Μάτια έξυπνα, διαπεραστικά, παιχνιδιάρικα. Και εκείνα τα σγουρά μαλλιά να πλαισιώνουν το πρόσωπό του. Ο Ορέστης Χαλκιάς είναι η επιτομή αυτού που ονομάζουμε φυσιογνωμία κινηματογραφική. Τον συναντώ ένα Σάββατο πρωί στον εμβληματικό χώρο του Athénée στη Βουκουρεστίου. Απόφοιτος της δραματικής σχολής του ΚΘΒΕ, ο Ορέστης ανδρώθηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη κρατική σκηνή της χώρας για να κατέβει πριν από τρία χρόνια στην Αθήνα, μετρώντας στα 30 του μόλις χρόνια συνεργασίες με σκηνοθέτες όπως ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ο Αρης Μπινιάρης, ο Δημήτρης Τάρλοου κ.ά.

Από το πρώτο του κλάμα συνέδεσε άρρηκτα τη ζωή του με το θέατρο. Γονείς του είναι οι ηθοποιοί Κώστας Χαλκιάς και Ολγα Αλεξανδροπούλου. Ο ίδιος δεν θυμάται ποια είναι η πρώτη του θεατρική ανάμνηση, μόνο θραύσματα, όπως λέει. Εκείνος μικρός σε ένα πούλμαν να τους ακολουθεί σε καλοκαιρινές περιοδείες, στα θεατρικά καραβάνια, όπως τα ονομάζει. Στο σπίτι που μεγάλωσε άλλωστε ακούγονταν ιστορίες για τον Κουν, τον Βολανάκη, τον Βογιατζή και τον Βουτσινά. Το βινύλιο με τη μουσική του Θεοδωράκη από τους «Ιππής» του Αριστοφάνη έπαιζε δυνατά και στη μνήμη του ανακαλεί εκείνον και τον αδελφό του, παιδιά κάτω από μια κουβέρτα, βράδυ στην παραλία να ακούν τον πατέρα τους να τους τραγουδά την «επίκληση» στο πνεύμα του Δαρείου από τους «Πέρσες» του Αισχύλου.

Δεν είναι λοιπόν να απορείς που στο πρόσωπό του ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης βρήκε τον ιδανικό Αντώνη της σειράς «Μaestro». Εκεί υποδύεται ένα αγόρι ευαίσθητο και ταυτόχρονα τολμηρό, που δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους γονείς του – στους ρόλους η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου και ο Φάνης Μουρατίδης -, το οποίο βρίσκει καταφύγιο στη γιαγιά του, Χάρις – την ενσαρκώνει η Χάρις Αλεξίου – και είναι ερωτευμένο με τον καλύτερό του φίλο, τον Σπύρο (Γιώργος Μπένος). Στήριγμά του επίσης η αδελφή του Κλέλια (Κλέλια Ανδριολάτου).

Η αρχή

Πώς ξεκίνησαν όλα; «Δεν ξέρω, είναι από αυτά τα φοβερά που συμβαίνουν στη ζωή» αναφέρει. «Δεν περίμενα ποτέ ότι θα βρισκόμουν σε σειρά του Χριστόφορου Παπακαλιάτη. Ο Χριστόφορος μεσουρανούσε στην εφηβεία μου. Τότε ήμουν κάπως αντιδραστικός. Με το συγκρότημα που είχα, με τις συναυλίες που δίναμε, με το ροκ κ.τ.λ., δεν έβλεπα τηλεόραση. Αργότερα είδα τις σειρές του, γιατί πάντα άκουγα για τις προσεγμένες δουλειές του, την άρτια αισθητική, τη σκηνοθεσία, τη μουσική».

