Πέρα από τη βία, τις καταστροφές και τις υπερβολές, τα «κίτρινα γιλέκα» έχουν ήδη κάνει μία διαφορά: έβαλαν για τα καλά στη δημόσια συζήτηση το θέμα της φορολογικής δικαιοσύνης καθώς και εκείνο της αγοραστικής δύναμης. Πρόκειται για δύο τομείς που διαβρώνονταν σταθερά τα τελευταία χρόνια και οδήγησαν σε μια Γαλλία δύο ταχυτήτων – και χειρότερα: πολλοί Γάλλοι ίσα που κρατιούνται στην πρώτη ταχύτητα και διαδηλώνουν με τα «κίτρινα γιλέκα» διότι ζουν διαρκώς με τον φόβο πως θα γλιστρήσουν στη δεύτερη. Ολα αυτά καλείται τώρα να τα λάβει υπόψη του ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.

Οσο ο τρομοκράτης, που η επίθεσή του προκάλεσε τον θάνατο τουλάχιστον τριών ανθρώπων και τον τραυματισμό 13 σε χριστουγεννιάτικη αγορά στο Στρασβούργο, ήταν καταζητούμενος, η κυβέρνηση βρισκόταν σε δίλημμα: να επικαλεστεί την κατάσταση της ασφάλειας για να ακυρώσει τις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» που είχαν προγραμματιστεί για χθες, πέμπτο συνεχόμενο Σάββατο, ή θα φαινόταν σαν να εκμεταλλευόταν την τρομοκρατική επίθεση της Τρίτης για να καθυποτάξει τα «κίτρινα γιλέκα»; Το δίλημμα λύθηκε όταν ο δράστης, Σερίφ Σεκάτ έπεσε νεκρός από σφαίρες αστυνομικών την Πέμπτη. Το μπαλάκι βρίσκεται πλέον στους διαδηλωτές για να αποφασίσουν αν θα συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις ή θα δώσουν χώρο στον διάλογο – και αυτό είναι το δίλημμα των «κίτρινων γιλέκων».

Το «όχι» της Ρουαγιάλ

«Είναι απλό. Ο κόσμος έχει μπουχτίσει από φόρους» είπε η πρώην προεδρική υποψήφια και κορυφαίο στέλεχος των Σοσιαλιστών Σεγκολέν Ρουαγιάλ σε συνέντευξή της στους «Financial Times». Θεωρεί ότι τα δεινά του Μακρόν ξεκίνησαν από την απόφασή του να αυξήσει τις εισφορές των συνταξιούχων ενώ κατάργησε τον φόρο αλληλεγγύης των πλουσίων. «Οταν ήμουν υπουργός Περιβάλλοντος, θέλησαν να αυξήσουν τον φόρο στα καύσιμα αλλά αρνήθηκα. Ποτέ δεν θα είχα κάνει κάτι τέτοιο στο όνομα του περιβάλλοντος» είπε αναφερόμενη στον οικολογικό φόρο στα καύσιμα που υπήρξε η αφορμή του κινήματος των «κίτρινων γιλέκων».

Για τον κοινωνιολόγο Καμίλ Πενί, ειδικό στις κοινωνικές ανισότητες, «μπροστά στα μάτια μας εκρήγνυται το αποτέλεσμα 20 ετών νεοφιλελεύθερων πολιτικών που κατακερματίζουν τη γαλλική κοινωνία, δημιουργούν νέα χάσματα και οξύνουν τις ανισότητες». Τονίζει ότι «η αγοραστική δύναμη σταμάτησε να αυξάνεται εδώ και 20 χρόνια για πολλούς Γάλλους. Ποιος θυμάται το τελευταίο μέτρο που λήφθηκε για να την ενισχύσει; Δεν υπήρξε κανένα τον 21ο αιώνα. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις επαναλάμβαναν ότι δεν υπάρχουν χρήματα αλλά ήταν ανίκανες να επιτεθούν στα προνόμια των λίγων». Τα αιτήματα των «κίτρινων γιλέκων» επικεντρώνονται στην αγοραστική δύναμη και στον φόρο ISF, διότι «η πρώτη αποτελεί ουσιώδη προϋπόθεση των συνθηκών διαβίωσης και ο δεύτερος είναι σύμβολο απαράδεκτης αδικίας» λέει ο κ. Πενί σε συνέντευξή του στον «Monde».

