Πώς γεννήθηκε μία μεγάλη εφημερίδα
100 χρόνια από τις 6 Φλεβάρη του 1922 που το «Ελεύθερον Βήμα», η εφημερίδα που ίδρυσε ο μακεδονομάχος και στενός φίλος του Βενιζέλου Δημήτριος Λαμπράκης, ξεκίνησε την έκδοσή του – Η ιστορία του είναι και η ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας και των αγώνων της για δημοκρατία, εκσυγχρονισμό, ασφάλεια και ευημερία
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
«Το Βήμα» κλείνει έναν αιώνα ζωής. Ηταν ένας αιώνας δύσκολος. Από το 1922, όταν εκδόθηκε για πρώτη φορά, ως «Ελεύθερον Βήμα», μέχρι και τις μέρες μας, τόσο η ελληνική όσο και η διεθνής Ιστορία είναι γεμάτες από εποχές κρίσεων. Αλλες λιγότερο, άλλες εξαιρετικά επώδυνες: Μικρασιατική Καταστροφή, Προσφυγικό, Πτώχευση του 1932, Δικτατορία του 1936, Ελληνοϊταλικός και Ελληνογερμανικός Πόλεμος, Τριπλή Ξένη Κατοχή, Εμφύλιος Πόλεμος, Μετεμφυλιακή Περίοδος, Ερήμωση και Μετανάστευση, Δικτατορία του 1967, Εθνική Τραγωδία της Κύπρου. Και, σε όλα αυτά, και όχι μόνον, «Το Βήμα» ήταν εκεί. Υπήρξε και η «ανάσα» της Μεταπολίτευσης, μέχρι την επιστροφή και πάλι σε πτώχευση το 2010, όπως και στη μετανάστευση, έστω και διαφορετικού αυτή τη φορά τύπου. Γεμάτη ενδογενείς και επίμονες αντιφάσεις, η ελληνική κοινωνία ζει και αυτή την πολύ ιδιαίτερη αντίφαση: να καταφέρνει να κερδίζει τελικά έδαφος έστω και μέσα σε συνθήκες που κάθε άλλο παρά κάτι τέτοιο προδιαγράφουν. Και «Το Βήμα» έχει γράψει τη δική του μακρά μοναδική ιστορία στον διαρκή αγώνα αυτής της προόδου.
«Να βγει η Ελλάδα από
την απομόνωση»
Το πρώτο φύλλο της εφημερίδας εκδόθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1922. Η στιγμή μόνον τυχαία δεν υπήρξε. Τα Χριστούγεννα του 1921, που μόλις είχαν προηγηθεί, κάθε άλλο παρά γέμισαν αισιοδοξία την Ελλάδα. Ηδη από τον Δεκέμβριο του 1921, η τότε κυβέρνηση είχε βρεθεί μπροστά σε πολλαπλά, πολύ σοβαρά αδιέξοδα. Η «Στρατιά της Μικράς Ασίας» ήταν από καιρό πια καθηλωμένη στα βάθη της τουρκικής ενδοχώρας, αδύναμη όχι απλώς να προχωρήσει, αλλά και να συντηρηθεί με επάρκεια και ασφάλεια. Το πρωτοφανές κόστος της εκστρατείας που είχε πια από καιρό απλωθεί σε τεράστιο απόμακρο μέτωπο, είχε ήδη πια γονατίσει την, έτσι κι αλλιώς, απελπιστικά αδύναμη ελληνική οικονομία που οδηγήθηκε την ίδια άνοιξη σε πτώχευση και στο «αναγκαστικόν δάνειον», με τη δραχμή να χάνει το 50% της αξίας της. Ομως υπήρχε και κάτι ακόμα χειρότερο: οι αποφάσεις των διαδόχων του Ελευθερίου Βενιζέλου, που είχε χάσει την εξουσία με τις εκλογές του 1920, είχαν προκαλέσει τεράστια ρήγματα στις σχέσεις της χώρας με τους πάλαι ποτέ στενούς συμμάχους τους. Η κυβέρνηση πιθανότατα δεν είχε καν αντιληφθεί τι είχε πράξει σε σχέση με τη γεωπολιτική ισορροπία της Ελλάδας. Και ίσως δεν είχε καν διανοηθεί πού οδηγούσε τον Ελληνισμό και την Ελλάδα.
Η πρώτη συνειδητοποίηση της δομικής βλάβης που είχε επέλθει για τη χώρα, έγινε ακριβώς στα τέλη του 1921 και στις αρχές του 1922, όταν κορυφαία μέλη της κυβέρνησης ταξίδεψαν στις πιο σημαντικές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, προκειμένου να πετύχουν τη σύναψη δανείων. Οπου κι αν πήγαν, συνάντησαν απόλυτη άρνηση – άλλοτε ευγενή και διπλωματική, άλλοτε πολύ πιο ξεκάθαρη και σκληρή. Ετσι, το 1922 ξεκινούσε με την Ελλάδα ακινητοποιημένη στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά, κατ’ ουσίαν να περιμένει μοιραία πια τις εξελίξεις. Που δεν άργησαν να έρθουν. Πρώτα στην οικονομία και, λίγο αργότερα, στο πεδίο της στρατιωτικής σύγκρουσης με την Τουρκία και, εξίσου, στη διπλωματία με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Για όποιον έβλεπε καθαρά ήταν δεδομένο ήδη από τις αρχές εκείνου του έτους ότι όλα είχαν πια χαθεί. Εκτός ίσως αν μπορούσε να πετύχει μία τελευταία προσπάθεια: η επιστροφή του Ελευθερίου Βενιζέλου και η ανάληψη της εξουσίας εκ νέου από τον ίδιο. Ηταν ο μόνος που θα είχε κάποια ελπίδα να αναστρέψει το εξαιρετικά κακό διεθνές κλίμα για την Ελλάδα.
Ετσι, το «Ελεύθερον Βήμα», η εφημερίδα που ίδρυσε ο μακεδονομάχος και στενός φίλος του Βενιζέλου Δημήτριος Λαμπράκης, ξεκίνησε την έκδοσή του με κύριο ακριβώς στόχο να υπηρετήσει αυτή την προοπτική. Και να συμβάλει στην επιστροφή της Ελλάδας στις συμμαχίες της, από τις οποίες μόνη της είχε απομακρυνθεί. Και να αποτρέψει μία επελαύνουσα εθνική καταστροφή. Ο ρητά και από την πρώτη στιγμή δηλωμένος αυτός στόχος δεν επιτεύχθηκε. Ομως, ένας άλλος, παράλληλος και σύμφυτος, ναι: μία καινούργια, μεγάλη, σύγχρονη και δυναμική, πιστή στην ελευθερία της έκφρασης εφημερίδα, είχε μόλις γεννηθεί.
Η «Πατρίς» άνοιξε τον δρόμο
Για να αντιληφθεί όμως κανείς την ιστορία του «Ελευθέρου Βήματος» και, στη συνέχεια, του «Βήματος», πρέπει πρώτα να ανατρέξει σε ένα εκδοτικό εγχείρημα που ξεκινά ακόμα πιο πριν, πέρα από τα σύνορα της χώρας. Το έτος 1889 η εθνική ολοκλήρωση δεν έχει ακόμη συντελεστεί. Αντιθέτως η Ελλάδα έχει μπροστά της τρεις μεγάλες καταστροφές: την πτώχευση του 1893, τον «Ατυχή Πόλεμο» του 1897 και ταυτόχρονα, το 1898, τον Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο. Τα σύνορά της δεν περιλαμβάνουν ακόμα καν την Κρήτη, τη Μακεδονία ή τη Θράκη. Ωστόσο στο Βουκουρέστι, όπως και αλλού εκτός συνόρων, το 1889, ο ελληνικός μειονοτικός πληθυσμός είναι οικονομικά, αριθμητικά και πνευματικά ισχυρός, ενώ έχει πίσω του και μια σημαντική ιστορία σε όλη τη διάρκεια των αγώνων για την εθνική ολοκλήρωση.
Εκεί, στο Βουκουρέστι, πλησιάζοντας στην αυγή της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα και με όλα αυτά τα ζητήματα ανοιχτά, μια νέα ελληνική εφημερίδα γεννιέται: η «Πατρίς». Η επιρροή της νέας εφημερίδας απλώνεται πολύ γρήγορα όπου υπάρχουν Ελληνες στα Βαλκάνια, ενώ φθάνει και ως την Αίγυπτο. Σύντομα γίνεται ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία επαφής και επιρροής ανάμεσα στους Ελληνες της Διασποράς. Και μόνο το όνομα μαρτυρεί τον προσανατολισμό του νέου δυναμικού φύλλου, το οποίο από την πρώτη στιγμή συνδέεται με την Ελλάδα. Αυτός όμως είναι και ο λόγος που, μόλις έξι χρόνια αργότερα, η «Πατρίς» εκδιώκεται από τη Ρουμανία, όταν οι σχέσεις της με την Ελλάδα εισέρχονται σε κρίση. Πολλοί Ελληνες απελαύνονται. Ανάμεσά τους και ο διευθυντής της «Πατρίδος» Σπύρος Σίμος, μαζί με άλλα μέλη της συντακτικής ομάδας. Επιστρέφουν στην Αθήνα, όπου στις 20 Νοεμβρίου 1905 εκδίδουν το πρώτο φύλλο της εφημερίδας επί ελληνικού εδάφους.
