Προσκλήσεις και προκλήσεις

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Μεταξύ της πολιτικής των προσκλήσεων (Ερντογάν προς Τσίπρα και Ακάρ προς Αποστολάκη) και της πρακτικής των συνεχών προκλήσεων κινείται την περίοδο αυτή στις σχέσεις της με την Ελλάδα η Τουρκία. Και το ερώτημα είναι τι μπορεί να προκύψει, υπό τις συνθήκες αυτές, κατά τη μεθαυριανή συνάντηση του έλληνα πρωθυπουργού με τον τούρκο πρόεδρο. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η συνάντηση αυτή δεν θα έπρεπε να γίνει, το αντίθετο μάλιστα. Διότι ο διάλογος είναι περισσότερο απαραίτητος όταν υπάρχουν προβλήματα, παρά όταν δεν υπάρχουν. Και όταν μάλιστα τα προβλήματα αυτά, όπως συχνά συνέβη στο παρελθόν, μπορούν να οδηγήσουν σε ενεξέλεγκτες καταστάσεις. Καλό είναι λοιπόν σε περιόδους κρίσεων να διατηρούνται ανοικτά τα κανάλια επικοινωνίας, με την ελπίδα ότι μπορεί έτσι να σημειωθεί κάποια απρόσμενη έστω θετική εξέλιξη.
Διότι με όσα συμβαίνουν τελευταία τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο πρέπει να έχουμε επιτέλους μια ξεκάθαρη εξήγηση για το πού το πάνε οι Τούρκοι. Πρέπει όμως και εμείς να διαμορφώσουμε ταυτόχρονα μια σοβαρή στρατηγική, μακριά από τις γνωστές λαϊκοεθνικιστικές αντιλήψεις για εσωτερική κατανάλωση, με στόχο την ψηφοθηρία. Εθνικιστικά σόου τύπου Καστελλόριζου και απειλών για ισοπεδώσεις βραχονησίδων, καθώς και εξαγγελίες στο πόδι για αύξηση των χωρικών υδάτων, μόνον ζημιά προκαλούν στα εθνικά μας θέματα. Ενώ είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι (όπως τώρα αποκαλύπτεται από τις απίστευτες αλληλοκατηγορίες μεταξύ των παραιτηθέντων υπουργών Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας) υπήρχε ένα αβυσσαλέο μίσος μεταξύ τους. Με αποτέλεσμα να διερωτάται κανείς πώς, υπό τις απαράδεκτες αυτές συνθήκες, ήταν δυνατόν να διαμορφωθεί μια ενιαία γραμμή στην ελληνική εξωτερική πολιτική, όταν οι αρμόδιοι για τη διαμόρφωσή της υπουργοί τρώγονταν σαν τα σκυλιά. Πώς, αλήθεια, μπορούν οι πολίτες να αισθάνονται ασφαλείς όταν συμβαίνουν όλα αυτά;
Εδώ πρόκειται για την εθνική μας ασφάλεια και την ακεραιότητα της χώρας. Ο κίνδυνος από την Τουρκία (και μάλιστα από την Τουρκία του Ερντογάν) δεν έχει καμία σχέση με τον κίνδυνο από τον περιλάλητο αλυτρωτισμό των Σκοπιανών και τη Συμφωνία των Πρεσπών, που προκάλεσαν τόσες αντιδράσεις. Μια συμφωνία που έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση, αντί να πείσει για τη σημασία της σε μια στοιχειώδη συνεννόηση με την αντιπολίτευση, να τινάξει στον αέρα το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, απλώς για να πλήξει τους αντιπάλους της. Θα ήταν αδιανόητο και εθνικά επικίνδυνο να επαναληφθεί τώρα κάτι τέτοιο και με τα ελληνοτουρκικά. Καθώς μάλιστα εδώ και δεκαετίες παραμένει ανοικτό το Κυπριακό, το οποίο βρίσκεται στις παραμονές έναρξης ενός ακόμη διακοινοτικού διαλόγου. Πέρα λοιπόν από το να προσάπτουμε στους Τούρκους τις ευθύνες, που προφανώς έχουν, καλόν θα ήταν να τα βρούμε μεταξύ μας, προτού βρεθούμε αντιμέτωποι με δυσάρεστες εκπλήξεις.

