Τα ρομπότ απειλούν τα golden boys των αγορών
Η εισβολή της τεχνολογίας αλλάζει τον τρόπο δουλειάς, και οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία του χρηματιστηριακού τζόγου πρέπει να ανησυχούν για το μέλλον τους

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Δεν είναι μόνο οι θέσεις εργασίας στη βαριά βιομηχανία που απειλούνται με εξαφάνιση από τα ρομπότ. Και οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία του χρηματιστηριακού τζόγου πρέπει να ανησυχούν για το μέλλον τους. Με την εισβολή της τεχνολογίας η δουλειά του trader και του επενδυτικού τραπεζίτη αλλάζει άρδην. Διότι η Σίλικον Βάλεϊ αναγκάζει τους τραπεζίτες να «ξεμάθουν» όσα ήξεραν. Τους αναγκάζει να αλλάξουν όχι μόνο τρόπο δουλειάς, αλλά και συνήθειες και τρόπο ζωής. Διότι είναι η κουλτούρα των μπόνους εκείνη που τείνουν να καταργήσουν οι αλγόριθμοι.
«Ζητούμε να προσλάβουμε ανθρώπους που δεν έχουν ως κίνητρο στη δουλειά τους την εξασφάλιση όσο το δυνατόν υψηλότερου μπόνους, αλλά βάζουν μακροπρόθεσμους στόχους. Να μαντέψουν, φέρ’ ειπείν, πώς θα είναι η αγορά σε δέκα χρόνια. Η ιδέα ότι είσαι υπεύθυνος για το πεπρωμένο σου έχει πεθάνει. Το παιχνίδι των επενδύσεων και των χρηματοοικονομικών γίνεται όλο και πιο ομαδικό» δηλώνει στο Bloomberg ο Κρις Περβς, επικεφαλής του Εργαστηρίου Στρατηγικής Ανάπτυξης της UBS Group AG.
Μακρινή ανάμνηση
οι θρυλικοί παίκτες
Ο Περβς έχει αναλάβει να εμπλέξει και να εξοικειώσει τους τραπεζίτες του ελβετικού ομίλου με τους αλγορίθμους και τα ηλεκτρονικά συστήματα καθώς, όπως λέει χαρακτηριστικά, «οι θρυλικοί παίκτες που κυνηγούσαν στις αγορές τις ευκαιρίες που θα τους εξασφάλιζαν μεροκάματα των 100 εκατ. δολαρίων γίνονται μακρινή ανάμνηση». Αν όμως φεύγουν τα μπόνους, τι είναι αυτό που έρχεται στη θέση τους; Είναι η κυριαρχία της… γραφειοκρατίας, απαντούν οι ειδικοί! Μια εξέλιξη που καθιστά την ατομική ανθρώπινη κρίση λιγότερο σημαντική στον χώρο της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και αναβαθμίζει τη σημασία της ομάδας, του γραφείου δηλαδή ή της επενδυτικής μονάδας, που θα λειτουργεί με τη λογική των αλγορίθμων. Εξυπακούεται ότι η «ομάδα» ή το γραφείο θα αποτελείται ως επί το πλείστον από… προγραμματιστές ηλεκτρονικών υπολογιστών!
Οι προγραμματιστές αυτοί θα είναι εκείνοι που θα αντικαταστήσουν τους χαρισματικούς traders, τα «λαγωνικά» των ευκαιριών ή τους «λύκους» της Wall Street, επί το κινηματογραφικότερον. Κι αυτοί θα μοιράζονται τα μπόνους, αφού αυτοί θα χειρίζονται τους κωδικοποιητές που έχουν ήδη εξασφαλίσει άδειες (στην JPMorgan Chase για παράδειγμα) προκειμένου να διαχειρίζονται μετοχές. Τη χρονιά αυτή η Citigroup σχεδιάζει να προσλάβει 2.500 προγραμματιστές, σημειώνει το Bloomberg, ενώ αθρόες προσλήψεις έχει ξεκινήσει και η Goldman Sachs.
Χαμηλότερες
προσδοκίες
Το ζήτημα εν προκειμένω είναι ότι οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται στις τράπεζες δεν φαίνεται να είναι τόσο καλοπληρωμένες όσο οι θέσεις που καταργούνται. Ενώ οι τράπεζες ανταγωνίζονται πλέον με τεχνολογικές εταιρείες όπως η Google και το Facebook για την προσέλκυση ταλέντων, η υψηλή ζήτηση για τεχνολογικές δεξιότητες δεν μεταφράζεται σε αυξημένες αποδοχές. Σύμφωνα με έρευνα της Options Group, ένας γενικός διευθυντής του τμήματος χρηματοοικονομικής μηχανικής μπορεί να ελπίζει σε αποδοχές από 570.000 έως 775.000 δολάρια ετησίως, ενώ οι συνεργάτες του ενθυλακώνουν από 140.000 έως 190.000 δολάρια ετησίως.
