Πρωταγωνιστής το ελληνικό σινεμά!
Εξι σκηνοθέτες των οποίων ταινίες θα παρουσιαστούν στο 61ο ΦΚΘ (5-15 Νοεμβρίου) ανέπτυξαν στο «Βήμα» τον προβληματισμό τους ενώ πάλευαν να δημιουργήσουν έργο πάνω σε θέματα επίκαιρα και εν τέλει παγκόσμια
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Λίγες μέρες απομένουν μέχρι την έναρξη του σημαντικότερου κινηματογραφικού θεσμού της χώρας μας, του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που εφέτος κλείνει 61 χρόνια ζωής και θα διεξαχθεί από την Πέμπτη 5 ως την Κυριακή 15 Νοεμβρίου. Η διεξαγωγή της συγκεκριμένης έκδοσης είναι βέβαια ένα ζήτημα, λόγω της COVID-19, αλλά ένα γεγονός παραμένει άθικτο: σε όποια μορφή και αν διεξαχθεί το φεστιβάλ, online ή και σε αίθουσες, το εγχώριο σινεμά θα βρίσκεται στις προτεραιότητές του.
«Από τις αρχές του προηγούμενου Μαρτίου, μόλις άρχισε η πανδημία, συνειδητοποιήσαμε ότι η βασική υποχρέωση του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είναι η υποστήριξη της ελληνικής κινηματογραφικής κοινότητας» ανέφερε στο «Βήμα» ο κ. Ορέστης Ανδρεαδάκης, καλλιτεχνικός διευθυντής του ΦΚΘ. «Νιώσαμε ότι οφείλουμε να σταθούμε δίπλα σε όλους, τους σκηνοθέτες, τους παραγωγούς, τους τεχνικούς, τους ηθοποιούς, τους αιθουσάρχες, τους διανομείς και γενικά σε όλους τους ανθρώπους του ελληνικού σινεμά».
Κατά τη διάρκεια της καραντίνας το ΦΚΘ ενεργοποίησε όλα τα εργαλεία που προσφέρει το Διαδίκτυο και ήταν εξάλλου το πρώτο στον κόσμο που πραγματοποίησε online τις ενέργειες της Αγοράς, του αναπτυξιακού τμήματος του Φεστιβάλ. Επίσης ανέθεσε τη δημιουργία ταινιών μικρού μήκους με θέμα την καραντίνα σε έλληνες δημιουργούς, διοργάνωσε σεμινάρια και ομιλίες, σχεδίασε εκπαιδευτικά προγράμματα και masterclass και ανέβασε online όλο το πρόγραμμα του 22ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης που δεν πραγματοποιήθηκε στις αίθουσες λόγω της καραντίνας. «To ίδιο θέλουμε να κάνουμε και τώρα, στο 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: να κάνουμε το ελληνικό σινεμά πρωταγωνιστή».
Οι τρεις του
διεθνούς τμήματος
Ετσι λοιπόν 18 μεγάλου μήκους ελληνικές ταινίες θα προβληθούν στο 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, από τις οποίες κάποιες, όπως η «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» του Γιάννη Οικονομίδη, έχουν ήδη παιχθεί στις αίθουσες και κάποιες άλλες είναι συμπαραγωγές. Επίσης τρεις θα συμμετάσχουν και στο διεθνές διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ διεκδικώντας τον Χρυσό Αλέξανδρο και τα άλλα βραβεία του θεσμού. Δύο από τις τρεις αυτές ταινίες, ο «Digger» του Τζώρτζη Γρηγοράκη και τα «Μήλα» του Χρήστου Νίκου, είναι ήδη γνωστές από τις συμμετοχές τους σε άλλα διεθνή φεστιβάλ, με κορυφαία του Βερολίνου και της Βενετίας (αντιστοίχως).
