Χρήστος Μάστορας, «Στο X Factor το φως των προβολέων πέφτει επάνω στους συμμετέχοντες»
Ο δημοφιλής τραγουδιστής, τραγουδοποιός και frontman του συγκροτήματος MEΛΙSSES μιλάει στο BHMAgazino για το talent show του MEGA στο οποίο συμμετέχει ως κριτής, για τη διαχρονικότητα, τα social media, την αναγνωρισιμότητα και τις πολιτικές του απόψεις.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Με γυρίσματα για το «X Factor», που προβάλλεται αυτό το διάστημα από τη συχνότητα του MEGA, εμφανίσεις (έως τις 21 Μαΐου) στο Βox Athens με τις MEΛΙSSES (παρέα με τον Κώστα Μαυρογένη στο μπάσο και τον Θάνο Λαΐτσα στην κιθάρα, δηλαδή) – ένα από τα πιο επιτυχημένα συγκροτήματα της ελληνικής δισκογραφίας, με περισσότερα από 320 εκατομμύρια views στο YouTube και 60 εκατομμύρια streams στο Spotify – αλλά και υποχρεώσεις της σόλο καριέρας του, το πρόγραμμα του Χρήστου Μάστορα δεν μπορεί παρά να είναι γεμάτο: «Περνάει τόσο γρήγορα ο καιρός που νομίζω ότι μια μέρα θα ξυπνήσω παππούς. Είναι τόσο γεμάτη η καθημερινότητα, βέβαια, κάθε μέρα είναι πολύ διαφορετική από την προηγούμενη, δεν υπάρχει ρουτίνα. Είναι ευλογία να έχεις δουλειά, αλλά ενίοτε χρειάζεται να απαγκιστρώνεσαι από αυτό που σε καθορίζει για να θυμάσαι και την προσωπική σου αξία. Οταν κάνεις μια δουλειά για την οποία σε σέβονται και την κάνεις καλά, αυτό μπορεί να δίνει μεγάλο νόημα στη ζωή σου καταλαμβάνοντας χώρο και από άλλους τομείς που είναι σημαντικοί και να ξεχάσεις τη χαρά, την περιπέτεια, ό,τι είναι πιο fun. Κι αν ξαφνικά γίνει μια παύση, βλέπε κορωνοϊός, να νομίζεις ότι δεν έχεις αξία». Συγκροτημένος, ταλαντούχος, με καθαρή σκέψη, ο δημοφιλής τραγουδιστής και τραγουδοποιός άνοιξε τα χαρτιά του στο BHMAgazino σε μια κουβέντα που ξεκίνησε από τη συμμετοχή του στην κριτική επιτροπή του εκρηκτικού talent show για να περιπλανηθεί εν συνεχεία σε αναπάντεχα μονοπάτια.
Τι διαφοροποιεί το «X Factor» σε σχέση με άλλα ανταγωνιστικά τηλεοπτικά προϊόντα;
«Το «X Factor» είναι «ταλεντοκεντρικό», αν μπορώ να το θέσω έτσι, και δεν εστιάζει τόσο πολύ στην κριτική επιτροπή, το φως των προβολέων πέφτει επάνω στους συμμετέχοντες. Υπάρχει talent development, δίνουμε στα παιδιά όσα εφόδια μπορούμε για να τα βοηθήσουμε να φτάσουν στο πολυπόθητο έπαθλο, που δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο. Εχουμε πολλά ταλέντα, δεν ήξερα ποιον να πρωτοδιαλέξω για την ομάδα μου».