Μια σειρά εντυπωσιακές για την εποχή εκδοτικές καινοτομίες που φέρνει μαζί της η ομάδα της «Πατρίδος», σε συνδυασμό με την καθαρή πολιτική θέση της εφημερίδας, ιδίως μετά την Επανάσταση στο Γουδί το 1909, η οποία συμπίπτει με τα είκοσι χρόνια της έκδοσής της, της εξασφαλίζουν γρήγορα σημαντική θέση στα ελληνικά πράγματα. Αλλά ο κυριότερος παράγοντας είναι η ανανέωση του δημοσιογραφικού δυναμικού της, από το οποίο, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, περνά όλη η νέα ελληνική ιθύνουσα τάξη που διαμορφώνεται τα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου. Στην καρδιά του συντακτικού δυναμικού της, μεταξύ πολλών άλλων επιφανών προσωπικοτήτων της εποχής που διαδραμάτισαν ενεργό ρόλο σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου, βρίσκονται ο Γεώργιος Βεντήρης, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου και ο Δημήτριος Λαμπράκης, ο οποίος, από τη θέση του διευθυντού της εφημερίδας τα έτη 1917-1921, της προσδίδει νέα δυναμικά χαρακτηριστικά. Ομως, είχε έρθει πλέον η στιγμή για το επόμενο βήμα.
Ο καθοριστικός ρόλος
του Δ. Λαμπράκη
Με την ίδρυση του «Ελευθέρου Βήματος» το 1922, ο Δημήτριος Λαμπράκης άνοιξε νέους δρόμους στην ελληνική δημοσιογραφία. Εφερε την Ευρώπη στην Ελλάδα «μεταφέροντας» αξίες και πληροφορίες που έκαναν «Το Βήμα» μια ζωντανή πηγή τρέχουσας, επίκαιρης αλλά και εγκυκλοπαιδικής γνώσης. Ο Λαμπράκης είχε συλλάβει μία πολύ σημαντική παράμετρο: την ανάγκη για πνευματική, κοινωνική και επαγγελματική ανύψωση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Εβλεπε ότι δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί κεντρική επιρροή και σοβαρός έλεγχος της εξουσίας – σκληρής εξουσίας σε πολύ δύσκολους καιρούς – όταν οι δημοσιογράφοι που θα το πράξουν δεν διαθέτουν ούτε τα δέοντα προσωπικά πνευματικά και ηθικά χαρακτηριστικά ούτε την κοινωνική αναγνώριση και την επαγγελματική ασφάλεια που ο ρόλος αυτός απαιτεί. Εχει, τέλος, συλλάβει τον καθοριστικό ρόλο της νέας και ανοιχτής σκέψης για την πορεία της ελληνικής κοινωνίας και την ανάγκη αυτή η σκέψη να βρει πλέον άμεσα τη στέγη της. Κάπως έτσι λοιπόν την Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 1922, με πρωτοβουλία του Δημητρίου Λαμπράκη και με τη συμμετοχή μιας ιδρυτικής εκδοτικής ομάδας απαρτιζόμενης από πολύ σημαντικές προσωπικότητες του ελληνικού Μεσοπολέμου, η οποία, εκτός του ίδιου του Δ. Λαμπράκη, περιλαμβάνει τους Αλέξανδρο Καραπάνο, Γεώργιο Ρούσσο, Αλέξανδρο Διομήδη, Εμμανουήλ Τσουδερό, Γεώργιο Εξηντάρη και Κωνσταντίνο Ρέντη, βλέπει το φως η νέα εφημερίδα που ακόμη και το όνομά της παραπέμπει ευθέως στον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο: «Ελεύθερον Βήμα».
Εκείνο το πρωί της 6ης Φεβρουαρίου 1922 τυπώνεται και εκδίδεται το πρώτο φύλλο μιας εφημερίδας η οποία στα χρόνια που ακολούθησαν συνδέθηκε άρρηκτα με την προσπάθεια της Ελλάδας να διεκδικήσει και να κατακτήσει, στο βάθος του χρόνου, μια μοίρα διαφορετική από εκείνη που της επιφύλασσε το οθωμανικό και βαλκανικό παρελθόν της: μοίρα ευρωπαϊκή, αστική, δημοκρατική, πνευματική, δημιουργική, που θα ήταν σημαντική τόσο για τη χώρα και για τους ανθρώπους της όσο και για το διεθνές της περιβάλλον, το οποίο ο Δ. Λαμπράκης, μαχητής ο ίδιος αλλά και παλιός στενότατος φίλος του Βενιζέλου, ήταν σε θέση να γνωρίζει πολύ καλά.
«Τι θα επιδιώξωμεν»:
οι άξονες της εφημερίδας
Οι κύριοι άξονες της νέας έκδοσης δηλώνονται ανοιχτά στο πρώτο της φύλλο:
«Πρόγραμμα του «Ελευθέρου Βήματος» είναι το πρόγραμμα του Κόμματος των Φιλελευθέρων, εις το οποίον ανήκουν οι ιδρυταί και οι συνεργάται του. Θα εμπνέεται συνεπώς εκ των αρχών της λαϊκής επαναστάσεως του 1909, εκ της οποίας προέκυψε τούτο»: οι πρώτες αυτές γραμμές του ιδρυτικού πρώτου κύριου άρθρου της νέας εφημερίδας υπό τον τίτλο «Τι θα επιδιώξωμεν» ξεκαθαρίζουν απόλυτα τον ρόλο που φιλοδοξεί να διαδραματίσει στα δημόσια πράγματα. Αμέσως μετά, στο ίδιο κύριο άρθρο, τονίζεται ότι η νέα εφημερίδα αναλαμβάνει και το βάρος του θεματοφύλακα μιας συνταγματικής τάξης ταλαιπωρημένης, με αναφορά στο Σύνταγμα του 1864, που καθιέρωνε στην Ελλάδα την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και περιόριζε το Στέμμα στα συνταγματικά του καθήκοντα: ήταν οι κορωνίδες μιας σειράς θεμελιωδών κανόνων εκδημοκρατισμού και σταθεροποίησης της δημόσιας ζωής της χώρας κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, με κύρια πηγή έμπνευσης το βελγικό Σύνταγμα του 1831.
Ταυτόχρονα διακηρύσσεται η αρχή του ελέγχου της πολιτικής εξουσίας: οι αγώνες του «Βήματος» σε αυτή την κατεύθυνση είναι ιστορικοί. Εξίσου κεντρικής σημασίας είναι και η αναφορά του πρώτου κύριου άρθρου του «Ελευθέρου Βήματος» στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας και στην ευθεία σύνδεσή της με την εξωτερική πολιτική της Αγγλίας και της Γαλλίας. Αυτή η τελευταία διάσταση είναι ίσως και η πιο σημαντική για τη χώρα κατά τη στιγμή της έκδοσης του «Ελευθέρου Βήματος».
Η κριτική στην εξουσία
και οι διώξεις
Η είδηση που σηματοδοτεί την πρώτη πολιτική δίωξη κατά του «Ελευθέρου Βήματος» από την εξουσία, αλλά και δείχνει τις πάγιες αξίες της εφημερίδας, έρχεται μόλις πέντε μήνες μετά την έκδοσή του. Το «έγκλημα» που διέπραξε ο Δημήτριος Λαμπράκης ήταν η δημοσίευση του ιστορικού «Δημοκρατικού Μανιφέστου» του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, ο οποίος καταδικάστηκε επίσης. Στην πορεία του χρόνου ακολούθησαν και άλλες, ουκ ολίγες διώξεις. Η κριτική στην εξουσία με όποιο κόστος είναι μία παράδοση που εδώ και 100 χρόνια παραμένει ζώσα στις αρχές της αλλά και που διαρκώς ανανεώνεται – κάτι που δεν σταμάτησε ποτέ να ενοχλεί την όποια εξουσία, γεγονός που δείχνει καθαρά ότι η εφημερίδα επιτελεί τον ρόλο και το χρέος της.
Από την πρώτη στιγμή ο Δημήτριος Λαμπράκης και η εκδοτική ομάδα του «Ελευθέρου Βήματος» δεν έκρυψαν τις προθέσεις τους για τη δυναμική παρέμβαση της νέας εφημερίδας στην προσπάθεια του ελληνικού εκσυγχρονισμού σε όλα τα πεδία του δημόσιου βίου, της πολιτικής ζωής, της κομματικής συγκρότησης, της οικονομίας, του πνεύματος. Αντιθέτως, διακήρυξαν τις προθέσεις αυτές. Προθέσεις τις οποίες υπηρέτησε τόσο το «Ελεύθερον Βήμα» όσο και «Το Βήμα», όπως ονομάζεται πλέον η εφημερίδα από το 1945, που εξακολουθεί αταλάντευτα να τις υπηρετεί. Και θα συνεχίσει και στο μέλλον, με τον ίδιο τρόπο, να το πράττει: να παρεμβαίνει, να κρίνει, να έρχεται αντιμέτωπο με την αλαζονεία της κάθε εξουσίας όταν αυτή προκύπτει, αλλά και να στηρίζει την αέναη προσπάθεια της χώρας να προχωρεί μπροστά, όσο δύσκολοι κι αν είναι οι καιροί.