Επί ποδός και η νεολαία

Παράλληλα με τα «κίτρινα γιλέκα», υπάρχουν και οι μαθητικές κινητοποιήσεις που διαρκούν σχεδόν τρεις εβδομάδες στη Γαλλία, όπου 470 λύκεια τελούν υπό κατάληψη. Πρόκειται για μια κινητοποίηση των «παιδιών των «κίτρινων γιλέκων»», μιας μερίδας της νεολαίας που μοιράζεται με τους γονείς της το δύσκολο τέλος κάθε μήνα;

Αντιμέτωπος με την κρίση των «κίτρινων γιλέκων», ο πρόεδρος Μακρόν ανακοίνωσε τη Δευτέρα 100 ευρώ αύξηση στον κατώτατο μισθό από 1ης Ιανουαρίου, κατάργηση της αύξησης της εισφοράς υπέρ του κοινωνικού κράτους (CSG) στις συντάξεις κάτω των 2.000 ευρώ, απαλλαγή από φόρους και εισφορές για τις υπερωρίες και τα μπόνους του τέλους του έτους. Η κυβέρνηση τονίζει ότι δεν έκανε πίσω στις πολιτικές της, απλώς πρόσθεσε μια κοινωνική πτυχή σε αυτές. Ελπίδα της είναι ότι οι Γάλλοι θα πάψουν να υποστηρίζουν τις κινητοποιήσεις των «κίτρινων γιλέκων», γι’ αυτό έχει το βλέμμα καρφωμένο στις δημοσκοπήσεις.

Νέες υποσχέσεις

Ενώ ο Μακρόν είχε ζητήσει να χαλαρώσει το πρόγραμμά του τις ημέρες μετά το τηλεοπτικό του διάγγελμα της Δευτέρας, προκειμένου να μπορέσει να συναντηθεί με τις διάφορες κατηγορίες εργαζομένων και να συζητήσει μαζί τους, και ήδη ξεκίνησε την Τρίτη από τους εκπροσώπους εργαζομένων στις τράπεζες, η τρομοκρατική επίθεση στο Στρασβούργο και το ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του δράστη τού χάλασαν τα σχέδια. Τώρα που ο δράστης είναι πλέον νεκρός, ο γάλλος πρόεδρος μπορεί να επικεντρωθεί ξανά στις διαβουλεύσεις με τους εργαζομένους. Πέρα από τα μέτρα που ανακοίνωσε τη Δευτέρα, και των οποίων η νομοθέτηση έχει ήδη δρομολογηθεί, ο Μακρόν υποσχέθηκε «μαζικά» μέτρα προκειμένου η εργασία να αμείβεται αξιοπρεπώς.

Ο πρόεδρος γνωρίζει ότι από την έκβαση της κρίσης των «κίτρινων γιλέκων» θα κριθεί η πενταετής θητεία του. Τον περιμένουν δύσκολες μεταρρυθμίσεις το 2019, όπως η συνταξιοδοτική, και αν η χώρα δεν ηρεμήσει, θα έχει τα χέρια του εντελώς δεμένα. Από την άλλη πλευρά, για να ηρεμήσει η χώρα πρέπει να ικανοποιηθούν με κάποιον τρόπο τα βασικά αιτήματα των «κίτρινων γιλέκων» για φορολογική δικαιοσύνη και αύξηση της αγοραστικής δύναμης, τα οποία μοιράζονται πολλοί Γάλλοι και ας μην κατεβαίνουν στους δρόμους. Εξ ου η υποστήριξη προς τα «κίτρινα γιλέκα» που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις: πολύ άνω του 50% των Γάλλων τα υποστηρίζει ή τα αντιμετωπίζει με συμπάθεια.

ΦΡΑΝΚΑ ΣΑΛΙΣ-ΜΑΝΤΙΝΙΕ, ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ CFDT

«Κατάλαβε τα λάθη του, αλλά δεν φτάνει»

Για ένα διάστημα ο πρόεδρος Μακρόν δεν θα είναι επιθετικός, κατάλαβε ότι πρέπει να κάνει πίσω, λέει στο «Βήμα» η Φρανκά Σαλίς-Μαντινιέ, εθνική γραμματέας για τους ανώτερους υπαλλήλους του συνδικάτου CFDT, το οποίο έγινε από αυτή την εβδομάδα το μεγαλύτερο συνδικάτο στη Γαλλία, ξεπερνώντας το CGT. Η κυρία Σαλίς-Μαντινιέ καλεί για περισσότερη κοινωνική και φορολογική δικαιοσύνη.