Αν σου ζητούσα να συγκρίνεις τα παιδιά που έρχονται στο σόου με τον εαυτό σου στο ξεκίνημά του τι θα έλεγες;
«Υπάρχει ένα όπλο για τους νέους καλλιτέχνες σήμερα που είναι και δίκοπο μαχαίρι, εννοώ την πλατφόρμα TikTok, από την οποία έχουν αναδειχθεί πολλά μικρά αστέρια. Βλέπω ότι χάρη στην απήχηση που έχουν εκεί έρχονται με άλλον αέρα στην εκπομπή. Αισθάνονται ότι έχουν ήδη φτάσει κάπου και επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν την τηλεόραση ως ενισχυτικό παράγοντα. Αν πήγαινα σε ένα τάλεντ σόου στο ξεκίνημά μου μπορεί και να μου κόβονταν τα πόδια. Δεν το λέω ως κάτι απαραιτήτως καλό. Με προβληματίζει μόνο αυτή η σύντομη διάρκεια που είναι χαρακτηριστικό της εποχής μας, τα βίντεο κάποιων δευτερολέπτων που γίνονται viral για να αντικατασταθούν γρήγορα από κάτι άλλο».
Εσύ αποζητείς τη διαχρονικότητα;
«Εχω συνειδητοποιήσει ότι κάποιες επιτυχίες μας δεν έκαναν αμέσως αυτό που λέμε «το μπαμ», ήταν πιο βραδύκαυστες, όπως το «Ολα Μοιάζουν Καλοκαίρι» που πέρασαν τέσσερα χρόνια μέχρι να αρχίσει να ακούγεται. Στην αρχή μπορεί να με στενοχωρήσει αυτή η έλλειψη άμεσης ανταπόκρισης, όμως τελικά σκέφτομαι πως ίσως να είναι καλύτερα έτσι. Δεκατρία χρόνια μετά και στα live μας ακούγονται ακόμη κομμάτια από το πρώτο μας άλμπουμ. Αυτό μόνο να με χαροποιεί μπορεί, διότι στο τέλος ποια είναι η ταυτότητά σου αν δεν έχεις κομμάτια που να μπορείς να τα λες για πολλά χρόνια; Απλώς βλέπεις τι έχει πέραση και το αντιγράφεις; Προτιμώ τη διαχρονικότητα, χωρίς να αποκαλώ φυσικά τον εαυτό μου διαχρονικό καλλιτέχνη, θεωρώ άλλωστε ότι βρίσκομαι – και βρισκόμαστε – ακόμη στην αρχή».
Πες μου λίγα λόγια όμως για τους υπόλοιπους κριτές. Η Μαρίζα Ρίζου;
«Η Μαρίζα είναι πανέξυπνη, καλοπροαίρετη, ειλικρινής και έχει καταπληκτικό χιούμορ. Εχουμε συντονιστεί, συμπληρώνει ο ένας τη φράση του άλλου. Πρόκειται για οδοστρωτήρα, ό,τι έχει στο μυαλό της το λέει τελείως αφιλτράριστα».
Ο Στέλιος Ρόκκος;
«Ο Στέλιος μοιάζει φαινομενικά σκληρός και μέσα του είναι βούτυρο και μέλι, γεμάτος τρυφερά συναισθήματα».
Ο Μιχάλης Κουινέλης;
«Με τον Μιχάλη έχουμε ζήσει κάπως παράλληλες πορείες στη μουσική και παρόμοιες καταστάσεις. Είναι ένας μαγικός τύπος που ξεκινάει να μιλάει για κάτι και μπορεί να καταλήξει κάπου εντελώς αλλού ακριβώς επειδή είναι βαθιά καλλιτεχνικός κι εμείς οι καλλιτέχνες διακρινόμαστε από τεράστια διάσπαση προσοχής διότι πώς αλλιώς θα εμπνευστούμε αν δεν δίνουμε τεράστια προσοχή στο καθετί και σε τίποτα ταυτόχρονα;».
Πέρα από τραγουδιστής είσαι και δημιουργός. Σου επιτρέπει η αναγνωρισιμότητα να αποκτάς τις εμπειρίες που είναι αναγκαίες για να τροφοδοτείς την τέχνη σου;
«Το έχω σκεφτεί πολλές φορές αυτό. Μπήκαμε σε αυτόν τον χώρο – και σε αυτόν τον χορό – πολύ νωρίς, με μια αναγνωρισιμότητα στις μικρές ηλικίες αρχικά και σε ένα ευρύτερο κοινό στη συνέχεια. Αναρωτιέμαι συχνά αν έχω ζήσει αυτά που θα ήθελα να έχω ζήσει προκειμένου να λαμβάνω τα ερεθίσματα που χρειάζομαι για να γράψω τραγούδια. Eχω τις εμπειρίες μου φυσικά, αλλά συνεχώς αναζητώ καινούργιες και κάποιες φορές έρχομαι αντιμέτωπος με περισπασμούς όπως το «να βγούμε μια φωτογραφία;» ή «είσαι ο καλύτερος, είσαι θεός». Κι από εκεί που είσαι καλλιτέχνης γίνεσαι σελέμπριτι, κάτι τελείως βαρετό. Η λύση που έχω βρει είναι να μη συχνάζω σε mainstream στέκια, χωρίς φυσικά να τα σνομπάρω. Δεν θέλω να είμαι στο επίκεντρο της προσοχής για λάθος λόγους».
Ποιοι είναι αυτοί οι λάθος λόγοι;
«Εννοώ μόνο και μόνο επειδή βγαίνω στην τηλεόραση. Αν δεν ήθελα να είμαι γενικώς στο επίκεντρο της προσοχής δεν θα ανέβαινα στη σκηνή, ούτε θα ήμουν ο καραγκιόζης της παρέας. Κυκλοφορώ σε μαγαζιά όπου δεν με αναγνωρίζει πολύς κόσμος, έχω έναν πολύ στενό κύκλο που αποτελείται από φίλους οι οποίοι δεν επηρεάζονται από το brand «Χρήστος Μάστορας» ή «ΜΕΛΙSSES». Εκεί μπορώ να είμαι ξανά εκείνος που έπαιζε μικρός κιθάρα κλεισμένος στο δωμάτιό του. Τα ταξίδια είναι επίσης πολύ σημαντικά, σε πλουτίζουν».
Τι χρειάζεται για να συνδυάζεται η επιτυχημένη σόλο καριέρα με τις απαιτήσεις που έχει η θέση του frontman σε ένα πολύ δημοφιλές συγκρότημα;
«Οι λέξεις-κλειδιά είναι η ειλικρίνεια και ο σεβασμός. Το καλό marketing plan, οι έξυπνες κινήσεις και οι πολύ ικανοί συνεργάτες, όπως είναι ο μάνατζερ μας Γιάννης Κουτράκης, βοηθούν όλες αυτές τις δημιουργικές ιδέες να μπαίνουν σε εφαρμογή και τις παράλληλες αυτές πορείες να προχωρούν ανεμπόδιστα. Δεν προβληματίζεται κανένας μας, μας ενώνει μια στενή φιλία και έχουμε δημιουργήσει ισχυρή ασπίδα. Υπάρχει επίσης και η κοινή λογική: κάτι που το γράψαμε ή το ηχογραφήσαμε όλοι μαζί δεν μπορώ να το κυκλοφορήσω εγώ ως σόλο καλλιτέχνης, και από την άλλη τραγούδια που τα έχω γράψει μόνος μου ή τραγούδια που μας στέλνουν άλλοι δημιουργοί και που δεν θα ήθελα να τα μοιραστώ».
Ρεπερτοριακά κινείσαι σε ένα ευρύ φάσμα. Τι έχει συμβάλει σε αυτό;
«Υπήρχε πάντα η μανία μου να προσπαθώ να ζω μέσα από τη φωνή των άλλων. Θαυμάζω πολύ τις ωραίες φωνές και δεν θεωρούσα ποτέ τη δική μου σπουδαία. Ακούγεται ίσως ηττοπαθές αλλά αν ένιωθα τόσο φοβερός δεν θα είχα λόγο να παλέψω. Ο θαυμασμός λειτουργεί ως έρεισμα για να προσπαθείς να γίνεις καλύτερος. Εκανα ανέκαθεν πολλές μιμήσεις σε πολλούς ερμηνευτές από πολλά διαφορετικά είδη. Νομίζω πως από το τραγούδισμα κάποιου καταλαβαίνεις και την υφή του εσωτερικού του κόσμου. Τον Μητροπάνο δηλαδή που είχε κάτι αργόσυρτο στην ερμηνεία του – κουβαλάει την μπάντα μαζί του, δεν τον τραβάνε οι μουσικοί – τον φαντάζομαι ως μάγκα, ως βαρύ, ως δυνατό χαρακτήρα».
Από όλες αυτές τις φωνές με ποια έχεις ασχοληθεί πιο πολύ;
«Εκανα από μικρό παιδί τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου γιατί είχε ένα ηχόχρωμα πολύ διαφορετικό από το δικό μου και με εξίταρε το να δω αν μπορώ να τον μιμηθώ. Είναι τόσο θεατρικός, λέει «νερό» και νομίζεις ότι βρέχεσαι, τόσο έντονα τονίζει τις λέξεις του. Ισως και να με βοήθησε να εξελιχθώ, να γίνω λιγότερο ποπ, να πατάω πιο γερά στους στίχους».
Εχω την εντύπωση ότι σου έχει αδυναμία ο Γιώργος Νταλάρας, πιστεύω ότι εσένα, τη Μαρίνα Σάττι και τη Μαρίζα Ρίζου σας έχει τρόπον τινά ξεχωρίσει. Ποιοι άλλοι νέοι συνάδελφοί σου σού αρέσουν;
«Η Μαρίνα Σάττι και η Μαρίζα Ρίζου μού αρέσουν πάρα πολύ. Το ίδιο και η Νεφέλη Φασούλη που έχει έναν αέρινο τρόπο να τραγουδάει ή η Μαρία Παπαγεωργίου. Ολη αυτή η γενιά γυναικών είναι πολύ ενδιαφέρουσα, με ωραίες χροιές που ενώ ανήκουν στο 2022 σε ταξιδεύουν και σε έναν κόσμο πολύ ρομαντικό – η Νατάσσα Μποφίλιου το έχει πολύ έντονα αυτό το χαρακτηριστικό. Οσο για αυτό που λες για τον Γιώργο Νταλάρα, δεν ξέρω αν μου έχει αδυναμία, ξέρω πόση αδυναμία, θαυμασμό και βαθιά εκτίμηση έχω εγώ για εκείνον. Και θα τον ευχαριστώ πάντα για όλες τις ευκαιρίες που μου έχει δώσει».
Από άνδρες της νέας γενιάς;
«Ο Πάνος Μουζουράκης έχει μια εξαιρετική, πολύ ενδιαφέρουσα φωνή που δεν μοιάζει με καμία άλλη. Για κάποιους άλλους που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή έχω την αίσθηση ότι παρόλο που είναι πολύ καλοί τραγουδιστές θυμίζουν μεγάλα ονόματα που έχουμε ακούσει στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Παραδέχομαι πως έχω πέσει βέβαια κι εγώ στην παγίδα αυτή, της απόδοσης φόρου τιμής σε κάποιο είδωλο, ας το πούμε».
Αν ανοίξουμε τώρα το Spotify στο κινητό τι θα βρω στη λίστα με τις πρόσφατες αναπαραγωγές;
«Ακούω πολλή ξένη μουσική, τους Khruangbin, τον Λίον Μπρίτζες, τα δύο EP που έχουν φτιάξει μαζί τα έχω στο repeat, δεν μπορώ να σταματήσω να τα ακούω. Μου αρέσoυν επίσης ο Τζέιμς Μπλέικ και ο Τζέιμς Βίνσεντ Μακ Μόροου. Από τους mainstream καλλιτέχνες ξεχωρίζω τον The Weeknd. Μεγάλωσα με Deep Purple, Led Zeppelin, Pink Floyd, με hard rock και heavy metal, από Metallica – κάποτε μιμούμουν μόνο τον Τζέιμς Χέτφιλντ – μέχρι Slayer και Dream Theater. Ολος αυτός ο κόσμος με αφορά ακόμη, έχει τεράστιο πλούτο και έγιναν φοβερές επαναστάσεις στη μουσική τότε».
