Recovery plan τον Οκτώβριο
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Στη μάχη του ανθρώπου με την πανδημία του κορωνοϊού υπάρχει μια βεβαιότητα: νικητής θα είναι ο άνθρωπος.
Οταν με το καλό γίνει αυτό, η πανδημία θα μοιάζει σαν μια δραματική παρένθεση στην κοινωνία και στην οικονομία. Τότε λοιπόν, στη χώρα μας θα πρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα εκεί που το αφήσαμε πριν την έλευση του κορωνοϊού. Δηλαδή θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις τρεις βασικές υστερήσεις-προκλήσεις της χώρας μας: την παραγωγική, τη δημογραφική και τη θεσμική.
Η παραγωγική υστέρηση οφείλεται στην παγίδα στασιμότητας που έχει πέσει η χώρα λόγω της δέσμευσής της για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα προκειμένου να γίνει το χρέος της βιώσιμο. Στόχοι για πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 2% το μόνο που κάνουν είναι να κρατούν δέσμια τη χώρα σε συνθήκες ύφεσης με ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτό που επιδιώκουν ή δήθεν επιδιώκουν οι θαυμαστές των μεγάλων πλεονασμάτων. Δεν είναι τυχαίο ότι οι επίσημες εκτιμήσεις των θεσμών για τον ρυθμό ανάπτυξης της χώρας μέχρι το 2060 είναι 1,25%, όταν για την υπόλοιπη ευρωζώνη είναι 2,5%. Αυτό σημαίνει ότι σταδιακά οι Ελληνες θα γίνονται ολοένα και φτωχότεροι και συνολικά η χώρα θα υποβιβάζεται εισοδηματικά.
Η δεύτερη μεγάλη πρόκληση είναι η δημογραφική. Από το 2010 και μετά, ο πληθυσμός μειώνεται γρήγορα κυρίως λόγω μετανάστευσης νέων σε άλλες χώρες. Μετά το 2020, λόγω της μαζικής συνταξιοδότησης αλλά και της γήρανσης του πληθυσμού, θα υπάρχει δραματική αύξηση των συνταξιούχων. Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα είναι η δεύτερη πιο γερασμένη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς στους 3 Ελληνες που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, το 2017 αντιστοιχούσε ένας ηλικιωμένος άνω των 65 ετών. Ο δείκτης γονιμότητας διαμορφώνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μόλις στα 1,2 παιδιά. Αρκεί να σημειωθεί ότι η διατήρηση του ελληνικού πληθυσμού στα σημερινά επίπεδα μετά από 30-40 χρόνια απαιτεί ο δείκτης να είναι 2,2 παιδιά!
Η τελευταία πρόκληση είναι η θεσμική. Αναφέρομαι ειδικότερα στην ρυθμιστική ποιότητα του κράτους, στην ποιότητα της λογοδοσίας, στους κανόνες δικαίου, στη σταθερότητα και μη χρήση βίας, στην αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης και στην πάταξη της διαφθοράς, όπου η Ελλάδα εμφανίζει στις δύο τελευταίες δεκαετίες τις χειρότερες επιδόσεις σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Η πανδημία του κορωνοϊού αναγκάζει το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα να ξαναδεί πιο επιτακτικά το παραγωγικό μοντέλο της χώρας καθώς και την ποιότητα διακυβέρνησης. Σε σχέση με το τελευταίο έγιναν ήδη πολλά βήματα. Απομένουν όμως να γίνουν πολύ περισσότερα στο εγγύς μέλλον για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος. Την ίδια ώρα, η ΕΕ, που στη διάρκεια της προηγούμενης οικονομικής κρίσης δημιούργησε πολλές αμφιβολίες και ευρωσκεπτικισμό σχετικά με τη συνοχή, φαίνεται να αφυπνίστηκε και με διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία συμβάλλει πιο αποφασιστικά στον στόχο της οικονομικής και κοινωνικής αλληλεγγύης.
