Οταν ξέσπασε η κρίση του κορωνοϊού, οι πρώτες αντιδράσεις στην Ελλάδα ήταν αναμενόμενες: φόβος, ανησυχία, άγνοια, αερολογία, αλλά και προσπάθεια προσαρμογής, πειθαρχία.

Δεν τσακώνεσαι με το θεριό. Ακόμα λιγότερο με ένα θεριό που δεν ξέρεις.

Οι αντιδράσεις αυτές δεν είχαν συνήθως πολιτικό πρόσημο, ούτε ιδεολογική κατεύθυνση. Κάποιοι χειροκροτούσαν το δημόσιο σύστημα υγείας, κάποιοι άλλοι έβριζαν τον Τραμπ ή τον Μπόρις Τζόνσον επειδή δεν έκαναν τίποτα, κάποιοι τσακώνονταν με την Εκκλησία ή την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Με την πάροδο των πρώτων εβδομάδων τα πράγματα διαφοροποιήθηκαν.

Από τη μία πλευρά, η πολιτεία έδωσε μια εικόνα σοβαρότητας, ετοιμότητας και προετοιμασίας δημιουργώντας ένα ευρύ μέτωπο στήριξης της κυβερνητικής προσπάθειας.

Σε όλες τις μετρήσεις που έχουν δημοσιευθεί έως τώρα το πλειοψηφικό ρεύμα φτάνει το 90%, σίγουρα πάντως κινείται πάνω από 80%.

Είναι όλοι αυτοί οπαδοί του Μητσοτάκη, του Χαρδαλιά ή του Τσιόδρα; Σε καμία περίπτωση.

Απλώς είδαν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτόγνωρα κρίσιμη κατάσταση και ότι η πολιτεία ανταποκρίνεται σε βαθμό μάλλον απρόσμενο για τα ελληνικά δεδομένα. Πόνταραν λοιπόν στη ζωή τους, στην ασφάλειά τους και στη χώρα τους.

Από την άλλη πλευρά, δημιουργήθηκε μια «αντισυσπείρωση» της τάξης ενός 10%-15%, η οποία είχε πολύ επιπόλαια θεωρήσει ότι ο κορωνοϊός θα μπορούσε να στραπατσάρει την κυβέρνηση, να την κλονίσει και να ανοίξει τον δρόμο σε απρόβλεπτες πολιτικές εξελίξεις.

Η στάση τους είχε μια δόση τυχοδιωκτισμού. Αλλά όσο οι εκτιμήσεις τους διαψεύδονταν, διαποτιζόταν και από χαρακτηριστικά παράνοιας.

Οι μάσκες ήταν λάθος μέγεθος ή από λάθος κατασκευαστή. Γιατροί και νοσηλευτές δεν υπάρχουν. Οι συνδικαλιστές έχουν λύση σε όλα ζητήματα, απλώς δεν ξέρουμε ποια είναι. Το σύστημα δημόσιας υγείας είχε διαλυθεί.

Και φυσικά σκάνδαλα παντού: στις ΜΕΘ, στις προμήθειες, στις προσλήψεις, στις επιδοτήσεις, ακόμα και σε μια πρώην εταιρεία της… Μπαλατσινού!

Δεν με εκπλήσσει. Η σκέψη τους παραπέμπει σε μια διαρκή σύγκρουση μεταξύ κατσικοκλεφτών στα Σφακιά.

Με κλέβεις, θα σε κλέψω, τα πήρες, δεν τα πήρες, «φέρε πίσω το κατσίκι» κ.ο.κ.

Ενδιαφέρουσα συζήτηση για όσους κλέβουν κατσίκια αλλά δεν έχει καμία σχέση με τα εθνικά επίμαχα της στιγμής.

Η ένταση της παράνοιας έχει και μια δεύτερη εξήγηση.

Η απομάκρυνση από την εξουσία έχει πάρει για τους περισσότερους φανατικούς της προηγούμενης κατάστασης τραυματικές διαστάσεις διότι δεν πολυπιστεύουν ότι θα την ξαναδούν στην υπόλοιπη ζωή τους. Είναι μια μάχη οπισθοφυλακής. Με πολλά νεύρα και υστερία.

Για να επιστρέψουμε στα επίμαχα της στιγμής, αυτά είναι δύο.

Από τη μια πλευρά είναι όσοι θέλουν να ξεμπερδεύουν με τον ιό, να ξεπεραστεί η κρίση κι ας το πιστωθεί πολιτικά ακόμη και ο λήσταρχος Νταβέλης.

Από την άλλη, όσοι επιδιώκουν να αποτελέσει η κρίση όχημα για να κλονιστεί η κυβέρνηση ή έστω να μην πιστωθεί τίποτα ο Μητσοτάκης.

Δεν νομίζω ότι υπάρχει Ελληνας που να έχει στο μυαλό του κάποιο άλλο ζήτημα.

Ο προσδιορισμός όμως του πεδίου καθορίζει από μόνος του και την έκβαση της μάχης. Είναι δυνατόν σε μια αναμέτρηση της χώρας με μια επιδημία να συζητάμε μήπως ο Μητσοτάκης επωφεληθεί και κάνει εκλογές;

Υποθέτω πως αν θέλει, θα κάνει. Αν δεν θέλει, δεν θα κάνει. Οποιος θέλει, θα τον ψηφίσει. Οποιος δεν θέλει, δεν θα τον ψηφίσει.

Απλώς είναι αστείοι όσοι νομίζουν ότι μπορούν τα επίμαχα της στιγμής να προσδιοριστούν με τέτοιες ανοησίες.

Πόντιος Πιλάτος
Νομίζω πως στην κρίση του κορωνοϊού έχουμε όλοι φερθεί απέναντι στην Εκκλησία της Ελλάδος με απεριόριστο σεβασμό και ανεξάντλητη αγάπη. Από αύριο όμως έχουμε Μεγάλη Εβδομάδα. Με ό,τι σημαίνει για τον καθένα από εμάς. Είμαι βέβαιος ότι η Πολιτεία θα κάνει χωρίς εκπτώσεις το καθήκον της για να προστατεύσει τη δημόσια υγεία. Από την άλλη πλευρά όμως δεν μπορεί για άλλη μια φορά η Εκκλησία να αφήνει την προστασία της δημόσιας υγείας να εξελίσσεται ερήμην της επειδή δεν θέλει να τσακωθεί με κάποιους ακραίους πιστούς ή ιερωμένους.
Στο κάτω-κάτω της γραφής ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού. Οχι στην Εκκλησία του Πόντιου Πιλάτου.

Πολιτική λογική (και σέντερ μπακ)

Με διαφορά ελάχιστα 24ωρα, δύο από τα μεγαλύτερα κόμματα του δυτικού κόσμου έκαναν μια σχεδόν ταυτόσημη επιλογή.
Πρώτα το βρετανικό Εργατικό Κόμμα. Εξέλεξε αρχηγό τον σερ Κιρ Στάρμερ. Οξφόρδη, επιτυχημένος δικηγόρος, εντελώς νέα «μεσαία τάξη» και βουλευτής μόλις από το… 2015!
Αν μπορεί κανείς να εξιχνιάσει τον κυκεώνα που ονομάζεται «βρετανική Κεντροαριστερά», θα λέγαμε ότι ο σερ Κιρ είναι κάτι σαν «κεντρώος κεντροαριστερός».
Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν φαίνεται να έχει σχέση ούτε κοινωνική ούτε ιδεολογική ούτε μορφωτική με τον «ακτιβιστή» Κόρμπιν που θα αντικαταστήσει.
Λογικό. Υστερα από τέσσερις συνεχόμενες εκλογικές ήττες μέσα σε δέκα χρόνια, ήταν αναμενόμενο να αναζητήσουν οι Εργατικοί έναν νέο αρχηγό για έναν νέο δρόμο.
[Κι επειδή στην Αγγλία όλα μένουν και λίγο ίδια. Μετά τον Κόρμπιν, ο Στάρμερ είναι ο δεύτερος συνεχόμενος οπαδός της Αρσεναλ που γίνεται αρχηγός των Εργατικών.]
Υστερα το αμερικανικό Δημοκρατικό Κόμμα καταλήγει στον Τζο Μπάιντεν απέναντι στον Τραμπ. Ο Μπέρνι Σάντερς απέσυρε ύστερα από αρκετές ήττες την υποψηφιότητά του.
Να σημειώσω ότι στο ενδιάμεσο την υποψηφιότητα του «σοσιαλιστή δημοκράτη» ή «δημοκράτη σοσιαλιστή», ή κάπως έτσι, από το Βερμόν είχε υποστηρίξει θερμά και ο Νίκος Μπίστης, αλλά πολύ φοβούμαι πως η στήριξή του δεν ελήφθη σοβαρά υπόψη εκείθεν του Ατλαντικού.
Φυσικά ο Μπάιντεν δεν είναι ούτε Κλίντον ούτε Ομπάμα. Είναι ένας τυπικά κεντρώος αμερικανός πολιτικός, με μεγάλη εσωτερική πείρα της εξουσίας στην Ουάσιγκτον. Ο,τι κι αν εμπεριέχει η έννοια της πείρας σε ζητήματα εξουσίας, θετικό ή αρνητικό.
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν θα νικήσει τον Νοέμβριο.
Ολοι αντιλαμβανόμαστε όμως ότι θα οδηγήσει το κόμμα του ενωμένο στις κάλπες και ότι ο «περίπατος» που σχεδίαζε έως τώρα ο Τραμπ μάλλον αποτελεί προηγούμενο δελτίο καιρού.
Αυτή η διπλή εξέλιξη, στη Βρετανία και στις ΗΠΑ, έχει ασφαλώς πολλά επιμέρους στοιχεία, στα οποία θα επανέλθουμε τους επόμενους μήνες.
Εχει όμως και κάτι άλλο: μια κοινή πολιτική λογική.
Η οποία μάς λέει ότι η απάντηση σε ένα άκρο δεν μπορεί να είναι ένα άλλο άκρο. Αλλά το Κέντρο!
Γι’ αυτό, σερ Κιρ, σπρώξε λίγο να πάρουμε και κανέναν σέντερ μπακ της προκοπής!