Στον Κόκκινο σταυρό (2018), το αμέσως προηγούμενο μυθιστόρημα της Μαρίας Γαβαλά, που δικαίως επαινέθηκε σε ομόφωνη γραμμή από την κριτική, το κεντρικό θέμα είναι η θεσμικά κατοχυρωμένη εξόντωση των ψυχασθενών από το ναζιστικό καθεστώς στο όνομα της άμωμης υγείας και της φυλετικής καθαρότητας. Μια πρακτική η οποία θα διασταυρωθεί με μια δέσμη ιδεών (οργανικά ενοφθαλμισμένων στην αφήγηση) για την τέχνη της παραφροσύνης. Στον ανά χείρας Μικρό Γκοντάρ, η τέχνη κρατάει και πάλι την πρώτη θέση, αυτή τη φορά μέσω του Ζαν-Λικ Γκοντάρ και της Νουβέλ Βαγκ ή του Σινεμά-Βεριτέ, που έστρεψαν την κάμερά τους σε ένα είδος σχεδόν φυσικής πραγματικότητας, αποδιαρθρώνοντας τις μέχρι τότε συμβάσεις του γαλλικού κινηματογράφου. Η συγγραφέας περνά έτσι από τις γερμανικές θηριωδίες των Ναζί στον γαλλικό Μάη του 1968 και στο ταραγμένο πνεύμα της εποχής του: από τον πόλεμο της Αλγερίας και τη γενοκτονία του λαού της Μπιάφρα μέχρι τη σφαγή των αλγερινών διαδηλωτών στο Παρίσι κατά τη δεκαετία του 1960 και τις μεταπολεμικές αποικίες στην Αφρική της ίδιας περιόδου. Πρωταγωνιστές, ο νεαρός και εξόχως άπειρος ντοκιμαντερίστας Γκασπάρ Φιντέλ, ένα παιδί που αισθάνεται τριπλά εξόριστο στον τόπο του (χωρίς οικογενειακή ταυτότητα, κοινωνικά αποσυνάγωγος και με μια ασθένεια στα όρια της αναπηρίας), και η φοιτήτρια κινηματογράφου Λουκία Βακαρή, που φέρει βαρέως τη φυλάκιση του αριστερού θείου της στην Ελλάδα των συνταγματαρχών.

Ο μικρός Γκοντάρ αποτελεί, όπως και ο Κόκκινος σταυρός, ένα βαθιά πολιτικό μυθιστόρημα με πληθώρα ιδεών (όχι μόνο πολιτικών, μα και καλλιτεχνικών) να κυκλοφορούν στις σελίδες του. Και εδώ δεν πρόκειται μόνο για τον Γκασπάρ, που αγωνίζεται να βάλει σε τάξη τους τρόπους και τις εικόνες μέσω των οποίων θα φτάσει σε έναν κινηματογράφο ικανό να συλλάβει και να απεικονίσει αδρά την ούτως ή άλλως θρυμματισμένη πολιτική του αλήθεια, αλλά και για τη Λουκία, που εστιάζει την προσοχή της, πέρα από τα πολιτικά κινήματα που υπερθερμαίνουν την καρδιά του φίλου της, στους πάσης λογής παραμερισμένους της γαλλικής πρωτεύουσας: στους φτωχούς και στους μετανάστες, στους άστεγους (πρωτίστως σ’ αυτούς), καθώς και στα παιδιά τα οποία οργώνουν τους δρόμους της μητρόπολης για μια πεντάρα ή για ένα κομμάτι ψωμί.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω