Τα μάτια είναι στραμμένα στην Ιταλία όπου το υπουργικό συμβούλιο θα εγκρίνει αύριο Δευτέρα τον ελλειμματικό προϋπολογισμό του 2019 και στη συνέχεια θα τον στείλει στην ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το ότι η Επιτροπή μπορεί να τον απορρίψει και να ζητήσει από τη Ρώμη να φτιάξει άλλον – κίνηση που δεν έχει γίνει ποτέ στο παρελθόν -, ενώ η ιταλική κυβέρνηση δηλώνει αποφασισμένη να εμμείνει στον προϋπολογισμό που κατήρτισε, εντείνει τις ανησυχίες για κρίση στην Ιταλία που θα εξαπλωθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με πρώτη την Ελλάδα.
Το έλλειμμα του προϋπολογισμού φθάνει το 2,4% του ΑΕΠ, το οποίο σημαίνει ότι η Ιταλία θα αναγκαστεί να δανειστεί για να το καλύψει αυξάνοντας το δημόσιο χρέος που ήδη πλησιάζει τα 2,5 τρισ. ευρώ, φθάνει στο 132% του ΑΕΠ (είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στην ΕΕ μετά το 180% της Ελλάδας) και έχει το υψηλότερο ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης στην ΕΕ, περίπου 400 δισ. ευρώ τον χρόνο. Ολα αυτά συν η διαμάχη μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών προκαλούν ανησυχία στις αγορές και σπρώχνουν προς τα πάνω τα επιτόκια των ιταλικών ομολόγων.
Πολλοί εκφράζουν την ανησυχία ότι θα ξεσπάσει μια κρίση χρέους όπως εκείνη της Ελλάδας το 2010, μόνο που η οικονομία της Ιταλίας είναι 10 φορές μεγαλύτερη και, αν καταρρεύσει, θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί.
«Η κατάσταση είναι πολύ εύθραυστη» δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Γίρκι Κατάινεν, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο μετάδοσης σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Ο κίνδυνος της μετάδοσης έγινε ήδη εμφανής στην Ελλάδα. Η βουτιά στις μετοχές των τραπεζών αποδίδεται και στον παράγοντα Ιταλία. Οι αναταράξεις στη γειτονική χώρα επηρέασαν και τους ελληνικούς τίτλους, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου να ανεβαίνει στο 4,6%.
Την ίδια την Ιταλία την ανησυχεί περισσότερο η αντίδραση των αγορών παρά η αντίδραση των Βρυξελλών, αν και η δεύτερη επηρεάζει την πρώτη. Οι επενδυτές πουλούν ιταλικά ομόλογα αυξάνοντας το κόστος δανεισμού της Ιταλίας. Η Ρώμη χαρακτήρισε την αύξηση στις αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων «ανησυχητική» αλλά και «υπερβολική αντίδραση» που δεν δικαιολογείται από τα δεδομένα της ιταλικής οικονομίας.

Πού θα πάει το έλλειμμα

Το σχέδιο του ιταλικού προϋπολογισμού που θα στείλει η Ρώμη στις Βρυξέλλες υποθέτει ανάπτυξη 1,5% το 2019, 1,6% το 2020 και 1,4% το 2021. Οι Βρυξέλλες θεωρούν τις προβλέψεις αυτές υπεραισιόδοξες, το ίδιο και η ανεξάρτητη ιταλική αρχή που ελέγχει (μη δεσμευτικά) τον προϋπολογισμό. Η Επιτροπή τοποθετεί την ανάπτυξη στο 1,1% το 2019 ενώ η Confindustria, η ένωση των ιταλών εργοδοτών, στο 0,9%.
Η κυβέρνηση συνεργασίας του Κινήματος 5 Αστέρων με τη Λέγκα ενέταξε στον προϋπολογισμό του 2019 αύξηση των δαπανών συνολικού ύψους 37 δισ. ευρώ, αλλά από αυτά, τα 15 δισ. ευρώ θα καλυφθούν από περικοπές, άρα το έλλειμμα αποτελούν τα υπόλοιπα 22 δισ. ευρώ. Η ιταλική κυβέρνηση υποθέτει ότι η ανάπτυξη που προβλέπει για τη χώρα θα χρηματοδοτήσει το έλλειμμα, που οφείλεται κυρίως στην ενίσχυση του κοινωνικού κράτους για τους φτωχότερους (9 δισ. θα πάνε στο αποκαλούμενο «εισόδημα των πολιτών» που θα στηρίξει 6,5 εκατομμύρια φτωχούς Ιταλούς), στη μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης για όσους έχουν συμπληρώσει ένα ύψος εισφορών, στη μείωση της φορολογίας για μικρές επιχειρήσεις και στη φορολογική αμνηστία για απλήρωτους φόρους μέχρι ένα πλαφόν.
Λόγω του ελλείμματος, η μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί: αντί για 10 μονάδες ως το 2021, που θα το έφθαναν στο 122% του ΑΕΠ, η κυβέρνηση αναθεώρησε τη μείωση στις 4,5 μονάδες.
Ο ιταλός πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα υπενθύμισε δημοσίως ότι το ιταλικό Σύνταγμα απαιτεί «ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και βιωσιμότητα του χρέους». Ο πρόεδρος έχει το δικαίωμα να απορρίψει τον προϋπολογισμό, αλλά το πιθανότερο είναι ότι δεν πρόκειται να το κάνει για να μην προσθέσει μία ακόμη κρίση στη χώρα.

