Έντυπη Έκδοση Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους O κλάδος της ιδιωτικής υγείας είναι από τους ελάχιστους στην Ελλάδα που μέσα στην κρίση κατάφερε να προσελκύσει πακτωλό ξένων κεφαλαίων. Το επενδυτικό ενδιαφέρον στον τομέα των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας προέκυψε από την – έστω και νωθρή – ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, τις επαρκώς κεφαλαιοποιημένες ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν ως ένας «αξιόπιστος πελάτης», δεδομένης και της στροφής των ασφαλισμένων προς τις ιδιωτικές υπηρεσίες υγείας, και βεβαίως από την ιατροκεντρική ιδιαιτερότητα της εγχώριας αγοράς, δηλαδή την επιλογή ιδιωτικού νοσοκομείου με αποκλειστικό κριτήριο τον γιατρό.
Η αναδιάρθρωση του κλάδου μέχρι τώρα έχει έναν πρωταγωνιστή: το CVC Capital. To private equity fund από το Λουξεμβούργο έχει αποκτήσει το νοσοκομείο Metropolitan αντί 80 εκατ. ευρώ, το Iασώ General αντί 20 εκατ. ευρώ και το Θεραπευτήριο Υγεία – βρίσκεται σε εξέλιξη η δημόσια πρόταση για το 100% των μετοχών – σε μια συναλλαγή που θα αγγίξει τα 290 εκατ. ευρώ.
Η πρώτη φάση της συγκέντρωσης στον κλάδο θα ολοκληρωθεί με την πώληση της Ευρωκλινικής – η ιδιοκτήτρια Global Finance έχει ήδη δεχθεί δύο προτάσεις -, στο Ιασώ στο Μαρούσι το fund Oaktree διενεργεί due diligence και η Τράπεζα Πειραιώς θα προκηρύξει νέο διαγωνισμό για απεμπλοκή της από το «Ερρίκος Ντυνάν».
Σε αυτό το σκηνικό που διαμορφώνεται, γρίφος παραμένει ο ρόλος του Ιατρικού Κέντρου της οικογένειας Αποστολόπουλου. Το Ιατρικό Κέντρο είχε ενδιαφερθεί για το Υγεία σε συνεργασία με το αμερικανικό private equity fund HIG, αλλά τελικά προκρίθηκε η πρόταση του CVC.
Διεύρυνση εργασιών
H διοίκηση του Ιατρικού έχει διαμηνύσει πως στην υπό εξέλιξη ανακατανομή του κλάδου δεν θα παραμείνει θεατής, υποστηρίζοντας ότι η διεύρυνση των εργασιών θα προέλθει είτε από εξαγορές είτε από την οργανική ανάπτυξη.
Στο πλαίσιο αυτό, η διοίκηση έχει βγάλει πάλι από τα συρτάρια το σχέδιο για την ίδρυση του Ιατρικού Πάρκου. Ενα φιλόδοξο project που «πάγωσε» λόγω της κρίσης. Το μακρινό 2008 ο όμιλος είχε αποκτήσει 100 στρέμματα στην Κάντζα, πλησίον της Αττικής οδού και απέναντι από το Λάτσειο Διδακτήριο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σε αυτή την έκταση ο μεγαλύτερος ιδιωτικός όμιλος υγείας στη χώρα σχεδιάζει να ανεγείρει νέα νοσοκομειακή μονάδα. Ενα σύγχρονο νοσοκομείο με προδιαγραφές του 2020 που θα προσφέρει παράλληλα υπηρεσίες ευζωίας και personalized medicine.
H δυναμικότητα θα είναι 500 κλίνες και η επένδυση θα προσεγγίσει τα 150 εκατ. ευρώ. Στα μακροπρόθεσμα σχέδια του ομίλου είναι στην ίδια έκταση, εφόσον αλλάξει η νομοθεσία μέσα από την αναθεώρηση του Συντάγματος, να λειτουργήσει πρότυπη Ιατρική Σχολή. Σύμμαχος για την υλοποίηση αυτού του project είναι και ο μέτοχος μειοψηφίας του Ιατρικού, ο γερμανικός όμιλος παροχής υπηρεσιών υγείας Asklepios GmbH.
Οπως εκτιμάται, το Ιατρικό Πάρκο θα είναι έτοιμο μέσα σε τρία χρόνια από την ημέρα που θα πατηθεί το «κουμπί».
O κλάδος της ιδιωτικής υγείας τα χρόνια της κρίσης είδε τα έσοδά του να μειώνονται και σε συνδυασμό με τους μηχανισμούς rebate (υποχρεωτικές εκπτώσεις στον ΕΟΠΥΥ) και clawback (επιστροφή ποσών αν οι δαπάνες υπερβαίνουν τον αρχικό προϋπολογισμό) αντιμετώπισε προβλήματα ρευστότητας, με αποτέλεσμα να μην μπορούν κλινικές και διαγνωστικά να εξυπηρετήσουν δανειακές υποχρεώσεις.
Τι δείχνουν οι αριθμοί
Το rebate και το clowback θα καταργηθούν το 2021 και θα δώσουν μια σημαντική ανάσα στα έσοδα των μονάδων. Ηδη οι ιδιωτικές μονάδες βλέπουν τα περιθώρια κέρδους να ενισχύονται – το μέσο περιθώριο κερδών EBITDA κυμαίνεται στο 17% -, αλλά οι αστάθμητοι παράγοντες παραμένουν, όπως οι αιφνίδιες αλλαγές στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ με δυσμενείς όρους συνεργασίας για τα ιδιωτικά νοσοκομεία.
Το Ιατρικό Κέντρο το πρώτο εξάμηνο του 2018 εμφάνισε τζίρο 93 εκατ ευρώ, αυξημένο κατά 9% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) 15 εκατ. ευρώ (+7%) και καθαρά κέρδη 7,9 εκατ. ευρώ (+53%). Συνολικά ο όμιλος απασχολούσε 3.022 άτομα στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018.