Λίγο προτού έρθω να σε συναντήσω έγινα λαθρακουστής μιας διαφωνίας ανάμεσα σε έναν ηλικιωμένο κύριο και μια νεαρή γυναίκα που εξανέστη όταν αυτός την αποκάλεσε δεσποινίδα. Πώς σου φαίνονται τέτοιες αντιδράσεις; Τι γνώμη έχεις για το cancel culture;
«Το να προσπαθήσεις με απότομο τρόπο να φέρεις στο 2022 έναν άνθρωπο που έχει ζήσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής του στον 20ό αιώνα μού φαίνεται μάλλον άγονο, κανονικά θα έπρεπε να μην κολλάμε στα λόγια αλλά να κρίνουμε τις προθέσεις των άλλων. Υπάρχει τόσο έντονα στις μέρες μας το φαινόμενο των social justice warriors που καμιά φορά αισθάνομαι κι εγώ μαγκωμένος, δεν ξέρω πώς να μιλήσω. Κι εγώ αλλιώς έχω μεγαλώσει, παρόλο που είμαι millennial και προσπαθώ να μαθαίνω συνεχώς. Θα προτιμούσα να επικρατεί νηφαλιότητα, επιείκεια και λίγη ηρεμία. Η τοξική επιθετικότητα της εποχής μεγεθύνεται σε κάποια μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Twitter».
Παρ’ όλα αυτά δεν έχεις διστάσει στο παρελθόν να πάρεις ξεκάθαρη θέση σε ζητήματα που πολώνουν – όπως το εμβόλιο, για παράδειγμα. Ποια είναι η πυξίδα σου; Πού τοποθετείσαι όσον αφορά το δίπολο Αριστερά – Δεξιά;
«Κάποιοι με αποκαλούν δεξιό, αλλά δεν είμαι. Ανήκω στον κεντρώο χώρο. Φοβάμαι πως σήμερα υπάρχουν στους κόλπους της Αριστεράς στοιχεία που αλλοιώνουν το νόημά της. Παρατηρούμε συχνά έναν τρελό ακτιβισμό που ξεκινάει πάντα με το δεδομένο ότι εμείς έχουμε δίκιο, το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα. Κάποιοι πάνε να κουβαλήσουν με το ζόρι έναν σταυρό που δεν είναι δικός τους. Δεν μπορείς να παλεύεις τους αγώνες των άλλων, είναι σαν να τους χειραγωγείς, να τους ευνουχίζεις και, τελικά, να τους σαμποτάρεις. Εχω πολύ ισχυρό το αίσθημα του δικαίου μέσα μου. Υπάρχουν κάποιες αξίες στη ζωή μου που τις θεωρώ πολύ βασικές: η ευγένεια, η καλοσύνη, το να μην καταπατάς την ελευθερία του άλλου, το να σέβεσαι τα όριά του. Δεν μπορώ να βλέπω την αδικία γύρω μου. Γιατί αν δεν την αντιμετωπίσεις γρήγορα, εξαπλώνεται».
Χρήστο, τελικά σου αρέσουν οι συνεντεύξεις;
«Μου είναι πολύ δύσκολο να μοιράζομαι τον εσωτερικό μου κόσμο, ειδικά μέσω του προφορικού λόγου που εκ των πραγμάτων είναι αφρόντιστος σε σύγκριση με τον γραπτό. Δεν θέλω να πληγώνεται κανένας από αυτά που λέω και όταν έχεις άποψη και δημόσιο βήμα υπάρχει αυτός ο κίνδυνος. Η προσπάθεια να εξισορροπήσω αυτά που σκέφτομαι πολλές φορές με κάνει να ακούγομαι μη αυθεντικός. Δεν θέλω να είμαι αυτό το καθωσπρέπει παιδί, το μισώ αυτό το παιδί, αλλά δεν θέλω να στενοχωριούνται οι άλλοι από κάτι που είπα».
ΙΝFO
ΜΕΛΙSSES – SUMMER 2022: Αθήνα, Κατράκειο Θέατρο Νίκαιας στις 29/6. Πάτρα, Γήπεδο Παναχαϊκής, στις 13/7. Θεσσαλονίκη, Θέατρο Γης, στις 18/7. Ηράκλειο, Παγκρήτιο Στάδιο, στις 20/7. Λάρισα, Στάδιο Αλκαζάρ, στις 26/7.