Γιατί τα συνδικάτα δεν πήγαν με τα «κίτρινα γιλέκα»;

«Είναι ένα κίνημα που από το ξεκίνημά του αρνείται να εκπροσωπηθεί από τον οποιονδήποτε. Ακόμα και τα μέλη των “κίτρινων γιλέκων” που προσπάθησαν να πάνε να συζητήσουν με την κυβέρνηση ως εκπρόσωποι του κινήματος δέχθηκαν απειλές κατά της ζωής τους. Ανάμεσα στα “κίτρινα γιλέκα” υπάρχουν πολλοί υπάλληλοι που δεν είναι φτωχοί αλλά φοβούνται ότι θα γίνουν φτωχοί, πολλοί αγρότες, νέοι (16%), πολλές γυναίκες (49%), άνθρωποι που δεν έχουν διαδηλώσει ποτέ στη ζωή τους, και είναι πολλοί. Δεν μπορούμε να πούμε αν είναι δεξιοί ή αριστεροί, αν και υπάρχουν πολιτικές επιρροές πίσω τους.
Τα “κίτρινα γιλέκα” έχουν μεγαλύτερη δύναμη στις περιοχές όπου έκλεισαν βιομηχανίες, η ανεργία είναι υψηλή, δεν υπάρχουν τράπεζες ούτε ταχυδρομεία ή άλλες υπηρεσίες του κράτους. Αισθάνονται λοιπόν αποκλεισμένοι, εγκαταλειμμένοι από την κοινωνική δικαιοσύνη. Αλλά ο κ. Μακρόν τη Δευτέρα στο διάγγελμά του δεν μίλησε για κοινωνική δικαιοσύνη, θα έπρεπε να το είχε κάνει. Ο πλούτος πρέπει να μοιράζεται πιο ισότιμα».

Είναι ικανοποιητικές οι εξαγγελίες του Μακρόν; 

«Πιστεύω ότι πρέπει να ακούσουμε δύο μηνύματα. Το πρώτο είναι το στυλ και ο τόνος. Για ένα διάστημα ο Μακρόν δεν θα είναι επιθετικός. Κατάλαβε ότι πρέπει να σταματήσει να έχει περιφρονητική στάση. Εκανε λάθη, το παραδέχθηκε: “Μπορεί να έχω πληγώσει κάποιους” είπε. Το δεύτερο μήνυμα που πρέπει να κρατήσουμε είναι αυτή η αυτοκριτική του.
Εμείς ως συνδικάτο δεν καταλαβαίνουμε την απαλλαγή των υπερωριών από φόρους και εισφορές. Οι υπερωρίες δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας, δεν αποτελούν απάντηση στην ανεργία. Ο Μακρόν οφείλει επίσης να δώσει απαντήσεις σχετικά με την αναδιανομή του πλούτου και πώς αυτοί που έχουν περισσότερα χρήματα θα πληρώνουν περισσότερα. Ο πρόεδρος δεν αναφέρθηκε καν σε αυτό.
Τα “κίτρινα γιλέκα” ζητούν την επαναφορά του φόρου ISF που κατήργησε ο Μακρόν. Χρειάζεται κοινωνική δικαιοσύνη και φορολογική δικαιοσύνη. Οι εξαγγελίες που έκανε τη Δευτέρα ήταν βιαστικές. Υποσχέθηκε ευρείες διαβουλεύσεις και θα δούμε αν θα λάβει υπόψη ό,τι θα ακούσει από την κοινωνία των πολιτών, τα συνδικάτα, τους εργοδότες και τους ανέργους. Αναμένουμε επίσης μέτρα μεσοπρόθεσμα και μακροχρόνια».

Θα συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις τα «κίτρινα γιλέκα» ή υπάρχει υπερβολική βία; 

«Σύμφωνα με δημοσκόπηση αυτής της εβδομάδας, το 41% των “κίτρινων γιλέκων” δεν θέλει να συνεχίσει διότι πιστεύει πως πέτυχαν ήδη αρκετά και τώρα είναι ώρα για συζήτηση. Κι εγώ πιστεύω ότι τώρα πρέπει να δώσουμε χώρο στις διαπραγματεύσεις. Αν αυτές αποτύχουν, σημαίνει ότι η φωνή του λαού δεν ακούστηκε ακόμα μια φορά. Πιστεύω ότι υπάρχει περιθώριο για μανούβρες, για παράδειγμα οι επιχειρήσεις λαμβάνουν 40 δισ. ευρώ βοήθεια από το κράτος. Τα μέτρα που εξήγγειλε ο κ. Μακρόν στοιχίζουν 12 δισ. ευρώ».

