ΨΩΡΙΑΣΗ Μίλησε στον δερματολόγο σου
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Η ψωρίαση είναι μια χρόνια, μη μεταδοτική, φλεγμονώδης νόσος, η οποία προσβάλλει κυρίως το δέρμα, προκαλώντας ισχυρά αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Προσβάλλει άτομα όλων των ηλικιών, έχοντας την ίδια συχνότητα εμφάνισης στα δύο φύλα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι ο αριθμός των πασχόντων από ψωρίαση ξεπερνά τα 100 εκατ. ανά τον κόσμο. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι περίπου 240.000 άτομα πάσχουν από ψωρίαση.
Η ψωρίαση έχει πολλαπλά πρόσωπα και μορφές, με συχνότερη μορφή την κατά πλάκας ψωρίαση. Η νόσος μπορεί να εμφανιστεί οπουδήποτε στο σώμα, όμως οι συνηθέστερες θέσεις εντόπισης είναι οι αγκώνες, τα γόνατα, ο κορμός αλλά και περιοχές όπως το τριχωτό της κεφαλής, οι παλάμες, τα πέλματα, τα νύχια και η περιγεννητική περιοχή.
Η πάχυνση της επιδερμίδας, η ερυθρότητα και η έντονη απολέπιση, ειδικά σε εμφανείς περιοχές του σώματος, προκαλούν μεγάλη ψυχολογική επιβάρυνση δυσκολεύοντας τις κοινωνικές, επαγγελματικές, προσωπικές αλλά και ερωτικές σχέσεις των ασθενών. Επιπλέον, οι ασθενείς αναφέρουν και άλλα δυσάρεστα συμπτώματα, όπως βασανιστικό κνησμό, πόνο και αίσθημα καύσου στο δέρμα.
Δεν είναι όμως μόνο μια δερματική πάθηση. Σήμερα χαρακτηρίζεται ως μια συστηματική φλεγμονώδης νόσος με αυτοάνοσο υπόστρωμα. Λόγω της συστηματικής μορφής της νόσου, η ψωρίαση συνδέεται με την εμφάνιση πολλών συνοδών νοσημάτων, όπως η ψωριασική αρθρίτιδα, ο διαβήτης, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και η κατάθλιψη. Περίπου το 30% των ασθενών με ψωρίαση έχουν ή θα αναπτύξουν ψωριασική αρθρίτιδα, με προσβολή των αρθρώσεων, η οποία προκαλεί έντονα και σοβαρά συμπτώματα όπως πόνο, δυσκαμψία, κόπωση και μη αναστρέψιμη βλάβη των αρθρώσεων.
Η ψωρίαση επιφέρει σημαντική επιβάρυνση στην ποιότητα ζωής των ασθενών και πολλές αλλαγές στην καθημερινότητά τους. Από μεγάλες επιδημιολογικές έρευνες διαπιστώνεται ότι το φορτίο της ψωρίασης συγκρίνεται με το αντίστοιχο φορτίο ασθενειών όπως ο καρκίνος, η αρθρίτιδα και η υπέρταση. Οι ποικίλες εκδηλώσεις της νόσου, καθώς και η εντόπισή της σε δύσκολες ανατομικά περιοχές, όπως το τριχωτό κεφαλής, τα νύχια, οι παλάμες και τα πέλματα, δυσχεραίνουν τη φυσική λειτουργικότητα των πασχόντων και τους επιβαρύνουν συναισθηματικά. Ετσι, οι ασθενείς με ψωρίαση συχνά έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθάνονται στιγματισμό, επιθυμούν να κρύβουν το δέρμα τους από το περιβάλλον τους και αυτοπεριορίζονται στις διαπροσωπικές, κοινωνικές και επαγγελματικές τους σχέσεις.
Τα ενοχλητικά συμπτώματα όπως ο κνησμός, το αίσθημα καύσου ή ο πόνος βασανίζουν τον ασθενή και επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα του ύπνου του. Επιπλέον, η πολυπλοκότητα πολλών από τις θεραπείες που χρησιμοποιούνται για την ψωρίαση, οι ανησυχίες των ασθενών για πιθανά ζητήματα ασφάλειας, η κόπωση από τη μακροχρόνια χρήση τους φαίνεται να επιβαρύνουν ακόμα πιο πολύ την καθημερινή τους ζωή.
