Συνεχίζεται ο πόλεμος νεύρων από την Αγκυρα
Η είσοδος του ερευνητικού σκάφους ανήμερα της επετείου των Ιμίων και η προσπάθεια εξισορρόπησης με χαμηλούς τόνους και στρατηγικές κινήσεις από την Αθήνα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Ο συναγερμός που χτύπησε στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, στο υπουργείο Εξωτερικών και στο Μέγαρο Μαξίμου το πρωί της περασμένης Παρασκευής 31 Ιανουαρίου, ανήμερα της θλιβερής επετείου της Κρίσης των Ιμίων, εξαιτίας της εισόδου του τουρκικού ερευνητικού σκάφους «Oruc Reis» στο απώτατο νοτιοανατολικό άκρο του ελληνικού FIR, είναι ενδεικτικός της νευρικότητας που κυριαρχεί αυτή την περίοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τις τελευταίες ημέρες καταβάλλεται προσπάθεια «να πέσει η θερμοκρασία» και να σταματήσει η αλυσίδα των εκατέρωθεν δηλώσεων που τροφοδοτούν το ήδη επιβαρυμένο κλίμα μετά την υπογραφή του Μνημονίου Συναντίληψης Αγκυρας – Λιβύης περί θαλασσίων ζωνών.
Δεν υπάρχει η παραμικρή διασφάλιση ότι αυτή η προσπάθεια θα αποδώσει, αλλά η Αθήνα επιδιώκει με έναν συνδυασμό χαμηλών τόνων και κινήσεων εξωτερικής εξισορρόπησης, εκφραστής των οποίων είναι κυρίως η Γαλλία, να διασφαλίσει ότι το χρονικό διάστημα μέχρι τον προσεχή Μάρτιο ή και Απρίλιο θα περάσει με σχετική, για τα δεδομένα, νηνεμία ώστε να μπορέσουν να αποκατασταθούν κάποιοι δίαυλοι επικοινωνίας. Η εξίσωση είναι όμως περίπλοκη και οι απρόβλεπτοι παράγοντες πολλοί.
Πρωτοβουλίες
της Αθήνας με ΗΠΑ
και Γαλλία
Αν και δεν λείπουν οι αρρυθμίες στην εκτέλεση του σχεδιασμού, το βασικό σκεπτικό πίσω από τις τελευταίες πρωτοβουλίες της Αθήνας εδράζεται στην ανάγκη να αποδείξει η ελληνική πλευρά ότι μπορεί να είναι χρήσιμη και να προσφέρει βοήθεια σε κρίσιμους εταίρους της, ώστε στη συνέχεια να ελπίζει στη συνδρομή τους. Στην τρέχουσα συγκυρία, η κυβέρνηση έστειλε κατ’ αρχάς το μήνυμα προς κάθε ενδιαφερόμενο σχετικά με τις «κόκκινες γραμμές» της έναντι της Αγκυρας. Στη συνέχεια, οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν προς τις δύο χώρες που η ελληνική πλευρά πιστεύει ότι μπορούν να λειτουργήσουν ανασχετικά στην τουρκική δραστηριότητα: τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γαλλία. Είναι άλλωστε σε αυτό το πλαίσιο που επελέγησαν τόσο η ταχεία κύρωση του αναθεωρημένου Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) Ελλάδος – ΗΠΑ και η αποστολή μιας συστοιχίας Patriot (PAC-2) στη Σαουδική Αραβία όσο και η συνεκπαίδευση δυνάμεων του γαλλικού και του ελληνικού Στόλου με αφορμή την έλευση του αεροπλανοφόρου «Charles de Gaulle» στη Μεσόγειο και η, κυρίως πολιτικού χαρακτήρα, συμμετοχή στην αποστολή επιτήρησης στα Στενά του Ορμούζ υπό την ηγεσία του Παρισιού. Το ιδεατό σενάριο για την Αθήνα θα ήταν η υπογραφή μιας ελληνογαλλικής συμφωνίας αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, στην οποία αναφέρθηκε «Το Βήμα» σε σχετικό ρεπορτάζ στις 27 Ιανουαρίου.
