Πολλή συζήτηση γίνεται τον τελευταίο καιρό περί εκλογικού νόμου, κυβερνησιμότητας, ακόμα και τερατογένεσης. Ως εκ τούτου, η αναφορά σε κάποιες εκλογικές αναμετρήσεις στις οποίες το εκλογικό σύστημα έπαιξε καθοριστικό ρόλο νομίζω ότι μπορεί να είναι χρήσιμη όσο και διαφωτιστική.

Το 1987, βλέποντας ότι θα έχανε σίγουρα από τη Νέα Δημοκρατία (ΝΔ) στις επόμενες εκλογές, το ΠαΣοΚ προχώρησε σε μια πολιτική λαθροχειρία: ψήφισε εκλογικό σύστημα που καθιστούσε σχεδόν αδύνατο τον σχηματισμό κυβέρνησης από το πρώτο κόμμα, έστω και αν αυτό είχε κερδίσει τις εκλογές πανηγυρικά, και μάλιστα με ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό. Αποτέλεσμα: αντί για ομαλή εναλλαγή στην εξουσία, ακολούθησαν δέκα μήνες ακυβερνησίας με καταστροφικές για τη χώρα συνέπειες. Ετσι, τον Ιούνιο του 1989 η ΝΔ, με 44,28% των ψήφων, δεν μπόρεσε να σχηματίσει κυβέρνηση, καθώς περιορίστηκε σε 145 έδρες. Τον Νοέμβριο του 1989, παρά την ασυνάρτητη και ασπόνδυλη κυβέρνηση Τζαννετάκη που είχε μεσολαβήσει, η ΝΔ αύξησε το ποσοστό της σε 46,19%. Ομως, και πάλι ο εκλογικός νόμος δεν επέτρεψε τον σχηματισμό κυβέρνησης, αφού οι έδρες της δεν ήταν περισσότερες από 148! Τι ακολούθησε; Οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Ζολώτα και νέος τραγέλαφος, αφού η χώρα εξακολουθούσε ουσιαστικά να μην κυβερνάται. Αλλά και μετά τις τρίτες εκλογές, τον Απρίλιο του 1990, αν και το ποσοστό του κόμματός του ανέβηκε στο 46,89%, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης δεν είχε παρά 150 έδρες. Μόνο ελέω Κατσίκη έγινε τελικά εφικτό να συμπληρωθεί ο μαγικός αριθμός 151 και να σχηματιστεί κυβέρνηση, η οποία βέβαια, λόγω και ισχνής πλειοψηφίας, δεν έμελλε να αποδειχθεί ιδιαίτερα μακρόβια.

Με λίγα λόγια, η περίοδος 1989-90 έδειξε με τον πιο αψευδή τρόπο πόσο βλαβερές μπορούν να είναι οι συνέπειες ενός κακού εκλογικού νόμου για το πολιτικό σύστημα και, κατ’ επέκταση, για την πορεία της χώρας γενικότερα. Τόσο η κυβέρνηση Τζαννετάκη όσο και η κυβέρνηση Ζολώτα δεν μπορούσαν να εφαρμόσουν ουσιαστικά κανένα πρόγραμμα, αφού καθένας από τους κυβερνητικούς εταίρους είχε πρωτίστως κατά νου πώς να αποφύγει το πολιτικό κόστος, πώς να πλασαριστεί καλύτερα εν όψει των επόμενων εκλογών, που ήταν προφανές ότι δεν θα αργούσαν. Πολιτικό συμπέρασμα: την πλήρωσε πολύ ακριβά η χώρα εκείνη την μπαγαμποντιά (ίνα μη χειρότερον τι είπω) του ΠαΣοΚ με τον εκλογικό νόμο.

Τούτων όλων δοθέντων, όποιος είναι κατά της επάρατης ακυβερνησίας δεν μπορεί παρά να είναι και κατά της απλής αναλογικής. Μαζί πάνε αυτά, τουλάχιστον στην Ελλάδα, όπου η πολιτική κουλτούρα και παράδοση κάθε άλλο παρά ευνοεί παρατεταμένες διαπραγματεύσεις μεταξύ πιθανών κυβερνητικών εταίρων, σαν αυτές που γνωρίζουμε από χώρες όπως η Γερμανία, το Βέλγιο ή η Ιταλία.

Μια και ο λόγος όμως περί εκλογικών συστημάτων, κυβερνησιμότητας, ακυβερνησίας, τερατογένεσης και άλλων δαιμονίων, αξίζει τον κόπο, νομίζω, και μια αναφορά στις (ίσως πολύ λιγότερο γνωστές στους νεότερους) εκλογές του 1956, οι οποίες αποτελούν κατά τη γνώμη μου κάτι σαν case study. Και εξηγούμαι.