ΤΟΜΑΣ ΠΙΚΕΤΙ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

«Θεμέλιο της κρίσης οι φορολογικές ανισότητες»

Την κατάργηση του ISF, του φόρου αλληλεγγύης που επιβαλλόταν στην υψηλή περιουσία (άνω του 1,3 εκατ. ευρώ), την αποκαλούν το «προπατορικό αμάρτημα» του Μακρόν. Ο οικονομολόγος Τομάς Πικετί θεωρεί ότι αυτό αποτελεί τη βαθύτερη αιτία της κρίσης των «κίτρινων γιλέκων» και θέτει ζήτημα φορολογικής δικαιοσύνης.

«Η κρίση των “κίτρινων γιλέκων” θέτει στη Γαλλία και στην Ευρώπη ένα θεμελιώδες ερώτημα: εκείνο της φορολογικής δικαιοσύνης. Από την εκλογή του, ο Εμανουέλ Μακρόν εξηγούσε ότι πρώτη προτεραιότητά του ήταν να μειώσει τους φόρους στα υψηλότερα εισοδήματα, ξεκινώντας από την κατάργηση του ISF» αναφέρει σε άρθρο του στον «Monde».

Ο Μακρόν «επιχείρησε να δικαιολογήσει την κατάργηση του ISF με την ιδέα ότι ο φόρος αυτός προκαλούσε αιμορραγία περιουσιών εκτός Γαλλίας. Το πρόβλημα είναι ότι αυτό είναι εντελώς λάθος. Από το 1990 παρατηρούμε μια εντυπωσιακή και συνεχή άνοδο του αριθμού και του ύψους των περιουσιών που εμπίπτουν στον ISF». Οσο για τα έσοδα που αποφέρει ο φόρος αυτός, «υπερτετραπλασιάστηκαν μεταξύ 1990 και 2017, περνώντας από 1 δισ. ευρώ σε περισσότερα από 4 δισ. ευρώ».

«Ο φορολογικός έλεγχος αυτού του φόρου ήταν πάντα ανεπαρκής. Για παράδειγμα, οι προσυμπληρωμένες φορολογικές δηλώσεις εφαρμόζονται εδώ και 10 χρόνια στον φόρο εισοδήματος, αλλά δεν εφαρμόστηκαν ποτέ στον ISF, αν και οι τράπεζες θα μπορούσαν κάλλιστα να δώσουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες στην Εφορία». Ο κ. Πικετί θεωρεί ότι με καλύτερη διαχείριση ο ISF θα μπορούσε να αποφέρει σήμερα περισσότερα από 10 δισ. ευρώ τον χρόνο. Αλλά καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον φόρο ακίνητης περιουσίας που με δυσκολία αποφέρει πάνω από 1 δισ. ευρώ.

«Οι ΗΠΑ και η Βρετανία εισήγαγαν μια διαδικασία κατάργησης της προοδευτικότητας του φόρου στη δεκαετία του ’80, την οποία υιοθέτησε εν μέρει η Ευρώπη στη δεκαετία του ’90 και στις αρχές του 2000». Το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο. «Μετά την κρίση του 2008, και κυρίως μετά τον Ντόναλντ Τραμπ, το Brexit και την έκρηξη της ξενοφοβικής ψήφου παντού στην Ευρώπη, μετράμε καλύτερα τους κινδύνους που θέτει η αύξηση των ανισοτήτων και το αίσθημα εγκατάλειψης των λαϊκών τάξεων, και πολλοί κατανοούν την ανάγκη για μια νέα κοινωνική ρύθμιση του καπιταλισμού. Υπό αυτές τις συνθήκες, το να προσθέσει ένα μαξιλάρι υπέρ των πλουσίων το 2018 δεν ήταν και πολύ έξυπνο» από την πλευρά του Μακρόν.