Τι θα κάνουν οι Βρυξέλλες

Μπορεί όμως να απορρίψουν τον προϋπολογισμό οι Βρυξέλλες. Αφού τον υποβάλει η Ρώμη, η Επιτροπή έχει μία εβδομάδα για να ζητήσει διαβουλεύσεις με τη Ρώμη και, στη συνέχεια, άλλες δύο εβδομάδες για να αποφασίσει αν θα εκδώσει «αρνητική άποψη», δηλαδή ουσιαστικά αν θα τον απορρίψει. Θα έχει πάτημα να το κάνει αν κρίνει ότι ο προϋπολογισμός παραβιάζει σαφώς τους κανόνες της ΕΕ για το χρέος ή το έλλειμμα, ότι δεν περιέχει όσα έχουν προηγουμένως συμφωνηθεί ή ότι απειλεί την οικονομική σταθερότητα.
Η Ιταλία τότε θα έχει τρεις εβδομάδες για να υποβάλει νέο προϋπολογισμό. Αν αρνηθεί να το κάνει, η κρίση Ρώμης – Βρυξελλών θα κλιμακωθεί και η Επιτροπή θα μπορεί να κινήσει τη «διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος» που, στο τέλος, επισείει οικονομικές κυρώσεις.
Η ΕΕ όμως αναμένεται να είναι πολύ προσεκτική στον χειρισμό του ιταλικού προβλήματος για να μην ενισχύσει τις αντιευρωπαϊκές φωνές στην Ιταλία, εν όψει και των ευρωεκλογών, ενώ οι όποιες τυχόν κυρώσεις θα αργήσουν να επιβληθούν διότι οι ευρωπαϊκές διαδικασίες είναι χρονοβόρες. Η πραγματική πίεση για τη Ρώμη δεν προέρχεται από τις Βρυξέλλες αλλά από τις αγορές.
«Αυτό που μετρά για μας σήμερα είναι η αντίδραση των αγορών» παραδέχθηκε ο υφυπουργός Οικονομικών Μάσιμο Γκαραβάλια.

