Βρέθηκα στον δρόμο του Decode Fab Lab κατά λάθος. Μια φορά που οδηγώντας έστριψα σε δρόμο που δεν έπρεπε να στρίψω και πέρασα απ’ έξω. Φευγαλέα από το ανοιχτό παράθυρο του αυτοκινήτου στον κάπως σκοτεινό δρόμο πήρε το μάτι μου την ομάδα των νεαρών καθισμένων στο ισόγειο ενός κάπως απαρχαιωμένου μαγαζιού. Δούλευαν γύρω από τους υπολογιστές τους, δείχνοντας εξαιρετικά απορροφημένοι με αυτό. Θέλω να κατεβώ τώρα, σκέφθηκα, να πάω να δω τι είναι αυτό που κάνουν.

Γιατί όμως αυτό το μάλλον συνηθισμένο θέαμα μου κίνησε την περιέργεια; Μα διότι ήταν Κυριακή απόγευμα, μόλις λίγες ημέρες μετά τον Δεκαπενταύγουστο, όταν την Αθήνα που άχνιζε την είχαν εγκαταλείψει οι  περισσότεροι από τους κατοίκους της.  Και αυτοί ήταν εκεί, και τόσο αφοσιωμένοι σε ό,τι έκαναν ώστε κανένας δεν έδωσε σημασία στον περίεργο (και με τις δύο έννοιες) που μόλις μπήκε.

Πέρασε λίγη ώρα απόλυτης ησυχίας και βρήκα την ευκαιρία να περιεργαστώ τις ενδιαφέρουσες μακέτες που γέμιζαν τον χώρο, ακόμα και το ταβάνι. Μέχρι που εμφανίστηκε κάπως απροσδόκητα μια ευγενική κοπέλα για να μου εξηγήσει το όλο σκηνικό. Από τότε πήγα και άλλες φορές στον χώρο του Decode Fab Lab.

Πήραμε το πτυχίο,
και τώρα τι;

Μόλις έχεις περάσει και τη διπλωματική εργασία στην Αρχιτεκτονική, τις πιο πολλές φορές το τοπίο αλλάζει ξαφνικά. Γίνεται απότομα πολύ αφιλόξενο. Βγαίνεις συνήθως από μια ζωή που ήταν λίγο έως πολύ επάνω σε ράγες, σχεδιασμένες από άλλους και πρώτα απ’ όλα πρέπει να βρεις προς τα πού να τραβήξεις, ποια είναι για εσένα η κατεύθυνση που σου ταιριάζει. Και συχνά η συμπόρευση στην αρχή αποδεικνύεται μια καλή λύση, γιατί ο άνεμος, λογικά, ξεστρατίζει τους πολλούς πιο δύσκολα.

Ετσι ξεκίνησε μια ομάδα από νέους αρχιτέκτονες τη δική της πορεία στην ελληνική έρημο που βρήκαν μπροστά τους μέσα στην κρίση, το 2013. Και τα πράγματα πήγαν όσο γινόταν πιο άσχημα, αφού ξεκίνησαν το εργαστήριό τους τον Ιούνιο του 2015, την ημέρα των capital controls, και το ΑΤΜ έβγαζε μόνο από ένα πενηντάρικο στον καθένα «συνέταιρο». Τα πρώτα προβλήματα όμως ξεπεράστηκαν τελικά, γιατί όλοι μπορούσαν να κάνουν και κάποια άλλα πράγματα με βάση τα όσα είχαν μάθει εδώ και έξω.

Ο Παύλος Φεραίος είναι δεύτερης γενιάς αρχιτέκτονας και ξεκίνησε το εγχείρημα του Fab Lab αφού, μετά το Πολυτεχνείο εδώ, έκανε μεταπτυχιακά στο Architectural Association του Λονδίνου στο τέλος του 2007. Εκεί είδε ότι οι αρχιτέκτονες είχαν περάσει πλέον από τα σχέδια με μολύβι στους υπολογιστές στα πακέτα σχεδίασης με υπολογιστή, όπως τα Rhino, CATIA, Maya κ.ά.

Γύρισε με την ιδέα ότι θα πρέπει κάποιος να υπάρχει ενδιάμεσα, μεταξύ εκείνου που θα είχε μια ενδιαφέρουσα ιδέα και της εταιρείας παραγωγής, της πρόθυμης να μετουσιώσει την καλή ιδέα σε κανονικό προϊόν. Γιατί υπάρχει πολλές φορές μεγάλη δυσκολία στο να περάσεις από την ιδέα στην υλοποίησή της. Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου θα χρειαστούν απαιτητικά σχέδια, δύσκολα εξαρτήματα και τελικά κατασκευές ακριβείας. Εκεί λοιπόν το Decode Fab Lab αναλάμβανε από το 2015 να βγάλει από τη δύσκολη θέση τον άνθρωπο με τη δυνατή ιδέα και την αδύναμη εργαλειοθήκη. Και το κάνει ακόμη.

Μια δεύτερη κατεύθυνση του εργαστηρίου ήταν πέραν της αρχικής ομάδας (Παύλος Φεραίος, Αρης Σπύρου, Βασίλης Χλωροκώστας, Ευτύχης Ευθυμίου, Μάριος Τσιλιάκος, Γιώργος Πατσουμάς) να βρεθούν και άλλοι συνέταιροι ώστε ο χώρος να λειτουργεί συνεργατικά. Με βάση την ιδέα ότι θα έπρεπε να εκπαιδευθούν περισσότεροι στα καινούργια προγράμματα, ώστε φρέσκες εμπνεύσεις να γέμιζαν τον χώρο με διαφορετικές κατασκευές, ανάλογα με τα ξεχωριστά ενδιαφέροντα του κάθε μέλους.

Σήμερα ο Παύλος Φεραίος βρίσκεται τον λιγότερο χρόνο του στην Ελλάδα, γιατί κινείται πιο πολύ μεταξύ Κύπρου, όπου διατηρεί το αρχιτεκτονικό του γραφείο, Λονδίνου, όπου ολοκληρώνει διδακτορικό στο UCL με θέμα τη Ρομποτική, ενώ κατέχει τη θέση του Senior Scientist στο Institute for Experimental Architecture στο Innsbruck της Αυστρίας. Πάντοτε όμως υπάρχουν οι επόμενοι που συνεχίζουν την προσπάθεια.

Ενα ολοζώντανο κύτταρο

Ενας προηγούμενος-επόμενος είναι ο Αρης Σπύρου, ο οποίος έχει τελειώσει και εκείνος την Αρχιτεκτονική του Εθνικού Μετσοβίου και σήμερα είναι ο διευθυντής του εργαστηρίου. Εχοντας με τα χρόνια αποκτήσει εμπειρία στον σχεδιασμό και στην κατασκευή με ψηφιακές μεθόδους. Χειρίζεται όλα τα μηχανήματα του εργαστηρίου και ίσως γι’ αυτό τολμάει να λέει πως το Decode Fab Lab είναι και ένας δημιουργικός παιδότοπος (προφανώς για μεγάλους).

Ο Ευτύχης Ευθυμίου, με πτυχίο στη Βιολογία και μεταπτυχιακές σπουδές στην Αρχιτεκτονική, είναι ο βασικός Computational Designer του εργαστηρίου. Αστειευόμενος, συστήνεται ως «ακαδημαϊκός γυρολόγος». Ξεκίνησε ως βοηθός στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Βόλου, έχει υπάρξει κατά καιρούς επισκέπτης λέκτορας και Senior Scientist στο Πανεπιστήμιο του Innsbruck της Αυστρίας, ενώ διδάσκει ως επισκέπτης και στην Αρχιτεκτονική Θεσσαλονίκης, στο μεταπτυχιακό «Σχεδιασμός Αιχμής».

Η Ολίβια Κότσιφα, αρχιτέκτων που δηλώνει «ψηφιακή νομάς», αφού εδώ και δύο χρόνια ταξιδεύει συνεχώς παρέχοντας εκπαιδευτικές διαλέξεις και εργαστήρια καθώς και ερευνητικά και δημιουργικά πρότζεκτ σε διάφορα Fab Labs του δικτύου, εξηγεί σε τι συνίσταται αυτή η ψηφιακή νομαδική περιπλάνηση: «Είχα την ευκαιρία να στήσω ένα Fab Lab από την αρχή, το 2011. Από τότε συμβουλεύω άλλα για τη δημιουργία, τη λειτουργία, το επιχειρηματικό μοντέλο και ό,τι άλλο χρειαστεί. Τα περισσότερα είναι στο εξωτερικό και αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι πως δεν είναι τα μηχανήματα αυτά καθαυτά που σημαίνουν την επιτυχία του Fab Lab. Είναι οι ομάδες που το τρέχουν, καθώς και ο σχεδιασμός του χώρου. Στις ομάδες, η έννοια της συνεργασίας και της κοινότητας έχει μεγάλη αξία. Το γεγονός ότι τα Fab Labs μοιράζονται πρότζεκτ, ιδέες και γνώση σημαίνει πως καινούργια σχεδιαστικά εργαλεία, καινούργια υλικά και έργα μπορούν να σχεδιαστούν σε ένα μέρος του κόσμου, όμως να παραχθούν σε κάποιο άλλο με μικρό κόστος και με μικρότερο ενεργειακό αποτύπωμα, καθώς μιλάμε για μετακίνηση πληροφορίας και όχι αντικειμένων».

Το 2010 υπήρχαν 60 Fab Labs και τώρα σε όλον τον κόσμο ο αριθμός τους ξεπερνά τα 1.500! Μόνο στη γειτονική Ιταλία υπάρχουν περίπου 250. Οπως λέει η Ολίβια, η οποία μόλις γύρισε από το Περού, στη Λίμα υπάρχουν τώρα τέσσερα Fab Labs. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι στις άλλες χώρες ανοίγουν κάποια ακριβώς απέναντι από εκεί που βρίσκεται μια αρχιτεκτονική σχολή. Διότι υπάρχει συνάφεια και προοπτική συνεργασίας των δύο. Κάτι που δεν συμβαίνει εδώ στην Ελλάδα.

Επίσης εδώ το Fab Lab, με τα διήμερα και τριήμερα σεμινάρια που κάνει, με οκτώ εξαντλητικές ώρες την κάθε ημέρα επάνω στα διάφορα σχεδιαστικά πακέτα (Rhino, Grasshopper, VRay), λειτουργεί και ως φροντιστήριο για φοιτητές και άλλους, αφού δεν τα διδάσκει η Αρχιτεκτονική. Ο Ευτύχης Ευθυμίου που έχει αναλάβει αυτό το κομμάτι μπορεί βεβαιωμένα να κάνει μάθημα συνεχώς από τις 10 το πρωί μέχρι τις 7 το απόγευμα με μόλις μία ώρα διακοπή χωρίς να κοιτάξει σημειώσεις, χωρίς να σταματήσει να μιλάει ή να κολλήσει κάπου. Κάτι ανάμεσα σε μηχάνημα και άνθρωπο.

Στη σκηνή για λίγο
και ο Αντόνι Γκαουντί

Ζούμε σε μια χώρα που ό,τι σχετίζεται με υπολογιστές προσαγορεύεται ακόμη «νέες τεχνολογίες» και ο προγραμματισμός με τη βοήθεια πακέτων όπως το Rhinoceros και το Grasshopper θεωρείται προς το παρόν… νέο έδαφος. Και πώς να τον εξηγήσεις αυτόν τον προγραμματισμό μέσα σε λίγες γραμμές;

Ισως με τη βοήθεια του Αντόνι Γκαουντί, του διάσημου αρχιτέκτονα του τέλους του 19ου αιώνα, ταυτισμένου με την πόλη της Βαρκελώνης και τα μνημεία της. Και ένα από τα πιο διάσημα δικά του να είναι βέβαια η εκκλησία της Αγίας Οικογένειας, της Sagrada Familia.

Μα είχαν υπολογιστές την εποχή εκείνη; Οχι, αλλά ήξεραν να δουλεύουν σαν να είχαν! Ετσι ο Γκαουντί, για να δώσει μια ιδέα αυτού που οραματιζόταν, έφτιαξε τη μακέτα της εκκλησίας και την κρέμασε ανάποδα. Τις γωνίες των τοίχων τις υλοποιούσαν ελατήρια και στις άκρες τους κρέμονταν σακουλάκια με σκάγια. Ετσι μπορούσε αλλάζοντας το βάρος τους να αλλάζει και τα διάφορα ύψη. Τοποθετώντας στο έδαφος έναν μεγάλο καθρέφτη ο καθένας ήταν σε θέση να βλέπει την εκκλησία όπως θα ήταν τελειωμένη,  δηλαδή στην κανονική της όψη, όρθια.

Σήμερα αναγνωρίζουμε σε αυτή τη διαδικασία όλα τα στοιχεία του παραμετρικού προγραμματισμού:

l Παράμετροι είναι μεταβαλλόμενα από εμάς μεγέθη (οι μεταβλητές) που επηρεάζουν τη μορφή του τελικού αποτελέσματος. Εδώ λοιπόν παράμετροι θεωρούνται το μήκος των ελατηρίων, το σημείο όπου κρέμονται και το βάρος που έχουν τα σκάγια. Ολα αυτά μπορούσε να τα αλλάζει.

l Η κάθε μεταβολή ενημερώνει σε πραγματικό χρόνο την εμφάνιση της μακέτας.

l Τα αποτελέσματα αναδύονται μέσα από τους μηχανισμούς ενός δυναμικού συστήματος. Εδώ ο μηχανισμός λέγεται βαρύτητα και έχει και τύπο υπολογισμού: B = M ∙ g (δηλαδή το βάρος ισούται με τη μάζα επί την επιτάχυνση). Και η βαρύτητα δρα κάθε φορά αυτόματα, απαλλάσσοντας τον Γκαουντί από το να κάνει οποιονδήποτε υπολογισμό για να πάρει το διαφορετικό αποτέλεσμα.

Παραμετρικός
σχεδιασμός

Η βασική διαφορά μεταξύ του συμβατικού και του παραμετρικού σχεδιασμού είναι ότι από εκεί που ο χρήστης στον συμβατικό σχεδιάζει ένα αντικείμενο και το παραγόμενο προϊόν είναι το αντικείμενο αυτό, στον παραμετρικό σχεδιασμό ο χρήστης καθορίζει μια «πορεία σχεδιασμού». Αυτό σημαίνει ότι ενώ συμβατικά το σύνολο των αποφάσεων λαμβάνεται παράλληλα και όσο διαρκεί η  διαδικασία μορφοποίησης του αντικειμένου, στον παραμετρικό η μορφογένεση αποσχίζεται από τη στιγμή της απόφασης. Ετσι o χρήστης μπορεί να επιστρέψει σε οποιοδήποτε στάδιο και να αλλάξει τις παραμέτρους (μέγεθος, γωνίες, πλήθος στοιχείων κ.ο.κ.) οποιαδήποτε στιγμή, ανανεώνοντας το τελικό αποτέλεσμα. Το προϊόν, εδώ, είναι το σύνολο των πιθανών (επι)λύσεων που μπορεί να λάβει το αντικείμενο.

Το βασικό όφελος που φέρνει αυτή η διαδικασία αφορά την κατακόρυφη αύξηση της πολυπλοκότητας και της αναλυτικής ικανότητας κατά τον σχεδιασμό. Πολλές επαναλαμβανόμενες πράξεις μπορούν να αυτοματοποιηθούν, όπως μπορούν να περιγραφούν και λογικές πράξεις που θα δράσουν τοπικά, αυξάνοντας σημαντικά την ταχύτητα του σχεδιασμού. Διορθώσεις μπορούν να γίνουν σε πραγματικό χρόνο και να προσαρμοστούν αυτόματα όλα τα σχετικά σχέδια, χωρίς τον κόπο του επανασχεδιασμού και της ενημέρωσης.

Μορφές που δεν ήταν στο παρελθόν εύκολο να σχεδιαστούν με ακρίβεια και να αναλυθούν κατασκευαστικά γίνονται προσβάσιμες, και μάλιστα στο ευρύ κοινό. Πέραν όλων αυτών όμως, το σημαντικό είναι το γνωσιακό κομμάτι, όπου πλέον ο χρήστης καλείται να αναγνωρίσει, να περιγράψει και να αντιμετωπίσει τα σχεδιαστικά προβλήματα με συντεταγμένο τρόπο. Θα λέγαμε πως η ίδια η διαδικασία καθιστά τον σχεδιαστή περισσότερο ενήμερο για το θέμα με το οποίο καταπιάνεται.

Το επαναστατικό με την περίπτωση της «ακρίδας», δηλαδή του πακέτου Grasshopper, είναι ότι όλη αυτή η διαδικασία είναι πλέον προσβάσιμη σε κόσμο χωρίς γνώσεις κώδικα. Συνδέοντας μπαταρίες (που αναπαριστούν τις εντολές) με καλώδια (που αναπαριστούν τη ροή της πληροφορίας), οι χρήστες μπορούν να δημιουργήσουν ένα τέτοιο μοντέλο, μέσα από ένα πολύ φιλικό interface. Το βασικό γνώρισμα αυτού του προγραμματισμού είναι ότι εσύ δεν χρειάζεται να ξέρεις να γράφεις εντολές (δηλαδή κώδικα) αλλά (μόνο;) να τοποθετείς και να συνδυάζεις με την κατάλληλη σειρά λειτουργικά μπλοκ συνδεδεμένα μεταξύ τους. Δίνοντας στην είσοδο δεδομένα παίρνεις αυτόματα και ταχύτατα στην έξοδο αποτέλεσμα.

Το εργαστήριο είναι πιστοποιημένο από την εταιρεία που δημιούργησε τα Rhino και Grasshopper, και γίνεται πολλή δουλειά με αυτά, όπως φαίνεται και από τα δείγματα που γεμίζουν τον χώρο. Οπως λέει ο Ευτύχης: «Υπάρχει έντονα και μια χειραφετική αίσθηση σε ένα Fab Lab. Εχω ανάγκη από κάτι; Το σχεδιάζω και επιχειρώ να το κατασκευάσω. Πριν μπω στη θέση του καταναλωτή, δοκιμάζομαι ως παραγωγός. Αποστολή ενός Fab Lab είναι η εκλαΐκευση τόσο των μέσων σχεδιασμού όσο και της κατασκευής».

Ολοι πάντως παραδέχονται πως λείπει από τα σχολεία αλλά και μερικές ανώτατες σχολές το knowledge through making, η γνώση που αποκτάται μόνον όταν φτιάξεις κάτι με τα χέρια σου.

Στην ερώτηση αν υπάρχει κίνδυνος με τη διάδοση του παραμετρικού προγραμματισμού στο design να φθάσουμε σε μια ισοπεδωτική αισθητική που θα επικρατεί παντού, ο Αρης λέει: «Η παραμετροποίηση των μεθόδων σχεδιασμού μπορεί να καταστήσει εφικτή την κατασκευή σύνθετων γεωμετριών και μορφών, και εν τέλει να συντελέσει στον αισθητικό πλουραλισμό». Ο Παύλος Φεραίος από τη δική του την πλευρά πιστεύει ότι έχουμε περάσει αυτό το στάδιο και οι αρχιτέκτονες σχεδιάζουν πλέον πράγματα πολύ πιο προχωρημένα από τα γνωστά μας στερεότυπα έπιπλα και αντικείμενα τόσο που να χαρακτηρίζονται πλέον εκείνα τα πρώτα ως parametric primitives!

Πόσα χρόνια ζει
ο ρινόκερος;

Αυτός στη ζούγκλα, συνήθως και αν δεν του συμβεί κάτι κακό, γύρω στα 40 χρόνια. Ο άλλος, της αμερικανικής εταιρείας MacNeel, για αρχιτέκτονες και σχεδιαστές, το 2018 συμπλήρωσε 20 χρόνια ζωής και με τις διάφορες ενέσεις που του γίνονται κάθε τόσο φαίνεται πως έχει δυνάμεις για να συνεχίσει. Βρίσκεται στην 6η έκδοσή του έχοντας δημιουργήσει μια μεγάλη παγκόσμια κοινότητα χρηστών, ενώ επιτρέπει σε εξωτερικούς developers να δημιουργούν πρόσθετα (plug-ins) για συγκεκριμένες λειτουργίες που ενσωματώνονται στο πρόγραμμα και είναι δωρεάν για τους χρήστες μέσω της σελίδας με το πολύ ταιριαστό όνομα: food4rhino.com.

To Rhino ή Rhinoceros είναι πακέτο προγραμμάτων για τη δημιουργία, ανάλυση, διόρθωση καμπυλών, επιφανειών και στερεών σωμάτων, κινουμένων σχεδίων και το πολύ ουσιαστικό του είναι πως ό,τι σχεδιάσει κάποιος έχει τόση ακρίβεια που μπορεί να το στείλει σε ένα ψηφιακό μηχάνημα κοπής (λέιζερ και CNC) ή σε εκτυπωτή 3D και να πάρει πια στα χέρια του το αποτέλεσμα.

Το Grasshopper είναι πακέτο σχεδιασμένο από τον Ντέιβιντ Ράτεν, που μπαίνει πρόσθετο δίπλα στο Rhino. Επιφανειακά ο χειριστής του δεν χρειάζεται να γνωρίζει γλώσσα προγραμματισμού αλλά μόνο να χειρίζεται, και μάλιστα με οπτικο-παραστατικό τρόπο, κάποια εργαλεία που κάνουν εκείνα τον προγραμματισμό για λογαριασμό του. Αν χρειάζεται να σύρει 100 κάθετες σε μια ευθεία σε ίσες αποστάσεις μεταξύ τους, διαιρεί την ευθεία σε 100 τμήματα και δίνει εντολή να γραφτεί μια κάθετος στο τέλος κάθε τμήματος. Επειδή όμως το πακέτο είναι παραμετρικό, όπως εξηγήθηκε πριν, μπορείς να φυλάξεις την όλη διαδικασία και να την ανασύρεις ξανά προς χρήση και όταν θέλεις να κάνεις το ίδιο για 1.000 ή για 50 κάθετες. Ο αριθμός των τμημάτων δηλαδή είναι εδώ η παράμετρος.

Επειδή όμως για να πάρεις στα χέρια σου το αποτέλεσμα, με…τα όλα του, έπρεπε να το «ψήσεις», δηλαδή να το περάσεις στο Rhino, που έπαιρνε χρόνο, έχει βγει και το πακέτο V-Ray, που σου επιτρέπει μέσα στο Grasshopper να κάνεις ένα σωρό «ομορφιές» και να είναι έτοιμο, να το πιεις στο ποτήρι. Για αυτά και μερικά άλλα ακόμα μιλούν συνεχώς εκεί στην Αγίου Θωμά.

 

Μια επίσκεψη που αξίζει

Η Αγίου Θωμά ενώνει τη Μεσογείων με τη Μιχαλακοπούλου. Στη γωνία με την οδό Χαλκηδόνος είναι εγκατεστημένο το Decode Fab Lab, ένα ζωντανό κύτταρο μάθησης σε έναν σκιερό δρόμο της Αθήνας. Πρόκειται για έναν από τους πιο απέριττους χώρους μέσα στην Αθήνα. Ούτε πινακίδες να διαφημίζουν απ’ έξω κάποια φίρμα ούτε φώτα και χρώματα. Αυτό όμως δεν συμβαίνει από σνομπισμό, από μια ράθυμη διάθεση ή διαλαλώντας έμμεσα πως «έχουμε τόσα να κάνουμε, πού να βρεθεί καιρός…».

Ολα είναι έτσι επίτηδες. Οι άνθρωποι του Decode, ξεκινώντας από τον ιδρυτή του, έχουν δεχθεί πως τελικά το καλύτερο είναι να περνάει την πόρτα όποιος βρίσκει κάποιο ενδιαφέρον στη δραστηριότητα του εργαστηρίου. Είτε διαπλέοντας τις ιστοσελίδες τους (http://www.decodefablab.com/) είτε γιατί τα δείγματα δουλειάς που φαίνονται μέσα από το τζάμι αποτελούν πραγματικά κάτι το ιδιαίτερο. Ισως μάλιστα να είναι και από τα πιο αξιοπρόσεκτα μοντέρνα αντικείμενα made in Greece που συναντάς σε ολόκληρη την Αθήνα. Είναι λοιπόν πραγματικά ευπρόσδεκτος και ο πιο άσχετος με το θέμα να μπει και να ρωτήσει ό,τι του κατέβει κυριολεκτικά, ακόμα και να δώσει ιδέες. Υπάρχει μεγάλη διάθεση και για απαντήσεις και για εξηγήσεις. Κανένας δεν θα ζητήσει λεφτά για μια συμβουλή ή και μια συζήτηση, παρόλο που όλοι τελικά οι εμπλεκόμενοι με αυτό το εργαστήριο είναι υποχρεωμένοι να αναλαμβάνουν και δουλειές έξω από αυτό για να συντηρείται η όλη κατάσταση. Ωσπου να αρχίσουν περισσότεροι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα να έχουν περισσότερες καλές ιδέες που να χρειάζεται να περάσουν από εκεί για να αποκτήσουν και «σώμα». Οπως φαίνεται, the kids are alright…

Από την αρχική ιδέα μέχρι το Decode

Σχεδιασμένα για κοινότητες που χρειάζονται λειτουργικές κατασκευές και την παραγωγή αντικειμένων, τα Fab Labs είναι χώροι όπου συνυπάρχουν εξειδικευμένα εργαλεία ψηφιακής κατασκευής και ηλεκτρονικών, λογισμικό για προγραμματισμό και σχεδιασμό, καθώς και εργαλεία χειρός. Η βασική λίστα των εργαλείων και δυνατοτήτων είναι η ίδια σε όλα τα εργαστήρια, έτσι ώστε να μοιράζονται βασικές δυνατότητες επιτρέποντας την κοινή χρήση των έργων και τη μετακίνηση των ατόμων μεταξύ των εργαστηρίων. Και αν αυτό αφήνει μια πολύ τεχνοκρατική εντύπωση, υπάρχει και η πιο ανθρώπινη πλευρά, όπως την παρουσιάζει μιλώντας στο ΒΗΜΑ-Science η Ολίβια Κότσιφα, αρχιτέκτων – εκπαιδευτικός, συνιδρύτρια του Fab Lab Cardiff, σύμβουλος Fab Labs και μέλος του Decode Fab Lab: «Η ιδέα των Fabrication Laboratories ξεκίνησε σαν ένα μάθημα στο αμερικανικό Πολυτεχνείο του ΜΙΤ, όπου ο χώρος προσέλκυσε φοιτητές πολλών διαφορετικών σχολών και η ζήτηση της πρόσβασης σε χώρους με αυτές τις δυνατότητες βοήθησε στην εκθετική αύξησή τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά ένα τέτοιο εργαστήριο σε άλλη χώρα δεν είναι franchising του MIT. Είναι αυτόνομο εργαστήριο, που μπορεί, αν πληροί τις προϋποθέσεις, να χρησιμοποιήσει ελεύθερα τον λογότυπο και δεν έχει καμία οικονομική συναλλαγή προς το ΜΙΤ. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν πάνω από 1.500 στον κόσμο και μπορεί κανείς να δει πού ακριβώς βρίσκονται μπαίνοντας στο www.fablabs.io. Ενα εργαστήριο Fab Lab, εκτός από χώρος με μηχανήματα και μια πλατφόρμα για μάθηση και καινοτομία, επιτρέπει και τον εκδημοκρατισμό της πρόσβασης σε σύγχρονα μέσα παραγωγής. Είναι ένα μέρος όπου οι συμμετέχοντες μπορούν να δημιουργήσουν, να συνδημιουργήσουν, να μάθουν, να συμβάλουν στην έρευνα, να εφεύρουν και να συνεργαστούν ανεξάρτητα από την ειδίκευση ή τον τομέα φοίτησής τους. Σε παγκόσμιο επίπεδο ένα εργαστήριο Fab Lab σημαίνει τη σύνδεση με μια παγκόσμια κοινότητα εκπαιδευομένων, εκπαιδευτικών, τεχνολόγων, ερευνητών, κατασκευαστών και καινοτόμων – ένα δίκτυο ανταλλαγής γνώσεων που καλύπτει 30 χώρες. Πιστεύω πως τα Fab Labs παίζουν μεγάλο ρόλο τόσο στην εκπαίδευση της νέας γενιάς σε καινούργια εργαλεία όσο και στην προώθηση νέων θέσεων εργασίας και πεδίων έρευνας».

Αυτή τη στιγμή…

Το Decode είναι το πρώτο πιστοποιημένο Rhino Fab Studio στην Ελλάδα. Πρόκειται για χώρο όπου οι σχεδιαστές μπορούν να αναθέσουν την κατασκευή του έργου τους ή να το υλοποιήσουν οι ίδιοι. Ονομάστηκε άλλωστε Decode Fab Lab εννοώντας ότι αποκωδικοποιούν τη γνώση και τα αποτελέσματα που δίνει μέσω του προγράμματος ο υπολογιστής, ώστε να είναι προσβάσιμα σε όλους, αλλά δεν μένουν σε αυτό, προχωρούν σε κατασκευή με τα εργαλεία που υπάρχουν τώρα στο εργαστήριο:

n CO2 Glass Laser machine. Στο laser cutter κόβονται ή χαράσσονται με λεπτομέρεια πολλά υλικά (κόντρα πλακέ, χαρτόνι, δέρμα). Το  CO2 laser δεν μπορεί να κόψει μέταλλα και πολύ σκληρά υλικά, μπορεί όμως να τα χαράξει ή να τα μαρκάρει.

n Υπάρχει επίσης μηχάνημα CNC για διάτρηση και κοπή, προκειμένου να επιτευχθούν τα πολύπλοκα σχήματα του εκάστοτε αρχείου.

n 3D Printers της Makerbot. Με τεχνολογίες FDM και SLA (στερεολιθογραφία) με τα αρχεία να είναι .STL ή .OBJ.

Αυτή τη στιγμή η ομάδα απαρτίζεται από τους Αρη Σπύρου, Ευτύχη Ευθυμίου, Ολίβια Κότσιφα, Αλέξανδρο Καραμάνη, Σάρα Γκόγκου, Δάφνη Γεωργούλα, Δημήτρη Παπαγεωργίου, Βανέσσα Δημούλη.