Η Σαουδική
Αραβία και
οι ελληνικοί Patriot
Το αμερικανικό αίτημα για τη συνδρομή της Ελλάδος στην προστασία κρίσιμων εγκαταστάσεων και υποδομών στη Σαουδική Αραβία, που είναι εκτεθειμένες στις πυραυλικές επιθέσεις των ανταρτών Χούθι (που υποστηρίζονται από την Τεχεράνη) από την Υεμένη διατυπώθηκε για πρώτη φορά στις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Εθνικής Αμυνας το περασμένο φθινόπωρο. Στη Σαουδική Αραβία, που διαθέτει και η ίδια σημαντικό αριθμό αντιπυραυλικών συστοιχιών, έχουν αναπτυχθεί τέτοια συστήματα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ κάτι ανάλογο αναμένεται να πράξει η Ιταλία. Είναι άλλωστε σαφές ότι μετά τις επιθέσεις στις εγκαταστάσεις του ενεργειακού κολοσσού Aramco, η ανησυχία στο Ριάντ αυξήθηκε κατακόρυφα.
Η Ελλάδα διαθέτει έξι συστοιχίες Patriot και οι αρμόδιοι επιτελείς στο Πεντάγωνο είδαν θετικά την ανάπτυξή τους στην αραβική χώρα τόσο για την απόκτηση εμπειρίας από τους χειριστές όσο και επειδή η παρουσία τους εκεί θα συνδυαστεί με αναβάθμισή τους. Τις προσεχείς ημέρες θα βρεθεί στο Ριάντ αποστολή του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας (ΓΕΑ) που θα συζητήσει επί του κειμένου του Μνημονίου που θα ρυθμίζει τη μεταφορά των ελληνικών Patriot, εν όψει και της επίσκεψης του έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) στις 2-4 Φεβρουαρίου. Εκτιμάται επίσης ότι η ελληνική συνδρομή θα ανοίξει και τον δρόμο για στενότερη οικονομική και εμπορική συνεργασία με τη Σαουδική Αραβία. Τόσο το Ριάντ όσο και το Αμπου Ντάμπι (καθώς επίσης και το Κάιρο) εντάσσονται άλλωστε σε αυτό που ορισμένοι επιτελείς στα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας περιγράφουν ως «άξονα της κανονικότητας», ο οποίος έχει ταυτιζόμενα συμφέροντα με την Αθήνα σε σχέση με τη δραστηριότητα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και πέραν αυτής.
Το αναθεωρημένο
Πρωτόκολλο
MDCA
Αναμφίβολα, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις στον αμυντικό τομέα κρίνονται ως πολύ σημαντικές και η ψήφιση από τη Βουλή του αναθεωρημένου Πρωτοκόλλου της MDCA θα ενισχύσει το αμερικανικό αποτύπωμα στην ελληνική επικράτεια μέσω της παρουσίας τους σε Σούδα, Αλεξανδρούπολη, Βόλο και Λάρισα. Η Αθήνα πιστεύει ότι οι Αμερικανοί εξακολουθούν να έχουν «αποτρεπτική διπλωματική ισχύ» έναντι της Αγκυρας, παρά το γεγονός ότι ακόμη και ο Τζον Μπόλτον, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Ντόναλντ Τραμπ, δεν δίστασε να αναφερθεί στην «ιδιαίτερη προσωπική σχέση» που έχει αναπτύξει ο αμερικανός πρόεδρος με τον τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παράλληλα, η ελληνική πλευρά εξετάζει πολύ σοβαρά την προμήθεια δύο ή τριών Μη Επανδρωμένων Αεροσκαφών (UAVs) MQ-9 Reaper, ενώ και η συζήτηση για τη μελλοντική προμήθεια F-35 θεωρείται υπό το πρίσμα όχι απλά της ενίσχυσης της αποτρεπτικής ικανότητας, αλλά και της εισόδου σε μια «κλειστή λέσχη» κρατών.
Ο φάκελος «φρεγάτες» και η «μάχη»
των συμμάχων
Αυτή την περίοδο πάντως ο κρισιμότερος φάκελος στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας αφορά την προμήθεια κύριων πλοίων επιφανείας, δηλαδή φρεγατών. Το ζήτημα των Belh@rr@ βρέθηκε ψηλά στην ατζέντα των συνομιλιών του κ. Μητσοτάκη με τον Εμανουέλ Μακρόν στο Μέγαρο των Ηλυσίων, αλλά ακόμη ο δρόμος μέχρι τη λήψη των τελικών αποφάσεων είναι μακρύς. Οι τεχνικές συνομιλίες είναι δύσκολες, καθώς το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (ΓΕΝ) επιθυμεί την κάλυψη συγκεκριμένων προδιαγραφών που ανεβάζουν το κόστος και τα κονδύλια που θα πρέπει να εκταμιευθούν υψηλά. Το Παρίσι φέρεται να προσέγγισε ακόμη και διεθνείς επενδυτικές τράπεζες ώστε να διερευνήσει το ενδεχόμενο χρηματοδότησης, αλλά προς το παρόν δεν έχει βρεθεί λύση. Επιπλέον, η Αθήνα θέλει μια καθαρή διακρατική συμφωνία – η οποία θα επιτρέψει τη συμπερίληψη στο «πακέτο» των πυραύλων Scalp Naval – αλλά στο σημείο αυτό μοιάζει να υφίσταται εμπλοκή, διότι από το Παρίσι εκπέμπεται ότι μετά την υπογραφή το ελληνικό κράτος θα συνδιαλέγεται με την κατασκευάστρια εταιρεία των Belh@rr@, τη Naval Group.
Η γαλλική πλευρά πιέζει, και στην προγραμματισμένη επίσκεψη της υπουργού Αμυνας Φλοράνς Παρλί στην Αθήνα στις 24 Φεβρουαρίου εκφράζεται η ελπίδα ότι θα υπάρξει «φως στο τούνελ». Η συμφωνία για την αναβάθμιση των Μιράζ και η σχεδιαζόμενη συμφωνία ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να αξιοποιήσει τα ελικόπτερα ΝΗ-90 δείχνουν ότι η αμυντική συνεργασία μπορεί να έχει βάθος, αλλά η υπόθεση των φρεγατών είναι αυτή που πραγματικά «καίει» την Αθήνα. Και σε αυτό το σημείο δεν λείπουν όσοι θεωρούν ότι θα μπορούσε να εμφανιστεί μια «αμερικανική σφήνα». Η Ουάσιγκτον έχει καταστήσει σαφή την επιθυμία της να διεκδικήσει την προμήθεια των επόμενων πλοίων επιφανείας του ελληνικού Στόλου και έχει καταθέσει μια πρόταση για τέσσερις φρεγάτες (MMSC). Υπάρχει, στο σημείο αυτό, ένα «κλειδί»: οι Αμερικανοί έχουν πει ότι τα πλοία αυτά, που βασίζονται στο μοντέλο που έχει διαμορφωθεί για τη Σαουδική Αραβία και θα απαιτούσαν ορισμένες προσαρμογές για να καλύψουν τις ελληνικές ανάγκες, θα μπορούσαν να κατασκευαστούν σε ελληνικό ναυπηγείο, κάτι που θα μείωνε το κόστος τους. Αυτή η διάσταση συνδέεται με τις συζητήσεις για την απόκτηση των Ναυπηγείων Ελευσίνας από την ελληνοαμερικανική εταιρεία Onex, που έχει αποκτήσει και τα ναυπηγεία στον Νεώριο της Σύρου. Σημειώνεται δε ότι αντιπρόεδρος στο τμήμα International Business Development της Onex έχει αναλάβει ο πρώην ακόλουθος Αμυνας της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα Ρόμπερτ Παλμ, που είχε συνδράμει καίρια στην ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών αμυντικών σχέσεων.