Η αλήθεια είναι ότι, πέρα από την τεχνολογική μεταστροφή, τα μπόνους στο χώρο της επενδυτικής τραπεζικής έχουν ήδη ροκανιστεί από την αλλαγή νοοτροπίας που έφερε η κρίση και από την κάμψη των κερδών από τις συναλλαγές. Το μέσο μπόνους στη Wall Street υποχώρησε το 2018 για πρώτη φορά έπειτα από τρία χρόνια στα 153.700 δολάρια.
«Ομως δεν είναι μόνο το ύψος των αποζημιώσεων που συρρικνώνεται. Διακυβεύεται και η κουλτούρα των μπόνους. Με τις τεχνολογικές πλατφόρμες να παίρνουν το πάνω χέρι, οι traders δεν θα μπορούν πλέον να πληρώνονται βάσει του μοντέλου «τρως ό,τι σκοτώνεις». Τα μπόνους που θα μοιράζονται θα καθορίζονται από την ισχύ και την αποτελεσματικότητα του ευρύτερου desk ή της μονάδας» σημειώνουν οι Κέιτι Λίνσελ και Λάναν Νγκουγέν του Bloomberg.
Φουντώνει η συζήτηση για τη φορολόγηση της τεχνητής νοημοσύνης
Πέρα από τα μείζονα κοινωνικά ζητήματα που δημιουργεί η αντικατάσταση ανθρώπων από μηχανές στους εργασιακούς χώρους, δημιουργεί και προβλήματα δημοσιονομικά. Διότι οι άνθρωποι αμείβονται, φορολογούνται και καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές, ενώ οι μηχανές όχι. Κάτι που σημαίνει ότι η ρομποτοποίηση απειλεί και τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά συστήματα των χωρών.
Η μοναδική λύση στο ερώτημα τι θα απογίνουν τα ασφαλιστικά συστήματα από την τεχνολογική εισβολή και επικράτηση των ρομπότ είναι μία: φορολογήστε τα! Την ιδέα της φορολόγησης της τεχνητής νοημοσύνης στις περιπτώσεις που «κλέβει» θέσεις εργασίας από την ανθρώπινη επαναφέρουν στην επικαιρότητα ο Μπιλ Γκέιτς και ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μπιλ Ντε Μπλάζιο. Ο δεύτερος, μάλιστα, έδωσε ένα σχέδιο φορολόγησης των ρομπότ στη δημοσιότητα, στο πλαίσιο της βραχύβιας προεκλογικής εκστρατείας που έκανε για την αμερικανική προεδρία – εγκατέλειψε τον περασμένο Σεπτέμβριο, πολύ νωρίς δηλαδή, την κούρσα για το χρίσμα των Δημοκρατικών.
Ενας φόρος στα ρομπότ θα εξυπηρετούσε πολλούς σκοπούς ταυτόχρονα, σημειώνουν οι υποστηρικτές του. Αφενός θα επιβράδυνε την περικοπή θέσεων εργασίας για χάρη των αυτοματισμών και της τεχνητής νοημοσύνης, ενώ θα ενίσχυε τα ταμεία και της κυβέρνησης και των ασφαλιστικών ταμείων που θα στερούνταν έσοδα από εργαζομένους. Διότι ουσιαστικά η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την υποχρέωση των εργοδοτών που αντικαθιστούν ανθρώπους με ρομπότ να αναλάβουν το οικονομικό κόστος της κατάργησης εργαζομένων με σάρκα και οστά.
Η φορολόγηση των μηχανών μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους, αναφέρει ρεπορτάζ της «Wall Street Journal». Τα κοινοβούλια θα μπορούσαν να περιορίσουν ή να διακόψουν τις φορολογικές ελαφρύνσεις σε επιχειρήσεις που αντικαθιστούν ανθρώπους με ρομπότ. Θα μπορούσαν επίσης να θεσμοθετήσουν την επιβάρυνση των επιχειρήσεων με τις ασφαλιστικές εισφορές που θα κατέβαλλαν αν απασχολούσαν ανθρώπους. Ή να τις υποχρεώσουν να καταβάλλουν και τους φόρους εισοδήματος που θα κατέβαλλαν οι εργαζόμενοι που αντικαθιστώνται από τα ρομπότ.
Υπάρχουν, ασφαλώς, και οι αντίθετες φωνές – δεδομένου μάλιστα που προς το παρόν οι φόβοι για μαζικές απώλειες θέσεων εργασίας από την αυτοματοποίηση και την τεχνητή νοημοσύνη είναι ακόμα θεωρητικοί. Από τη βιομηχανική επανάσταση του 19ου αιώνα οι μηχανές αντικαθιστούσαν σωρηδόν θέσεις εργασίας. Αλλά πάντα δημιουργούνταν νέες θέσεις εργασίας σε διαφορετικούς τομείς επαγγελμάτων και δεξιοτήτων, υποστηρίζουν όσοι κρίνουν υπερβολική τη φορολόγηση των μηχανών. Δύσκολο μοιάζει, πάντως, να συνεχίσουν να θεωρούνται τα ρομπότ τεχνολογικός εξοπλισμός (σαν τους εκτυπωτές, για παράδειγμα) και να εκπίπτουν φορολογικά εντασσόμενα στις λειτουργικές δαπάνες της επιχείρησης.

