«Στο Εθνικό φτάσαμε να έχουμε γίνει συνώνυμο της κόλασης»
Η πρώτη συνέντευξη της νέας καλλιτεχνικής διευθύντριας του Εθνικού Θεάτρου – Γνώριμη στον θεατρικό χώρο από τις μεταφράσεις και τις διασκευές της, η Ερι Κύργια έχει συνεργαστεί ως θεατρολόγος με σημαντικούς σκηνοθέτες και καλλιτεχνικούς οργανισμούς
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Η Ερι Κύργια είναι η γυναίκα που κλήθηκε να οδηγήσει μέσα από μεγάλες φουρτούνες το καράβι του Εθνικού Θεάτρου στη στεριά. Από τις 10 Φεβρουαρίου η μέχρι πρότινος αναπληρώτρια ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνη διαδεχόμενη τον Δημήτρη Λιγνάδη.
Γνώριμη στον θεατρικό χώρο από τις μεταφράσεις και τις διασκευές της, η Ερι Κύργια έχει συνεργαστεί ως θεατρολόγος με σημαντικούς σκηνοθέτες και καλλιτεχνικούς οργανισμούς. Απλώς τώρα, μαζί με τα αυξημένα καθήκοντά της, έχει να διαχειριστεί και ένα κομμάτι δημοσιότητας – κάτι που δεν της είναι οικείο. Διαθέτει όμως γνώση (σπουδές, πτυχία, μεταπτυχιακά, υποτροφίες), εμπειρία και κυρίως βαθιά αγάπη για το αντικείμενό της.
Η ταμπέλα έξω από το γραφείο στο κτίριο Τσίλλερ της Αγίου Κωνσταντίνου, όπου έχει εγκατασταθεί, γράφει «Καλλιτεχικός Διευθυντής»: Και είναι η πρώτη φορά που μέσα κάθεται μια γυναίκα. Είναι γνωστό άλλωστε πως οι γυναίκες είναι για τα δύσκολα…
Πριν αρχίσουμε, τη ρωτάω για τον προκάτοχό της και για εκείνες τις δύσκολες ημέρες στις αρχές του περασμένου Φεβρουαρίου: «Οχι, δεν είχε αλλάξει κάτι στη συμπεριφορά του Δημήτρη μέσα σ’ εκείνη την εβδομάδα που κατέληξε στην παραίτησή του. Μέχρι και την Παρασκευή το βράδυ ήταν εδώ, στο Εθνικό. Μετά δεν ξαναήρθε. Εγώ επικοινώνησα μαζί του τη Δευτέρα – του είπα ότι έπρεπε να κλείσει το email και όλα τα σχετικά και τον έφερα σε επαφή με τον συνάδελφο που ασχολείται με αυτά τα ζητήματα. Και αυτό ήταν όλο».
Ξεκινάμε λοιπόν…
Σας εξέπληξε η πρόταση του υπουργείου Πολιτισμού να αναλάβετε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή; Είχατε σκεφτεί να την αρνηθείτε; Τι καθόρισε το «ναι» σας;
«Ανέμενα ότι θα μου ζητηθεί να παραμείνω για το διάστημα που θα διαρκούσε η αναζήτηση του επόμενου καλλιτεχνικού διευθυντή, για κάποιες ημέρες ή εβδομάδες. Εξεπλάγην που μου το ανέθεσαν για τόσο μεγάλο διάστημα. Η παρόρμησή μου ήταν η άρνηση – είναι μια εξαιρετικά δύσκολη δουλειά σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο και οι ευθύνες, ιδίως μετά τους τελευταίους νόμους, τεράστιες και σε ακολουθούν για όλη τη ζωή σου. Το «ναι» το καθόρισε το γεγονός ότι στο τέλος δεν με τρομάζουν οι δυσκολίες και οι συνθήκες ανασφάλειας, η αίσθηση της συσσωρευμένης εμπειρίας μου από τη χρόνια γνώση του οργανισμού και των ζητημάτων που βρίσκονταν σε εκκρεμότητα, αλλά πάνω απ’ όλα η εμπιστοσύνη που έχω στο ανθρώπινο δυναμικό του θεάτρου. Ηξερα ότι θα δώσουν τα πάντα για να το κρατήσουμε σε ορθή πορεία».
Γυρίζοντας πίσω τον χρόνο, στις αρχές του φθινοπώρου του ’19 και στην πρόταση του Δημήτρη Λιγνάδη για τη θέση της αναπληρώτριας, ποιες είναι οι σκέψεις σας; Πόσο καλά τον γνωρίζατε;
«Και τότε η πρώτη μου αντίδραση ήταν να αρνηθώ, μεταξύ άλλων και επειδή δεν γνώριζα σχεδόν καθόλου τον ίδιο. Δεν ανήκα στον κύκλο των συνεργατών του και μια τέτοια θεσμική σχέση θεωρούσα ότι απαιτεί και μια πρότερη σχέση συνεργασίας. Από την άλλη, μου είχε κάνει θετική εντύπωση ότι απευθύνθηκε σε κάποιο πρόσωπο εκτός του κύκλου του και θεώρησα έξυπνο ότι αναζήτησε την αναπληρώτριά του μεταξύ ανθρώπων που έχουν εργαστεί στο Εθνικό».
Παραλάβατε το Εθνικό σε μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή του. Πώς ήταν το κλίμα;
«Το Εθνικό Θέατρο πάντα βρίσκεται στο επίκεντρο της κριτικής, αλλά εκείνες οι πρώτες εβδομάδες ήταν πάρα πολύ δύσκολες, ζοφερές, χαοτικές. Οι λέξεις που χρησιμοποιώ για να το περιγράψω κάθε φορά προέρχονται από τις φυσικές καταστροφές – έτσι το βίωσα. Φτάσαμε να έχουμε γίνει, με πολύ άδικο τρόπο, συνώνυμο της κόλασης στα χείλη σχετικών και άσχετων με τον χώρο προσώπων, ανθρώπων που έχουν κάνει καριέρα εδώ μέσα και ανθρώπων που δεν έχουν δει καν παράστασή του… Το Εθνικό Θέατρο δεν είναι απλώς ένα θέατρο – είναι το εθνικό θέατρο μιας ολόκληρης χώρας· στον περίπου έναν αιώνα ζωής που μετράει πολλές τρικυμίες έχουν απειλήσει την υπόστασή του, αλλά τις ξεπέρασε όλες. Η γνώση της ιστορίας του έδινε και σε εμένα προσωπικά και στους ανθρώπους του δύναμη και η συναίσθηση ότι είμαστε εμείς που το παραλάβαμε από το παρελθόν και θα το παραδώσουμε στο μέλλον μάς βοήθησε να αρθούμε στο ύψος της περίστασης. Ευθύνη δική μου είναι να υπενθυμίζω ότι ως οργανισμός έχουμε περάσει και πιο δύσκολα και πως οφείλουμε να είμαστε ένα με το θέατρο τώρα που μας έχει ανάγκη».
Πιστεύετε ότι τα πρόσωπα – στην προκειμένη ο Δημήτρης Λιγνάδης – είναι ικανά να πλήξουν το κύρος του θεσμού; Αισθανθήκατε την ανάγκη να το προστατεύσετε;
«Δεν θα υπεισέλθω ασφαλώς στην ουσία μιας ποινικά εκκρεμούς υπόθεσης. Επίμεμπτες ή διερευνώμενες πράξεις λειτουργών ενός οργανισμού μπορούν να πλήξουν το κύρος του μόνο προσωρινά, πολύ περισσότερο όταν οι πράξεις αυτές δεν αφορούν κάποια δράση εντός των τειχών του ή δεν φέρονται να τελέστηκαν εξ αφορμής της θεσμικής ιδιότητας. Εάν κάνουμε ένα γκάλοπ σήμερα έξω από το θέατρο, θα διαπιστώσουμε ότι κανείς δεν γνωρίζει ιστορικά όλες τις περιστάσεις που το Εθνικό βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα. Αυτό αποδεικνύει ότι οι θεσμοί υπερβαίνουν τα πρόσωπα – ευτυχώς. Αλίμονο αν συνέβαινε το αντίθετο· η παγκόσμια Ιστορία θα ήταν γεμάτη από θεσμούς που πέθαναν επειδή ηγέτες τους δεν στάθηκαν στο ύψος τους… Και τότε, ποια θα ήταν τα σημεία αναφοράς της ανθρωπότητας; Υπό αυτό το πρίσμα, φυσικά ένιωσα την ανάγκη να το προστατεύσω, εγώ και όλοι οι εργαζόμενοι».
