Η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι βρίσκεται εκτός ενεργειακού παιχνιδιού στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεδομένων όμως των κλονισμένων σχέσεων με τα περισσότερα κράτη της περιοχής, δυσκολεύεται να κινηθεί διπλωματικά και προκρίνει την επίδειξη ισχύος για να καταστήσει σαφές προς πάσα κατεύθυνση ότι χωρίς συνεννόηση μαζί της η εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της περιοχής θα καταστεί σύνθετη εξίσωση. Για τη γείτονα το διακύβευμα είναι πολυδιάστατο (ενίσχυση περιφερειακής θέσης, εξασφάλιση ενεργειακής αυτονομίας, μετεξέλιξη σε διαμετακομιστικό κόμβο, αποτροπή αναβάθμισης του ρόλου Λευκωσίας και Αθήνας και παρεμπόδιση συμπράξεων λοιπών περιφερειακών δυνάμεων). Ετσι, στο παρελθόν, όταν στην ηγεσία της Αιγύπτου βρέθηκαν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι τούς προσέγγισε ανεπιτυχώς προκειμένου να ακυρωθεί η συμφωνία οριοθέτησης με την Κύπρο. Με τη διαρροή χαρτών που «κατασκεύασε» ο υποναύαρχος Γιαϊτσί – τους οποίους όμως η Αγκυρα δεν έχει υιοθετήσει επισήμως – προσέφερε ως δέλεαρ σε Τελ Αβίβ και Βηρυτό τη διεύρυνση των θαλάσσιων ζωνών τους αν αθετούσαν τις συμφωνίες τους με τη Λευκωσία. Εν τούτοις, τόσο το αρνητικό κλίμα, ιδίως με Αίγυπτο και Ισραήλ, όσο και ο ανορθολογισμός των προτάσεων οριοθέτησης δεν επέτρεψαν αυτές να τεθούν έστω ως βάση συζήτησης.
Επακόλουθα, ήδη από το 2011, η Τουρκία υιοθέτησε την τακτική της de facto γκριζοποίησης των θαλάσσιων συνόρων της κυπριακής ΑΟΖ, αφενός, επικαλούμενη τα νόμιμα δικαιώματα της «Δημοκρατίας της Βορείας Κύπρου», που μόνο αυτή αναγνωρίζει, αφετέρου, ανακαλύπτοντας ότι μέρος των τεμαχίων που δημοπράτησε η Λευκωσία εφάπτεται της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Στο σύνολο αυτής της περιοχής, η Αγκυρα έχει πλειστάκις δεσμεύσει περιοχές για ασκήσεις, έχει στείλει σκάφη να διεξαγάγουν σεισμογραφικές έρευνες και εν γένει συντηρεί μια παρουσία υπόμνησης του ρόλου που θα ήθελε να διαδραματίσει. Σε όλες τις περιπτώσεις, πλην μιας (στο τεμάχιο 3, με την εκδίωξη του πλωτού γεωτρύπανου της ιταλικής ENI), η Τουρκία ούτε παρενόχλησε τις ερευνητικές γεωτρήσεις ούτε επιχείρησε να τις αναστείλει, αντιλαμβανόμενη τις συνέπειες τυχόν τέτοιων ενεργειών.
 Πανομοιότυπα, εν σχέσει με την πύρινη ρητορική της η αντίδραση των πολεμικών της πλοίων στην προσπάθεια αμφισβήτησης ενός κρίσιμου θαλάσσιου σημείου στο «τετραεθνές», όπου συναντώνται οι ΑΟΖ Ελλάδας, Τουρκίας, Αιγύπτου και Κύπρου, είναι προσώρας ηπιότερη. Ενδεικτική ωστόσο της συγκεχυμένης κατάστασης είναι η απροθυμία του αιγυπτιακού υπουργείου Εξωτερικών να καθορίσει – έστω και τμηματικά – την ΑΟΖ Αθήνας-Καΐρου, παρά τις δημόσιες εξαγγελίες του προέδρου Αλ Σίσι. Ομοίως, είναι εξαιρετικά αμφίβολο πως η επήρεια του συμπλέγματος του Καστελλορίζου θα φτάσει υπό οποιεσδήποτε συνθήκες στο 100%, έστω και αν η υπόθεση κριθεί σε κάποιο Διεθνές Δικαστήριο.
Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι υπό το τωρινό απροσδιόριστο status quo η Αγκυρα δεν μπορεί να μπλοκάρει την κατασκευή του αγωγού East Med, που θα συνδέει τα κοιτάσματα του Ισραήλ (ίσως και της Κύπρου) με την ευρωπαϊκή αγορά μέσω Ελλάδας, καθώς η πόντιση αγωγού, όπως και ηλεκτρικού καλωδίου (βλ. EuroAsia Interconnector) ή καλωδίων στην περίπτωση των σεισμικών ερευνών, ανήκει στις ελευθερίες των ανοιχτών θαλασσών, όπου δεν υπάρχει ΑΟΖ. Ομως, ενδεχόμενη απόπειρα της γείτονος να εγκαταστήσει υπό την προστασία πολεμικών πλοίων πλατφόρμα γεώτρησης εντός της κυπριακής ΑΟΖ ή σε αμφισβητούμενα σημεία στο τρίγωνο Κρήτης – Καστελλορίζου – Κύπρου θα δημιουργούσε ένα ισχυρό για το διεθνές δίκαιο de facto προηγούμενο υπέρ των τουρκικών θέσεων. Το κρίσιμο ερώτημα και ζητούμενο σε αυτή την περίπτωση είναι αν οι χώρες των οποίων τα συμφέροντα διακυβεύονται στην Ανατολική Μεσόγειο προσεγγίσουν το ζήτημα συνολικά από την οπτική της ασφάλειας τροφοδοσίας (ειδικότερα σε σχέση με τη Ρωσία) ή αν επιτρέψουν κάποιους ελιγμούς – και ως προσπάθεια εξευμενισμού της Αγκυρας – στις εκτός άμεσων ενδιαφερόντων τους περιοχές.
Πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση των ΗΠΑ, δεδομένου ότι σχεδιάζουν την αναβάθμιση της στρατιωτικής τους παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Σήμερα, στην Ουάσιγκτον υπάρχουν δύο σχολές σκέψης: η πιο προωθημένη, που προτάσσει τη συμμετοχή των ΗΠΑ στις τριγωνικές συμμαχίες Ελλάδας – Κύπρου με Ισραήλ και Αίγυπτο αντίστοιχα, θεωρώντας τη στροφή της Αγκυρας στην Ανατολή οριστική, και η πιο συντηρητική, που δεν επιθυμεί να ρισκάρει την απώλεια της τελευταίας. Αν επικρατήσει η δεύτερη, άραγε μέχρι ποιου σημείου είναι διατεθειμένη να συμβιβαστεί με την Τουρκία ώστε να επιτευχθεί η επιδιωκόμενη σύγκλιση; Μήπως προκειμένου να σταθεροποιηθεί η κατάσταση – αποτελεί απαίτηση και των ενεργειακών εταιρειών – επιδιωχθεί ένα ισορροπημένο μοίρασμα ώστε να μείνουν όλοι οι εμπλεκόμενοι ικανοποιημένοι; Αν και οι τωρινές ενδείξεις είναι ενθαρρυντικές για τον Ελληνισμό, απαιτείται εγρήγορση και σταθερές/εδραιωμένες συμμαχίες ώστε να μην αλλάξουν δραματικά οι ευνοϊκοί για την ώρα κανόνες του παιχνιδιού.
Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών του ΙΔΙΣ και συγγραφέας του βιβλίου «Τουρκία, Ισλάμ, Ερντογάν».