Το μικρό μυθιστόρημα της Αγκαθα Κρίστι Ο Ηρακλής Πουαρό και η Επαυλη του Γκρίνσορ γράφτηκε το 1954, αλλά εκδόθηκε για πρώτη φορά στην αρχική του μορφή το 2014. Ηταν η εποχή που «η βασίλισσα του εγκλήματος» – έλαβε τον τίτλο της Ντέιμ (Dame) το 1971 – είχε ελαττώσει την παραγωγή της σε ένα βιβλίο τον χρόνο, που κυκλοφορούσε τα Χριστούγεννα. Τότε λοιπόν έγραψε μια αστυνομική ιστορία που θα δημοσιευόταν σε ένα περιοδικό και τα έσοδα θα πήγαιναν για την προσθήκη ενός βιτρό στο παρεκκλήσι της ενορίας της. Επειδή ήταν μεγάλη, απορρίφθηκε και έγραψε μιαν άλλη με τη Μις Μαρπλ. Η πρώτη μεγάλωσε κι έγινε Ο Ηρακλής Πουαρό και η Επαυλη του Γκρίνσορ. Σε αυτήν, ο Ηρακλής Πουαρό καλείται από τη συγγραφέα ιστοριών μυστηρίου Αριάδνη Ολιβερ να ερευνήσει μια περίεργη υπόθεση. Σε κάποια έπαυλη θα γινόταν γιορτή, όπου ανάμεσα στα παιχνίδια θα συμπεριλαμβανόταν και ένα Κυνήγι Δολοφόνου: μια κοπέλα θα παρίστανε τη δολοφονημένη και οι παίκτες έπρεπε να βρουν τον δράστη. Ξαφνικά η κοπέλα, η Μαρλίν, δολοφονείται πραγματικά και το παιχνίδι γίνεται τραγωδία. Ο Πουαρό πρέπει να βρει τον δολοφόνο, που ασφαλώς βρίσκεται στην έπαυλη. Υποπτοι είναι οι ιδιοκτήτες της έπαυλης, ο λόρδος και η λαίδη Σταμπς, ο κηπουρός, η οικονόμος, ένας λοχαγός, ένας εξάδελφος και μερικά άλλα πρόσωπα. Ταυτόχρονα, εξαφανίστηκε και η λαίδη, άλλο πρόβλημα.
Για μία φορά ακόμα η Αγκαθα Κρίστι παίζει το έξυπνο παιχνίδι της, εκείνο των ένοχων μυστικών, του σκοτεινού παρελθόντος και των μεταμφιέσεων, και ο δαιμόνιος Πουαρό βρίσκει, όπως πάντα, τον δολοφόνο που είναι ο λιγότερο ύποπτος. Οι αναγνώστες θα χαρούν αυτή την ιστορία που διαδραματίζεται στην εξοχική κατοικία της Κρίστι, στο Γκρίνγουεϊ του Ντέβον, όπου περνούσε τα καλοκαίρια της από το 1938 έως τον θάνατό της, το 1976.
 Οι ιδιωτικοί ντετέκτιβ των αμερικανών συγγραφέων δεν έχουν καμία σχέση με τους αντίστοιχους των βρετανών συναδέλφων τους, δηλαδή ο Σαμ Σπέιντ του Ντάσιελ Χάμετ και ο Φίλιπ Μάρλοου του Ρέιμοντ Τσάντλερ, οι διασημότεροι από αυτούς, δεν μοιάζουν καθόλου με τον Ηρακλή Πουαρό. Αυτός έχει κοφτερό μυαλό και λύνει τα αινίγματα μυστηριωδών θανάτων με το μυαλό του, ενώ εκείνοι είναι δυναμικοί και εξιχνιάζουν εγκλήματα με τα χέρια και το πιστόλι τους. Τέτοιος είναι και ο ήρωας του Ρος Μακ Ντόναλντ, ο Λου Αρτσερ, ο οποίος αποτελεί κράμα Σπέιντ και Μάρλοου. Στο μυθιστόρημα Το βλέμμα του αποχαιρετισμού, ο Αρτσερ καλείται από έναν δικηγόρο, τον Τράτγουελ, να διαλευκάνει το μυστήριο της διάρρηξης μια χρυσής κασέλας στην έπαυλη του ζεύγους Τσάλμερς που περιείχε γράμματα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βασικός ύποπτος για τη διάρρηξη είναι ο γιος του ζεύγους, ο Νικ, ο οποίος έχει ψυχολογικά προβλήματα. Και ύστερα, όταν ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ που ψάχνει κάποιον εξαφανισμένο άνδρα βρίσκεται δολοφονημένος, τα πράγματα περιπλέκονται.
 Παρατηρούμε πως κι εδώ, όπως στα αστυνομικά μυθιστορήματα βρετανικού τύπου, η πλοκή που αφορά το έγκλημα ή τα εγκλήματα συνδέεται με το παρελθόν, εκεί βρίσκεται η λύση όλων των αινιγμάτων. Ο Αρτσερ συνειδητοποιεί πως πίσω από τα κλεμμένα γράμματα υπάρχει κάτι σημαντικό. Μαθαίνει λοιπόν πως πριν από χρόνια έγιναν μια απαγωγή και μια ληστεία τράπεζας και ένα περίστροφο άλλαξε κάμποσα χέρια. Υπάρχουν ήρωες ικανοί για κάθε πράξη που θα αλλάξει τη ζωή τους, δίψα για το χρήμα, ιστορίες έρωτα και σεξ, άνθρωποι που μεταμφιέζονται αλλάζοντας ονόματα, μα κυρίως οικογένειες που κρύβουν σκοτεινά μυστικά. Μπορούμε να πούμε πως παρόμοιες οικογένειες έχουν εμπνεύσει τους σημαντικούς συγγραφείς αστυνομικών ιστοριών, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική.