέρες. Σουρώνετε και τοποθετείτε σε μπουκάλια και είναι έτοιμο για χρήση. Μπορείτε να το προσθέσετε στο φαγητό όπως το κανονικό ξίδι ή να το χρησιμοποιήσετε θεραπευτικά.
* Αν επιθυμείτε, μπορείτε να αλλάξετε τον διαλύτη και να παρασκευάσετε αλκοολούχο βάμμα αντί για εκχύλισμα βάμμα ξιδιού (κατά προτίμηση σε περιεκτικότητα αλκοόλης όχι μεγαλύτερη από 40%, για παράδειγμα σε κάποιο γλυκό κρασί ή σε τσίπουρο).

