Η 7η Σεπτεμβρίου του 1999 είναι μια ιστορική και ταυτόχρονα εμβληματική ημέρα για τη χώρα. Ο σεισμός που χτύπησε την Αθήνα, παρά το μέτριο μέγεθός του, άφησε ένα πολύ έντονο αποτύπωμα όχι μόνο στην πρωτεύουσα, αλλά και σε ολόκληρη τη χώρα. Γιατί απλούστατα, όταν πλήττεται και πονά η Αθήνα, πλήττεται και πονά όλη η χώρα. Εζησα τον σεισμό επιστημονικά, επιχειρησιακά και κοινωνικά.

Ο «νονός» του σεισμού και ο… αιφνιδιασμός

Ηταν τρεις παρά πέντε το απόγευμα όταν ένιωσα τον σεισμό ευρισκόμενος στην Καλλιθέα. Εφυγα αμέσως να προλάβω το μποτιλιάρισμα που θα επακολουθούσε και σε λίγα λεπτά, ευτυχώς, έφτασα στο Αστεροσκοπείο, στο Θησείο. Μπήκα τρέχοντας και βρήκα τους συναδέλφους μου να έχουν ήδη υπολογίσει τον σεισμό. Το επίκεντρο φαινόταν να εντοπίζεται προς τον Ασπρόπυργο, στο Θριάσιο Πεδίο. Αν και προκαταρκτικό, έπρεπε να ανακοινωθεί μαζί με το μέγεθος του σεισμού. Ολοι αναρωτήθηκαν ποια επικεντρική περιοχή θα ανακοινώναμε, τον Ασπρόπυργο; Γνωρίζαμε ότι το σφάλμα του προκαταρκτικού υπολογισμού ήταν σημαντικό. Ακόμη, ποιες θα ήταν οι κοινωνικές συνέπειες αν λέγαμε ότι το επίκεντρο πέφτει σε μια πυκνοκατοικημένη και ταυτόχρονα βιομηχανική περιοχή; Από επιστημονική διαίσθηση αντιλήφθηκα ότι το πραγματικό επίκεντρο βρισκόταν πιο κοντά στην Πάρνηθα, γιατί το ρήγμα του Θριασίου δεν φαινόταν να είναι πια ενεργό. Ετσι, με μια αστραπιαία σκέψη έγινα ο «νονός» του σεισμού: «Ο σεισμός έγινε στις νοτιοδυτικές παρυφές της Πάρνηθας» είπαμε στα πρώτα ΜΜΕ. Και από τότε έμεινε για πάντα γνωστός ως ο «σεισμός της Πάρνηθας».

Λίγες ημέρες αργότερα η έρευνά μας έδειξε ότι το σεισμογόνο ρήγμα που ενεργοποιήθηκε ήταν το ρήγμα της Φυλής, στην Πάρνηθα. Κοιτάζοντας τον γεωλογικό χάρτη της εποχής παρατηρήσαμε ότι το ρήγμα αυτό ήταν πολύ λίγο γνωστό μέχρι τότε. Κανείς δεν το είχε προσέξει. Φαινόταν ανενεργό. Και όμως μας αιφνιδίασε. Αν ρωτούσατε έναν σεισμολόγο μία ώρα πριν από τον σεισμό αν υπήρχε η δυνατότητα να γίνει τέτοιος σεισμός με επίκεντρο σε απόσταση μόλις 18-20 χιλιομέτρων από την Ακρόπολη, μάλλον θα γελούσε. Ποτέ μέχρι τότε δεν γνωρίζαμε να έγινε σεισμός τόσο κοντά στην πρωτεύουσα. Η περαιτέρω έρευνα αποκάλυψε περισσότερα στοιχεία. Βρέθηκαν γραπτές μαρτυρίες για ισχυρό σεισμό στην Αθήνα που έγινε το 1705 ή το 1805 μ.Χ. Πού βρισκόταν το επίκεντρό του; Βρισκόταν και τότε στη Φυλή; Αυτό το ερώτημα μάλλον θα παραμείνει αναπάντητο. Αποκαλύφθηκε, όμως, και άλλος, παλαιότερος σεισμός που έπληξε το αρχαίο φρούριο της Φυλής, όπως και ο σεισμός του 1999. Αυτός ο παλαιότερος σεισμός πιθανότατα έγινε στην πρωτοχριστιανική εποχή, όπως προκύπτει από τις ενδείξεις επισκευής στο φρούριο.