Πώς δέχθηκε λοιπόν την πρόταση; Γελάει. «Είναι μια περίεργη ιστορία. Με τον Γιώργο Μπένο, ο οποίος στο «Maestro» είναι ο έρωτάς μου, παίζαμε σε μία άλλη σειρά, τον «Hλιο», όπου ως ρόλοι είχαμε πολύ κακή σχέση. Στη σειρά αυτή πρωταγωνιστούσε ο Αντίνοος Αλμπάνης, που είναι ο γιατρός του «Maestro». Κάποια στιγμή, λοιπόν, έρχεται και μου λέει: «Σε έχω προτείνει για δουλειά». Πέρασε λοιπόν κάποιο διάστημα και μία ήμερα, εκεί που ήμαστε με τον Γιώργο Μπένο και περιμέναμε να κάνουμε ένα COVID-test προτού ξεκινήσουμε το γύρισμα για τον «Hλιο», βγάλαμε μια φωτογραφία και εγώ την ανέβασα στο Ιnstagram. Τι βλέπω; Μας είχε ακολουθήσει ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης. Οταν είδα αυτό το follow κατάλαβα ότι αυτό ήταν ίσως κάτι σημαδιακό».

Και ύστερα ο καιρός πάλι πέρασε και εκείνο το follow σχεδόν ξεχάστηκε μέχρι που δέχτηκε ένα τηλέφωνο από την casting director Σοφία Δημοπούλου. «Μας ζήτησαν με τον Γιώργο Μπένο να περάσουμε μαζί casting για μια νέα σειρά» εξηγεί. «Δεν γνωρίζαμε λεπτομέρειες, ποιος την κάνει, τι θα είναι. Θυμάμαι όταν άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα ο Χριστόφορος έσπασε κατευθείαν ο πάγος. Νιώσαμε πολύ ελεύθεροι να εκφραστούμε. Ο Χριστόφορος όταν μας είδε, όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, κατάλαβε κατευθείαν ότι εμείς είμαστε ο Αντώνης και ο Σπύρος, οι ρόλοι που ψάχνει. Βέβαια, έπρεπε να δοκιμάσει και άλλους ηθοποιούς. Αλίμονο αν δεν το έκανε. Προσωπικά, έκανα casting και με άλλους συναδέλφους που ήταν εξαιρετικοί. Αλλά η χημεία που είχα με τον Γιώργο δεν υπήρξε με κανέναν άλλον. Περάσαμε από πολλά στάδια. Στενοχωρηθήκαμε, αγχωθήκαμε, γιατί θέλαμε πολύ να είμαστε μαζί σε αυτή τη δουλειά. Κάποια στιγμή ο Χριστόφορος μάς ανακοίνωσε ότι εμείς είμαστε και έπειτα ξεκίνησε το παραμύθι».

«Γιατί παραμύθι;» τον ρωτώ. «Γιατί συνήθως σε μια τηλεοπτική σειρά γυρίζονται 25 σκηνές την ημέρα και εμείς γυρίζαμε με το ζόρι πέντε. Η σειρά «Μaestro» φέρει μία άλλη λογική, καθαρά κινηματογραφική, και καταλύτης σε αυτό είναι ο ίδιος ο Χριστόφορος. Εγώ πήγαινα στο γύρισμα και νόμιζα ότι κάνω κινηματογράφο. Δεν είχαμε τις σκληρές συνθήκες της τηλεόρασης, αυτό το «πρέπει να προλάβουμε». Yπήρχε, για παράδειγμα, και ένα δεύτερο συνεργείο για κάποιες σκηνές με μία λογική πιο videoclip. Eνιωθα λοιπόν ότι κάνω ευρωπαϊκό σινεμά και βρίσκομαι σε κάποιο δάσος της Ιρλανδίας. Θυμάμαι περιμέναμε με τις ώρες το σύννεφο να κρύψει τον ήλιο, γιατί ο διευθυντής φωτογραφίας ήθελε ένα συγκεκριμένο φως για τη σκηνή. Οταν αυτό γινόταν, δεν θα διαρκούσε πάνω από 3-4 λεπτά, και εμείς τρέχαμε να προλάβουμε το φως. Ενιωθα σαν καλλιτέχνης-κομάντο, και αυτό με έκανε να δω πόσο ομαδικό άθλημα είναι η τηλεόραση και κατ’ επέκταση ο κινηματογράφος. Ισως πιο πολύ και από το θέατρο. Γιατί στη σκηνή του θεάτρου είσαι εσύ και οι παρτενέρ σου. Στο γύρισμα είναι το συνεργείο, που ταυτόχρονα δημιουργεί μαζί σου, από τη μεριά του ο καθένας. Είναι μαγικό αυτό. Ολοι μαζί κάνουμε το ίδιο, αφηγούμαστε μία ιστορία».

