Πες το ψέματα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Οπως πολλά άλλα σε αυτή τη χώρα, έτσι και η Πρωταπριλιά, ως γιορτή του ψέματος, μας ήρθε από το εξωτερικό, αν και είμαι βέβαιος ότι κάποιος θα βρεθεί να πει ότι τη γιόρταζαν οι αρχαίοι Ελληνες – θα πρόκειται περί ψέματος, αλλά θα είναι συμβατό με την ημέρα. Κάπου είχα διαβάσει παλαιότερα ότι μας έρχεται από την Ιρλανδία. Πρωταπριλιά ξεκινούσε η περίοδος του ψαρέματος και οι ψαράδες, που έχουν την υπερβολή στο αίμα τους, όπως και οι κυνηγοί, έβαζαν τέτοια μέρα λίγη υπερβολή στις περιγραφές των πρώτων κατορθωμάτων τους. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται ότι η γιορτή μάς έρχεται από τη Γαλλία και ότι γεννήθηκε εξαιτίας μιας παρανόησης. Στη Γαλλία η Πρωτοχρονιά γιορταζόταν την πρώτη ημέρα του Απριλίου. Η αλλαγή της και η απόφαση να γιορτάζεται την 1η Ιανουαρίου ήταν μια απόφαση του βασιλιά Καρόλου του 9ου που βγήκε το 1564. Τον καιρό εκείνο ήταν δύσκολο μια απόφαση του βασιλιά να γίνει γνωστή στον λαό. Πολλοί δεν πίστεψαν την ύπαρξή της και συνέχισαν να γιορτάζουν κανονικά την Πρωταπριλιά ως Πρωτοχρονιά: η Πρωταπριλιά έγινε η ψεύτικη Πρωτοχρονιά
– η ταύτιση της ημέρας με το ψέμα ήρθε εύκολα, με τον καιρό. Ισως γιατί ο άνθρωπος χρειάζεται μια μέρα αφιερωμένη στη λατρεία του ψέματος.
Στη χώρα μας έπρεπε να γιορτάζεται ως εθνική γιορτή. Ακριβώς επειδή ως Ελληνες είμαστε αρκετά κοινωνικοί και σίγουρα πολυλογάδες, το ψέμα το λατρεύουμε όσο λίγοι, γι’ αυτό και ιστορικά κανείς δεν έχασε πουλώντας ψέματα σε τούτη τη χώρα. Το πόσο μας αρέσει το ψέμα φαίνεται και από την ικανότητά μας να του δίνουμε άλλα ονόματα για να το κάνουμε να ακούγεται πιο γλυκό. Το λέμε «ουτοπία», «αυταπάτη», «ιδεοληψία», «ιδεολογία», «θα με αγαπάει για πάντα»: όλα αυτά δεν είναι παρά αποδείξεις ότι το ‘χουμε πιστέψει παράφορα. Του δίνουμε επίσης μεγαλοπρέπεια μιλώντας για «παραμόρφωση της πραγματικότητας», «μυθοπλασία», «φαντασιακό υπόβαθρο». Το κάνουμε να ακούγεται όμορφο, όταν το αποκαλούμε «παραμύθι» ή «μαγεία» ή «παραίσθηση». Το ψέμα μπορεί να έχει κοντά ποδάρια, αλλά δεκάδες συνώνυμα. Η μεθυστική δύναμή του τού επιτρέπει να διεισδύει παντού: στην πολιτική, στην οικονομία, στη δουλειά, στην οικογένεια, στον έρωτα. Και όπου εμφανίζεται κάνει κάθε μπανάλ ιστορία ξαφνικά πολυσύνθετη. Αν πεις στον έρωτά σου «σ’ αγαπώ» και το έχεις πει αλήθεια γιατί το εννοείς, η αγάπη σου είναι σημαντικότερη από την αλήθεια – η αλήθεια απλά τη συνοδεύει. Αν του πεις «σ’ αγαπώ» και το έχεις πει απλά γιατί έχεις καταλάβει ότι θέλει να ακούει ένα γλυκό ψέμα, οι προεκτάσεις της ιστορίας μπορεί να είναι τεράστιες. Κάποια στιγμή θα φτάσεις να αναρωτιέσαι γιατί το είπες, και όλο αυτό θα έχει δημιουργήσει τελικά ένα δράμα, σχεδόν από το πουθενά. ‘Η μια κωμωδία. Ανάλογα πώς το βλέπει κανείς.
Δεν είναι κακό ότι μας αρέσουν τα ψέματα: κακό είναι που δεν έχουμε την ειλικρίνεια να παραδεχτούμε το πόσο μας αρέσουν και ορκιζόμαστε ότι έχουμε πέσει θύμα απάτης ενώ απλά προετοιμαζόμαστε για την κατανάλωσή τους. Στην πραγματικότητα έχουμε ξεκαθαρίσει στο μυαλό μας ότι το ψέμα είναι απείρως σημαντικότερο από την αλήθεια στην ιστορία της ανθρωπότητας: το ψέμα κινεί την Ιστορία, γι’ αυτό όλοι οι ιστορικοί ψάχνουν την αλήθεια – το ψέμα το έχουν μπροστά τους. Μολονότι το ψέμα θεωρείται παθολογικό, εν τούτοις όλοι δείχνουμε κατανόηση σε όποιον τα λέει ωραία: για πολλούς το ψέμα είναι εργαλείο δουλειάς, για άλλους απλή διασκέδαση. Και η μεγαλύτερη απόδειξη ότι κατανοούμε την ανάγκη (μας) για ψέματα είναι ότι όταν κάποιος μας λέει μια αλήθεια που μας μοιάζει υπερβολικά εξαιρετική τού ζητούμε να ορκιστεί. Κανείς ποτέ δεν έχει ζητήσει από κάποιον να ορκιστεί όταν νιώθει ότι του λέει ψέματα. Αλλωστε και οι όρκοι του ψέματα θα είναι.
Το ψέμα είναι παντοδύναμο. Εχουν συνασπιστεί με τα χρόνια εναντίον του οι πάντες. Οι γονείς που προσπαθούν να το δαιμονοποιήσουν στα παιδιά τους ενώ τα μεγαλώνουν. Οι δάσκαλοι που λένε στους μαθητές ότι είναι το απόλυτο κακό. Οι φιλάνθρωποι παπάδες που το εξορκίζουν όποια κι αν είναι η θρησκεία που υπηρετούν. Οι ψυχαναλυτές και οι ψυχίατροι που μας ζητούν να τους πληρώσουμε για να θεραπευτούμε από αυτό. Οι ερωτευμένοι που το πλήρωσαν. Οι πολιτικοί που κατηγορούν τους πολιτικούς ότι το χρησιμοποιούν και ορκίζονται ότι οι ίδιοι είναι αμόλυντοι από τον ιό του. Ενας ολόκληρος κόσμος κάνει ό,τι μπορεί χρόνια τώρα να το νικήσει, να το εξαφανίσει, να το κάνει συνώνυμο της χειρότερης αμαρτίας, αλλά δεν θα το καταφέρει ποτέ. Γιατί το ψέμα μπορεί να έχει κοντά ποδάρια, αλλά κινείται με διαστρική ταχύτητα: αυτοαναπαράγεται, κλωνοποιείται, δυναμώνει τόσο πολύ ώστε κάποτε δημιούργησε και την ανάγκη για την ύπαρξη της γιορτής της Πρωταπριλιάς, η οποία αν δεν έχει τη λαμπρότητα που της αξίζει είναι γιατί λειτουργεί απλά ως υπενθύμιση μιας πρακτικής ούτως ή άλλως πανίσχυρης: θα μπορούσαμε την Πρωταπριλιά απλά να μην λέμε ψέματα αν θέλαμε να την ξεχωρίσουμε από όλες τις άλλες μέρες.
Υπάρχει μέρα της αλήθειας; Δεν νομίζω, αν και όλο και κάποιος ψεύτης μπορεί να βρεθεί για να με διαβεβαιώσει για την ύπαρξή της. Γιατί δεν υπάρχει; Γιατί η αλήθεια δεν είναι άξια γιορτής – συχνά-πυκνά μπορεί να είναι και μαρτύριο. Η αλήθεια απαιτεί συνήθως αντοχές, άλλες φορές είναι μια δύσκολη διαδικασία, γι’ αυτό θες να την αποφύγεις. Μπορεί να είναι οδυνηρή, δύσκολη, αφόρητη – ποιος θα θελε να τη γιορτάσει; Ούτε καν οι ιρλανδοί ψαράδες που γυρνούσαν με άδεια τα ψαροκάικα. Δεν έλεγαν ψέματα γιατί ήταν άρρωστοι: απλά η ρημάδα η αλήθεια δεν ήταν βολική, ενώ κάθε ψέμα μπορούμε να το φέρνουμε στα μέτρα μας…

