Πρόσφατα σε ομήγυρη στελεχών του ιδιωτικού τομέα, επιφανής οικονομικός παράγων έθεσε το εξής ερώτημα: «Ποιος κατά τη γνώμη σας ήταν ο καλύτερος υπουργός Οικονομικών των τελευταίων δεκαετιών; Ποιος παρέδωσε το καλύτερο δημόσιο ταμείο;».

Ο «νοικοκύρης» Τσακαλώτος

Τον κοίταξαν όλοι με απορία, αλλά ουδείς διακινδύνευσε οποιαδήποτε απάντηση. Βλέποντας τους άλλους δύστοκους έδωσε την απάντηση μόνος του. «Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ανέκραξε σχεδόν θριαμβευτικά, για να επιβεβαιώσει προφανώς την έκπληξη της παρέας, η οποία άκουγε μια τόσο εντυπωσιακή αναγνώριση από ένα πρόσωπο που όλοι γνώριζαν ότι δεν τρέφει και τα καλύτερα των αισθημάτων για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Στα χειμαρρώδη ερωτήματα που ακολούθησαν, πώς δηλαδή ένας συντηρητικός οικονομικός παράγων μπορεί να υποστηρίζει κάτι τέτοιο, άρχισε να επιχειρηματολογεί συγκεκριμένα, εκθειάζοντας τη νοικοκυροσύνη της προηγούμενης αριστερής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών, τη μεθοδικότητα με την οποία οργάνωσε, μετά την ανεδαφική μεν αλλά ιδιαιτέρως σκληρή εμπειρία του 2015, τα δημόσια οικονομικά, τη διαχείριση του δημοσίου χρέους και μαζί την επιλογή των κατάλληλων περικοπών στις δαπάνες και τις αποδοτικότερες των αυξήσεων στους φόρους, που επέτρεψαν εν τέλει να παραδώσει στην επελθούσα κυβέρνηση Μητσοτάκη ένα απολύτως υγιές δημόσιο ταμείο, μη επιτρέποντας στον σημερινό Πρωθυπουργό να δηλώσει, κατά τα συνήθη ελληνικά πολιτικά ήθη, ότι παρέλαβε καμένη γη.

Αλλά δεν έμεινε μόνο εκεί. Εμφανίστηκε εντυπωσιασμένος από την επάρκεια, πολιτική και τεχνική, με την οποία o κ. Τσακαλώτος υπεράσπισε την οικονομική πολιτική από τον Σεπτέμβριο του 2015 και μέχρι το καλοκαίρι του 2019 και βεβαίως δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ο κ. Μητσοτάκης παρέλαβε την οικονομία δημοσιονομικά σταθεροποιημένη και αναπτυξιακά ώριμη, έτοιμη για άλμα μοναδικό.

Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Τσακαλώτος πλαισιωμένος από τους κ. Γ. Χουλιαράκη και άλλα εκσυγχρονιστικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, όπως οι κ.κ. Δ. Λιάκος και Γ. Κουτεντάκης, πέτυχε σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, με την τρόικα παρούσα και απαιτητική, να εξασφαλίσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, πρωτοφανή ταμειακά διαθέσιμα, να προδιαγράψει την αποπληρωμή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που ολοκλήρωσε η σημερινή κυβέρνηση και έτσι να κερδίσει την εμπιστοσύνη των αγορών και μαζί να κατευνάσει το εσωτερικό μέτωπο, εξασφαλίζοντας πραγματικά την πολιτική σταθερότητα στη χώρα. Ακόμη και το τουριστικό άλμα του 2019 κτίστηκε στη βάση του κλίματος οικονομικής και πολιτικο-κοινωνικής σταθερότητας που οικοδομήθηκε τότε.

Επικρίθηκε μετεκλογικά ο κ. Τσακαλώτος, από τους συντρόφους του κυρίως, γιατί δεν φρόντισε εκλογικά το κόμμα του, παρά προτίμησε να προσφέρει καθαρό πεδίο στον κ. Μητσοτάκη, όπως έλεγε το εσωκομματικό «κατηγορητήριο» το φθινόπωρο του 2019, αλλά όντως ήταν από τις σπάνιες φορές που η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών έδρασε με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, παρακάμπτοντας το αμιγώς κομματικό.