Η τρίτη του διεθνούς διαγωνιστικού είναι το «Kala Azar», πρώτη μεγάλου μήκους δουλειά της Τζάνις Ραφαηλίδου, μια ταινία που σύμφωνα με την ίδια «προέρχεται από έναν εικαστικό κόσμο, με εμμονή ως προς την κινηματογράφηση και την εικόνα». Βασίζεται στον ρεαλισμό των άχαρων τοπίων στην περιφέρεια της Αθήνας, «φλερτάροντας συνεχώς με κάτι πολύ πραγματικό και απτό, όπως για παράδειγμα τα πτώματα ζώων, μικρών ή μεγάλων, στις άκρες του δρόμου. Συγχρόνως όμως διατηρεί μια έντονη μυθοπλαστική ατμόσφαιρα όπου στο κέντρο της δράσης δεν βρίσκεται μόνος πλέον ο άνθρωπος». Μέσω μιας μη ανθρωποκεντρικής, μη λογοκεντρικής πλοκής (κεντρικά πρόσωπα η Πηνελόπη Τσιλίκα και ο Δημήτρης Λάλος), η ταινία μιλάει για τις σχέσεις ανθρώπων, φύσης, ζωντανών και νεκρών, επισημαίνοντας την αδιάκοπη ανάγκη μας για επιβολή. Το «Kala Azar» είναι ένας φόρος τιμής στη διαφορετικότητα και στο μη ανθρώπινο σώμα».
Επιστροφή στις ρίζες,
ανάγκη για επικοινωνία
Η κάμερα του Τζ. Γρηγοράκη βουτά με όρεξη στην ελληνική φύση, εκεί όπου η ιστορία του «Digger» εκτυλίσσεται. Λέει ο ίδιος: «Η διάθεση για επιστροφή στις ρίζες είναι ένα από τα κεντρικά θέματα που πραγματεύεται η ταινία – υπόγεια, όπως και οι ίδιες. Σε περιόδους κρίσεων μάλιστα, αυτή η διάθεση γίνεται επιτακτική ανάγκη. Οι ρίζες σημαίνουν πολλά: σύνδεση με τους προγόνους μας, με το παρελθόν, τη μνήμη, τις πνευματικές μας ρίζες».
Πράγματι, σαν δέντρο, ο κεντρικός ήρωας της ταινίας (Βαγγέλης Μουρίκης) έχει ριζώσει χρόνια σε ένα πανέμορφο ορεινό δάσος· η φροντίδα και η προστασία που παρέχει σε αυτό είναι προσανατολισμός στη ζωή του. Αντιθέτως, ο νεαρός γιος του (Αργύρης Πανταζάρας) επιστρέφει ύστερα από πολλά χρόνια, άστεγος και περιπλανώμενος, χωρίς ρίζες, και ψάχνει για να επανασυνδεθεί με τον πατέρα του και τα πάτρια εδάφη. Εν τω μεταξύ κάποιοι άλλοι ξεριζώνουν ανελέητα, με τρόπο παραπάνω από όσο η φύση μπορεί να αντέξει. «Το κοινό έδαφος συνεννόησης βρίσκεται μόνο όταν και οι δύο σκάψουν και περάσουν μέσα από τη λάσπη. Αν η συνεννόηση σε επίπεδο ρίζας είναι δύσκολη σε διαπροσωπικό επίπεδο, φανταζόμαστε πόσο δύσκολη είναι σε παγκόσμιο, όπως όλο και περισσότερο προκύπτει».
