Περί αντιγραφών και συμπτώσεων

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Θυμάμαι τον σοφό δάσκαλο, τον μουσικολόγο Μίνω Δούνια, στο μάθημα Ιστορίας της Μουσικής (κατ’ επιλογήν πρόσθετο μάθημα στη δεκαετία του ’50, στο Κολλέγιο Αθηνών) που προσπαθούσε να μας εξηγήσει ότι στα χρόνια της Ars Nova, της Αναγέννησης και του Μπαρόκ δεν υπήρχε copyright στη μουσική. Ο καθένας «έκλεβε» μελωδίες από παλαιότερους ή και σύγχρονους συνθέτες και τις επεξεργαζόταν στη δική του μουσική. «Τότε», έλεγε ο Δούνιας, «σημασία δεν είχε τόσο η inventio (εύρεση) αλλά η elaboratio (επεξεργασία) μιας μουσική φράσης». Κι εμείς αγανακτούσαμε: πώς ήταν δυνατόν ο Μπαχ να χρησιμοποιούσε τόσο συχνά μελωδίες του Βιβάλντι;
Η ιδέα των πνευματικών δικαιωμάτων είναι σχετικά πρόσφατη. Μετά τον 18ο αιώνα οι δημιουργοί έπαψαν να είναι υπάλληλοι της Εκκλησίας (όπως ο Μπαχ) ή αυλικοί κάποιου ευγενούς (όπως ο Χάιντν) και έπρεπε να κερδίζουν το ψωμί τους με τη δουλειά τους. Σε αυτό τούς βοήθησε η εφεύρεση πρώτα της τυπογραφίας και μετά των τεχνικών αναπαραγωγής εικόνας και ήχου.
Κι έτσι ύστερα από πολλές συζητήσεις, συγκρούσεις, αναθεωρήσεις φθάσαμε κάποτε στη σύμβαση της Βέρνης (αναθεώρηση Παρισιού) που προστατεύει τα άυλα αγαθά – ανάμεσα σε αυτά και τα προϊόντα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Ακριβώς όμως επειδή είναι άυλα είναι και τόσο δύσκολη η εφαρμογή του νόμου.
Το 1984 εκδόθηκε ένα βιβλίο μου με τίτλο «Ο Ελληνας Βούδας». Παλαιός μελετητής της βουδιστικής σκέψης, μου κόστισε πολλά χρόνια δουλειά και ταξίδια. Το θέμα του ήταν α) η επιρροή του ελληνικού (κυρίως ελληνιστικού) πολιτισμού στη δημιουργία των πρώτων αγαλμάτων του Βούδα που είχαν μορφή Απόλλωνα (ο ίδιος ο Βούδας είχε απαγορεύσει να του κάνουν άγαλμα, εντολή που οι μαθητές του τήρησαν για 500 χρόνια) και β) η επίδραση του ινδικού πολιτισμού στους έλληνες φιλοσόφους που συνόδεψαν τον Μέγα Αλέξανδρο στην Ινδία. Μεταξύ τους ήταν και ο Πύρρων που επιστρέφοντας ίδρυσε τη Σχολή των Σκεπτικών, από την οποία κατάγονται και οι άλλες ελληνιστικές φιλοσοφικές σχολές (Στωικοί και Επικούρειοι), αλλάζοντας εντελώς τη μορφή της ελληνικής φιλοσοφίας. Ο Πύρρων είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα τον Νίτσε που τον αποκάλεσε «Ελληνα Βούδα».
Από ό,τι ξέρω, στο βιβλίο μου αυτό ήταν η πρώτη φορά που η στροφή στη μετααριστοτελική φιλοσοφία αποδόθηκε στην επίδραση της ανατολικής σκέψης με δείγματα παράλληλων κειμένων. Εκανε πέντε επανεκδόσεις.
Τριάντα ένα χρόνια μετά (2015) κυκλοφορεί στις ΗΠΑ το βιβλίο του καθηγητή Christopher I. Beckwith με τον ίδιο τίτλο («The Greek Buddha» – υπότιτλος: «Η συνάντηση του Πύρρωνα με τον πρώιμο βουδισμό στην Κεντρική Ασία») και το ίδιο θέμα. Στο δικό μου βιβλίο στο θέμα του Πύρρωνα αφιερώνω 56 σελίδες (το υπόλοιπο αφορά την τέχνη), ενώ το αμερικανικό βιβλίο έχει 275, όλες δικές του. Και προφανώς, λόγω ακαδημαϊκής ιδιότητας (έκδοση Princeton!), λόγω βιβλιοθηκών και ειδίκευσής του στον ανατολικό πολιτισμό, έχει προχωρήσει το θέμα στην ίδια κατεύθυνση με μένα, επιβεβαιώνοντας και διευρύνοντας τα δικά μου ευρήματα. Η κριτική το αποδέχθηκε με ενθουσιασμό. Η ανακάλυψη πλέον του ανήκει…
Το μόνο δυσάρεστο είναι πως σε μια ελάχιστη υποσημείωση για το δικό μου βιβλίο (στην τεράστια βιβλιογραφία δεν αναφέρομαι) διαστρέφει εντελώς την άποψή μου, πιθανόν για να διαφέρει από τη δική του.
Αυτά είναι τα τυχερά του να εργάζεσαι σε ένα μικρό κράτος του οποίου η διάσημη γλώσσα είναι άγνωστη. Είναι η δεύτερη φορά που μου συμβαίνει – και δεν έχω τρόπο να διαμαρτυρηθώ, όπως οι συνάδελφοι που παραιτήθηκαν από την Εταιρεία Συγγραφέων διότι κατηγορήθηκαν για αντιγραφή…

