Η υπόθεση του έλληνα ομογενούς Κωνσταντίνου Κατσίφα, ο οποίος σκοτώθηκε (κατ’ άλλους δολοφονήθηκε εν ψυχρώ) ανήμερα την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου στο χωριό Βουλιαράτες Αργυροκάστρου  έπειτα από αιματηρή συμπλοκή με τις αλβανικές αστυνομικές δυνάμεις, κατέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι οι ελληνοαλβανικές σχέσεις έχουν να διανύσουν μακρύ και δύσβατο δρόμο μέχρι την εξομάλυνσή τους. Τα αισθήματα εξακολουθούν να είναι βαριά φορτισμένα από την εχθρότητα και την αντιπαράθεση ετών και αρκεί μία «σπίθα» ώστε η κατάσταση να τεθεί εκτός ελέγχου. Είναι επίσης αναμφίβολο ότι οι πολιτικές δυνάμεις στις δύο χώρες επιδεικνύουν διαχρονική αδυναμία υπεύθυνου χειρισμού των διμερών σχέσεων, εμπλεκόμενες σχεδόν με αυτοματισμό σε μια βιτριολική σύγκρουση κάθε φορά που διαμορφώνονται συνθήκες όπως η υπόθεση Κατσίφα. Το αποτέλεσμα είναι πως όταν ένα τέτοιο επεισόδιο τελειώνει, τα πράγματα βρίσκονται σε χειρότερο σημείο από ό,τι πριν αυτό ξεκινήσει. Ακριβώς για τον λόγο αυτόν, δεν είναι λίγοι όσοι ανησυχούν ότι η κηδεία του Κωνσταντίνου Κατσίφα θα μπορούσε να τροφοδοτήσει χειρότερες εξελίξεις.
Η ιατροδικαστική εξέταση και τα «γκρίζα σημεία»
Η πληροφορία που αρχικώς κυκλοφόρησε, ότι δηλαδή ο Κατσίφας επεχείρησε να υψώσει την ελληνική σημαία στους Βουλιαράτες με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η συμπλοκή, φαίνεται ότι δεν ισχύει. Σημειώνεται ότι είχε προγραμματιστεί για την 28η Οκτωβρίου τελετή στο χωριό στη μνήμη των ελλήνων πεσόντων του πολέμου 1940-1941. Αλλες πληροφορίες σημειώνουν ότι ο ομογενής, ο οποίος φορούσε στολή παραλλαγής, ήταν οπλισμένος με καλάσνικοφ και αφού αρχικώς πυροβόλησε στον αέρα, στη συνέχεια άνοιξε πυρ και κατά περιπολικού οχήματος της αλβανικής αστυνομίας που με βάση τις φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν δέχθηκε τρεις σφαίρες, ενώ στο σημείο εκείνο βρέθηκαν συνολικά 17 κάλυκες. Λίγο αργότερα, ο Κατσίφας εντοπίστηκε σε βουνοπλαγιά κοντά στο σπίτι του και διατάχθηκε η επέμβαση των ειδικών δυνάμεων που μετέβησαν στην περιοχή με ελικόπτερο. Ηταν αναγκαία η χρήση ειδικών δυνάμεων; Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να απαντηθεί από την ανάκριση, αν και η αλβανική πλευρά επέμενε ότι τηρήθηκαν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες και προσέθετε ότι η επιχείρηση διήρκεσε συνολικά έξι ώρες.
Παράλληλα, η εξέλιξη της ιατροδικαστικής έρευνας δεν βοήθησε να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Η αρχική νεκροψία/νεκροτομή πραγματοποιήθηκε στο Αργυρόκαστρο και στη συνέχεια η σορός δεν μπορούσε να μείνει εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, διότι δεν υπήρχε η κατάλληλη υποδομή για τη διατήρησή της. Μεταφέρθηκε στα Τίρανα και έπειτα από τη σύντομη εξέτασή της από έλληνα ιατροδικαστή η οικογένεια του θύματος εξέφρασε την επιθυμία της να την παραλάβει ώστε να ταφεί ο νεκρός. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι οι αλβανικές αρχές είχαν καθυστερήσει να εκδώσουν τα απαραίτητα έγγραφα που συνοδεύουν τη νεκροψία, ενώ εκφράστηκαν έντονες αντιρρήσεις για τον τρόπο με τον οποίο οι αλβανοί ιατροδικαστές χειρίστηκαν τη σορό (ορισμένοι ομιλούν για παρέμβαση που αποκρύπτει στοιχεία, αν και ζητήθηκε εξαρχής η παρουσία και έλληνα ιατροδικαστή).
Ο Κωνσταντίνος Κατσίφας ήταν κάτοχος ελληνικής ταυτότητας. Αυτό εμπλέκει αυτομάτως την ελληνική Δικαιοσύνη, καθώς η αδελφή του θύματος προσκόμισε την ταυτότητά του στην Εισαγγελία Ιωαννίνων με αποτέλεσμα να σχηματισθεί και δικογραφία, η οποία βρίσκεται πλέον στην Εισαγγελία Αθηνών. Από τη στιγμή που η υπόθεση αφορά έλληνα υπήκοο, η υπόθεση έπρεπε να διαβιβαστεί στην Αθήνα, καθώς πρόκειται για έγκλημα που έχει τελεστεί στην αλλοδαπή.
Ο θάνατος του έλληνα ομογενούς έχει πάντως «γκρίζα σημεία» που πρέπει να διαλευκανθούν. Ανεξαρτήτως των στοιχείων που μπορεί να διέθεταν για τη δράση του οι αλβανικές αρχές (όπως προκύπτει ήταν μέλος της «Νεολαίας της Βορείου Ηπείρου», μιας σκληροπυρηνικής οργάνωσης, ενώ οι αναρτήσεις του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με έμφαση, το τελευταίο χρονικό διάστημα, χαρακτηρίζονταν μάλλον ακραίες), οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι ίσως χρησιμοποιήθηκε δυσανάλογη βία από τις αστυνομικές δυνάμεις για τη διαχείριση της κατάστασης. Την περασμένη Παρασκευή συμφωνήθηκε να μεταβεί αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. στα Τίρανα για να λάβει πληροφορίες για τις εν εξελίξει έρευνες.
Στην κόψη του ξυραφιού οι διμερείς σχέσεις
Ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Εντι Ράμα απέδειξε για ακόμη μία φορά, με αφορμή τον θάνατο Κατσίφα, ότι δεν μπορεί να θεωρείται αξιόπιστος συνομιλητής. Η αψυχολόγητη ανάρτησή του στο Twitter λίγες ώρες μετά το τραγικό συμβάν έριξε λάδι στη φωτιά και δικαίωσε όσους θεωρούν ότι συγκεκριμένοι κύκλοι στην Ελλάδα επένδυσαν λανθασμένα σε αυτόν για βελτίωση των διμερών σχέσεων. Ουσιαστικά, «οδήγησε» την ελληνική κυβέρνηση να υψώσει τους τόνους και να προχωρήσει σε ένα αυστηρό διάβημα προς την πρέσβειρα της Αλβανίας στην Αθήνα – αν και υπάρχουν πληροφορίες ότι η ελληνική πλευρά θα το έκανε ούτως ή άλλως ώστε να μη φανεί υποχωρητική έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που είχε υψώσει τους τόνους από την πρώτη στιγμή.
Στη συνέχεια όμως το αλβανικό υπουργείο Εξωτερικών πέρασε στην αντεπίθεση – σε μια προσπάθεια μάλλον να πολιτικοποιήσει το ζήτημα, ενώ πρωτύτερα ζητούσε από την Αθήνα να το αποφύγει. Προχώρησε σε δύο διαβήματα προς την πρέσβειρα της Ελλάδος στα Τίρανα μέσα σε διάστημα 24 ωρών. Το πρώτο από αυτά είχε ως θέμα να διευκρινιστεί ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται (επισημάνθηκε ότι «η αλβανική Εισαγγελία είναι η μόνη αρχή βάσει του Συντάγματος και της ποινικής νομοθεσίας που διεξάγει ανεξάρτητη έρευνα για κάθε ποινικό αδίκημα που διαπράττεται στην αλβανική επικράτεια»). Το δεύτερο πραγματοποιήθηκε για να μεταφερθεί το αίτημα για προστασία των αλβανικών συμφερόντων στην Ελλάδα (η αφορμή ήταν το τηλεφώνημα για βόμβα στην πρεσβεία της Αλβανίας που δεν ήταν αληθές, οι επιθέσεις κατά επιχειρήσεων αλβανικών συμφερόντων και η καύση της αλβανικής σημαίας). Ωστόσο στο πρώτο διάβημα, σε αλβανικές ιστοσελίδες δημοσιεύθηκε μια ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών, η οποία όμως δεν αναρτήθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα του, για το περιεχόμενο του διαβήματος προτού καν η συνάντηση ολοκληρωθεί. Παράλληλα, η Αθήνα έστειλε το μήνυμα ότι «δεν επιβάλλεται και δεν εκτελείται» μια ποινή απλώς και μόνο από τις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας, ανεξαρτήτως του αν ο έλληνας ομογενής εμφορείτο από εξτρεμιστικές απόψεις ή όχι.

Οι θαλάσσιες ζώνες και η συνομιλίες ένταξης στην ΕΕ

Η κυβέρνηση Τσίπρα και πιο συγκεκριμένα ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς επεδίωξαν την εξομάλυνση των ελληνοαλβανικών σχέσεων μέσα από μια συμφωνία-πακέτο. Στο επίκεντρο αυτής της συμφωνίας βρισκόταν η απεμπλοκή της Συμφωνίας για την Οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών (που είναι παγωμένη από το 2010) με αντάλλαγμα την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων ΕΕ – Αλβανίας. Ωστόσο, η Αθήνα υποεκτίμησε την εσωτερική πολιτική κατάσταση στη γειτονική χώρα και ιδιαίτερα την προσωπική σύγκρουση του κ. Ράμα με τον πρόεδρο της χώρας Ιλίρ Μέτα. Αυτή είχε ως αποτέλεσμα να εγκλωβιστεί το ζήτημα των θαλασσίων ζωνών, παρά τη διάθεση της Αθήνας να προβεί και σε ορισμένες παραχωρήσεις σε σχέση με τη συμφωνία του 2009. Επιπλέον, το κράτος δικαίου στην Αλβανία – παρά τον εξωραϊσμό της κατάστασης που επιδιώκουν οι Βρυξέλλες – εξακολουθεί να υπολείπεται σοβαρά του αντίστοιχου ευρωπαϊκού, ενώ στο παρασκήνιο κυριαρχούν οι πληροφορίες για τη διασύνδεση στελεχών της κυβέρνησης Ράμα με το οργανωμένο έγκλημα .