Τη συνεργασία του με τον Χριστόφορο πώς τη χαρακτηρίζει; «Μοναδική. Ο Χριστόφορος είναι άνθρωπος που αγαπά τους ηθοποιούς του, τους φροντίζει. Πολλοί ίσως έχουν την εντύπωση ότι είναι ένας «ρομαντικός ποιητής» που έρχεται στη δουλειά του με το κασκόλ να ανεμίζει ανέμελα και τα πράγματα γίνονται έτσι αυτόματα. Δεν είναι έτσι. Ο Χριστόφορος γυρνάει στο σπίτι του και προετοιμάζει πυρετωδώς την επόμενη ημέρα! Είναι ο πρώτος που ξυπνά και ο τελευταίος που φεύγει από το σετ».

Κεφάλαιο «Χάρις Αλεξίου» τώρα. «Αλήθεια, πώς είναι να υποδύεται τη γιαγιά σου;» τον ρωτώ. «Τώρα τι να πω; Είναι ανατριχίλα. Είναι ανείπωτη χαρά» λέει. «Αυτή η γυναίκα είναι μύθος. Σκέφτομαι, είναι τώρα δυνατόν να κάθομαι στο ίδιο τραπέζι μαζί της; Εγώ, όπως ξέρετε, τραγουδάω στη σειρά. Μετά την προβολή του πρώτου επεισοδίου, όπου τραγουδούσα σε ένα πάρτι, έλαβα μήνυμά της. «Συγχαρητήρια» μου έγραφε. «Μας γοήτευσες». Πώς να περιγράψεις τα συναισθήματά σου μετά από ένα τέτοιο μήνυμα; Και από αυτό καταλαβαίνετε πόσο δοτική γυναίκα είναι. Από την άλλη, διαθέτει τεράστιο χιούμορ. Θα πει την καυστική ατάκα, την κατάλληλη στιγμή, θα βάλει τα πράγματα στη θέση τους».

Μιλώντας για την ομοφυλοφιλία

Ο Ορέστης Χαλκιάς στη σειρά υποδύεται έναν ομοφυλόφιλο άνδρα. Πώς αντιμετωπίζει τον ρόλο του; «Κατ’ αρχάς δεν είναι κάτι περίεργο. Οι ηθοποιοί αφηγούμαστε ιστορίες ανθρώπων. Μου φαίνεται απολύτως φυσιολογικό. Η τηλεόραση ευτυχώς αλλάζει. Παλαιότερα οι άνθρωποι που έφτιαχναν σειρές, επειδή απευθύνονταν αναγκαστικά σε ένα μεγάλο κοινό, τις δημιουργούσαν με γνώμονα τι ήθελε το κοινό να δει. Τώρα πλέον η τηλεόραση οφείλει να δείχνει τα πράγματα όπως είναι. Αλίμονο αν δεν το κάνει. Δεν γίνεται λοιπόν σήμερα να δαιμονοποιούμε την ομοφυλοφιλία ή να αναπαριστούμε τους ομοφυλόφιλους ως καρικατούρες. Αυτό που κάνουμε σε αυτή τη σειρά, όπως λέει και ο Χριστόφορος, είναι ότι αντιμετωπίζουμε την ιστορία αυτών των αγοριών με ειλικρίνεια και σεβασμό. Δεν θέλαμε να κάνουμε κάτι «ντεμί» ώστε να μην προκαλέσουμε αντιδράσεις».