Εχοντας πρόσφατα τότε αναλάβει πρωθυπουργός, στις αρχές του 1956 ο Καραμανλής προκήρυξε εκλογές ώστε να έχει νωπή λαϊκή (και όχι μέσω Παλατιού) εντολή. Προηγουμένως είχε κάνει κάποιες τολμηρές όσο και ρηξικέλευθες κινήσεις. Είχε αφήσει ένα βαρβάτο brand name όπως ήταν εκείνο του Συναγερμού και είχε ιδρύσει νέο κόμμα με την επωνυμία Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση (ίσως το Ριζοσπαστική να μην ήταν τόσο τυπικότητα, όπως θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος), το οποίο μάλιστα διεύρυνε με σημαντικά στελέχη του Κέντρου (Τσάτσος, Αβέρωφ, Κασσιμάτης, κ.ά.).

Σε εκείνες τις εκλογές λοιπόν, του Φεβρουαρίου του 1956, ο Καραμανλής βρέθηκε αντιμέτωπος με τον πιο ετερόκλητο ίσως συνασπισμό στην πολιτική ιστορία της χώρας. Υπό την επωνυμία Δημοκρατική Ενωση συσπειρώθηκαν ο Γεώργιος Παπανδρέου με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, ο Σοφοκλής Βενιζέλος με τη ΦΔΕ, τα κατάλοιπα της ΕΠΕΚ, το ΔΚΕΛ των Σβώλου και Καρτάλη, το Αγροτικό Κόμμα του Μπαλτατζή, το Λαϊκό Κόμμα υπό τον Ντίνο Τσαλδάρη και η υπό την εποπτεία του ΚΚΕ (αν όχι και την καθοδήγηση) ΕΔΑ! Μάλιστα, ενώ αυτό το ευκαιριακό συνονθύλευμα πήρε και λίγο περισσότερες ψήφους απ’ ό,τι το νεοσύστατο κόμμα του Καραμανλή (1.620.007 έναντι 1.594.112), ένα ιδιότυπο εκλογικό σύστημα, γνωστό και ως τριφασικό, έδωσε στον Καραμανλή 165 έδρες και στους συνασπισμένους αντιπάλους του 132.

Σε επίπεδο αρχής, ασφαλώς και δεν μπορεί να είναι κάποιος υπέρ ενός εκλογικού συστήματος που δίνει περισσότερες έδρες σε αυτόν που κατατάσσεται δεύτερος σε ψήφους. Αφήνοντας στην άκρη προς στιγμήν ότι κάτι τέτοιο μπορεί πάντως να συμβεί, και μάλιστα σε χώρες με μακρά δημοκρατική παράδοση όπως η Βρετανία (λόγω μονοεδρικού συστήματος) ή οι ΗΠΑ (λόγω προεδρικού συστήματος αλλά μέσω εκλεκτόρων), ας επανέλθω στα καθ’ ημάς και στις εκλογές του 1956.

Αλήθεια, αν την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης την είχε πάρει το 1956 η ενδεχομένως πλειοψηφούσα και σε έδρες με άλλο εκλογικό σύστημα Δημοκρατική Ενωση, τι θα είχε γίνει; Τραγέλαφος. Αυτή και αν θα ήταν τερατογένεση! Προφανώς, δεν θα ήταν δυνατόν να υπάρξει κυβέρνηση Παπανδρέου – Βενιζέλου – Τσαλδάρη – ΕΔΑ! Εχει και ο σουρεαλισμός τα όριά του όταν μιλάμε για πολιτική. Αλλωστε, οι ίδιοι οι ιθύνοντες της Δημοκρατικής Ενωσης είχαν δηλώσει ότι η σύμπραξή τους θα ήταν «εκλογική αλλά όχι κυβερνητική»! Με συγχωρείτε, αλλά τι σημαίνει αυτό πολιτικά; Ψήφισέ με, αλλά δεν αναλαμβάνω να κυβερνήσω τη χώρα! Οι εκλογές, όμως, δεν γίνονται μόνο για να μετριόμαστε κάθε τόσο, να βλέπουμε πόσοι είμαστε με το ένα κόμμα και πόσοι με το άλλο. Οι εκλογές γίνονται για να αποκτά η χώρα κυβέρνηση. Κατά τα άλλα, απ’ ό,τι μπορώ να γνωρίζω, δεν ήταν και πολλοί αυτοί που «έκλαψαν» για την ακαριαία διάλυση της Δημοκρατικής Ενωσης μετά τις εκλογές. Αφήνω ότι με τον (ελέω ασφαλώς και εκλογικού νόμου) σχηματισμό κυβέρνησης Καραμανλή τέθηκαν οι βάσεις για μια περίοδο (1956-63) για την οποία όλοι οι καλόπιστοι παρατηρητές και αναλυτές, ακόμα και κάποιοι από τους πιο σκληρούς αντικαραμανλικούς του 1956, αναγνώρισαν αργότερα και αναγνωρίζουν ότι υπήρξε περίοδος ανάταξης και ραγδαίας ανάπτυξης της χώρας.

Γι’ αυτό σας λέω: άτιμο πράγμα η πολιτική. Δεν προσφέρεται για δογματικές και απόλυτες, συχνά δημοκρατικοφανείς αλλά όχι κατ’ ουσίαν δημοκρατικές, προσεγγίσεις και επιλογές. Και, κυρίως, δεν προσφέρεται για τραγέλαφους, κοινώς λεγόμενους και τερατογενέσεις.

Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής.