Δεν είναι η πρώτη φορά που ο εκλογικός κύκλος παρασύρει μια κυβέρνηση σε ακατάσχετη, χωρίς μέτρο υποσχεσιολογία και παραχολογία. Ούτε είναι η πρώτη φορά επίσης που όλα είναι έτοιμα να θυσιασθούν προς χάριν της εξουσίας.

Την άνοιξη του 1985 ο Ανδρέας Παπανδρέου προκήρυξε εκλογές υποσχόμενος «καλύτερες μέρες» έχοντας μόλις 300 εκατ. δολάρια συναλλαγματικά διαθέσιμα. Κέρδισε τις εκλογές εκείνες και τρεις μήνες μετά επέβαλε το πρώτο πρόγραμμα λιτότητας, υποτιμώντας ταυτόχρονα το εθνικό νόμισμα.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1989, θυσίασε τα όποια αποτελέσματα του τριετούς προγράμματος σταθεροποίησης και δεν δίστασε να φέρει τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας προκειμένου να ελέγξει το εκλογικό αποτέλεσμα και να περιορίσει τη φθορά της κυβέρνησής του.

Στα εκλογές του 1993 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πάλι για τον ίδιο λόγο, προκειμένου να καλύψει τη φθορά του, άφησε πίσω του δυσθεώρητα ελλείμματα επιβάλλοντας στον διάδοχό του νέο κύκλο περιοριστικών μέτρων.

Το 2004 η απερχόμενη κυβέρνηση Σημίτη, διά του τότε υπουργού Οικονομικών Νίκου Χριστοδουλάκη, μοίρασε περίπου 7 δισ. ευρώ μήπως και αντιστρέψει τη φορά των πραγμάτων. Μάταιος κόπος. Οι πολίτες εισέπραξαν τις παροχές και ψήφισαν μαζικά τον Κώστα Καραμανλή.

Στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο η κυβέρνηση, παρά τις τόσες πικρές εμπειρίες, τα δίνει όλα προκειμένου να αναστρέψει το αρνητικό για αυτήν κλίμα.

Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός παρότι γνωρίζει από πρώτο χέρι ότι η χώρα παραμένει μετέωρη και αμφισβητούμενη, εκτός αγορών, χωρίς πνοή, με ανάπτυξη αναιμική και δημόσια οικονομικά εύθραυστα, είναι έτοιμος να τινάξει τα πάντα στον αέρα.

Μοιράζει αναδρομικά, συντάξεις, επιδόματα αλληλεγγύης και μαζί υπόσχεται χιλιάδες προσλήψεις και άλλες παροχές σε πλήθος κοινωνικών ομάδων, στο όνομα της επισφαλούς σταθεροποίησης, στην οποία οδηγήθηκε θέλοντας και μη το καλοκαίρι του 2015, αφού προηγουμένως είχε αρνηθεί την όποια πρόοδο και έφερε, με τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις του, τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.

Και όλα αυτά με άνεση πρωτοφανή και περισσό θράσος. Κομπορρημονεί από βήματος της Βουλής, προκαλεί, επιτιμά και χλευάζει τους αντιπάλους του, διαστρεβλώνοντας ακόμη και τα προφανή.

Δεν χωρεί πια καμία αμφιβολία ότι οι κυβερνώντες δίνουν αγώνα πολιτικής επιβίωσης χωρίς μέτρο. Γι’ αυτούς «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και όλα τίθενται στη διάθεση του γενικού αρχηγείου προκειμένου να αποτραπεί η επερχόμενη παράδοση της εξουσίας. Και εν ονόματι αυτού του σκοπού είναι έτοιμοι να θυσιάσουν τα πάντα.

Ούτε η φαλκίδευση της οικονομίας τούς απασχολεί, ούτε για της Δημοκρατίας τη φθορά νοιάζονται, ούτε βεβαίως μπορούν να εκτιμήσουν ότι πιθανώς, με τις πράξεις και τις επιλογές τους, κινδυνεύουν να πάνε χαμένες οι πολύχρονες θυσίες του πολύπαθου ελληνικού λαού.

«Πάρε κόσμε» είναι το σύνθημα, και γύρω απ’ αυτό συντονίζονται ανερυθρίαστα ο Πρωθυπουργός και οι υπουργοί του, μηδενός εξαιρουμένου, παρά τους όρκους περί του αντιθέτου.

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι παραβλέπουν πως η ελληνική οικονομία χρεοκόπησε απ’ τις σπατάλες και είναι έτοιμοι να επαναλάβουν το ίδιο λάθος, επαναφέροντας και πάλι την Ελλάδα σε δύο-τρία χρόνια σε κατάσταση χρεοκοπίας.

Δυστυχώς αυτοί οι εκπρόσωποι του «νέου», που δήθεν παλεύουν για την ανανέωση της πολιτικής ζωής, είναι βγαλμένοι από τη μήτρα του πιο χυδαίου και του πιο ζημιογόνου παλαιοκομματισμού που πέρασε από τη χώρα στα μεταπολιτευτικά χρόνια.

ΤΟ ΒΗΜΑ