Η πανδημία έχει στερήσει το ψυχολογικό… οξυγόνο από τους πολίτες, καθώς ζουν επί έναν και πλέον χρόνο σε συνθήκες περιορισμού, ανασφάλειας και αγωνίας. Οπως όμως προκύπτει από νέα έρευνα, το… κύμα της κατήφειας συμπαρασύρει σταδιακά και την ψυχολογία των παιδιών και των εφήβων, καθώς η στέρηση του σχολείου, των φίλων και της ξεγνοιασιάς έχει αρχίσει να «ποτίζει» την καθημερινότητά τους με αρνητικά συναισθήματα όπως είναι το στρες και ο θυμός.
Μάλιστα, όπως προκύπτει από τα ίδια στοιχεία, η μοναξιά που βιώνουν λειτουργεί σαν μια «ανοιχτή πληγή», αναζητώντας διέξοδο στο παιχνίδι έξω από το σπίτι, στα ηλεκτρονικά, στο Διαδίκτυο, στη μουσική αλλά και στην επαφή με την οικογένεια.
Στόχος η ανάπτυξη
στρατηγικών πρόληψης
Πιο συγκεκριμένα η «Παγκόσμια Μελέτη Υγείας και Λειτουργικότητας σε Περιόδους Μεταδοτικών Λοιμώξεων» (Μελέτη COH – FIT) έχει στόχο τη διερεύνηση παραγόντων που επηρεάζουν τη σωματική και ψυχική υγεία σε περιόδους πανδημίας και περιοριστικών μέτρων, αλλά και την αναγνώριση προστατευτικών παραγόντων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη στρατηγικών πρόληψης και παρέμβασης.
Το ερευνητικό αυτό εγχείρημα προωθείται στην Ελλάδα από τη Β’ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με περισσότερους από 200 ερευνητές σε ερευνητικούς φορείς και πανεπιστήμια τουλάχιστον 40 χωρών ανά την υφήλιο και υπό την αιγίδα μεγάλου αριθμού εθνικών και διεθνών επιστημονικών οργανισμών.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, στην έρευνα συμμετείχαν 689 παιδιά και έφηβοι από 7 ως 17 ετών ύστερα από τη συναίνεση των κηδεμόνων τους αλλά και των ιδίων. Το δείγμα αυτό ήταν αντιπροσωπευτικό του ελληνικού πληθυσμού ανάλογης ηλικίας και συλλέχθηκε στην αρχή του δεύτερου κύματος της πανδημίας.
Στα δίχτυα
της μοναξιάς
Τα αποτελέσματα είναι αποκαλυπτικά: Στα παιδιά ηλικίας 7-13 ετών διαπιστώθηκε αύξηση των επιπέδων στρες, μοναξιάς και θυμού.
Πιο αναλυτικά: 17% των παιδιών παρουσίασαν μεγάλη επιδείνωση του στρες τις τελευταίες δύο εβδομάδες, όταν διεξαγόταν η έρευνα, συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία.
Το 24% παραδέχθηκε ότι η μοναξιά «στοιχειώνει» την καθημερινότητά του, ενώ ένα στα τέσσερα βιώνει έντονα συναισθήματα, όπως θυμό, που όμως καταλαγιάζουν με την επαφή με την οικογένεια (78%), την επαφή με φίλους (62,5%), το παιχνίδι εκτός (64%) ή εντός σπιτιού (50%), τη χρήση του Διαδικτύου (54%), τη μουσική (52%) και την άσκηση (56%).
Μεγάλο χτύπημα
και για τους εφήβους
Εξίσου έντονα όμως δοκιμάζει η πανδημία και την ψυχολογία των εφήβων. Οπως προκύπτει από απαντήσεις των μαθητών ηλικίας 14-17 ετών, το 20% παρουσίασε μεγάλη επιδείνωση του στρες, που σε αρκετές περιπτώσεις μεταφράζεται και σε αίσθημα θυμού (19,5%), και το 26,5% των εφήβων ανέφερε ότι τους «πληγώνει» η μοναξιά.
Οπως δε ήταν αναμενόμενο, αναφέρθηκε αύξηση του χρόνου χρήσης του Internet, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των ΜΜΕ στο 68% των εφήβων που συμμετείχαν στην έρευνα, με τους επιστήμονες να προειδοποιούν για τον κίνδυνο της εξάρτησης από το ηλεκτρονικό παιχνίδι, επισημαίνοντας παράλληλα ότι τα αγόρια φαίνεται να είναι πιο ευάλωτα από τα κορίτσια.
Εν τούτοις, η άμεση κοινωνική επαφή ή η συναναστροφή (60%), η άσκηση ή το περπάτημα (57%), η χρήση του Διαδικτύου (60%) και τα χόμπι (54%) «μαλακώνουν» τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνουν οι έφηβοι, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις τους.
Επιπροσθέτως, άλλοι τρόποι που θεωρήθηκαν σημαντικοί στην αντιμετώπιση της πανδημίας ήταν τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης (43%) και το κατοικίδιο (45%).
Ψάχνουν ανακούφιση σε ουσίες, καπνό και αλκοόλ
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ανάμεσα στους τρόπους ψυχολογικής ανακούφισης ορισμένοι έφηβοι ανέφεραν τα συνταγογραφούμενα φάρμακα (15%) και τη χρήση ουσιών, όπως είναι ο καπνός, το αλκοόλ και άλλες ουσίες (8%). Μάλιστα, στα κορίτσια η καταφυγή στα συνταγογραφούμενα φάρμακα είναι μεγαλύτερη από ό,τι στα αγόρια (18% έναντι 13%). «Ηδη διαφαίνεται από το δεύτερο κύμα το ψυχολογικό αποτύπωμα στα παιδιά και στους εφήβους. Δεδομένου δε ότι πλέον διανύουμε το τρίτο κύμα, με τα σχολεία να παραμένουν κλειστά, αναμένουμε μεγαλύτερη επιβάρυνση. Η ένταση, η επαναληψιμότητα και η διάρκεια ενός ψυχοπιεστιστικού παράγοντα – εν προκειμένω της πανδημίας – περιορίζουν το περιθώριο και τη δυνατότητα προσαρμογής κάποιου. Συνεπώς και παρότι τα παιδιά είναι πιο προσαρμοστικά, είναι παράλληλα και πιο ευαίσθητα» σημειώνει μιλώντας στο «Βήμα» ο καθηγητής Ψυχιατρικής και διευθυντής της Β’ Ψυχιατρικής Κλινικής ΑΠΘ, Βασίλειος-Παντελεήμονας Μποζίκας.