Η κυβέρνηση οφείλει από τον Οκτώβριο να ξεδιπλώσει το μεγάλο σχέδιο, ένα recovery plan που θα διαμορφώσει μια άλλη Ελλάδα μέχρι το 2030 και θα δώσει όραμα και ελπίδα για όλους τους Ελληνες. Ενα σχέδιο πάνω στο οποίο θα συμφωνήσουν πολιτικές δυνάμεις και κοινωνικοί εταίροι και θα περιλαμβάνει βαθιές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, στη Δικαιοσύνη, στην Παιδεία, στην Υγεία και σε πολλούς άλλους τομείς. Ενα σχέδιο που θα στηρίζει τις υγιείς και καινοτόμες επιχειρηματικές δυνάμεις. Ενα σχέδιο που θα ελευθερώνει τις παραγωγικές δυνάμεις και θα δίνει τη δυνατότητα να υφάνουμε μια άλλη αντίληψη για την ανάπτυξη της χώρας. Το αναγκαίο recovery plan της χώρας μας πρέπει να υποστηρίζει το δόγμα που λέει «παράγω και εξάγω».
Το εθνικό αυτό σχέδιο ανάκαμψης και μεταρρυθμίσεων θα συμβαδίζει με τις στρατηγικές προτεραιότητες της ΕΕ (πράσινη ανάπτυξη, ψηφιακός μετασχηματισμός, κ.λπ.). Θα προχωρά στον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας ενισχύοντας τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Θα πρέπει να αναδείξει την τοπική παραγωγή ώστε να περιορίσουμε την εξάρτησή μας από άλλες χώρες και ειδικά από αυτές που είναι μακριά από το γεωγραφικό μήκος και πλάτος στο οποίο βρισκόμαστε. Και αυτό μπορεί να γίνει τονώνοντας τον πρωτογενή τομέα με νέες τεχνολογίες και ιδέες. Επειτα, να ρίξουμε το βάρος μας στη μεταποίηση, που μπορεί να παίξει τον ρόλο του πολλαπλασιαστή της αξίας της παραγωγής μας. Η ελληνική παραγωγή με όλες τις εκφάνσεις της θα μπορούσε να αποτελεί τον εναλλακτικό προμηθευτή σε ένα μοντέλο αγοράς που πλέον αλλάζει από την ταχύτητα παράδοσης στην ασφαλή παράδοση. Για να το πετύχουμε αυτό όμως πρέπει να δούμε καίρια ζητήματα, όπως τα ενεργειακά ή/και τα εργασιακά (π.χ. ασφαλιστικές κρατήσεις) κόστη. Θέματα που συζητάμε εδώ και χρόνια, που έχουν να κάνουν με την ανταγωνιστικότητα της χώρας και που μια εθνική στρατηγική για την επίλυσή τους μόνο όφελος μπορεί να φέρει στη χώρα.
Τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα έχουμε στη διάθεσή μας για την επόμενη πενταετία είναι πολλά (ΕΣΠΑ, Ταμείο Ανάκαμψης, Δημόσιες Επενδύσεις, ΕΤΕπ, ΣΔΙΤ, SURE, ESM, αγορές) και ξεπερνούν τα 60 δισ. ευρώ. Μπορούν όχι απλά να ωθήσουν την ανάπτυξη αλλά να μετασχηματίσουν συνολικά τη χώρα. Θα πρέπει βέβαια να προσέξουμε δύο πράγματα. Το ένα είναι η απορροφητικότητα. Δεν πρέπει να χαθεί ούτε ένα ευρώ από αυτά που αντιστοιχούν στη χώρα μας. Αυτό σημαίνει ότι ο κρατικός μηχανισμός πρέπει να είναι έτοιμος να διαχειρισθεί ένα πρόγραμμα-μαμούθ. Είναι απαραίτητο να ξεκινήσει η προετοιμασία έγκαιρα, να υπάρξει συντονισμός και σχέδιο. Ομως δεν φτάνει η απορροφητικότητα γιατί το ζητούμενο δεν είναι να χρηματοδοτηθούν μη παραγωγικές δραστηριότητες. Χρειάζεται και αποτελεσματικότητα. Και για να γίνει αυτό είναι απαραίτητο να υπάρχει συνεχής εκτίμηση και αξιολόγηση των αναπτυξιακών επιπτώσεων των πόρων.
Ο κ. Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι πρόεδρος ΚΕΠΕ, καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.