Πάμε τώρα παρακάτω: Αναλαμβάνοντας το Εθνικό ποια ήταν τα πρώτα ζητήματα που κληθήκατε να αντιμετωπίσετε; Υπήρχαν εκκρεμότητες, οικονομικές ή άλλες;
«Γενικώς δεν υπήρχαν μεγάλες εκκρεμότητες. Ουσιαστικά το θέατρο δεν έμεινε χωρίς διεύθυνση καθόλου και εγώ ήμουν ήδη βουτηγμένη σε όλα τα θέματα, οπότε οι μετασεισμοί σε αυτό το σημείο ήταν λιγότερων ρίχτερ. Προτεραιότητα ήταν οι παραστάσεις μας στην Επίδαυρο, αυτή είναι η κορωνίδα των ετήσιων προσπαθειών μας».
Το ρεπερτόριο για το καλοκαίρι και την Επίδαυρο είχε διαμορφωθεί από τον προκάτοχό σας. Πήρατε πρωτοβουλίες, αλλάξατε, τροποποιήσατε, προσθέσατε κάτι; Το πρόγραμμα του προσεχούς καλοκαιριού θα έχει και δικά σας στοιχεία;
«Ουσιαστικά, δεν χρειάστηκε να κάνω κάτι περισσότερο από το να πω «συνεχίζουμε όπως και να ‘χει». Παρά τις όποιες φωνές για αλλαγή του θερινού ρεπερτορίου, τις οποίες μπορώ να αποδώσω μόνο σε εύφλεκτο θυμικό, ασύγγνωστη καλοπιστία ή και πραγματική έλλειψη πρακτικής γνώσης του θεατρικού χώρου, προχωράμε με τις παραστάσεις που είχαν σχεδιαστεί. Οι θεσμοί έχουν συνέχεια, κι εξάλλου πρόκειται για δύο σπουδαία έργα που ανεβαίνουν σπάνια, και τα δύο μιλάνε για τη νομή της εξουσίας, τα υπογράφουν δύο πολύ άξιοι σκηνοθέτες της μεσαίας γενιάς, και οι δύο «κατεβάζουν» σκηνοθεσίες τους για πρώτη φορά στην Επίδαυρο. Από εκεί και πέρα, αναμένουμε τα υγειονομικά μέτρα που θα ισχύσουν το καλοκαίρι για να δούμε εάν θα προσθέσουμε κάποιες μικρές και ευέλικτες παραγωγές που θα παρουσιάζονται σε διάφορα σημεία της Αττικής, όπως έχουμε ξανακάνει τα τελευταία χρόνια».