Ο οικολογικός φόρος που πήγε να επιβάλει ο Μακρόν στη βενζίνη θα αύξανε τους φόρους κατά 4 δισ. ευρώ το 2018, από τα οποία το 90% θα χρηματοδοτούσε ουσιαστικά την κατάργηση του ISF. «Αν θέλει να σώσει τη θητεία του, ο Μακρόν πρέπει να επαναφέρει αμέσως τον ISF και να αφιερώσει τα έσοδα σε εκείνους που πλήττονται περισσότερο από την αύξηση του φόρου στα καύσιμα, η οποία πρέπει να επιβληθεί. Αν δεν το κάνει, τότε σημαίνει ότι έχει επιλέξει την ιδεολογία υπέρ των πλουσίων έναντι του αγώνα κατά της θέρμανσης του πλανήτη».

ΜΠΕΡΝΑΡ-ΑΝΡΙ ΛΕΒΙ, ΚΙΝΗΜΑ ΝΕΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ

«Να μην υποκύψουν στην παράδοση του παρανοϊκού μηδενισμού»

Τώρα που ο πρόεδρος Μακρόν έκανε πίσω λόγω των κινητοποιήσεων των «κίτρινων γιλέκων», η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδό τους. Ο κίνδυνος είναι μήπως υποκύψουν «στην παράδοση του παρανοϊκού μηδενισμού και μολύνουν τις τάξεις τους με τους πολιτικούς βανδάλους που η Γαλλία συνεχίζει να παράγει εν αφθονία» έγραψε ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, από τους ιδρυτές του κινήματος των Νέων Φιλοσόφων, σε άρθρο του στο Project Syndicate.
Τα «κίτρινα γιλέκα» «τώρα φέρουν βαριά ευθύνη. Κατ’ αρχάς πρέπει να ανακοινώσουν ένα μορατόριουμ στις διαδηλώσεις και στα μπλόκα για να δώσουν χρόνο στον διάλογο». Αν είναι αδύνατον να μαζέψουν «τη μηχανή που εξαπέλυσαν», τότε πρέπει να αποβάλουν «τα “καφέ γιλέκα” που κυκλοφορούν ανάμεσά τους. Διότι οι μπαχαλάκηδες της Ακροδεξιάς και της Ακροαριστεράς θα επανεμφανιστούν για να βανδαλίσουν, να τρομοκρατήσουν και να βεβηλώσουν». Είτε όμως κηρύξουν μορατόριουμ είτε συνεχίσουν τις διαδηλώσεις, «τίποτε δεν θα υπηρετήσει καλύτερα τον σκοπό τους από το να διαχωρίσουν τη θέση τους από όλους τους πολιτικούς κερδοσκόπους».

«Το καστ των οπορτουνιστών είναι γνωστό»: ο Ζαν-Λικ Μελανσόν που «ψάχνει απεγνωσμένα νέους οπαδούς», ο Φρανσουά Ριφέν, ηγέτης του κινήματος κατά της λιτότητας Nuit Debout, «με τις ανεύθυνες αντιδημοκρατικές κραυγές του “Παραιτήσου, Μακρόν!”», και η Μαρίν Λεπέν που «αμφιταλαντεύεται κωμικά ανάμεσα στο να υπερηφανεύεται ή να μετανιώνει για το ότι κάλεσε να καταλάβουν τα Ηλύσια Πεδία».
Τα «κίτρινα γιλέκα» ή «θα έχουν την τόλμη να σταματήσουν και να πάρουν τον χρόνο που χρειάζεται για να οργανωθούν, ακολουθώντας έναν δρόμο παρόμοιο με εκείνον της La République en Marche! του Μακρόν». Αν οικοδομήσουν ένα κίνημα όπως εκείνο του Μακρόν, «θα γράψουν μια σελίδα στην ιστορία της Γαλλίας».

Ή «θα αποδειχθεί ότι δεν έχουν τόλμη και θα συμβιβαστούν με την ασήμαντη ευχαρίστηση του να φαίνονται στην τηλεόραση». Αν τα «κίτρινα γιλέκα» «επιτρέψουν στο παθιασμένο μίσος να επικρατήσει επί της αυθεντικής αδερφοσύνης και επιλέξουν την καταστροφή επί της μεταρρύθμισης, θα φέρουν μόνο χάος, όχι βελτίωση, στις ζωές των ταπεινών και ευάλωτων ανθρώπων» και θα καταλήξουν «στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας».