Η επικείμενη εμφάνιση της Μαρίας Φαραντούρη στη σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για να ερμηνεύσει το «Πνευματικό Εμβατήριο» και άλλες συνθέσεις του Μίκη Θεοδωράκη έρχεται ως δώρο προς το σύγχρονο κοινό. Προς ένα κοινό που μέσα από τη μουσική του κορυφαίου δημιουργού ξαναβρίσκει την ιδανική Ελλάδα, επιστρέφει στις ρίζες του, αφουγκράζεται (για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του ίδιου) «την ανάσα των ποιητών, τους παλμούς της καρδιάς και το τραγούδι τους». «Η συγκίνησή μου είναι μεγάλη» λέει με τη σειρά της η κυρία Φαραντούρη, «όπως κάθε φορά που τραγουδάω συνθέσεις του Μίκη. Πάντα νιώθω συγκίνηση και θαυμασμό, καθώς στο τεράστιο, πολυσχιδές και πολυσήμαντο έργο του βρίσκεις τα πάντα, ανακαλύπτεις βαθιά και σπουδαία νοήματα. Γιατί είναι ποίηση, στηρίζεται στην ποίηση! Και όταν η ποίηση στοχεύει στις καρδιές των ανθρώπων, τότε δημιουργείται κάτι το μεγαλειώδες. Τα ποιητικά έργα δεν πεθαίνουν ποτέ, κάποια στιγμή θα βρουν τον αποδέκτη τους. Και ναι, νιώθω ενίοτε κι εγώ απογοήτευση, λέω πως ζούμε εποχές που είναι πιο στεγνές, πιο σκληρές, πως έχουν αλλάξει τα πράγματα. Πιστεύω όμως πως όσο υπάρχει ποίηση θα υπάρχει και η αναζήτηση, θα υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν να αναζητούν την κουλτούρα τους και την ιστορία τους».

Το ομότιτλο ποίημα στο οποίο βασίζεται το ορατόριο το έγραψε ο Αγγελος Σικελιανός το 1945, εποχή που η Ελλάδα έβγαινε από τα δεινά του πολέμου και της γερμανικής κατοχής. «Ομπρός· βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα· / ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο!» προτρέπει ο ποιητής, «καλώντας τους ανθρώπους του πνεύματος να δημιουργήσουν την πνευματική ανάταση που ήταν απαραίτητη για να πάει μπροστά η χώρα», επισημαίνει η Μαρία Φαραντούρη. Ανατρέχοντας την ίδια στιγμή στην εποχή που γέννησε το ορατόριο και στην πρώτη παρουσίασή του, στην οποία βεβαίως συμμετείχε και εκείνη.

Από τη Ζάτουνα στο Λονδίνο

«Ηταν το 1969 που ο Μίκης βρισκόταν εξόριστος στη Ζάτουνα. Εκεί το συνέθεσε, διηγείται την όλη ιστορία στα ημερολόγιά του. Εμείς ήμασταν στην Αγγλία. Ο editor manager των «Sunday Times» του Λονδίνου, ο οποίος ήταν φιλέλληνας, έστειλε τον δημοσιογράφο Τζον Μπάρι να τον συναντήσει. Ο Μπάρι κατάφερε να φυγαδεύσει και να φέρει μαζί του την παρτιτούρα του έργου. Τότε μαζί με τον Χρήστο Πήττα, έναν σημαντικό λόγιο μουσικό, αρχίσαμε να το δουλεύουμε. Μέχρι που ήρθε και ο Μίκης και έγινε η μεγάλη παρουσίασή του στο Albert Hall, τo 1970, με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου και με σολίστες τον Αντώνη Καλογιάννη, τον τενόρο Γιάννη Θεοχάρη και εμένα. Ημουν 20-21 ετών. Καταλαβαίνετε το μέγεθος της εμπειρίας!».

