Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους Ξεκινήσαµε χαρούµενοι για µια µονοήµερη εκδροµή, σε απόσταση το πολύ δύο ωρών από Αθήνα. Με το «καληµέρα» δώσαµε 50 ευρώ για βενζίνη. Λογικό, χωρίς «µαύρο χρυσό» δεν ξεκουνάει ο «γάιδαρος». Μπήκαµε στην Εθνική και τραγουδώντας «σαν ξηµερώνει Κυριακή / το σπίτι µου µε χάνει… κ.λπ.», αρχίσαµε να πληρώνουµε τα διόδια. Πολλά και ακριβά διόδια: 25 ευρώ µάς στοίχισε το πήγαινε-έλα. Οπότε, 50 συν 25, είχαµε δώσει ήδη 75 ευρώ χωρίς να έχουµε κάνει τίποτε, µόνο βλέποντας έξω από το παράθυρο. Σταµατήσαµε σε χωριά, περπατήσαµε σε δάση, επισκεφθήκαµε µοναστήρια, µικρά µουσεία (τα περισσότερα τα βρήκαµε κλειστά), αρχαιολογικούς χώρους.
Καταλήξαμε στην πόλη όπου, σύμφωνα με το Foursquare, το καλύτερο εστιατόριο ήταν το (ας το πούμε) «Τρελό μελιτζανάκι», με βαθμολογία 9,3 (σχεδόν άριστα): «Το καλύτερο φαΐ της περιοχής», «Δεν έξω ξαναφάει τόσο ωραία στραπατσάδα», «Εξαιρετικές τιμές»… Προλάβαμε το τελευταίο τραπέζι, το οποίο ήταν χαμηλό και στενόχωρο, στριμωγμένο ανάμεσα σε μεγάλες παρέες, με καρεκλίτσες που παρέπεμπαν περισσότερο σε σκαμπό. «Δύο είστε, θα βολευτείτε» μας είπε ο σερβιτόρος, αγέλαστος, ψυχρός, διεκπεραιωτικός. Δεν βολευτήκαμε, αλλά δεν είχαμε επιλογή – επιπλέον, θέλαμε να δοκιμάσουμε τα φοβερά και τρομερά φαγητά για τα οποία διαβάσαμε. Τα οποία ήταν αντίστοιχα της φιλοξενίας: Κάτω του μετρίου. Και αν υποθέσουμε πως η γεύση είναι υποκειμενικός παράγοντας και μπορεί αυτά που δεν άρεσαν σε εμάς να ξετρελάνουν κάποιους άλλους, το μικρό μέγεθος των μερίδων δεν νομίζω πως θα ενθουσίαζε κανέναν. Πήρα κοκκινιστούς κεφτέδες με πουρέ και ήρθε ένα πιάτο με τρεις κουταλιές της σούπας πουρέ και τέσσερις κεφτέδες. Τέσσερις! Στοίχιζε 10 ευρώ.
Φύγαμε δυσαρεστημένοι και πεινασμένοι έχοντας πληρώσει 45 ευρώ, χωρίς γλυκό και χωρίς κρασί. Αναζητήσαμε ζαχαροπλαστείο για να πιούμε έναν καφέ και κυρίως για να φάμε κανένα γλυκό μπας και χορτάσουμε. Βρήκαμε ένα, στην κεντρική πλατεία. Ο συμπαθέστατος σερβιτόρος μάς έφερε έναν νες με γάλα, έναν διπλό εσπρέσο, μια μηλόπιτα και μια πορτοκαλόπιτα με παγωτό. Οι μερίδες ήταν και πάλι μικρές και αυτό που φάγαμε ήταν εμφανώς τυποποιημένο και ελαφρώς πανιασμένο – κυρίως η μηλόπιτα. Δώσαμε 20 ευρώ! Εξι έκαναν οι καφέδες και δεκατέσσερα ευρώ τα γλυκά. Στο διαβόητα μεγαλοαστικό Κολωνάκι απολαμβάνεις πολύ καλύτερη ποιότητα, σε πολύ καλύτερο περιβάλλον, και πληρώνεις λιγότερο. Προσθέστε τώρα στα 75 ευρώ τού πήγαινε-έλα τα 45 του φαγητού και τα 20 του γλυκού: 140 ευρώ μάς κόστισε μια εκδρομή που ξεκίνησε στις 9 το πρωί και τελείωσε στις 6 το απόγευμα. Στον γυρισμό ανοίξαμε το σακουλάκι με την καρυδόψιχα που είχαμε αγοράσει από το χωριό προς 8 ευρώ, και που μας την είχαν πουλήσει με τη διαβεβαίωση πως «δεν έχετε φάει πιο φρέσκα καρύδια». Ε, λοιπόν, δεν είχαμε φάει πιο ταγκά καρύδια! Αλλά δεν πειράζει, διότι, ως γνωστόν, ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου!