Πέτυχε ή απέτυχε η διάσκεψη της Κρήτης; Αν κρίνουμε από τα όσα δημόσια ανακοινώθηκαν σε σύγκριση με τα όσα είχαν γνωσθεί πριν σαν στόχοι και επιθυμίες, τα επιτεύγματά της είναι πενιχρά και για τα «βαλκανικά» και για τα λεγόμενα «εθνικά» μας.


Ως προς τα πρώτα πρέπει να σημειώσουμε ότι δύο βαλκανικές χώρες, η Κροατία και η Σλοβενία, δεν δέχτηκαν την πρόσκληση προφανώς διότι δεν θέλουν να θεωρούνται βαλκανικές. Και ότι άλλες χώρες, που την αποδέχτηκαν, όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία, αρνήθηκαν με ένα πείσμα που οι οργανωτές δεν είχαν προβλέψει τα σχέδια σταδιακής οικοδόμησης ενός βαλκανικού χώρου πολυμερούς συνεργασίας.


Αυτό που τις ενδιαφέρει (όλες) είναι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση και όχι η συμμετοχή τους σε ένα προβληματικό υποσύνολο. Περιμένουν από την Ελλάδα, μόνη χώρα της περιοχής μέλος της Ε.Ε., τη βοήθεια ενός συνήγορου. Και όχι την κηδεμονία ενός ομαδάρχη που οι προτάσεις του, αν προωθηθούν, μπορεί και να υποκαταστήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα τις επιθυμητές από αυτές εξελίξεις.


Ας προσθέσουμε ότι ο καθένας θα μπορούσε να διακρίνει πίσω από τα βαλκανικά σχέδια τις διασπαστικές για την Ευρώπη αμερικανικές υστεροβουλίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Πάγκαλος φρόντισε να μάθουμε τα των τηλεφωνημάτων της κ. Ολμπραϊτ. Πώς και κανένας δεν σημείωσε όμως την εκκωφαντική σιγή των Ευρωπαίων;


Θα ήταν άδικο βεβαίως να μη σημειωθεί και εδώ ότι η διάσκεψη της Κρήτης επέτρεψε κάτι που χωρίς αυτήν θα ήταν δύσκολο: τις γνωστές διμερείς επαφές ηγετών που δεν έχουν την τόλμη ενός Σαντάτ, ενός Αραφάτ, ενός Ράμπιν ή ενός Μαντέλα να ξεπερνούν φοβίες, πολιτικά κόστη και ενδοοικογενειακές τρικλοποδιές για να δώσουν ελπίδα στην ειρήνη. Οι πιο θεαματικές από αυτές τις επαφές ήταν έργο του αλβανού ηγέτη Φάτος Νάνο που συνομίλησε και με τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς και με τον Κίρο Γκλιγκόροφ. Οι πιο αναμενόμενες ήταν οι συναντήσεις του Κώστα Σημίτη με τον κ. Γκλογκόροφ και με τον Μεσούτ Γιλμάζ.


Τι απέδωσαν αυτές οι συναντήσεις που μας αφορούν άμεσα; Δημοσίως, τίποτε. Υπάρχουν μη δημόσια αποτελέσματα; Προφανώς, ναι· αλλά αυτό μόνον αργότερα θα το μάθουμε με σιγουριά. Μυστική διπλωματία; Ας το δεχτούμε, και ας διαμαρτύρεται ο κ. Τσοβόλας και μερικοί άλλοι. Που δεν μπορεί, λέγοντας κάτι τέτοια, πρέπει να έχουν συνείδηση της κωμικής υποκρισίας τους: υπάρχει προηγούμενο κάποιας συμφωνίας που να την διαπραγματεύτηκαν οι πρωταγωνιστές της στις κεντρικές πλατείες των πρωτευουσών τους ενώπιον του πλήθους;


Τα όσα όμως δημοσίως έγιναν γνωστά έχουν ένα χάρισμα: μας επέτρεψαν να διαπιστώσουμε το πώς και πόσο οι ηγέτες δύο χωρών που, ναι, μπορεί αύριο να πολεμήσουν η μία την άλλη, έχουν παγιδευτεί μέσα στις ίδιες τις αντιθέσεις τους και τα ίδια τους τα συνθήματα. Και ταυτοχρόνως, το πόσο και οι δύο (ίσως περισσότερο πάντως ο κ. Γιλμάζ) έχουν τα χέρια τους δεμένα.


Γιατί; Διότι έχουν μετατραπεί σε δόγμα για τους Τούρκους οι ανερμάτιστοι φόβοι τους ότι η Ελλάδα θέλει να τους κυκλώσει και να τους απομονώσει. Και για μας, η πεποίθηση ότι το Αιγαίο, σαν θαλάσσια έκταση και όχι φυσικά σαν ιστορία και πολιτιστική παράδοση, είναι μόνο ελληνικό ενώ είναι και διεθνές και τουρκικό και ότι, συνεπώς, δεν αποτελεί έγκλημα μία διαπραγμάτευση για το συνολικό καθεστώς του.


Φροντίζοντας μάλιστα να προσθέσουμε και το ιδεολόγημα ότι η νόμιμη δυνατότητα που μας προσφέρει, όσο την προσφέρει, το διεθνές δίκαιο για τα 12 μίλια έχει για μας τον χαρακτήρα «αδιαπραγμάτευτου δικαιώματος» που προστατεύουμε σαν οιονεί «εθνικό χώρο».


Το θέαμα των δισταγμών και των αντιφάσεων που μας προσέφεραν στην Κρήτη οι ηγέτες των δύο χωρών δεν ικανοποιεί. Ικανοποιεί μόνον το ίδιο το γεγονός της συνάντησης που ορισμένες ισχυρές δυνάμεις έκαναν ό,τι μπόρεσαν για να αποτρέψουν. Ικανοποιεί επίσης και μας ενημερώνει για το τι μερικοί οργανώνουν σε βάρος και των δύο λαών, παρά τις προθέσεις και τις προσπάθειες μιας μερίδας της πολιτικής ηγεσίας τους.


Το τελευταίο διάστημα κινητοποιήθηκε εκεί και εδώ, όσο ποτέ άλλοτε, το «κόμμα του πολέμου». Τα όσα έγιναν και τα όσα εξωφρενικά ειπώθηκαν ακόμη και από τα πιο επίσημα (και βραβευμένα…) χείλη δεν προετοίμαζαν φυσικά το έδαφος για κάποια πρόοδο στην Κρήτη. Το μάθημα είναι ότι επιβάλλεται πλέον μια πανστρατιά για σωστή ειρήνη.