Δοκιμιογράφος, κριτικός, πολύγλωσσος, πολυμαθής (για τους αντιπάλους του σε βαθμό σκανδαλισμού) ο Τζορτζ Στάινερ, που πέθανε την περασμένη Δευτέρα, ανήκε σ’ ένα είδος που τείνει στις μέρες μας να χαθεί: αυτό που οι Γάλλοι αποκαλούν «άνθρωπος των γραμμάτων» – και χωρίς αμφιβολία πρώτης κατηγορίας. Μολονότι ο ίδιος αποκαλούσε μικρή τη «μούσα της κριτικής», την υπηρέτησε στον 20ό αιώνα με σπάνιο πάθος και ασύγκριτη πειστικότητα.

Αν και φαντάζει πρόωρο να αποφανθεί από τώρα κανείς, είναι σχεδόν βέβαιο πως με το έργο και το παράδειγμά του ο Στάινερ ήταν σαν να διέψευδε τον κορυφαίο κριτικό του 19ου αιώνα, Σεντ-Μπεβ, που παραπονιόταν πως δεν πρόκειται να στηθεί άγαλμα για κριτικό. Μπορεί τα δοκίμια και τα κριτικά κείμενα, στη μεγάλη τους πλειονότητα, να έχουν ημερομηνία λήξεως, αλλά πολλά από τα όσα έγραψε ο Στάινερ διατηρούν τη διαχρονική τους αξία. Επί παραδείγματι, η ογκώδης μελέτη του για τη μετάφραση με τίτλο Μετά τη Βαβέλ (1975) είναι ένα κλασικό πλέον έργο γιατί, πέρα από τις ερεθιστικές παρατηρήσεις του για τη μεταγραφή των έργων από τη μια γλώσσα στην άλλη, αναδεικνύει τη γλώσσα σε οικουμενική πατρίδα. (Δεν είναι τυχαίο πως αρκετά χρόνια έπειτα από την έκδοση του Μετά τη Βαβέλ ο Ουμπέρτο Εκο όταν ρωτήθηκε ποια είναι η γλώσσα της Ευρώπης, απάντησε: «Η μετάφραση».)

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω