Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, πριν από περίπου έναν χρόνο, που αποτέλεσε ένα τεράστιο σοκ για τον κόσμο, θα έχει, όπως εκτιμάται, τεράστιες γεωπολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις για τις επόμενες δύο με τρεις δεκαετίες, με ισχυρό μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στις γεωπολιτικές ισορροπίες, στο διεθνές εμπόριο αλλά και στην ίδια τη δομή της παγκόσμιας οικονομίας.

Για τη McKinsey, βρισκόμαστε στο μεταίχμιο μιας νέας εποχής, ανάλογης των τριών προηγούμενων που κυριάρχησαν μεταπολεμικά στο κόσμο: Η πρώτη αφορούσε τη «μεταπολεμική άνθηση» που σημειώθηκε από το 1945 έως το 1971, μια εποχή τεχνολογικής προόδου, ταχείας ανάπτυξης και σχετικής γεωπολιτικής σταθερότητας.

Η δεύτερη, η «εποχή της διαμάχης», διήρκεσε από το 1971 έως το 1989. Αυτή περιείχε «χαρακτηριστικά που απηχούν το σήμερα», όπως μια ενεργειακή κρίση, ένα αρνητικό σοκ στην προσφορά, την επιστροφή του πληθωρισμού, μια νέα νομισματική εποχή, την αυξανόμενη πολυπολική γεωπολιτική διεκδίκηση, τον ανταγωνισμό των πόρων και την επιβράδυνση της παραγωγικότητας στη Δύση.

Μετάβαση

Ωστόσο, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1989 εγκαινίασε την «εποχή των αγορών», κατά την οποία, με ορόσημο την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου, είχαμε και το αποκαλούμενο «3ο κύμα της παγκοσμιοποίησης», καθώς η φιλελευθεροποίηση του εμπορίου, η αύξηση των κεφαλαιακών ροών, των επενδύσεων, της τεχνολογίας, της κινητικότητας των εργαζομένων και των εξαγωγών, αλλά και ο δυναμισμός της Κίνας και οι επιτυχίες της Ινδίας χαρακτήρισαν αυτή την εποχή που για τη McKinsey έληξε το 2019, τροφοδοτώντας την τρέχουσα ατμόσφαιρα αβεβαιότητας. Το πώς θα ονομαστεί και ποια συνολικά χαρακτηριστικά θα αποκτήσει η νέα εποχή κανείς δεν φαίνεται να γνωρίζει πάντως ακόμη. Ενα είναι σχεδόν βέβαιο όμως, ότι η εποχή του «μερίσματος της ειρήνης», που κυριάρχησε για περισσότερο από 30 χρόνια, αφήνει τη θέση της, σύμφωνα με την Julius Baer, σε μια περίοδο όπου είναι αναγκαίος ένας «φόρος για την άμυνα και ανεξαρτησία», κυρίως στην Ευρώπη, ενώ η μετάβαση από τον νεοφιλελευθερισμό στον κρατικά επιχορηγούμενο καπιταλισμό μετά και τον πόλεμο στην Ουκρανία επιταχύνθηκε δραματικά.

Τις τελευταίες δεκαετίες, το επίπεδο ζωής στη Δύση ωφελήθηκε από το λεγόμενο «μέρισμα ειρήνης», καθώς οι στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκαν προς όφελος μιας σειράς από άλλους τομείς της οικονομίας, αλλά αυτό είναι πλέον παρελθόν.

Αμυντικές δαπάνες

Ο αμυντικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ π.χ., σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε η Citigroup για το 2023, είναι αυξημένος κατά 10% στα 858 δισ. δολ., της Ιαπωνίας κατά 20% στα 6,5 τρισ. γεν, με τη χώρα να διπλασιάζει μάλιστα τις αμυντικές της δαπάνες τα επόμενα 5 χρόνια, της Γαλλίας κατά 7% στα 43,9 δισ. ευρώ, της Βρετανίας στα 48,4 δισ. στερλίνες και της Γερμανίας, που έχει ανακοινώσει 100 δισ. ευρώ αμυντικές δαπάνες τα επόμενα χρόνια, να αναμένεται πως θα ξεπεράσει τα προγραμματισμένα 50,1 δισ. ευρώ εφέτος φτάνοντας τα 60 δισ. ευρώ (+19%). Για την BlackRock, μια «νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων» έρχεται στο προσκήνιο, καθώς το παγκόσμιο γεωπολιτικό τοπίο, όπως αποτυπώνεται και στον «Δείκτη Γεωπολιτικού Κινδύνου» που καταρτίζει, ύστερα από ένα διάλειμμα κατά τη μεταψυχροπολεμική εποχή, κινείται πλέον στα υψηλότερα επίπεδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πόλεμος της Ουκρανίας και ο κλιμακούμενος στρατηγικός ανταγωνισμός ΗΠΑ – Κίνας, οι νέες γεωπολιτικές συνθήκες και η παγκοσμιοποίηση διαμορφώνονται πλέον σε έναν κατακερματισμένο κόσμο με ανταγωνιστικά μπλοκ. Για τις αγορές, ο γεωπολιτικός κατακερματισμός είναι πιθανό να ενθαρρύνει ένα μόνιμο ασφάλιστρο κινδύνου σε όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, ενώ σε κάθε περίπτωση η γεωπολιτική θα διαδραματίζει πλέον ισχυρότερο ρόλο στην οικονομία.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Goldman Sachs, οι ΗΠΑ θα έχουν χάσει το «στέμμα» της μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη από την Κίνα περίπου το 2035, ενώ οι πέντε μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη το 2050 θα είναι η Κίνα, οι ΗΠΑ, η Ινδία, η Ινδονησία και η Γερμανία, με την Ιαπωνία από την 3η θέση σήμερα να υποχωρεί στην 6η θέση. Το 2075, αναδυόμενες οικονομίες όπως αυτές της Ινδονησίας, της Νιγηρίας, του Πακιστάν, της Αιγύπτου και των Φιλιππινών θα έχουν κερδίσει μια θέση ανάμεσα στους ισχυρούς του πλανήτη, με την Ινδία να καταλαμβάνει τότε την πρώτη θέση. Η Γερμανία θα έχει υποχωρήσει στην 9η θέση, η Ιαπωνία στη 12η θέση και η Γαλλία στη 15η.

Οι υπερδυνάμεις του 2050

Σήμερα ο κόσμος παραμένει μονοπολικός, αφού η μόνη χώρα που συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά της υπερδύναμης είναι οι ΗΠΑ. Ωστόσο, ως το 2050 εκτιμάται πως περισσότερες χώρες είναι πιθανό να αποκτήσουν τα χαρακτηριστικά της υπερδύναμης. Η προβολή των τρεχουσών οικονομικών, γεωπολιτικών και δημογραφικών τάσεων υποδηλώνει μάλιστα ότι η Κίνα είναι πιθανό να γίνει η νέα υπερδύναμη. Πιο αδύναμη είναι η περίπτωση της Ινδίας, αλλά φαίνεται πιθανό να συμμετέχει τελικά μαζί με ΗΠΑ και Κίνα στη διαμόρφωση των παγκόσμιων υποθέσεων.