Το πολιτικό δρώμενο διαδραματίζεται ως εξής: Αργόσχολοι νεαροί καταλαμβάνουν παρανόμως υπόγειους χώρους του Πολυτεχνείου, παρασκευάζουν βόμβες μολότοφ και, σε μέρες και ώρες που δεν κοιμούνται ή δεν επιδίδονται σε κατανάλωση ποτών ή χασίς, εξέρχονται της πύλης του εκπαιδευτικού ιδρύματος και επιδίδονται στη ρίψη των βομβών τους στις αστυνομικές δυνάμεις που υποτίθεται ότι φρουρούν την περιοχή. Οι τελευταίες παριστάνουν ότι αμύνονται, δεν συλλαμβάνουν όμως τους ταραξίες και τους επιτρέπουν να επιστρέψουν ανενόχλητοι στο πανεπιστημιακό άσυλο του Πολυτεχνείου, το οποίο μάλιστα παρανόμως τους παρέχεται από τη Σύγκλητο και τους φοιτητικούς συλλόγους. Ενίοτε, για παραπλάνηση της απορούσας κοινής γνώμης, προσάγονται τρεις-τέσσερις νεαροί στην Ασφάλεια όπου αφού κρατούνται τα στοιχεία τους αφήνονται αμέσως ελεύθεροι για να επιστρέψουν στο παράνομο άντρο τους και να συνεχίσουν την έκνομη δράση τους. Στη σπάνια περίπτωση που συλλαμβάνονται ένας-δυο νεαροί, ύστερα από ολιγόωρη κράτηση αφήνονται και πάλι ελεύθεροι για να συνεχίσουν την ηρωστράτεια δραστηριότητά τους (ρίψεις βομβών, πυρπόληση αυτοκινήτων, καταστροφή καταστημάτων, ξήλωμα πεζοδρομίων, ρύπανση δημόσιων χώρων κ.ο.κ.), χωρίς μάλιστα ποτέ να επιβάλλεται η υποχρέωση αποζημίωσης των θυμάτων.

Στη σπανιότατη περίπτωση που συλληφθέντες προσάγονται ενώπιον του δικαστηρίου, απαλλάσσονται σχεδόν πάντα, καθώς οι αστυνομικοί που διαπιστώνουν τις παράνομες πράξεις
συνήθως δεν προσέρχονται να καταθέσουν ως μάρτυρες, αλλά και όταν προσέρχονται σπανίως γίνονται συγκεκριμένοι στις κατηγορίες τους, μάλλον καθώς φοβούνται τις συνέπειες της ευσυνειδησίας τους ή επειδή αυτό τούς έχει υποδειχθεί άνωθεν.

Αλλά και στη σπάνια περίπτωση που κάποιος ευσυνείδητος δικαστής επιβάλλει κάποια επιεική πάντοτε ποινή, αυτή ουδέποτε εκτίεται, καθώς η φιλάνθρωπη Ποινική Δικονομία μας προβλέπει κατά κανόνα αναστολές έκτισης των ποινών. Ετσι και οι σπανίως καταδικαζόμενοι αφήνονται ελεύθεροι από τη Δικαιοσύνη για να συνεχίσουν την έκνομη δραστηριότητά τους. Εύλογα λοιπόν και οι αστυνομικοί, που κάνουν τα στραβά μάτια, απαντούν στους επικριτές τους ότι μάταιο είναι να διακινδυνεύουν διώκοντας μπαχαλάκηδες και αναρχικούς (ουκ ολίγες φορές τραυματίζονται ή και παθαίνουν εγκαύματα από τις μολότοφ), αφού η φιλάνθρωπη νομοθεσία και κάποιοι φοβισμένοι δικαστές τούς αφήνουν ελεύθερους να συνεχίζουν την παράνομη δραστηριότητά τους. Ετσι γενικότερα εξηγείται το συνεχώς ακουόμενο στην τηλεόραση και αναγραφόμενο στις εφημερίδες, ότι ο τάδε εγκληματίας είχε απασχολήσει και στο παρελθόν τις Αρχές για έκνομες ενέργειες αλλά περιέργως κυκλοφορούσε ελεύθερος.

Εννοείται ότι ο νομοθέτης αλλά και η δικαστική πρακτική έχουν προνοήσει και για άλλες διευκολύνσεις υπέρ κατηγορουμένων, όπως π.χ. οι αλλεπάλληλες αναβολές στις δίκες. Αλλά και για τους με βαριές ποινές καταδικαζομένους ο καλός νομοθέτης δίνει κάθε τόσο άδειες ώστε να διευκολύνεται η συνέχιση ασκήσεως του επαγγέλματός τους, οσάκις τυχαίνει να είναι αμετανόητοι ληστές, κλέφτες, έμποροι ναρκωτικών, εκτελεστές με παραγγελιά, κ.ο.κ. Εως ότου ο νόμος Παρασκευόπουλου απελευθέρωσε από τις φυλακές πάνω από 10.000 με το πρόσχημα ότι δεν χωρούν άλλους, ενώ η αυτονόητη και επείγουσα λύση είναι να δημιουργηθούν αμέσως και άλλες φυλακές, απαραίτητες ούτως ή άλλως και λόγω της έντονα αυξανόμενης εγκληματικότητας.