Η παραπάνω συζήτηση αποκτά αξία εν όψει των επερχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων, οι οποίες σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό θα κυριαρχηθούν από το δίλημμα σταθερότητα ή χάος. Οπου ο ίδιος βεβαίως ταυτίζει την έννοια της σταθερότητας με τη δική του διακυβέρνηση και «χαρίζει» το χάος στους άλλους.

Αντιμέτωπος με την πανδημία

Ωστόσο αν κανείς επιχειρήσει να αξιολογήσει την τρέχουσα νεοδημοκρατική διακυβέρνηση θα διακρίνει κάμποσες εστίες προβληματικότητας, ικανές να διεγείρουν την κοινωνία και να διασαλεύσουν το αγαθό της σταθερότητας που εκείνος με σχεδόν εγωιστική βεβαιότητα εγγυάται.

Επαίρεται ο κ. Μητσοτάκης ότι σταθεροποίησε την οικονομία, ότι κατέστησε τη χώρα επενδύσιμη, ότι κατάφερε να την ξαναβάλει στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη και διακηρύσσει πως αν έχει μία ακόμη τετραετία θα αλλάξει στην κυριολεξία τη χώρα και θα την επαναφέρει ισχυρή και ακμαία στον κύκλο των προηγμένων της Ευρώπης.

Υπάρχουν δόσεις αληθείας σε όσα προπαγανδίζουν ο κ. Μητσοτάκης και το επικοινωνιακό επιτελείο του. Το ακριβές είναι ότι έξι μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων του οι συνθήκες άλλαξαν δραματικά. Η ενσκήψασα υγειονομική κρίση μετέβαλε τα δεδομένα και τις προτεραιότητες βεβαίως. Και μαζί τα εργαλεία και τις πολιτικές που εκείνος προπαρασκεύαζε. Ο κ. Μητσοτάκης ήταν προετοιμασμένος για μια ούλτρα φιλελεύθερη οικονομική πολιτική και βρέθηκε αντιμέτωπος με μια κρίση που απαιτούσε πολιτικές υψηλών κρατικών δαπανών και εισοδηματικών ενισχύσεων που δεν ταίριαζε στις πεποιθήσεις του.

Ωστόσο μέσα στην ατυχία και στη δυσκολία της περιόδου άνοιξε η τύχη του διάπλατα. Ελευθερώθηκε πλήρως από τα δεσμά του ασφυκτικού έως τότε συμφώνου σταθερότητας, απηλλάγη από τις υποχρεώσεις των καταδυναστευτικών πρωτογενών πλεονασμάτων και μαζί προικοδοτήθηκε από απίθανους σε ύψος πόρους του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Επιπλέον, είχε παραλάβει το κρατικό σεντούκι γεμάτο και ικανό να υποστηρίξει τις πολλές έκτακτες ανάγκες.

Οι παροχές και το ψηφιακό άλμα

Σε εκείνη τη φάση των υγειονομικών περιορισμών είχε τη δυνατότητα να μοιράσει αφειδώς και κατ’ ορισμένους αδιακρίτως λεφτά με ουρά, πάνω από 40 δισ. ευρώ, σε μη έχοντες, αλλά κυρίως σε έχοντες, όπως απεδείχθη από τη μεγάλη αύξηση των καταθέσεων, ιδιωτών και επιχειρήσεων, στη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Η διαχείριση δε αυτής καθαυτής της υγειονομικής κρίσης δεν μπορεί να πει κανείς ότι υπήρξε ιδιαιτέρως επιτυχής, όπως μαρτυρούν οι σχεδόν 40.000 νεκροί της πανδημίας και η κατάσταση του Εθνικού Συστήματος Υγείας που σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, έχασε την ευκαιρία να ανασυγκροτηθεί και να αναγεννηθεί. Το ευτύχημα για τον κ. Μητσοτάκη ήταν ότι η πανδημία ευνόησε το ψηφιακό άλμα που υπηρέτησε με συνέπεια, είναι αλήθεια, ο Κυριάκος Πιερρακάκης και βεβαίως το γεγονός ότι το απόθεμα πόρων που συσσωρεύθηκε στον καιρό του εγκλεισμού χρηματοδότησε το μεταπανδημικό καταναλωτικό κύμα που επέτρεψε τα αναπτυξιακό άλμα στη διετία 2021-2022.

