Οταν η πολιτική ελίτ εγκατέλειψε την παραγωγική βάση της χώρας…

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Σε μια περίοδο που η παγκόσμια οικονομία ετοιμάζεται να μπει σε νέο κύκλο ύφεσης εξαιτίας του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ – Κίνας, η χώρα ετοιμάζεται για εκλογές μέσα σε κλίμα παροχολογίας… Για επενδύσεις και εξωστρέφεια μιλούν τα πολιτικά κόμματα, όταν οι «παγκόσμιοι παίκτες» παίζουν άμυνα και μελετούν προσεκτικά τα επόμενα βήματά τους, ορθώνοντας τείχη προστασίας για την εγχώρια παραγωγή τους με την πολιτική των δασμών και του φόρου άνθρακα… Η επιστροφή των κεϊνσιανών πρακτικών με την ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων, όταν στη χώρα μας έχουμε «ματωμένα πλεονάσματα» μέσω των περικοπών στο ΠΔΕ, και της «έξυπνης» οικονομίας από τις μεγάλες χώρες του 8 είναι πλέον δεδομένη… Τα διάφορα funds φεύγουν από τα μακροπρόθεσμα ομόλογα και επιστρέφουν στα βραχυπρόθεσμα.
Aλλά η ελληνική πολιτική ελίτ επιμένει σε παρωχημένες αντιλήψεις δίνοντας έμφαση μόνο στην εξωστρέφεια και στην προσέλκυση επενδύσεων, που είναι μεν ορθές πρακτικές, αλλά σε αυτή τη φάση αυτό που προέχει είναι η προστασία της εγχώριας παραγωγής που πνέει τα λοίσθια εξαιτίας της υπερφορολόγησης στα 9 χρόνια των μνημονίων… Η περίπτωση των «τίτλων τέλους» για την ιστορική βιομηχανία στο Πλατύ Ημαθίας που παράγει το Γάλα Βλάχας ήρθε να προστεθεί σε μία σειρά από λουκέτα που μπήκαν σε ιστορικές επιχειρήσεις, ή πιο σωστά από τη φυγή τους στο εξωτερικό (Μπάρμπα Στάθης, 3Ε κ.λπ.). Στο Πλατύ Ημαθίας συμπτωματικά λειτουργεί και το τελευταίο εναπομείναν στη χώρα ζαχαρουργείο, το οποίο είναι άγνωστο αν θα μπορέσει εφέτος με τον νέο επενδυτή να υποστηρίξει την καμπάνια του.
Η πρωτογενής παραγωγή βρίσκεται σε φάση διάλυσης καθώς οι κτηνοτρόφοι με τις χαμηλές τιμές τόσο στο πρόβειο όσο και στο αγελαδινό γάλα εγκαταλείπουν, ένας-ένας, το επάγγελμα και μαζί τους συμπαρασύρουν και αγρότες που καλλιεργούν ζωοτροφές, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν δύο brands που θα μπορούσαν να συγκρατήσουν την ελληνική ύπαιθρο. Είναι το ελληνικό γιαούρτι, το success story δηλαδή του Greek yoghurt, που απαιτεί πρώτη ύλη αγελαδινό γάλα, και η φέτα που απαιτεί αιγοπρόβειο. Η χώρα όμως αποφάσισε στην κρίση από premium να γίνει low cost, τουτέστιν να «πουλήσει Ελλάδα» φτηνά, και αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση της παραγωγικής της βάσης.
Με το να προσπαθούμε να ανταγωνιστούμε την Κίνα θα καταλήξουμε να έχουμε μισθούς και κοινωνικές παροχές Κίνας… Και τώρα που οι μεγάλες παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις γίνονται εσωστρεφείς και υψώνουν τείχη προστατευτισμού, ανακαλύπτουμε ότι έχουμε έλλειμμα σε βασικά διατροφικά αγαθά, όπως το κρέας, το γάλα, το μαλακό σιτάρι (άρα το ψωμί) και τη ζάχαρη.
Χάσαμε τον προσανατολισμό και αντί να γίνουμε η χώρα του διαφορετικού με προστιθέμενη αξία, καλύπτοντας ταυτόχρονα την εγχώρια ζήτηση σε τρόφιμα στο μέτρο του δυνατού, γίναμε σημαία ευκαιρίας για κάθε βραχυχρόνιο κερδοσκόπο. Λογικό μέχρι ενός σημείου, αφού εκείνο που προείχε στα χρόνια της κρίσης και των capital controls ήταν η εξεύρεση ρευστότητας για τις επιχειρήσεις, αλλά τώρα πλέον η παραγωγική βάση έχει συρρικνωθεί, το ζωικό κεφάλαιο μειώθηκε δραματικά (πρόβατα, αγελάδες, χοιρομητέρες) και δύσκολα επανακτάται.
Χάνουμε τη ζάχαρη (το 90% που καταναλώνουμε είναι πλέον σερβική), που είναι σημαντική για τη θερμιδική ισορροπία σε περιόδους έκτακτες που απαιτείται διατροφική αυτάρκεια.
Επιστρέφοντας μετά τις κάλπες στην αμείλικτη οικονομική πραγματικότητα θα ανακαλύψουμε ότι βρισκόμαστε σε ένδεια διατροφική, όταν πληθαίνουν τα σύννεφα στην παγκόσμια αγορά και οι χώρες επιστρέφουν στα θεμελιώδη…
Ο κ. Γιάννης Κολλάτος είναι μηχανολόγος, μεταπτυχιακός φοιτητής στη Βιοτεχνολογία.

