Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Ο Γιάννης Μαρής (1916-1979), ο εισηγητής της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα και κυριότερος εκπρόσωπός της στη χώρα μας, έγραψε γύρω στα εκατόν σαράντα μυθιστορήματα, αστυνομικά, αισθηματικά και περιπετειώδη, που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά. Ωστόσο, τα μισά από αυτά δεν εκδόθηκαν ποτέ σε βιβλίο από τις εκδόσεις Ατλαντίς-Πεχλιβανίδης, τον μεγάλο οίκο με τον οποίο συνεργαζόταν. Εδώ και μερικά χρόνια τα μη εκδοθέντα μυθιστορήματά του εκδίδονται από την Αγρα με άριστη επιμέλεια, με εικονογράφηση, εισαγωγές και επίμετρα. Πρόσφατα κυκλοφόρησε η Σονάτα υπό το σεληνόφως που δημοσιεύτηκε σε δεκαεννέα συνέχειες στην εφημερίδα Ακρόπολις το 1959. Μολονότι έχει αστυνομική πλοκή, το μυθιστόρημα μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ερωτικό ή ιστορικό, καθώς διαδραματίζεται το 1896 στην Αθήνα, εποχή κατά την οποία το ελληνικό κράτος έφθανε μέχρι τη Θεσσαλία και έναν χρόνο αργότερα ο ελληνικός στρατός υπέστη βαριά ήττα από τον αντίστοιχο οθωμανικό.
Η ιστορία αρχίζει με τον αφηγητή, ο οποίος μιλάει για την τελευταία μέρα της ζωής του αγαπημένου φίλου του, του γοητευτικού Μιχαήλ Βερύκκιου, ο οποίος πρόκειται να μονομαχήσει με κάποιον νεαρό ανθυπολοχαγό που λέγεται Αγαπηνός – «Δεν αγάπησα ποτέ τις μονομαχίες, αυτή την ηρωική ανοησία που ξετρέλαινε τους νέους του κύκλου μου» λέει ο αφηγητής. Ο Βερύκκιος, σημαντική προσωπικότητα της εποχής, έλεγαν πως υπήρξε αξιωματικός του τσάρου της Ρωσίας, πως ήταν εγγονός του ηγεμόνα της Βλαχίας, πως είχε κάποτε μεγάλη περιουσία που την έχασε στα χαρτιά. Ελεγαν ακόμα πως ήταν μυστικός πράκτορας που πήγε στην Αθήνα σταλμένος από τον τσάρο. Τι από όλα αυτά είναι αλήθεια; Ο ίδιος δεν αποκαλύπτει το παρελθόν του, κάθε φορά που ο φίλος του ο αφηγητής τον ρωτά απαντά με υπεκφυγές και αινίγματα. Σε κάθε περίπτωση, ο Μαρής επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη σχέση του Βερύκκιου με μια γυναίκα, μια μοιραία γυναίκα, τη Ναταλία Κολοζώφ, η οποία ανήκει στην υψηλή κοινωνία, κυκλοφορεί στους δρόμους της Αθήνας με άμαξα και παίζει στο πιάνο τη Σονάτα υπό το σεληνόφως του Μπετόβεν. Η γυναίκα τον αγάπησε αλλά αυτός την άφησε στη Μόσχα έγκυο και έφυγε. Οταν επέστρεψε αγαπώντας την, εκείνη τον μισούσε.
Ο αφηγητής, προβληματισμένος από τα παράξενα που συμβαίνουν ανάμεσα στον φίλο του και στη γυναίκα, αναρωτιέται τι τους συνδέει, ποια μυστικά, σκοτεινά ή άλλα κάνουν δύσκολη τη ζωή τους, τους βασανίζουν, τους ενώνουν αλλά και τους χωρίζουν. Αραγε, αυτή η γυναίκα είναι υπεύθυνη για το ότι κάποιοι προσπαθούν να σκοτώσουν τον Βερύκκιο; Πάντως, η αστυνομία που ασχολείται με την απόπειρα εναντίον του δεν έχει βρει κάτι επιλήψιμο για κανέναν, επομένως η επίθεση έγινε για να τον ληστέψουν.
Ο Μαρής περιγράφει παραστατικά την Αθήνα της εποχής και αφηγείται σκηνές από τη ζωή των κατοίκων της, ιδίως των εύπορων, των κοσμικών, αλλά και των ανθρώπων των γραμμάτων – κάποια στιγμή εμφανίζονται σε ένα σπίτι ο ποιητής Γεώργιος Σουρής και ο Εμμανουήλ Ροΐδης. Επίσης, μιλάει για την Πλάκα, το Πεδίον του Αρεως, την οδό Πειραιώς, τα αμπέλια στα Πατήσια.
Είπαμε προηγουμένως πως το μυθιστόρημα μπορεί να χαρακτηριστεί και ως ιστορικό. Να προσθέσουμε πως έχει και πολιτικές αιχμές. Ο Μαρής, ο οποίος απέφευγε στα έργα του να προβαίνει σε πολιτικές αναφορές, προφανέστατα εξαιτίας των μετεμφυλιακών συνθηκών, εδώ κάνει μια επισήμανση σχετικά με τους Γερμανούς και την πολιτική τους έναντι της Ελλάδας. Διαβάζουμε (σελ. 26): «Τους Τούρκους τους έχουν οργανώσει οι Γερμανοί. Ακόμα και στα συντάγματά τους υπάρχουν Γερμανοί αξιωματικοί». Αραγε, τι λόγο είχε να το γράψει αυτό εν έτει 1959;