Η πίεση των αγορών

Αν το επιτόκιο δανεισμού της Ιταλίας γίνει απαγορευτικό (θυμίζουμε ότι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι έπεσε από την πρωθυπουργία όταν το επιτόκιο του 10ετούς ιταλικού ομολόγου έφθασε το 7%), η Ρώμη θα πρέπει είτε να αλλάξει άρδην τα σχέδιά της είτε να αντιμετωπίσει τεράστια κρίση. Στην τελευταία περίπτωση, δεν θα μπορεί να ζητήσει βοήθεια από την ΕΕ, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν επιτρέπεται να επέμβει και να σώσει τις ιταλικές τράπεζες (που έχουν ιταλικά ομόλογα ύψους 375 δισ. ευρώ) αν προηγουμένως δεν έχει συμφωνηθεί σε πολιτικό επίπεδο στην ΕΕ ένα πρόγραμμα διάσωσης, δηλαδή ένα «μνημόνιο», όπως εκείνα της Ελλάδας, με επώδυνες οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Την περίπτωση της υπογραφής ενός «μνημονίου» την απορρίπτει η ιταλική κυβέρνηση.
Αν επαναληφθεί η ιστορία της Ελλάδας στην Ιταλία, και η χώρα υποβαθμιστεί και άλλο από τους οίκους αξιολόγησης ώστε τα κρατικά ομόλογά της να γίνουν «σκουπίδια» (απέχουν δύο βαθμίδες), η ΕΚΤ θα αρνηθεί να συνεχίσει να δίνει χρήματα στις ιταλικές τράπεζες (που θα έχουν πρόβλημα ρευστότητας) έως ότου υπογραφεί ένα πρόγραμμα διάσωσης – όπως έγινε με την Ελλάδα τον Ιούνιο του 2015, όταν η κυβέρνηση δεν υπέγραψε το «μνημόνιο» και προκήρυξε δημοψήφισμα.
Η διαφορά ανάμεσα στην Ιταλία σήμερα και στην Ελλάδα το 2015 είναι, σύμφωνα με αναλυτή που μίλησε στον «Monde», ότι «το αλεξίπτωτο έχει αρχίσει να σκίζεται: από τη μια πλευρά η βούληση για ενότητα και αλληλεγγύη είναι πολύ λιγότερο ομόφωνη στους κόλπους της ευρωζώνης και από την άλλη το οπλισμένο χέρι αυτής της βούλησης, η ΕΚΤ, έχει ήδη χρησιμοποιήσει μεγάλο μέρος των πυρομαχικών της».
Ο Στεφάν Λοέ, αρθρογράφος του «Monde», αποδίδει ευθύνες και στη Ρώμη και στις Βρυξέλλες: «Οι επερχόμενες ευρωεκλογές κάνουν τους παίκτες των δύο πλευρών να υπερβάλλουν τον ρόλο τους… Ολα παίζονται γύρω από έναν αριθμό: το 2,4% του ελλείμματος. Καταρχήν τίποτε το κακό για τον κοινό θνητό στον οποίο επαναλαμβάνουμε επί χρόνια ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού πρέπει να παραμένει κάτω του 3% του ΑΕΠ. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι ευρωσκεπτικιστές έχουν ένα δίκιο: το πλαφόν αυτό, που υπαγορεύει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, είναι πλασματικό. Εχει γίνει δόγμα αλλά δεν λαμβάνει υπόψη ούτε τον ρυθμό της ανάπτυξης ούτε την παραγωγικότητα της οικονομίας ούτε πού βρισκόμαστε στον οικονομικό κύκλο. Πάνω σε αυτά τα τρία πατάει η μείωση του πλαφόν για την Ιταλία».
«Τα φρένα στην οικονομική δραστηριότητα παραμένουν πολλά: ακαμψία της αγοράς εργασίας, γραφειοκρατικό βάρος, βραδύτητα της Δικαιοσύνης, αναποτελεσματικότητα στην συλλογή των φόρων. Αλλά και το Σύμφωνο Σταθερότητας της ΕΕ έχει μερίδιο ευθύνης… Πρέπει λοιπόν να ανοίξουν όπως-όπως οι κρουνοί των δαπανών, όπως προτείνει ο κυβερνητικός συνασπισμός της Ιταλίας; Ας είμαστε σαφείς. Τα κουβαρνταλίκια των Σαλβίνι και Ντι Μάιο δεν θα ρυθμίσουν τα βαθιά προβλήματα της ιταλικής οικονομίας. Η ΕΕ μπορεί να συνοφρυώνεται, θα ήταν όμως επικίνδυνο να αρνηθεί κάθε περιθώριο για μανούβρες προκειμένου αυτή η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση να πειραματιστεί με συνταγές διαφορετικές από εκείνες των προκατόχων της. Λίγος πραγματισμός και διπλωματία από τις Βρυξέλλες και ένα άλμα υπευθυνότητας από τη Ρώμη δεν θα έβλαπταν, για το συμφέρον τόσο της Ιταλίας όσο και της Ευρώπης. Η ισορροπία δεν πρέπει να υφίσταται μόνο στον προϋπολογισμό αλλά και στην πολιτική» κατέληξε ο κ. Λοέ.

Αντιευρωπαϊκό ακροδεξιό μέτωπο με Λεπέν

Επειδή η απειλούμενη ιταλική κρίση συμβαίνει επτά μήνες πριν από τις ευρωεκλογές του Μαΐου, όλες οι πλευρές έχουν στο μυαλό τους ότι η προεκλογική εκστρατεία έχει ατύπως ξεκινήσει, και οι δηλώσεις τους έχουν έναν προεκλογικό τόνο.
Ο ηγέτης του αντισυστημικού λαϊκιστικού Κινήματος 5 Αστέρων και αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ιταλίας Λουίτζι Ντι Μάιο δήλωσε ότι «δεν θα προδώσει» τον ιταλικό λαό τροποποιώντας τον προϋπολογισμό.
«Αν αυξηθεί το χρέος, στο τέλος ποιος πληρώνει; Οι ιταλοί πολίτες. Γι’ αυτό ένας προϋπολογισμός που θα αύξανε το δημόσιο χρέος θα ήταν ένας προϋπολογισμός κατά του ιταλικού λαού» απάντησε ο επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί. «Οι κανόνες πρέπει να τηρούνται». Την Πέμπτη και την Παρασκευή θα πάει στη Ρώμη για να συζητήσει τον προϋπολογισμό με τον ιταλό υπουργό Οικονομικών Τζιοβάνι Τρία σε μια προσπάθεια να βρεθεί λύση.
Ο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτης της ακροδεξιάς Λέγκας και έτερος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, ανταπάντησε «προεκλογικά» επικαλούμενος τους συνήθεις εχθρούς της αντιευρωπαϊκής λαϊκιστικής αντισυστημικής Ακροδεξιάς: τον πρόεδρο της Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, τον Μοσκοβισί και τον επενδυτή Τζορτζ Σόρος: «Ανθρωποι σαν τον Γιούνκερ και τον Μοσκοβισί έχουν καταστρέψει την Ευρώπη και την Ιταλία… Μερικοί χρηματοπιστωτικοί θεσμοί ποντάρουν ότι θα υποχωρήσουμε. Κάνουν λάθος» δήλωσε και κατηγόρησε «κερδοσκόπους όπως ο Σόρος που ποντάρουν στην κατάρρευση της Ιταλίας για να αγοράσουν κοψοχρονιά τις υγιείς επιχειρήσεις που έχουν απομείνει στη χώρα, και υπάρχουν πολλές».
Ο Σαλβίνι βγαίνει τελευταίως πολύ δυναμικά στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή εν όψει των ευρωεκλογών. Μέχρι πρόσφατα, αδιαμφισβήτητος ηγέτης της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς ήταν ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν. Ο Σαλβίνι όμως, αν και συνεργάζεται στενά με τον Ορμπαν και αλληλοεπαινούνται δημοσίως, τείνει να του πάρει τα πρωτεία, καθώς προέρχεται από μια πολύ μεγαλύτερη χώρα και από τις ιδρυτικές της ΕΕ. Ο Σαλβίνι συνεργάζεται πλέον στενά με τον Στιβ Μπάνον, τον πρώην επικεφαλής στρατηγικής του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος οργανώνει την Ακροδεξιά πανευρωπαϊκώς εν όψει των ευρωεκλογών – αλλά και παγκοσμίως, όπως δείχνει η συνεργασία του με τον ακροδεξιό Ζαΐρ Μπολσονάρο, που ήρθε πρώτος στον α’ γύρο των προεδρικών εκλογών την περασμένη Κυριακή στη Βραζιλία.
Τη Δευτέρα ο Σαλβίνι συναντήθηκε με τη γαλλίδα ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, επικεφαλής του Εθνικού Συναγερμού (RN, πρώην Εθνικού Μετώπου), στη Ρώμη. Ενώ μέχρι πρότινος ο Σαλβίνι προσπαθούσε να προσεταιριστεί τη Λεπέν για να κερδίσει από τη σχέση του μαζί της, εδώ και λίγους μήνες η κατάσταση έχει αντιστραφεί. Το καλοκαίρι, για παράδειγμα, το περιβάλλον της Λεπέν άφηνε να διαρρεύσει ότι «ανταλλάσσουν μηνύματα στο κινητό με smile».
Στόχος της πανευρωπαϊκής συσπείρωσης των ακροδεξιών είναι να αλληλοενισχυθούν και να κερδίσουν για λογαριασμό τους το έδαφος που χάνει η Αριστερά, οικειοποιούμενοι ζητήματα που στο παρελθόν ανήκαν στο πεδίο της. «Τον Μάιο θα διώξουμε τους σοσιαλιστές από την εξουσία» δήλωσε ο Σαλβίνι. «Οραματίζομαι μια Ευρώπη που θα βοηθάει τις επενδύσεις για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Πρέπει να βάλουμε την απασχόληση στο επίκεντρο και να εξοικονομήσουμε εκεί όπου μπορούμε, όχι όμως στα κοινωνικά δικαιώματα». Και στη συνέχεια το παραδέχτηκε ανοιχτά: «Παίρνουμε τις αξίες μιας Αριστεράς που πρόδωσε τους εργαζομένους. Βοηθούμε όσους βρίσκονται σε επισφαλή θέση και τους ανέργους τους οποίους εγκατέλειψε η Αριστερά. Πιστεύω ότι στις τάξεις των Σοσιαλιστών υπάρχουν σήμερα περισσότεροι τραπεζίτες παρά εργάτες».