Η φύση όμως βρίσκεται στην καρδιά και του «Daniel ’16», του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκου, ο οποίος μετά τον «Γιο του φύλακα» ασχολήθηκε με τη δημιουργία πολλών αξιόλογων ντοκιμαντέρ και τώρα επιστρέφει θριαμβευτικά στη μυθοπλασία. Ο σκηνοθέτης και οι συνεργάτες του ξεκίνησαν από ένα πραγματικό γεγονός: την ύπαρξη και λειτουργία στην Ελλάδα (συγκεκριμένα σε ένα χωριό του Εβρου) μιας κοινότητας αγωγής ανηλίκων από τη Γερμανία, με παραβατική συμπεριφορά, που εξέτιαν εδώ με εναλλακτικό τρόπο την ποινή τους. «Πάνω σ’ αυτό και ύστερα από επιτόπια έρευνα γράψαμε τον «Daniel ’16», μια ιστορία ενηλικίωσης για έναν έφηβο, ξένο σε ξένο τόπο, που καταφέρνει να βρει μια λύση στα προβλήματά του, διανύοντας μια δύσκολη και οδυνηρή πορεία. Αυτή η πορεία μάς μιλάει για το πόσο σχετικά είναι τα κράτη, τα σύνορα και οι γλώσσες μπροστά στην ανάγκη για ανθρώπινη επικοινωνία» μας είπε ο Δ. Κουτσιαμπασάκος, ο οποίος απέσπασε μια αξιοζήλευτη ερμηνεία από τον νεαρό πρωταγωνιστή του, τον Γερμανό Νίκολας Κίκερ.
Οικογενειακή κρίση,
μοναξιά, αλλά και αισιοδοξία
Η οικογενειακή κρίση μέσα από μια ιστορία φυγής που συνάδει με την προσπάθεια ξεκινήματος μιας «νέας» ζωής είναι το θέμα της ταινίας «All the pretty horses» του Μιχάλη Κωνσταντάτου. Πρόκειται για «μια κοινωνική ταινία, που όμως εξελίσσεται σε ένα ψυχολογικό θρίλερ», όπως λέει ο ίδιος. «Μιλάει για τη μετατόπιση, την απώλεια της κοινωνικής ταυτότητας, την πτώση της οικονομικής συνθήκης, αλλά και για το πιο σημαντικό όπλο που έχουμε οι άνθρωποι για να αντιμετωπίζουμε τις βίαιες αλλαγές στη ζωή μας: τη συντροφικότητα. Ειδικά στην εποχή που διανύουμε, καθώς η κοινωνική απόσταση επιβάλλεται λόγω συνθηκών, η ανάπτυξη της έννοιας της συντροφικότητας γίνεται όλο και πιο απαραίτητη».
Το «All the pretty horses» αφηγείται την ιστορία ενός παντρεμένου ζεύγους (Δημήτρης Λάλος – Γιώτα Αργυροπούλου) που προσπαθεί να βρει τα νέα του πατήματα… και αυτό έχει καλές και κακές στιγμές. Η απόσταση όμως ανάμεσά τους μεγαλώνει επικίνδυνα και οι δυο τους κινδυνεύουν να παγιδευθούν σε ένα ψέμα που οι ίδιοι έχουν φτιάξει. «Μετά τις βίαιες αλλαγές των τελευταίων χρόνων στην οικονομική και κοινωνική κατάστασή μας, οι σχέσεις πολλών οικογενειών διαταράχθηκαν» ανέφερε ο σκηνοθέτης. «Ανθρωποι έχασαν την πίστη τους στους ανθρώπους και στον εαυτό τους, δύσκολα αποδέχονται τη νέα κατάσταση, δύσκολα προσαρμόζονται και – το κυριότερο – δύσκολα μιλούν ειλικρινά για αυτό».
Από τη δική του πλευρά, ο Κύπριος Μαρίνος Καρτίκκης εμπνεύστηκε τον «Πολίτη τρίτης ηλικίας» από μια είδηση στα ψιλά που διάβασε στην εφημερίδα. Τίτλος της «Ζητείται ευαισθησία: Κοιμάται επί 3 χρόνια στις Πρώτες Βοήθειες». Ενας άνθρωπος μόνος, μιας κάποιας ηλικίας (τον υποδύεται ο Αντώνης Κατσαρής στην ταινία), ο οποίος αν και είχε σπίτι προτιμούσε να περνά τις νύχτες στο νοσοκομείο από φόβο μην πάθει κάτι και δεν είναι κανείς εκεί να τον βοηθήσει. Η υπόθεση έφτασε στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, οι οποίες ύστερα από τρία ολόκληρα χρόνια ανέλαβαν να χειριστούν αυτή την ανθρώπινη υπόθεση.
Αυτή η είδηση ήταν η αφορμή ώστε ο Καρτίκκης να γράψει το σενάριο της ταινίας. «Η μοναξιά είναι σίγουρα στο επίκεντρο της ιστορίας» είπε «αλλά σε συνάρτηση με την ηλικία γίνεται μια ακόμα πιο δύσκολη συνθήκη. Και, δυστυχώς, στις μέρες μας όλο και περισσότερα ηλικιωμένα άτομα βιώνουν τη μοναξιά λόγω των νέων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών αλλά και των οικογενειακών δεσμών που σταδιακά φθίνουν. Από την άλλη, το κράτος αδυνατεί ή αδιαφορεί να συμπαρασταθεί επαρκώς στους ανθρώπους που έχουν περισσότερη ανάγκη, με αποτέλεσμα να περιθωριοποιούνται. Βέβαια η μοναξιά είναι και υπαρξιακό θέμα, μια κατάσταση που όλοι κάποια στιγμή θα βιώσουν στη ζωή τους λόγω απώλειας αγαπημένων προσώπων ή άλλων παραγόντων. Ειδικά στις μεγαλουπόλεις η μοναξιά είναι τρόπος ζωής για πολλούς ανθρώπους, και όχι μόνο ηλικιωμένους».
Η μοναχικότητα είναι διάφανη και στην ταινία «Ο ράφτης» της Σόνιας Λίζας Κέντερμαν, μια αισιόδοξη ματιά πάνω στην «καθυστερημένη επανεκκίνηση» (ή στους τρόπους για την επίτευξή της) πολλών ανθρώπων που είδαν τον χρόνο να περνά αλλά οι ίδιοι, για διάφορους λόγους, έμειναν στάσιμοι, ακίνητοι. Ή, όπως το θέτει η ίδια η Κέντερμαν, μια ταινία που «μιλάει για την εξέλιξη και την ικανότητα ενός ανθρώπου να επανεφευρίσκει και να αλλάζει τη ζωή του ακόμα και υπό αντίξοες συνθήκες».
Γράφοντας το σενάριο εν μέσω της οικονομικής κρίσης, η Κέντερμαν θεώρησε σημαντικό ο ήρωας να βρίσκει μια λύση για τον εαυτό του στην πορεία της ταινίας. Ο «ράφτης», που υποδύεται ο υπέροχος Δημήτρης Ημελλος, είναι ντροπαλός, αποτραβηγμένος από τον έξω κόσμο, καθόλου μαχητής, αλλά αγαπάει την τέχνη του, και αυτό τού δίνει κουράγιο να ξεπεράσει τον εαυτό του. «Πετυχαίνει, όχι με τους κοινωνικούς όρους της εποχής μας, αλλά βρίσκοντας την προσωπική του ευτυχία. Στους άγριους καιρούς που ζούμε, δεν είμαι σίγουρη πώς μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι σε ένα παγκόσμιο και καθολικό επίπεδο. Η αισιοδοξία είναι όμως μια προσωπική – ατομική ανάγκη και διέξοδος. Η αισιοδοξία και η ενεργητικότητα είναι μια μορφή αντίστασης».