Κατά τα λοιπά, δεν υπάρχουν πολλά άλλα που να επιτρέπουν στον κ. Μητσοτάκη να δηλώνει εγγυητής της σταθερότητας. Οι επιλογές του Ταμείου Ανάκαμψης είναι εμφανώς υπέρ των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, όπως μαρτυρεί η ένταξη ελάχιστων, λιγότερων από πενήντα έως τώρα, μικρομεσαίων επιχειρήσεων στον κύκλο των ενισχύσεών του. Ορισμένοι επικρίνουν τον κ. Μητσοτάκη ότι με τις επιλογές του τα υπερκέρδη των ισχυρών σταθεροποιεί παρά την κοινωνία, η οποία αισθάνεται τις ανισότητες να γιγαντώνονται και τη μοίρα της να εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από τις ευμετάβλητες διαθέσεις των πλουσίων.

Υπερκέρδη για τους έχοντες

Φανερώθηκαν αυτές οι τάσεις με τη διαχείριση της παρεπόμενης πολεμικής και ενεργειακής κρίσης. Το 2022 κατεγράφη ως χρονιά μοναδικών υπερκερδών για τους παραγωγούς και εμπόρους ενεργειακών αγαθών σε βάρος προφανώς των λαϊκών εισοδημάτων, τα οποία υστερούν χαρακτηριστικά έπειτα και από το πληθωριστικό κύμα που προκάλεσε η συσσώρευση υπερκερδών δισ. ευρώ στην ευρεία ενεργειακή ζώνη του φυσικού αερίου, του ηλεκτρικού ρεύματος και των καυσίμων. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι δύο μεγάλα διυλιστήρια της χώρας εξασφαλίζουν το 2022 καθαρά κέρδη υψηλότερα των 2 δισ. ευρώ!

Η κυβέρνηση καθυστέρησε χαρακτηριστικά τον έλεγχο των υπερκερδών – αρχικώς αρνιόταν την ύπαρξή τους – αλλά και πάλι δεν μπορεί να πει κανείς ότι αντιμετώπισε αποτελεσματικά την προφανή κερδοσκοπία σε βάρος εκατομμυρίων καταναλωτών.

Η «χορηγία» του Ερντογάν

Κατά τα λοιπά, όσον αφορά τα εθνικά θέματα και την τουρκική επιθετικότητα η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης απολαμβάνει τη «χορηγία» του Ταγίπ Ερντογάν, «παίζει» κι αυτός το εθνικιστικό χαρτί ικανοποιώντας τον ευρύτερο κύκλο της δεξιάς παράταξης, με τον οποίο φλέρταρε και το 2019, όταν ήταν στο προσκήνιο η Συμφωνία των Πρεσπών. Επιπλέον, η συνεχής επίκληση του δόγματος του «νόμου και της τάξης» πολλαπλασιάζει, δεδομένων των οικονομικών συνθηκών, τις κοινωνικές εντάσεις, όπως φανερώνουν τα τελευταία συμβάντα αστυνομικής αυθαιρεσίας. Και το ασυγχώρητο επίσης σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, που παρήχθη στην αυλή του, κλόνισε και κλονίζει την εμπιστοσύνη εντός και εκτός της χώρας και μόνο τη σταθερότητα δεν εγγυάται.

Με άλλα λόγια, η έννοια της σταθερότητας δεν είναι απλή, παρά εξαρτάται από πλήθος παραγόντων και συνθηκών. Και σίγουρα δεν εξασφαλίζεται από βραχεία κεφαλή στις εκλογές ή ακόμη χειρότερα από μια θνησιγενή συμμαχική κυβέρνηση με ακροδεξιά σχήματα. Ο καιρός θα δείξει την πραγματική κληρονομιά του κ. Μητσοτάκη και τη συμβολή του στη διατήρηση της σταθερότητας στη χώρα.