Οι σχέσεις με το Παρίσι και η συνοδεία του «Charles de Gaulle»
Παράγοντες κοντά στον Πρωθυπουργό θεωρούν ότι η Αθήνα δεν πρέπει να φαίνεται μόνο ότι ζητάει, αλλά και ότι είναι διατεθειμένη να συνδράμει το Παρίσι σε τομείς που το ενδιαφέρουν. Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική πλευρά αποφάσισε να σταλεί στον ναύσταθμο της Τουλόν η φρεγάτα «Σπέτσαι» ώστε να συνοδεύσει το αεροπλανοφόρο «Charles de Gaulle» στο ταξίδι του στη Μεσόγειο και να συμμετάσχει και σε συνεκπαίδευση μαζί του σε περιοχές νοτίως της Κρήτης – μία κίνηση που θεωρείται ότι μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά σε ενδεχόμενες τουρκικές κινήσεις στη θαλάσσια περιοχή που επιδιώκει να σφετεριστεί η Αγκυρα με το Μνημόνιο Συναντίληψης που υπέγραψε με την κυβέρνηση Σάρατζ στην Τρίπολη. Η παρουσία του γαλλικού αεροπλανοφόρου στην ευρύτερη περιοχή το κρίσιμο δίμηνο Φεβρουαρίου – Μαρτίου κρίνεται από επιτελείς του ελληνικού Πενταγώνου ιδιαίτερα σημαντική. Παράλληλα, η κυβέρνηση εξετάζει να στείλει έναν ή δύο αξιωματικούς στο Αμπου Ντάμπι, όπου θα λειτουργήσει το αρχηγείο της Ευρωπαϊκής Αποστολής Θαλάσσιας Επιτήρησης (EMASOH) στην οποία συμμετέχει, κυρίως πολιτικά, η Ελλάδα. Στο ίδιο πλαίσιο, υπάρχουν εισηγήσεις για συμμετοχή στην Task Force Takuba στο Μάλι με σκοπό την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας στην περιοχή του Σαχέλ. Η ενίσχυση της ελληνικής παρουσίας θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά ώστε το Παρίσι «να ρίξει το πολιτικό του βάρος» με σκοπό την ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Επέμβασης (European Intervention Initiative – E2I). Τέλος, η Αθήνα θέλει την ενεργή παρουσία της Total στα δύο θαλάσσια οικόπεδα νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης που είχε αμφισβητήσει η Τρίπολη το προηγούμενο καλοκαίρι.
Τι συνέβη με το «Oruc Reis»
Το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Oruc Reis», το οποίο αποχώρησε αργά το απόγευμα της Παρασκευής από το ελληνικό FIR, πρόκειται, σύμφωνα με τη Navtex 0114/20 που έχει εκδώσει από τις 14 Ιανουαρίου ο σταθμός της Αττάλειας, να πραγματοποιήσει σεισμικές έρευνες σε μία περιοχή που καλύπτει μέρος των, αδειοδοτημένων από τη Λευκωσία, Οικοπέδων 4 και 5 της κυπριακής ΑΟΖ. Η εν λόγω αγγελία αναφέρεται σε διεξαγωγή ερευνών μέχρι και τις 10 Απριλίου, αλλά με βάση τις συντεταγμένες της δεν καλύπτει περιοχές που η Αθήνα θεωρεί ως ελληνική υφαλοκρηπίδα. Ωστόσο, φαίνεται ότι το πρωί της Παρασκευής οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες οδήγησαν το τουρκικό ερευνητικό σκάφος δυτικότερα της δηλωθείσας περιοχής, στο νοτιοανατολικό άκρο του ελληνικού FIR. Πρόκειται ουσιαστικά για μία περιοχή στην οποία είχε βρεθεί και το έτερο τουρκικό ερευνητικό σκάφος, το «Barbaros», τον Οκτώβριο του 2018, όταν και είχε εμποδιστεί να προχωρήσει. Σύμφωνα με τις πληροφορίες και εκτιμήσεις που υπήρχαν την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, το τουρκικό πλοίο είχε απλώσει τα ηχοβολιστικά καλώδια που χρησιμοποιούνται στις σεισμικές έρευνες (μήκους περίπου οκτώ χιλιομέτρων), αλλά λόγω του καιρού υποχρεώθηκε να μετακινηθεί δυτικότερα, ώστε αυτά να μην μπερδευτούν. Οι ίδιες πηγές σημείωναν επίσης ότι το «Oruc Reis» δεν είχε ξεκινήσει κάποια ερευνητική δραστηριότητα και ότι προσπαθούσε να στρίψει προς τα ανατολικά. Η φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς», η οποία ελλιμενιζόταν στην Κάρπαθο, εστάλη στην περιοχή προκειμένου να υπάρχει ασφαλέστερη εικόνα των εξελίξεων, ενώ μαζί με το τουρκικό ερευνητικό σκάφος βρίσκονται άλλα δύο εφοδιαστικά πλοία. Το «Oruc Reis» δεν συνοδευόταν άμεσα από πολεμικά πλοία και όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές το κοντινότερο τουρκικό πολεμικό σκάφος βρισκόταν σε απόσταση περίπου 50 ναυτικών μιλίων.