Ποιο θέλετε να είναι το δικό σας στίγμα στο Εθνικό Θέατρο; Η σεζόν 2021-2022 θα έχει τη δική σας υπογραφή; Ποια είναι τα σχέδιά σας; Πώς είναι το Εθνικό που οραματίζεστε;
«Ανέλαβα το Εθνικό Θέατρο με την πολύ συγκεκριμένη αποστολή – μέσα μου, τουλάχιστον – να βοηθήσω με τη γνώση και την όποια εμπειρία μου να μην πέσει στα βράχια εξαιτίας πιθανής «ακυβερνησίας» (σας θυμίζω ότι υπήρξαν φωνές που καλούσαν υποψήφια ονόματα να μη δεχθούν τη θέση) ή αθέλητα άστοχων χειρισμών από κάποιο πρόσωπο που θα αναλάμβανε εν μέσω της φουρτούνας χωρίς καν να έχει την ευκαιρία μιας πλήρους και σωστής ενημέρωσης κατά τη διαδοχή. Εάν το καταφέρω, αυτό θα είναι το αποτύπωμά μου: ότι διαχειρίστηκα με κάποια επιτυχία ένα θέατρο σε πλήρη κρίση. Αυτό θα το έχω καταφέρει όχι μόνη μου, αλλά μαζί με τους ανθρώπους του θεάτρου, που είναι χρόνια συνάδελφοί μου, και ασφαλώς τη διοίκηση. Μοιραία η σεζόν 2021/22 θα έχει τη δική μου υπογραφή – αν κάτι μπορώ να πω, είναι ότι θα έχουμε περισσότερες γυναίκες σκηνοθέτριες. Γενικά, δεν ανήκω στους οραματιστές αλλά στους εργάτες των οραμάτων και ας μην ξεχνάμε ότι έχω αναλάβει το θέατρο για ένα διάστημα μόνο και ότι πρόκειται για μια πολύ ιδιαίτερη περίοδο για τον χώρο μας γενικά και για το Εθνικό ειδικά· αυτό δεν μπορούμε να μην το λάβουμε υπ’ όψιν στην κατάρτιση του καλλιτεχνικού προγράμματος της επόμενης σεζόν. Προσπαθούμε με τις συνεργάτιδές μου το πρόγραμμα να αντανακλά τα βασικά ερωτήματα που θέτουν η εποχή και η περιπέτειά μας. Διακαής μας επιθυμία και προσπάθεια είναι η θητεία μου να βάλει τις βάσεις για να εισακουστούν ορισμένα χρόνια ή επίκαιρα αιτήματα, απολύτως δίκαια – λ.χ. το πάγιο αίτημα του ΣΕΗ για συχνότερες ακροάσεις τη χειμερινή περίοδο: ήδη έχουμε προβεί σε κάποιες, ακόμη και για πρωταγωνιστικό ρόλο».
Πανδημία και θέατρα κλειστά: Πώς το βιώσατε;
«Βίωσα και βιώνω την πανδημία με πάρα πολλή δουλειά: άπειρες επεξεργασίες, σχέδιο «Α», «Β», «Γ», σχέδιο «μηδέν»… Ευτυχώς, βέβαια, γιατί διαφορετικά η υπαρξιακή κρίση θα ήταν αξεπέραστη. Πέρα, όμως, από την προσωπική ψυχική διευκόλυνση που μου παρέχει η δουλειά αυτή την περίοδο, θλίβομαι όταν βλέπω τις σκηνές κλειστές, αγωνιώ για το πόσες θα ξανανοίξουν, πώς θα επιστρέψει το κοινό στις αίθουσες, πόσοι συνάδελφοι θα αντέξουν οικονομικά, αν θα μείνουμε όλοι υγιείς, ψυχικά και διανοητικά συγκροτημένοι… Ελπίζω σύντομα να μας δοθούν σαφή και βιώσιμα πρωτόκολλα, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν του χρόνου πολλές σκηνές. Το Εθνικό Θέατρο θα είναι εδώ, βέβαια, σε κάθε περίπτωση, αλλά τέχνη χωρίς άμιλλα δεν είναι ελεύθερη τέχνη. Είναι τέχνη μονοπωλιακή, υπό περιορισμό και «εξ ανάγκης», στερημένη από την απόλαυση της καλλιτεχνικής συνομιλίας και αλληλεπίδρασης. Μόνο ως εντελώς προσωρινή κατάσταση μπορεί να γίνει ανεκτή. Και ναι μεν οι διαδικτυακές μεταδόσεις στάθηκαν μια κάποια λύση, αλλά η τέχνη, όταν δεν τη βιώνεις ζωντανά, είναι σαν να μασάς ένα νόστιμο φαγητό χωρίς να το καταπίνεις».
Καταγγελίες και ελληνικό #ΜeΤoo: Σας εξέπληξαν όλα όσα ακούστηκαν;
«Ναι και όχι. Γνώριζα για κακές συμπεριφορές, αλλά όχι βιωματικά. Θα ακουστεί στερεοτυπικό να πω για τα πατριαρχικά μοντέλα, αλλά φαίνεται πως, παρά την πρόοδο των αιώνων, τελικά είναι πολύ βαθιά ριζωμένα σε όλες τις κοινωνίες – «την πάτησε» μέχρι και ο βέλγος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού μας Συμβουλίου! Είμαι χαρούμενη που γυναίκες του χώρου πήραν την πρωτοβουλία να σπάσει ο κύκλος της καταπίεσης στο θέατρο και θέλω να πιστεύω ότι η επόμενη ημέρα θα είναι διαφορετική – κάποιος θα πρέπει να σκέφτεται δεύτερη φορά προτού μιλήσει όπως δεν αρμόζει και να εκτοξεύσει προσβολές. Δεν ανησυχώ για την επόμενη ημέρα στο θέατρο – τίθενται νέοι κανόνες που πρέπει να ακολουθήσουμε όλοι, είμαι βέβαιη ότι οι περισσότεροι θα συμμορφωθούν. Αρκεί, βέβαια, οι καταγγελίες να διερευνώνται θεσμικά και όχι προσχηματικά ή, αντιστρόφως, με τη λογική της «αρένας»».
Υπογράψατε τη νέα συλλογική σύμβαση: Τι νέο κομίζει;
«Η σημαντικότερη ρύθμιση αφορά τη νέα ψηφιακή πραγματικότητα, την εμφάνιση του ηθοποιού σε ζωντανές απευθείας μεταδόσεις. Πέρα από αυτό, όμως, κομίζει την καλή μας ενέργεια και σύμπνοια με το ΣΕΗ. Είναι μια πολύ δίκαιη σύμβαση συνολικά και ελπίζουμε να σταθεί οδηγός για τις σχέσεις εργοδοτών – ηθοποιών και στο ελεύθερο θέατρο, ώστε να εκλείψουν φαινόμενα κερδοσκοπίας, μαύρης εργασίας και όλα όσα ταλάνισαν επί δεκαετία το θέατρο».
Αλλάζει η διαδικασία επιλογής των καλλιτεχνικών διευθυντών στις κρατικές σκηνές. Θα συμβάλει πράγματι στη διαφάνεια; Σκέφτεστε να καταθέσετε τον φάκελό σας για την τριετία 2022-2025;
«Είναι απολύτως σωστό οι προσωπικότητες που ενδιαφέρονται να αναλάβουν το Εθνικό Θέατρο να ανοίγουν τα χαρτιά τους και να δέχονται να υποβάλλονται σε διαφανή και δίκαιη διαδικασία επιλογής. Αυτό δεν βοηθά μόνο τους αξιολογητές να αποφασίσουν, αλλά και τους ίδιους τους υποψηφίους να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους, τα δυνατά και αδύνατα σημεία της πρότασής τους. Μένει βέβαια να εξειδικευτούν οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις. Για να καταθέσω φάκελο η ίδια, θα πρέπει να νιώσω ότι τα έχω πάει πολύ καλά σε αυτό που έχω αναλάβει και ακόμη δεν έχω κάνει ενδιάμεσο απολογισμό. Ακόμη όμως και αν πιστεύω ότι τα πήγαμε καλά, και πάλι θα σκεφτώ αν έχω να δώσω περισσότερα».
Αλήθεια, πώς θα θέλατε να «συστηθείτε» στο κοινό;
«Μέσα από τις απαντήσεις αυτής της συνέντευξης για την ώρα».
Τελευταίο live streaming της σεζόν από το Εθνικό Θέατρο: Κυριακή 25/4 (21.00), Σκηνή «Ελένη Παπαδάκη» – Rex, «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Διονύσιου Σολωμού. Σκηνοθεσία: Θάνος Παπακωνσταντίνου.