Ο ρόλος του δερματολόγου σε αυτό είναι κομβικός, ώστε να αποφασίσει για την κατάλληλη θεραπεία του ασθενούς με βάση τη θεραπευτική συμμαχία γιατρού-ασθενούς. Επίσης, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει η συμμόρφωση του ασθενούς στο να ακολουθήσει τη θεραπεία που θα του προτείνει ο γιατρός, αφού σε περίπτωση διακοπής της οι βλάβες και τα συμπτώματα επανέρχονται ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα.
Η θεραπεία εξατομικεύεται για κάθε ασθενή, συνυπολογίζοντας τη βαρύτητα, την έκταση, τη μορφή της νόσου, την ηλικία, τις συννοσηρότητες και την επίδραση στην ποιότητα ζωής.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της ψωρίασης στοχεύει στην ύφεση των ενοχλητικών συμπτωμάτων και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Η ήπια ψωρίαση αντιμετωπίζεται με τοπικά κορτιζονούχα σκευάσματα ή σε συνδυασμό με ανάλογα της βιταμίνης D, ή τους νεότερους ανταγωνιστές καλσινευρίνης, ή φωτοθεραπεία. Για τη μέτρια και σοβαρή ψωρίαση ενδείκνυται η συστηματική θεραπεία. Οι παραδοσιακές επιλογές είναι η μεθοτρεξάτη, η κυκλοσπορίνη και η ασιτρετίνη.
Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκαν νέες και στοχευμένες θεραπείες για την αντιμετώπιση της μέτριας – σοβαρής ψωρίασης, με δράση σε ευρύ φάσμα εκδηλώσεων της νόσου. Τα πρώτα φάρμακα της κατηγορίας αυτής είναι οι βιολογικοί παράγοντες, μόρια πρωτεϊνικής φύσης, που χορηγούνται σε ενέσιμη μορφή, και αναστέλλουν στοχευμένα φλεγμονώδεις κυτταροκίνες. Ορισμένοι από αυτούς, όπως η ινφλιξιμάμπη, η ανταλιμουμάμπη, η ουστεκινουμάμπη, η σεκουκινουμάμπη, η ιξεκιζουμάμπη, η ρισανκινζουμάμπη, η γκουσελκουμάμπη, ενδείκνυνται στην ψωρίαση και στην ψωριασική αρθρίτιδα, ενώ κάποιοι εφαρμόζονται και σε άλλες φλεγμονώδεις παθήσεις. Μετέπειτα αναπτύχθηκαν τα μικρά μόρια, που χορηγούνται από το στόμα και έχουν δράση μέσα στο κύτταρο, σε ένα πρωιμότερο στάδιο. Η απρεμιλάστη είναι ο πρώτος εκπρόσωπος της κατηγορίας αυτής, με δράση σε ένα ευρύ δίκτυο φλεγμονωδών παραγόντων και ένδειξη στην ψωρίαση και στην ψωριασική αρθρίτιδα.
Ολο και περισσότερες μελέτες επιβεβαιώνουν την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και τη διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος των σύγχρονων αυτών θεραπειών στην ψωριασική νόσο. Σήμερα οι πάσχοντες από ψωρίαση και ψωριασική αρθρίτιδα έχουν πρόσβαση σε όλες τις προαναφερόμενες καινοτόμες και εξαιρετικά αποτελεσματικές θεραπείες, το βέβαιο όμως είναι ότι ο κατάλληλος θεραπευτικός δρόμος για τον κάθε ασθενή με ψωρίαση θα βρεθεί σε συνεργασία με τον ειδικό δερματολόγο. Εκείνος θα αξιολογήσει όχι μόνο τη βαρύτητα της νόσου αλλά και το συνολικό προφίλ του ασθενούς, όπως τα συγχορηγούμενα φάρμακα που ενδεχομένως αυτός λαμβάνει, τις τυχόν συννοσηρότητες, ή άλλα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά (π.χ. την επιθυμία τεκνοποίησης), θα προσεγγίσει ολιστικά τον ασθενή και θα τον βοηθήσει να επανέλθει σε μια φυσιολογική καθημερινότητα.
Η κυρία Σοφία Γεωργίου είναι καθηγήτρια Δερματολογίας-Αφροδισιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, διευθύντρια Δερματολογικής Κλινικής Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Πατρών.