Ενα μάθημα που δεν πρέπει να ξεχαστεί

Προσωπικά μπορώ να πω ότι δεν με αιφνιδίασε ο σεισμός της Πάρνηθας. Είχα ήδη πειστεί ότι στην Ελλάδα μπορούμε να περιμένουμε ισχυρό σεισμό από οπουδήποτε. Αυτό μας το δίδαξε ο μεγάλος σεισμός της Αμοργού μεγέθους 7,5 στις 9 Ιουλίου του 1956. Από τα αρχαία χρόνια δεν υπάρχει άλλος γνωστός ισχυρός σεισμός εκεί. Το ίδιο μάθημα επαναλήφθηκε στις 19 Φεβρουαρίου του 1968 με τον σεισμό μεγέθους 7,1 που χτύπησε το νησί του Αϊ-Στράτη στο Β. Αιγαίο. Το μάθημα συνεχίστηκε με τον επίσης μεγάλο σεισμό (Μ6,6) Κοζάνης – Γρεβενών στις  13 Μαΐου του 1995. Γι’ αυτόν τον λόγο ο αείμνηστος καθηγητής, ακαδημαϊκός και για τρεις δεκαετίες διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου Αγγελος Γαλανόπουλος σε μια από τις επιστημονικές του εργασίες έγραψε ότι πρακτικά ούτε μια γωνιά της χώρας μας δεν μπορεί να θεωρηθεί απρόσβλητη από τους σεισμούς. Πρόκειται για μάθημα που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε.

Αλλά ο σεισμός της Πάρνηθας δεν με αιφνιδίασε και για έναν ακόμη λόγο. Εκείνη την εποχή μελετούσα τη δυναμική διέγερση ενός σεισμού από άλλο, μακρινό σεισμό. Οταν στις 17 Αυγούστου του 1999 έγινε ο εξολοθρευτικός σεισμός μεγέθους 7,5 στη θάλασσα του Μαρμαρά, σκοτώνοντας πάνω από 20.000 ανθρώπους, ύστερα από λίγες ημέρες η εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» φιλοξένησε άρθρο μου όπου επισήμανα ότι ήταν πολύ πιθανό να χτυπηθεί και η χώρα μας από ισχυρό σεισμό λόγω της δυναμικής διέγερσης. Τότε, λοιπόν, μπήκε στη ζωή μας και το φαινόμενο του «ντόμινο». Στην αρχή μερικοί προσπάθησαν να γελάσουν, αλλά λίγες ημέρες μετά τα χαμόγελα πάγωσαν με τον σεισμό της Πάρνηθας. Σήμερα ξέρουμε ότι το φαινόμενο υπάρχει, χωρίς να σημαίνει ότι κάθε σεισμός προκύπτει ως αποτέλεσμα διέγερσης από άλλον σεισμό. Απεναντίας, συχνά συνηθίζω να επισημαίνω ότι στη χώρα μας η πλειονότητα των σεισμών είναι «αυτόχθονες», όχι «αλλόχθονες». Αλλά η δυνατότητα του «ντόμινο» πάντα παραμονεύει για να μας αιφνιδιάζει.