Οπως αναφέρει, μάλιστα, του φαίνεται τρελό ότι εν έτει 2022 ακόμη οι ομοφυλόφιλοι διεκδικούν πράγματα που θα έπρεπε κανονικά να είναι αυτονόητα. «Σιγά λοιπόν μη φοβηθώ επειδή υποδύομαι έναν ομοφυλόφιλο άνδρα. Ισα-ίσα, αισθάνομαι καθήκον μου να εκπροσωπήσω αυτούς τους ανθρώπους και μέσα από αυτόν τον χαρακτήρα να φωτίσω τα σκοτάδια μιας κοινωνίας που εμπεριέχει ιστορίες σαν των ηρώων της σειράς, ιστορίες που συνήθως έχουν τραγική κατάληξη στη ζωή, επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούν να είναι ο εαυτός τους. Την ίδια στιγμή, δεν έχω αυταπάτες. Κάποιος ομοφοβικός δεν θα αλλάξει απόψεις επειδή εγώ φιλάω στο στόμα τον Γιώργο στη σειρά».

Πιστεύει πάντως ότι η ελληνική κοινωνία αλλάζει σιγά-σιγά; «Δεν ξέρω» απαντά. «Στη δική μου γενιά – είμαι 30 χρόνων – βλέπω ακόμη πολλά ομοφοβικά κατάλοιπα. Ακόμα και στα αστεία που λέμε, στον τρόπο που θα χρησιμοποιήσουμε ένα υβριστικό επίθετο. Οι νεότερες γενιές που έρχονται, πάντως, είναι νομίζω πολύ πιο απελευθερωμένες. Παίζουν στα δάχτυλα τους ρόλους των φύλων: τι είναι non-binary, τι είναι transgender. Οπότε ναι, αλλάζουμε. Βλέπω τα πιο νέα παιδιά στον δρόμο πιο απελευθερωμένα να εκφραστούν. Επίσης αυτό που καμιά φορά με θυμώνει στη δική μου γενιά είναι αυτός ο κεκαλυμμένος ομοφοβικός αντίλογος. Για παράδειγμα, «γιατί να μας δηλώσει κάποιος ότι είναι gay; Τι μας νοιάζει;» λένε. Bρε φίλε, εμένα και εσένα, που είμαστε straight άνδρες, ούτε μας χτυπούν στον δρόμο άμα φιλήσουμε την κοπέλα μας, ούτε μας φτύνουν, ούτε μας πηγαίνουν σε κλινικές για να μας ευνουχίσουν χημικά. Οπότε για αυτό δεν χρειαζόμαστε straight pride, ενώ αντίθετα χρειαζόμαστε gay pride».

Κεφάλαιο αναγνωρισιμότητα

«Μετά την καθολική επιτυχία του «Maestro» έχεις δεχτεί φαντάζομαι άπειρα μηνύματα στο Instagram» παρατηρώ. «Το κινητό δεν σταματά να χτυπά» απαντά. «Είναι κάτι πολύ ωραίο, αλλά από ένα σημείο και μετά μη διαχειρίσιμο, γιατί θέλω να απαντήσω σε όλους και δυστυχώς ο χρόνος δεν φτάνει πάντα» εξηγεί. «Διαβάζω πολύ ωραία πράγματα, πάντως. Ανθρώπους που εκφράζονται πολύ θετικά. Εντάξει, υπάρχουν και δυο-τρεις περιπτώσεις που με έχουν αποκαλέσει «απόβρασμα της κοινωνίας» επειδή υποδύομαι έναν ομοφυλόφιλο. Στην αρχή λυπάσαι για αυτούς τους ανθρώπους, για τον τρόπο που σκέφτονται. Μετά το προσπερνάς».

Πλέον είναι ευρέως αναγνωρίσιμος. Εχει σκεφτεί μήπως πάρουν τα μυαλά του αέρα; «Με ρωτάς μάλλον αν φοβάμαι ότι «θα την ψωνίσω». Κοίταξε, είναι κάτι που μου συμβαίνει στα 30 μου, όποτε, όχι, δεν νομίζω. Το μόνο που μπορεί να συμβεί είναι ότι μετά την επιτυχία του «Maestro» ίσως γίνω πιο αυστηρός στις επιλογές μου. Προέρχομαι από μια θεατρική οικογένεια. Εχω δει τις παθογένειες του χώρου, την ανεργία, τις συνθήκες. Δεν κατέβηκα από το βουνό, δεν είμαι κάποιος που τον είδαν στο Instagram με μια χαριτωμένη φάτσα και του είπαν «έλα να παίξεις», όποτε δεν θα τυφλωθώ που δύο φώτα θα πέσουν πάνω μου τώρα».

Φοβάται όμως μήπως η αναγνωρισιμότητα φέρει αδιάκριτα βλέμματα που προσπαθούν να διεισδύσουν στην προσωπική του ζωή; «Εντάξει, αν μπορούν να διεισδύσουν, ας διεισδύσουν» απαντά. «Αν βρουν μια φωτογραφία μου με την κοπέλα μου στο Ιnstagram και τη δημοσιοποιήσουν, δεν έγινε και κάτι. Μου φαίνεται, ξέρεις, και κάπως αστείο όλο αυτό. Αν κάποιον τον ενδιαφέρει τόσο η προσωπική μου ζωή, τι να πω, ας έρθει να με ρωτήσει» απαντά γελώντας.

Θέατρο, έρωτας και κινηματογράφος

Φυσικά το θέατρο υπάρχει πάντα στη ζωή του. Στις 9 Ιανουαρίου ανεβαίνει ξανά στη σκηνή με την παράσταση «Δόξα κοινή» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου στο Θέατρο Πορεία. Πρόκειται για μια παράσταση που διέκοψε βίαια τη διαδρομή της λόγω του ξεσπάσματος της πανδημίας και επιστρέφει με επίκεντρο τον ποιητικό λόγο. Τον Φεβρουάριο συναντά, πάλι στο Θέατρο Πορεία, το μεγάλο στοίχημα της μεταφοράς στο θέατρο της αριστουργηματικής νουβέλας του Τόμας Μαν «Θάνατος στη Βενετία», σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου.

Ο ίδιος βέβαια δηλώνει ότι θέλει φανατικά να κάνει και σινεμά. Θα ήθελε πολύ, για παράδειγμα, να γίνει ένας από τους ήρωες σε ταινία του Γιάννη Οικονομίδη.

Λίγο πριν κλείσει η κουβέντα μας τον ρωτώ για το κεφάλαιο έρωτας. «Νομίζω ότι ερωτεύεσαι λίγες φορές στη ζωή σου, αλλά όποτε συμβαίνει αυτό είναι πολύτιμο καύσιμο» απαντά. «Μακάρι να μπορούσαμε να είμαστε ερωτευμένοι συνέχεια. Τον έρωτα τον έχω ψηλά. Στα 30 μου, όμως, αυτό που μπορώ να σου πω είναι ότι ξέρω πως δεν διαρκεί για πάντα, αλλά αυτό που θα έρθει πιθανότατα μετά το τέλος του σε μία σχέση μπορεί να είναι απείρως πιο σημαντικό».

Αλήθεια, έχει κάνει ποτέ κάποια μεγάλη τρέλα για ένα έρωτα; «Αρκετές. Ισως κάποιες δεν λέγονται. Εχω περάσει πάντως νύχτες για να αποτυπώσω σε ένα μουσικό κομμάτι αυτό που αισθανόμουν για μια κοπέλα. Μελέτησα λέξη-λέξη αυτά που ήθελα να της πω. Με βοήθησε η μπάντα μου και γράψαμε αυτό το κομμάτι και έπειτα της το χάρισα. Δεν είναι ακριβώς κάτι τρελό, αλλά είχα δώσει όλον μου τον εαυτό σε αυτό» λέει. «Ανταποκρίθηκε λοιπόν;» τον ρωτώ. «Ευτυχώς, ευτυχώς ναι!» μου απαντά.

 

INFO «Μaestro»: Kάθε Πέμπτη στις 22.30 στο ΜEGA.