Παιδικό – Εφηβικό Φεστιβάλ
Πλούσιο σε θεματικές ενότητες θα είναι και το Παιδικό – Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αθήνας που θα πραγματοποιηθεί επίσης μέσω Διαδικτύου από τις 14 έως τις 22 Νοεμβρίου με τις ταινίες διαθέσιμες δωρεάν στο site www.athicff.com. Το επίμαχο ζήτημα της καταστροφής του περιβάλλοντος προβληματίζει μαθητές από την Κωνσταντινούπολη που ακολουθούν το παράδειγμα της Γκρέτα Τούνμπεργκ στο ντοκιμαντέρ «Θέλουμε το Μέλλον μας!» (We Want Our Future!) του Aτόμ Σασκάλ και μετατρέπει σε ακτιβιστές για ένα «Plastic Free Future» (Μέλλον χωρίς πλαστικό) εκείνους ενός δημοσίου σχολείου του Μπρούκλιν στα «Μικροπλαστικά Παντού» (Microplastic Madness) των Ατσούκο Κουέρκ και Ντέμπι Λι Κόεν. Ιστορικά γεγονότα του 20ού αιώνα μπαίνουν στο τραπέζι σε ταινίες όπως το «Φρίτζι: Μια Επαναστατική Ιστορία» (Fritzi: A Revolutionary Tale) των Ραλφ Κούκουλα, Ματίας Μπρουν, όπου η ειρηνική επανάσταση του 1989 παρουσιάζεται από την οπτική γωνία ενός παιδιού στην Ανατολική Γερμανία ή το «Πέρασμα» (The Crossing) της Τζοάν Χέλγκελαντ από τη Νορβηγία, όπου ακολουθούμε δύο αδέλφια καθώς βοηθούν δύο εβραιόπουλα να περάσουν με ασφάλεια τα σύνορα της Νορβηγίας κάτω από τη μύτη των Ναζί προς την ουδέτερη Σουηδία. Ταινίες όπως οι «Koυσάσα» (Kusasa) του Σέιν Βερμότεν και «Τα πόδια του Μαραντόνα» (Maradona’s Legs) του Φιράς Κουρί χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως εργαλείο εναντίον των αντιξοοτήτων, ενώ το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους «Ο ρυθμός της ζωής» (My Father the Mover) της Τζούλια Τζανς από τη Νότια Αφρική πραγματεύεται την «υπερδύναμη» που προσφέρει ο χορός.Το φεστιβάλ υλοποιείται με την οικονομική υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και τη συνεργασία της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας Καλλίστη, ενώ μέσω της γλώσσας easy2read, η οποία «μεταφράζει» τα κείμενα κάνοντάς τα πιο κατανοητά, μέρος του θα είναι προσβάσιμο σε άτομα με δυσκολία στην κατανόηση, αυτισμό και νοητική αναπηρία.
Οι 18 ελληνικές μεγάλου μήκους ταινίες του Φεστιβάλ
«Daniel ’16»
Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος
«Kala Azar»
Τζάνις Ραφαηλίδου
«Digger»
Τζώρτζης Γρηγοράκης
«Μήλα»
Χρήστος Νίκου
«Γυμναστήριο»
Αλέξανδρος Βούλγαρης
«Ενας ήσυχος άνθρωπος»
Τάσος Γερακίνης
«Πολίτης τρίτης ηλικίας»
Μαρίνος Καρτίκκης
«All the pretty horses»
Μιχάλης Κωνσταντάτος
«Ποιος, ποιος θα φαγωθεί»
Ελπινίκη Βουτσά-Ρεντζεποπούλου
«Πράσινη θάλασσα»
Aγγελική Αντωνίου
«Ο ράφτης»
Σόνια Λίζα Κέντερμαν
«Σαρμάκο –
Μια ιστορία του Βορρά»
Μάρκος Παπαδόπουλος
«Φιλικά πυρά»
Δάφνη Χαριάνη
«Vasy’s Odyssey»
Βασίλης Παπαθεοχάρης
«Η αναζήτηση
της Λώρα Ντουράντ»
Δημήτρης Μπαβέλλας
«Η μπαλάντα
της τρύπιας καρδιάς»
Γιάννης Οικονομίδης
«Pari»
Σιαμάκ Ετεμάντι
«Πρόστιμο»
Φωκίων Μπόγρης

