Aπό τη δραστηριοποίησή του τον Νοέμβριο του 2015 έως σήμερα το Diorama Fund έχει επενδύσει αναπτυξιακά κεφάλαια ύψους 71 εκατ. ευρώ σε επτά ελληνικές  μικρομεσαίες επιχειρήσεις με έντονη εξαγωγική δραστηριότητα και μέχρι το «κλείσιμo» του fund, τον Νοέμβριο του 2019, θα έχουν επενδυθεί άλλα 40-45 εκατ. ευρώ σε επιπλέον τρεις-τέσσερις εταιρείες. Η δύναμη πυρός του fund που έχει έδρα το Λουξεμβούργο ανέρχεται σε 135 εκατ. ευρώ. Τα περίπου 20 εκατ. ευρώ που θα παραμείνουν στα ταμεία του θα αξιοποιηθούν για κεφαλαιακές ενέσεις στις υφιστάμενες συμμετοχές.

Διεθνείς οργανισμοί

Ο επιχειρηματίας Δημήτρης Δασκαλόπουλος είναι ο πρώτος και βασικός επενδυτής του Diorama με 50 εκατ. ευρώ. Επίσης 60 εκατ. ευρώ έχουν τοποθετήσει τρεις διεθνείς επενδυτικοί οργανισμοί (Εuropean Investment Fund, European Bank of Reconstruction and Development και European Investment Bank) και τα υπόλοιπα τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρείες και άλλοι έλληνες επιχειρηματίες. Τα κεφάλαια του fund τα διαχειρίζεται στην Ελλάδα η Deca Investments μέσω της επενδυτικής της επιτροπής. Πρόεδρος της επενδυτικής επιτροπής είναι ο κ. Νίκος Νανόπουλος και μέλος της ο κ. Νίκος Κούλης, που είναι και ο CEO της Deca Investments.

Αύξηση μεγεθών

Σύμφωνα με τον κ. Κούλη, στο διάστημα από την επένδυση μέχρι σήμερα οι εταιρείες στις οποίες έχει τοποθετηθεί το Diorama έχουν αυξήσει ετησίως τις πωλήσεις τους κατά 15%, τα κέρδη τους κατά 25%, τους εργαζομένους τους κατά 20% (+280 άτομα) και έχουν επενδύσει για την ανάπτυξή τους (capital expenditure) 175 εκατ. ευρώ, δημιουργώντας ένα ισχυρό  track record. Oπως επισημαίνουν τα στελέχη της Deca, το Net Asset Value των συμμετοχών σήμερα είναι αυξημένο κατά 20% σε σχέση με το κόστος της αρχικής επένδυσης.

Σύμφωνα με τον κ. Νανόπουλο, «εκτός από τα κεφάλαια που προσφέρουμε στις εταιρείες για νέα πάγια και κεφάλαιο κίνησης, συμβάλλουμε στη βελτιστοποίηση των σχέσεων με προμηθευτές, στην ανάπτυξη νέων εργασιών σε καινούργιες γεωγραφικές αγορές, στη βελτίωση της εταιρικής διακυβέρνησης αλλά και στην παροχή συμβουλών για εξαγορές εταιρειών». Με την εμπειρία του από τον τραπεζικό χώρο, ο κ. Νανόπουλος επισήμανε την έλλειψη κεφαλαίων τα οποία έχει ανάγκη αυτή τη στιγμή η ελληνική οικονομία: «Το φυσικό κεφάλαιο της χώρας, αντί να αυξάνεται, μένει σταθερό ή μειώνεται, ενώ παράλληλα υπάρχει εκροή ανθρώπινου κεφαλαίου. Πρέπει να έρθει στη χώρα φυσικό κεφάλαιο για να επιστρέψει και το ανθρώπινο».

Από 4 έως 6 χρόνια

Ο επενδυτικός ορίζοντας σε μια επιχείρηση κυμαίνεται από 4 έως 6 χρόνια. Σε μια επιχείρηση δεν τοποθετείται επάνω από το 12,5% του ενεργητικού του fund (περίπου 17 εκατ. ευρώ). Οι επενδύσεις μέχρι σήμερα εντοπίζονται στους κλάδους των τροφίμων, της τεχνολογίας και της συσκευασίας, ενώ οι νέες τοποθετήσεις που θα υλοποιηθούν μέχρι τον Νοέμβριο του 2019 θα έχουν πάλι ως αντικείμενο των κλάδο των τροφίμων αλλά και των φαρμάκων.

Το Diorama δεν ασχολείται με δανειοδοτήσεις, δεν επενδύει σε startups και σύμφωνα με το καταστατικό του δεν «ακουμπά» κλάδους όπως τυχερά παιχνίδια, όπλα και οινοπνευματώδη (πλην κρασιού).

Η διάρκεια ζωής του Diorama λήγει το 2024 και ήδη η Deca σχεδιάζει τη φάση της αποεπένδυσης που κατά κύριο λόγο θα γίνει με πώληση των συμμετοχών της σε στρατηγικούς επενδυτές από το εξωτερικό. Και αυτό γιατί η είσοδος στο χρηματιστήριο δεν θα αποφέρει τα προσδοκώμενα έσοδα λόγω της υποτίμησης των αξιών, αλλά και γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχουν εταιρείες και επιχειρηματίες στους κλάδους που έχει επενδύσει η Deca που να μπορούν να «σηκώσουν» το κόστος μιας εξαγοράς.

Η πετυχημένη έξοδος από τις πρώτες συμμετοχές αποτελεί ένα στοίχημα για την Deca, καθώς από το 2020 και μετά οι μέτοχοι του Diorama θα επιδιώξουν να «στήσουν» το Diorama II και να συγκεντρώσουν σημαντικά υψηλότερα των 135 εκατ. ευρώ για νέες τοποθετήσεις σε ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Οι επτά εταιρείες που έχει πλειοψηφικές και μειοψηφικές συμμετοχές

Atlas Tapes: Ηταν η πρώτη επένδυση του Diorama το 2015. Η Atlas Tapes είναι μια καθετοποιημένη εταιρεία στην περιοχή της Αταλάντης και δραστηριοποιείται στον χώρο των αυτοκόλλητων ταινιών. Είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη με εξαγωγές πάνω από το 80% των συνολικών της πωλήσεων. Στην εταιρεία Atlas επενδύθηκαν 7 εκατ. ευρώ και απεκτήθη μειοψηφική συμμετοχή. H εταιρεία πραγματοποιεί 80 εκατ. ετήσιο τζίρο και

EBITDA 10 εκατ. ευρώ.

Damavand: H εταιρεία δραστηριοποιείται στη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων με βάση την ντομάτα. To Diorama έχει επενδύσει στην Damavand 15 εκατ. ευρώ και ελέγχει το 75%. Η εταιρεία έχει ετήσιες πωλήσεις 18 εκατ. ευρώ (60% εξαγωγές) και ετήσιο EBITDA 1 εκατ. ευρώ.

InternetQ: Η εταιρεία δραστηριοποιείται σε δύο τομείς: στην παροχή μουσικής μέσω κινητών ή tablets και στο λογισμικό το οποίο φέρνει σε επαφή διαφημιστές και ψηφιακούς εκδότες για διαφημίσεις σε εφαρμογές κινητών τηλεφώνων (in-app advertising). Εχει ετήσιο τζίρο άνω των 150 εκατ. ευρώ και EBITDA 25 εκατ. ευρώ. Το Diorama έχει επενδύσει 12 εκατ. ευρώ και έχει μειοψηφική συμμετοχή.

Adam Pack: Η εταιρεία ασχολείται με την παραγωγή χάρτινης συσκευασίας γάλακτος. Το Diorama απέκτησε το 100% της Adam Pack και προέβη σε αύξηση κεφαλαίου για να αυξηθεί η παραγωγική δυναμικότητα. Συνολικά τοποθετήθηκαν περίπου 11 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία έχει τζίρο 14 εκατ. ευρώ (40% εξαγωγές) και EBITDA 1,5 εκατ. ευρώ.

Axel Accessories: Η εταιρεία ασχολείται με τον σχεδιασμό, την παραγωγή και την εμπορία γυναικείων ρούχων, υποδημάτων και αξεσουάρ. Διαθέτει 15 καταστήματα λιανικής στην Ελλάδα και παρουσία σε 45 χώρες. Το Diorama έχει επενδύσει 6 εκατ. ευρώ και έχει αποκτήσει μειοψηφική συμμετοχή. Η εταιρεία έχει ετήσιο τζίρο 15 εκατ. ευρώ και οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν το 50% των πωλήσεων.

Viva Wallet Holdings: Το Diorama επένδυσε 15 εκατ. ευρώ και απέκτησε μειοψηφική συμμετοχή στην εταιρεία που η θυγατρική της Viva Payments αποτελεί το πρώτο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος στην Ελλάδα για υπηρεσίες εκκαθάρισης και έκδοσης καρτών και βασίζεται εξ ολοκλήρου σε cloud υποδομές. Η Viva δημιουργεί 1 δισ. ευρώ συναλλαγών στην Ελλάδα.

Lariplast: Το Diorama επένδυσε 5 εκατ. ευρώ για μειοψηφική συμμετοχή. Η Lariplast ασχολείται με την παραγωγή πλαστικών υλικών μιας χρήσης. Η εταιρεία έχει ετήσιο τζίρο 30 εκατ. ευρώ και το 70% των πωλήσεων διοχετεύεται στο εξωτερικό.