Αντισεισμική προστασία

Η κοινωνική εμπειρία της μετασεισμικής περιόδου ήταν συγκλονιστική. Τα τηλέφωνα του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου χτυπούσαν ασταμάτητα. Ο κόσμος τηλεφωνούσε από όλη τη χώρα. Ηθελε να μάθει αν ευσταθούν οι πληροφορίες και οι φήμες ότι κάπου στη χώρα θα γίνουν και άλλοι, μεγάλοι σεισμοί. Τα βράδια ήταν δραματικά. Πολλοί έπαιρναν τηλέφωνο και έκλαιγαν από την αγωνία και την ταραχή. Για τα βραδινά δελτία των ειδήσεων στις 8 όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα ήταν παρόντα έξω από το Αστεροσκοπείο και όλοι οι σεισμολόγοι, εκτός από έναν-δύο που μάλλον πάσχουν από αγοραφοβία, κάναμε δηλώσεις και εκτιμήσεις για την πορεία της μετασεισμικής ακολουθίας. Αλλά ο κόσμος ήθελε να παρευρίσκεται στο πεδίο των τηλεοπτικών συνεντεύξεων και γι’ αυτό ανέβαινε κατά εκατοντάδες στον Λόφο των Νυμφών, στο Αστεροσκοπείο, και παρακολουθούσε με ευλαβική προσήλωση τη διαδικασία των συνεντεύξεων. Ενα βράδυ ρώτησα κάποιον γιατί δεν βλέπει τις βραδινές ειδήσεις από το σπίτι. Με άφησε άφωνο όταν μου είπε «θέλω να ακούσω ο ίδιος το τι λέτε, η τηλεόραση μπορεί να κόψει κάτι».

Να γιατί ο σεισμός της Πάρνηθας πέρασε στην Ιστορία. Εκτός από την οδυνηρή εμπειρία του ισχυρού σεισμού και των τραγικών συνεπειών του, μας έμαθε ότι ο Εγκέλαδος δεν κάνει συμβόλαια. Ποτέ δεν ξέρεις πού και πότε θα χτυπήσει. Ποτέ δεν ξέρεις αν θα έχει συνέχεια και αν θα λειτουργήσει το φαινόμενο του «ντόμινο» πυροδοτώντας και άλλους ισχυρούς σεισμούς. Μας έμαθε ότι η πρωτεύουσα δεν είναι τόσο ασφαλής όσο νομίζαμε, ότι μπορεί να χτυπηθεί από τόσο κοντινή απόσταση. Ακόμη, μας έμαθε ότι όσα κι αν πετυχαίνουμε στον τομέα της αντισεισμικής προστασίας, δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε. Ποτέ τα επιτεύγματα δεν θα είναι αρκετά. Πάντα πρέπει να επιδιώκουμε περισσότερα.

Ο δεύτερος πιο πολύνεκρος σεισμός μεταπολεμικά

□ Ο σεισμός της Πάρνηθας, που χτύπησε τα δυτικά προάστια της Αθήνας προκαλώντας 143 ανθρώπινα θύματα, έγινε στις 2.55 το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου του 1999.

□ Τα περισσότερα θύματα προκλήθηκαν από μαζικές καταρρεύσεις εργοστασίων, όπως των Ρικομέξ, Φαράν και Φουρλής, αλλά και πολυκατοικιών.

□ Οι κατασκευαστικές αυθαιρεσίες και κακοτεχνίες που αποκαλύφθηκαν υπήρξαν πολλές. Οι δικαστικές αποφάσεις που πάρθηκαν μετά από χρόνια υπήρξαν άλλες καταδικαστικές και άλλες αθωωτικές.

□ Ο σεισμός αυτός αποτέλεσε σταθμό, γιατί υπήρξε ο πιο πολύνεκρος της μεταπολεμικής περιόδου μετά τους φοβερούς σεισμούς των Ιονίων Νήσων του Αυγούστου του 1953 που έπληξαν την Ιθάκη, την Κεφαλλονιά και τη Ζάκυνθο με 480 θύματα.

□ Αν και το μέγεθος του σεισμού της Πάρνηθας ήταν 5,9 στην κλίμακα Ρίχτερ, δηλαδή μέγεθος μέτριο για τη σεισμολογία, προκάλεσε τη μεγαλύτερη οικονομική ζημιά από κάθε άλλο σεισμό τουλάχιστον στη σύγχρονη ζωή της χώρας. Οι άμεσες οικονομικές συνέπειες έχει υπολογιστεί ότι ανήλθαν σε περίπου 3,3 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι έμμεσες, μη μετρήσιμες οικονομικές συνέπειες, ίσως υπερέβησαν τις άμεσες. Οι κοινωνικές συνέπειες υπήρξαν πάμπολλες.

Ο κ. Γεράσιμος Α. Παπαδόπουλος είναι διευθυντής Ερευνών Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, πρόεδρος Συστήματος Προειδοποίησης για Τσουνάμι στο ΒΑ Ατλαντικό και στη Μεσόγειο, UNESCO