Τέσσερις μεγάλοι μύθοι ως προς τις έρευνες των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη χώρα μας κυκλοφορούν στη δημόσια συζήτηση εδώ και περίπου έναν μήνα, από τότε που εμφανίστηκαν τα σεισμογραφικά στις θάλασσες της Κρήτης και του Ιονίου Πελάγους.

Η δημόσια συζήτηση και ιδίως ο χώρος των μέσων κοινωνικών δικτύωσης με την ανακοίνωση της άφιξης του σεισμογραφικού Sanco Swift για τις σεισμικές έρευνες στις δύο θαλάσσιες παραχωρήσεις «Δυτικά» και «Νοτιοδυτικά» της Κρήτης αλλά και του Ramform Hyperion στα blocks «2», «10» και «Ιόνιο» κατακλύστηκαν από πληροφορίες αναφορικά με το μέγεθος των κοιτασμάτων αλλά και για ποιον λόγο τόσα χρόνια δεν ερευνήθηκαν οι περιοχές.

Διαβάστε επίσης:

Μύθος Νο 1

Ο πρώτος μύθος έχει να κάνει αναφορικά με το μέγεθος των αποθεμάτων φυσικού αερίου στο υπέδαφος της χώρας. Επαΐοντες και μη, δημοσίευσαν εκτιμήσεις αναφορικά με το πόσο φυσικό αέριο κρύβεται στις γεωλογικές δομές των έξι blocks. Αυτά είναι τα «Δυτικά της Κρήτης» και «Νοτιοδυτικά της Κρήτης», τα «Block 2», «Ιόνιο», «Block 10 – Κυπαρισσιακός Κόλπος» στο Ιόνιο Πέλαγος και το χερσαίο block «Ιωάννινα».

Οι εκτιμήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας ήταν για την ύπαρξη κοιτασμάτων φυσικού αερίου 2,6 τρισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων, σύμφωνα με τη Handelsblatt, 50 δισ. κυβικά μέτρα στα «Ιωάννινα», όπως ανέφερε πρόσφατα ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, 10 τρισεκατομμυρίων κυβικών ποδιών στην Κρήτη σύμφωνα με παλαιότερη εκτίμηση του πρώην στελέχους των ΕΛΠΕ Γιάννη Γρηγορίου κ.ά.

Η αλήθεια

Η πρώτη αλήθεια που δίνει απάντηση σε αυτόν τον πρώτο μύθο είναι πως οι προαναφερόμενες εκτιμήσεις βασίζονται σε ερμηνείες από δεδομένα που είχαν προσκτηθεί κατά την περίοδο των μεγάλων σεισμικών ερευνών της περιόδου 2010- 2011 σε 24 θαλάσσια blocks. Η ερμηνεία των δισδιάστατων δεδομένων που ελήφθησαν από σεισμογραφικό σκάφος είναι πράγματι μία επιστημονική πρακτική που στη συνέχεια οδηγεί τις πετρελαϊκές εταιρείες στον εντοπισμό πιθανών στόχων για τις γεωτρήσεις.

Ωστόσο, σύμφωνα με όσα λένε γεωλόγοι και στελέχη εταιρειών, σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν αξιόπιστη βάση για την ακριβή αποτύπωση του όγκου των αποθεμάτων σε υδρογονάνθρακες. Τη μόνη πραγματικότητα την αποτυπώνει η γεώτρηση.

Μύθος Νο 2

Ο δεύτερος μύθος έχει να κάνει με το γιατί δεν κάναμε τόσα χρόνια τις έρευνες και δεν εξορύξαμε τις ποσότητες πετρελαίου ή και φυσικού αερίου στη χώρα μας. Και πιο συγκεκριμένα αυτά που βλέπουν το φως τη δημοσιότητας αναφέρουν πως π.χ. «οι Αμερικάνοι δεν μας αφήνουν».

Η αλήθεια

Η δεύτερη αλήθεια που απαντά σε αυτόν τον μύθο είναι πως από το 2012 και 2013 που προκηρύχθηκαν οι πρώτοι διαγωνισμοί μεσολάβησαν χρόνια κατά τα οποία άργησαν να κυρωθούν από τη Βουλή οι συμβάσεις παραχώρησης με τους επενδυτές. Απουσίαζε η σαφής πολιτική βούληση που αποθάρρυνε τους παραχωρησιούχους, ενώ σειρά διοικητικών εμποδίων (περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις) και αντιδράσεις ομάδων πολιτών έβαλαν επενδυτές σε δεύτερες σκέψεις ζητώντας συνεχώς αναβολές στα ερευνητικά τους προγράμματα.

Επίσης η στροφή της ΕΕ στην πράσινη ενέργεια σε συνδυασμό με την πανδημία που έριξε τις τιμές του πετρελαίου οδήγησε πετρελαϊκές στο να επιστρέψουν στο Ελληνικό Δημόσιο παραχωρήσεις ή και να αποχωρήσουν από την Ελλάδα.

Μύθος Νο 3

Ο τρίτος μύθος έχει να κάνει με το ότι η χώρα έχει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα της ΝΑ Μεσογείου.

Η αλήθεια

Η τρίτη αλήθεια που απαντά σε αυτόν τον μύθο είναι πως για να διαπιστωθεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να γίνουν γεωτρήσεις. Και για να γίνουν έχουμε μπροστά μας αρκετά χρόνια. Αλλά και να γίνουν, οι πιθανότητες επιτυχίας είναι χαμηλές. Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία κυμαίνονται από 15% έως 25%.

Μύθος Νο 4

Ο τέταρτος μύθος που έχει αναπτυχθεί είναι πως με αυτές τις τιμές του αργού πετρελαίου οι πετρελαϊκές μπορούν εύκολα να προχωρήσουν σε γεωτρήσεις.

Η αλήθεια

Η τέταρτη αλήθεια είναι πως το κόστος των γεωτρήσεων έχει ανέβει υπερβολικά αυτή την περίοδο λόγω και των δυσκολιών στην εφοδιαστική αλυσίδα. Σύμφωνα με στοιχεία εταιρειών που εκμισθώνουν γεωτρύπανα, το ενοίκιο ανά ημέρα ενός γεωτρύπανου έχει εκτιναχθεί στα 300.000 με 400.000 δολάρια. Σε γενικές γραμμές, τα προγράμματα που αφορούν θαλάσσια βάθη 1.500 μ. μπορούν να υλοποιηθούν με κόστος κάτω των 27 δολαρίων (ανά βαρέλι ισοδύναμου πετρελαίου).

Σε βάθος 4.000 μ., το κόστος θα μπορούσε να αυξηθεί κατά περίπου 25% ή κατά επιπλέον 4-5 δολάρια ανά βαρέλι ισοδύναμου πετρελαίου. Βέβαια, μία γεώτρηση δεν επαρκεί για να δώσει σαφείς ενδείξεις σχετικά με τον όγκο των αποθεμάτων. Σε κάθε δυνητικό στόχο θα πρέπει να γίνουν γεωτρήσεις σε τρία έως τέσσερα σημεία και αυτό έχει ένα συνολικό κόστος το οποίο μπορεί να ξεπερνά τα 700 εκατ. δολάρια.