Η νέα παρουσίαση

Στη συναυλία που τώρα φιλοξενεί η Εθνική Λυρική Σκηνή τις ενορχηστρώσεις (του «Πνευματικού Εμβατηρίου» αλλά και επιλεγμένων τραγουδιών του Θεοδωράκη που θα ακουστούν αμέσως μετά) έχουν κάνει ο Γιάννης Μπελώνης, ο Γιάννης Σαμπροβαλάκης, ο Αλέξανδρος Λιβιτσάνος και ο Τεό Λαζάρου. Την Ορχήστρα της ΕΛΣ διευθύνει ο Στάθης Σούλης και τη Χορωδία ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος. Δίπλα στη Μαρία Φαραντούρη εμφανίζονται ο Θοδωρής Βουτσικάκης και ο βαθύφωνος Τάσος Αποστόλου. «Είμαι πολύ χαρούμενη με τη συνεργασία, με την όμορφη βραδιά που ετοιμάζουμε» λέει η τραγουδίστρια. «Είμαι χαρούμενη που το «Πνευματικό Εμβατήριο» θα ακουστεί ξανά, γιατί είναι ένα σπουδαίο ποίημα και ένα σπουδαίο ορατόριο, έργο βαθιά λυρικό (παρά τη χρήση της λέξης εμβατήριο στον τίτλο του) με αξία διαχρονική. Εχει πράγματα να πει στο σύγχρονο κοινό!». Συνθέσεις όπως αυτό αποτελούν εξάλλου τους λόγους για τους οποίους έπειτα από πολλές δεκαετίες καριέρας η ερμηνεύτρια συνεχίζει να ανεβαίνει στη σκηνή και να μας χαρίζει το τραγούδι της.

Μια δυνατή εμπειρία

Ενα τέτοιο, γεμάτο λυρισμό και νοήματα που συγκλονίζουν, τραγούδι του Θεοδωράκη, τον «Ναυαγό», ερμήνευσε και πρόσφατα σε μια ιδιαίτερη εμφάνιση στις Φυλακές Κερκύρας, όταν στο πλαίσιο του προγράμματος «Κι αν ήσουν εσύ;» συνάντησε μαθητές-κρατουμένους του σχολείου που λειτουργεί εκεί. Επρόκειτο για ανθρώπους οι οποίοι έφτασαν στην Ελλάδα ως μετανάστες. «Μου επέτρεψαν να μπω στον προαύλιο χώρο, να τους χαιρετήσω και να τους ευχηθώ» λέει η κυρία Φαραντούρη. «Ηταν γύρω στα δέκα άτομα. Νέα παιδιά, μετανάστες που μαθαίνουν ελληνικά. Ενας από εκείνους πήρε και πτυχίο από το Πανεπιστήμιο! Για όλους τους είναι ένα άνοιγμα στην κοινωνία οι ώρες που κάνουν μάθημα. Διαλέξανε να τραγουδήσουμε τον «Ναυαγό», δηλαδή εγώ τραγουδούσα (με συνόδευσαν τέσσερις εξαιρετικοί μουσικοί από το Μουσικό Σχολείο Κέρκυρας) και εκείνοι από τα παράθυρα των φυλακών διηγούνταν τη ζωή τους, καθένας τηνιστορία του. Ηταν μια συγκλονιστική στιγμή, δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο μεγάλη συγκίνηση αισθανόμουν. Συγκίνηση για τους ανθρώπους αλλά και επειδή για άλλη μια φορά επιβεβαίωνα πως η μεγαλειώδης μουσική του Μίκη συναντάται πάντα με την ιστορία! Οπως συμβαίνει και στην περίπτωση του «Πνευματικού Εμβατηρίου». Δεν σας κρύβω πως κάποια στιγμή είχα πει πως τελείωσα, πως είχε έρθει η ώρα να σταματήσω. Ξέρω πως τώρα υπάρχουν νέοι τρόποι έκφρασης και επίσης ξέρω πως πρέπει να αφήσουν και το δικό τους στίγμα οι νέοι δημιουργοί, αυτό είναι το σωστό. Ομως υπάρχουν και κάποια πράγματα που είναι διαχρονικά και μιλάνε στην ψυχή και στον νου των ανθρώπων γιατί είναι βασισμένα στην ποίηση. Θέλω λοιπόν, πριν να σταματήσω να τραγουδώ, αυτό είναι το μέλημά μου τώρα, όσο με βοηθάνε οι θεσμοί και τα κουράγια μου, να ξανατραγουδήσω αυτά τα έργα και να τα αφήσω σαν παρακαταθήκη στους νέους ανθρώπους. Μετά ας τα πάρουν αυτοί και ας συνεχίσουν».